ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Καλλιέργεια και θάλαμοι ανάπτυξης μανιταριών

Καλλιέργεια μανιταριών για ερασιτέχνες – Οδηγός  


Mια πρωτότυπη ιδέα που μπορεί εύκολα και με ελάχιστο οικονομικό κόστος να συμπληρώσει το οικογενειακό εισόδημα μοιάζει να αποτελεί η καλλιέργεια μανιταριών ακόμα και στο σπίτι
Συνήθως το υπόστρωμα σταματάει να παράγει μανιτάρια ύστερα από 3-4 μήνες, αφού έχει βγάλει τουλάχιστον 3 κύματα παραγωγής και συνολικά περί τα 7-8 κιλά
Χωρίς την ανάγκη απόκτησης ειδικού εξοπλισμού και με μοναδικό κόστος την αγορά υποστρωμάτων πάνω στο οποίο αναπτύσσονται τα μανιτάρια, μπορεί κάποιος να στήσει τη δική του μικρή μονάδα παραγωγής μανιταριών με σκοπό τη διάθεση τους στο εμπόριο, ακόμα και απευθείας σε επιχειρήσεις μαζικής εστίασης.
Ξεκινώντας με μικρά βήματα, υποστρώματα παραδείγματος χάριν για έναν χώρο όχι μεγαλύτερο από 10 τετραγωνικά μέτρα φθάνουν να παράγουν μέσα σε διάστημα 10-12 εβδομάδων 125 κιλά μανιτάρια, σύμφωνα με εξειδικευμένους γεωπόνους της εταιρείας «μανιτάρια Δίρφυς».
Το υπόστρωμα κυκλοφορεί σε δύο τύπους. Ο ένας τύπος είναι το «σπαρμένο υπόστρωμα» και αφορά το υπόστρωμα εκείνο που είναι ο σπόρος του μανιταριού απλά ενσωματωμένος στο εσωτερικό του και ο άλλος τύπος εκείνος όπου ο σπόρος έχει αναπτυχθεί στο υπόστρωμα, έχει διανύσει δηλαδή την περίοδο της επώασης και λέγεται «επωασμένο».

Στην περίπτωση που κάποιος προμηθευτεί το σπαρμένο υπόστρωμα, θα πρέπει πριν κάνει οτιδήποτε για να ξεκινήσει την καλλιέργεια να το «επωάσει». Να το τοποθετήσει δηλαδή σε έναν χώρο κλειστό και ζεστό για 17 ημέρες. Στη συνέχεια το υπόστρωμα είναι έτοιμο να περάσει στη φάση της καρποφορίας, οπότε ακολουθούμε τους γενικούς κανόνες για την παραγωγή των μανιταριών.
Το υπόστρωμα χρειάζεται ένα μέρος σκιερό, φωτεινό, δροσερό, χωρίς να φυσάει άνεμος, όπως για παράδειγμα μία αποθήκη, μπαλκόνι σε προστατευμένο μέρος από τον αέρα, κάτω από μια σκάλα ή σε ένα θερμοκήπιο.
1. Φως: Τα πλευρότους χρειάζονται φως. Θα πρέπει το μέρος όπου έχουμε τοποθετήσει το υπόστρωμα να είναι φωτεινό, αλλά όχι απευθείας στον ήλιο. Το φως στο οποίο μπορούμε να διαβάσουμε είναι αρκετό. Κατά τη διάρκεια της νύχτας ας μένει στο σκοτάδι.
2. Θερμοκρασία: Ιδανική θερμοκρασία για να φυτρώσουν τα μανιτάρια είναι 6-18oC. Σε θερμοκρασίες κάτω των 6 oC δεν χαλάνε, αλλά καθυστερούν. Σε θερμοκρασίες πάνω από 25 oC δεν φυτρώνουν.
3. Νερό – Υγρασία: Ο πιο εύκολος τρόπος για να δημιουργήσουμε συνθήκες υγρασίας στο περιβάλλον γύρω από το υπόστρωμα είναι μια υγρή επιφάνεια που να έχει μόνιμα νερό (αφρολέξ, πιατάκι κ.τ.λ.). Εάν το δάπεδο πάνω στο οποίο έχουμε τοποθετήσει το υπόστρωμα είναι χώμα ή τσιμέντο, τότε απλά το διατηρούμε υγρό βρέχοντάς το. Σε περίπτωση που το υλικό από κάτω είναι πλακάκι ή μάρμαρο, θα πρέπει να στρώσουμε μια μοκέτα, αφρολέξ ή κάτι άλλο το οποίο όταν το βρέχουμε να κρατάει υγρασία.
Κάτω από καλές συνθήκες θα ξεκινήσουν να φυτρώνουν σε 7-14 ημέρες. Η συλλογή των πλευρότους διεξάγεται με ένα απλό τράβηγμα ολόκληρης της καρποφορίας από το σημείο που φυτρώνει. Οταν σταματήσει να παράγει μανιτάρια μην το πετάξετε στα σκουπίδια αλλά ανακυκλώστε το περιεχόμενο ενσωματώνοντάς το στο χώμα για λίπασμα. Αποτελεί άριστο εδαφοβελτιωτικό και είναι ιδανικό για κηπευτικά και δενδρώδεις καλλιέργειες.
Συνήθως το υπόστρωμα σταματάει να παράγει μανιτάρια ύστερα από 3-4 μήνες, αφού έχει βγάλει τουλάχιστον 3 κύματα παραγωγής και συνολικά περί τα 7-8 κιλά. Το κόστος των υποστρωμάτων αυτών κυμαίνεται σε διάφορες τιμές ξεκινώντας από τα 7-8 ευρώ, ενώ η χονδρική τιμή πώλησης των μανιταριών φθάνει τα 4 ευρώ το κιλό.
Μια συμφέρουσα λοιπόν ενασχόληση που εκτός από την ιδιωτική παραγωγή κατ' οίκον για παραγωγή τροφής υψηλής διαιτητικής αξία μπορεί να προσφέρει κάλλιστα ένα πρόσθετο εισόδημα σε αγροτικές οικογένειες, και όχι μόνο, σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας.

ΟΙ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥΣ

Τι πρέπει να γνωρίζουμε

  • Τα μανιτάρια παράγονται στη φύση σε συγκεκριμένες εποχές του χρόνου (συνήθως φθινόπωρο και άνοιξη), όταν οι συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας είναι κατάλληλες. Οταν και εφόσον οι συνθήκες αυτές διαμορφωθούν σε κάποιο κλειστό χώρο, τότε τα μανιτάρια μπορούν να παραχθούν σχεδόν όλο τον χρόνο.
  • Οι μακρομύκητες αγαπούν την υγρασία και τη σκιά γι' αυτό και συχνότερα βλέπουμε μανιτάρια κάτω από δέντρα και σε υγρές περιόδους του χρόνου. Η φήμη ότι τα μανιτάρια θέλουν σκοτάδι είναι μύθος.
  • Οταν δεν υπάρχουν μανιτάρια, αυτοί οι μύκητες δεν παύουν να υπάρχουν, αλλά το σώμα τους παραμένει κρυμμένο και δεν το βλέπουμε. Παραμένει κρυμμένο μέσα στο υπόστρωμα. Μέσα στο υλικό δηλαδή όπου αναπτύσσονται οι μύκητες. Στη φύση το «υπόστρωμα» μπορεί να είναι το έδαφος, ένας κορμός δένδρου, ένας σωρός με σάπια φύλλα. Στην καλλιέργεια το υπόστρωμα αποτελείται από οργανικά υλικά όπως το άχυρο σίτου.

Με ποιο μανιτάρι μπορούμε να ξεκινήσουμε

Από τα 2.500 είδη των φαγώσιμων μανιταριών της φύσης καλλιεργούνται μόνο 30, και από αυτά ελάχιστα σε συστηματική εμπορική κλίμακα. Τα γνωστότερα καλλιεργούμενα μανιτάρια είναι το λευκό μανιτάρι, η λεντινούλα και το πλευρότους, καθώς και άλλα λιγότερο γνωστά όπως το γανόδερμα.
Το κάθε είδος μανιταριού έχει τελείως διαφορετικές απαιτήσεις τόσο στο υπόστρωμα καλλιέργειας όσο και στις συνθήκες παραγωγής . Καλό είναι κάποιος -σύμφωνα με τους εξειδικευμένους γεωπόνους- που θέλει να μάθει την καλλιέργεια των μανιταριών να ξεκινήσει πρώτα με το πλευρότους. H καλλιέργεια του μανιταριού πλευρότους είναι ευκολότερη, συγκρινόμενη με αυτή του λευκού μανιταριού και είναι απλούστερη η διαδικασία παρασκευής του υποστρώματος
To πλευρότους αποτελεί τροφή ιδιαίτερης διαιτητικής σημασίας, αφού οι πρωτεΐνες του βρίσκονται μεταξύ των πρωτεϊνών των φυτών και των ζώων. Ακόμα, αποτελείται κύρια από νερό (89-90%), 2% λιπαρά (υψηλή περιεκτικότητα σε πολυακόρεστα οξέα), υδατάνθρακες και ίνες.
Η λέξη «Pleurotus» προέρχεται από την εκλατινισμένη αρχαία ελληνική λέξη «πλευρικός ούς» που σημαίνει πλευρικό αυτί. Ο όρος περιγράφει το πώς φύεται το συγκεκριμένο είδος στο φυσικό του περιβάλλον. Στη φύση, τα μανιτάρια Pleurotus φύονται πάνω σε κορμούς δέντρων πλαγίως, χωρίς να σχηματίζουν κοτσανάκι, αλλά και χωρίς να θυμίζουν μορφολογικά τα υπόλοιπα είδη που φύονται στο έδαφος. Τα πλευρότους είναι εξαιρετικά νόστιμα, ενώ το ιδιαίτερο άρωμά τους και η γεύση τους θυμίζει αυτή των άγριων μανιταριών.

Πώς μπορούμε να κάνουμε παραγωγικό έναν χώρο 10 τ.μ.

Σε ένα χώρο 10 τετραγωνικών μέτρων μπορούν να τοποθετηθούν 25 μπλοκς πλευρότους. Τα 25 μπλοκς θα ξεκινήσουν σε 12 ημέρες να παράγουν τα πρώτα μανιτάρια και σε 5-6 ημέρες μετά θα ξεκινήσει η πρώτη παραγωγή.
Συνήθως η πρώτη παραγωγή είναι το 50% της συνολικής. Μετά από 10-14 ημέρες θα ξεκινήσει ο 2ος κύκλος παραγωγής κ.ο.κ. Σε διάστημα 10-12 βδομάδων θα έχουμε πάρει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής μας και συνεπώς τότε μπορούμε να αλλάξουμε την καλλιέργεια. Ετσι, λοιπόν, ο μικρός χώρος των 10 τετραγωνικών μέτρων θα έχει δώσει μέσα σε 3 μήνες 125 κιλά μανιτάρια. Εάν βέβαια κάποιος θέλει να γίνει συστηματικός παραγωγός μανιταριών για να έχει σταθερή παραγωγή σε εβδομαδιαία βάση αυτή της τάξης των 125 κιλών, θα πρέπει να δημιουργήσει 10-12 τέτοιους χώρους. Βάζοντας κάθε εβδομάδα 25 νέα μπλοκς θα έχει παραγωγή της τάξης των 125 κιλών κάθε εβδομάδα από μια έκταση 100-120 τετραγωνικών μέτρων.
Στην περίπτωση που από τον πρώτο χώρο των 10 τετραγωνικών μέτρων θελήσει κάποιος να επεκτείνει την καλλιέργεια μανιταριών με αυτό τον τρόπο, τότε θα πρέπει να ενημερωθεί καλύτερα μέσω των ειδικών γεωπόνων, προκειμένου τα μανιτάρια να φυτρώνουν σύμφωνα με το πλάνο που έχει τεθεί και όχι τυχαία σύμφωνα με τις δικές τους προτιμήσεις.
Ενώ το παραπάνω αναδημοσιεύεται από το ethnos.gr, ακολουθεί ένας οδηγός που αφορά την καλλιέργεια μανιταριών από ερασιτέχνες. Ο οδηγός είναι απόσπασμα από βιβλίο των εκδόσεων Σταμούλης. Η πρωτότυπη πηγή αναδημοσίευσης προέρχεται από την ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου Σταμούλης (εδώ)
 See more at: http://www.agri.gr/e/kalliergia-manitarion-gia-erasitechnes-odigos-me-chrisimes-simvoules-ke-plirofories/#sthash.9RYHgtZa.dpuf

 




Τα μυστικά για σωστή και αποδοτική καλλιέργεια
ΕΥΚΟΛΌΤΕΡΗ, ΣΕ ΣΧΈΣΗ ΜΕ ΤΟ ΛΕΥΚΌ ΜΑΝΙΤΆΡΙ, ΕΊΝΑΙ Η ΚΑΛΛΙΈΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΠΛΕΥΡΏΤΟΥΣ - ΠΟΙΆ ΕΊΝΑΙ ΤΑ ΣΤΆΔΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΘΉΚΕΣ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΎΝΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΕΡΔΟΦΌΡΑ ΣΟΔΕΙΆ

Τα μυστικά για σωστή   και αποδοτική καλλιέργεια

Μια μονάδα καλλιέργειας μανιταριού πλευρώτους απαιτεί έκταση τουλάχιστον 4-6 στρεμμάτων, με το κόστος της επένδυσης να ξεκινά από τις 240.000 ευρώ.
H καλλιέργεια του μανιταριού πλευρώτους (Pleurotus) είναι ευκολότερη συγκρινόμενη με αυτή του λευκού μανιταριού(Agaricus), όπως μας αναφέρει ο δρ Αντώνης Φιλιππούσης, γεωπόνος-μυκητολόγος και προϊστάμενος του εργαστηρίου εδώδιμων μυκήτων του ΕΘΙΑΓΕ, καθώς είναι απλούστερη η διαδικασία παρασκευής του υποστρώματος και χρειάζεται μικρότερη επένδυση για κατασκευή των θαλάμων καλλιέργειας (θερμοκηπιακού τύπου με μόνωση υαλοβάμβακα). Ωστόσο και για το μανιτάρι αυτό απαιτείται κλιματισμός των θαλάμων και ρύθμιση των περιβαλλοντικών συνθηκών (θερμοκρασία, αερισμός, φωτισμός, σχετική υγρασία κτλ.). καθ' όλη την παραγωγική διαδικασία.
Η καλλιέργεια του μανιταριού αυτού μπορεί να γίνει:
·                     σε δορυφορικές μονάδες (προϋποθέτει την παραγωγή από κεντρική μονάδα υψηλής ποιότητας και χαμηλού κόστους εμβολιασμένου υποστρώματος που μεταφέρεται για την παραγωγή των μανιταριών σε μικρότερες δορυφορικές μονάδες που διαθέτουν χαμηλού κόστους θερμοκηπιακού ή άλλου τύπου θαλάμους). Η παραγωγική δυναμικότητα μιας δορυφορικής μονάδας είναι 70-150 τόνους ανά έτος (απαιτείται έκταση 4-6 στρέμματα) και το κόστος της κυμαίνεται μεταξύ 250.000-400.000 ευρώ, ανάλογα με τη δυναμικότητα και με το αν η ψύξη των θαλάμων γίνεται με πάνελ δροσισμού ή με ψυκτικές εγκαταστάσεις.
·                     σε κάθετες μονάδες (παραγωγή υποστρώματος και μανιταριών) που διαθέτουν σύγχρονο κτιριακό και μηχανολογικό εξοπλισμό, καθώς και εργαστηριακή υποδομή αναλύσεων και ποιοτικού ελέγχου. Η παραγωγική δυναμικότητα μιας τέτοιας μονάδας κυμαίνεται μεταξύ 300-500 τόνων ανά έτος (απαιτείται έκταση 15-30 στρέμματα) και το κόστος της ανέρχεται σε 1.200.000 ευρώ περίπου.
Στάδια και συνθήκες καλλιέργειας Pleurotus
Τα μυστικά για σωστή   και αποδοτική καλλιέργεια
·                     Παρασκευή υποστρώματος (2-4 ημέρες).
·                     Παστερίωση υποστρώματος (2-3 ημέρες).
·                     Σπορά -επώαση (15-20 ημέρες).
·                     Σχηματισμός καρποφοριών (8 ημέρες).
·                     Ανάπτυξη-συγκομιδή μανιταριών (7 ημέρες).
·                     Aπολύμανση - άδειασμα - καθαρισμός θαλάμου παραγωγής (2 ημέρες).
Τα μανιτάρια προτιμούν να μεγαλώνουν πάνω σε δένδρα - κορμούς ζωντανούς η νεκρούς, ξύλα, κ.τ.λ. λέγονται αλλιώς και ελατομανίτες, γιατί προτιμούν να φύονται πάνω σε έλατα. Στην οργανωμένη καλλιέργεια ο κορμός του δένδρου έχει αντικατασταθεί με αλλά υλικά που περιέχουν λυγνίνη και κυτταρίνη. Καλύτερο από άποψη παραγωγικότητας και ευχρηστίας είναι το άχυρο σιτηρών. Ελλιπής φωτισμός οδηγεί σε αποτυχία της καλλιέργειας ή σε μείωση των μανιταριών. Τα "Πλευρώτους" απαιτούν φωτισμό τουλάχιστο 120 lux. Πρόκειται για ένταση φωτός ικανή να μπορούμε να διαβάσουμε μέσα σε ένα δωμάτιο. Κατά την διάρκεια της νύχτας δεν πειράζει ο θάλαμος να παραμένει στο σκοτάδι. Εάν το φως είναι ανεπαρκές τότε το χρώμα των μανιταριών είναι ανοιχτό έως άσπρο και το κοτσάνι επιμηκύνεται.
Τα μανιτάρια Πλευρώτους σε θερμοκρασίες 20-28οC αναπτύσσονται βλαστητικά που σημαίνει ότι η ανάπτυξή τους περιορίζεται μόνο στην ανάπτυξη μυκηλίου χωρίς να εμφανίζονται μανιτάρια. Η μετατροπή της φάσης αυτής στην φάση της αναπαραγωγής γίνεται σε θερμοκρασίες κάτω των 18 βαθμών Κελσίου.
Τα πλευρώτους επίσης χρειάζονται ικανή ποσότητα φρέσκου αέρα προκειμένου να καρποφορήσουν επιτυχώς. Ο φρέσκος αέρας σκοπό έχει να αποκρίνει το CO2 που παράγεται από την αναπνευστική δραστηριότητα του μύκητα. Συνίσταται στους παραγωγούς των μανιταριών να χρησιμοποιούν σύστημα κλιματισμού με αεραγωγό πολυαιθυλενίου έτσι ώστε να διοχετεύουν στον θάλαμο καλλιέργειας την απαιτούμενη ποσότητα φρέσκου αέρα.
Η ιδανική σχετική υγρασία για τον σχηματισμό των μανιταριών είναι το 90%. Κατά την ανάπτυξη των μανιταριών η σχετική υγρασία θα πρέπει να είναι 80%-85%.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
"Ασπίδα" σε χοληστερίνη, ιώσεις και καρδιοπάθειες
Τα μανιτάρια έχουν πολλές θεραπευτικές ιδιότητες που είναι γνωστές από την αρχαιότητα. Iδιαίτερα εκτιμάται η συμβολή τους στην ενεργοποίηση του οργανισμού κατά των ιώσεων, την ρύθμιση της χοληστερόλης στο αίμα και ως ανασταλτικού παράγοντα καρδιοπαθειών. H αντίσταση σε ασθένειες που προκαλούνται από ιώσεις οφείλεται στο ότι τα μανιτάρια παράγουν ουσίες που ενεργοποιούν τον οργανισμό ή τον κάνουν να παράγει αντισώματα. Eπιπροσθέτως έχει αποδειχθεί ότι σε πολλά μανιτάρια περιέχονται ουσίες που μειώνουν το ποσοστό της χοληστερόλης στο αίμα. Eτσι αυξάνεται η κυκλοφορία του αίματος με αποτέλεσμα να προλαβαίνονται ασθένειες όπως υπέρταση, χολόλιθος, αρτηριοσκλήρωση, μούδιασμα των άκρων και αιμορροΐδες. Τα μανιτάρια αντιπροσωπεύουν μια κύρια πηγή διατροφαρμακευτικών ουσιών που προκαλούν μετατροπές στη βιολογική αντίδραση των οργανισμών και διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος, με αποτέλεσμα διάφορες θεραπευτικές δράσεις. Iδιαίτερα εκτιμάται η συμβολή τους στην ενεργοποίηση του οργανισμού κατά των ιώσεων, τη ρύθμιση της χοληστερόλης στο αίμα και ως ανασταλτικού παράγοντα καρδιοπαθειών. H αντίσταση σε ασθένειες που προκαλούνται από ιώσεις οφείλεται στο ότι τα μανιτάρια παράγουν ουσίες που ενεργοποιούν τον οργανισμό ή τον κάνουν να παράγει αντισώματα.
"ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΡΙΑ" Η ΚΙΝΑ
10 εκατομμύρια τόνοι η παγκόσμια παραγωγή
Σήμερα η καλλιέργεια μανιταριών, που έχει εξαπλωθεί σε όλες τις ηπείρους, ξεπερνά τους 10 εκατομμύρια τόνους, ενώ η συνολική αξία του προϊόντος ανήλθε το 2005 στο ύψος των 45 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σημαντική είναι η αύξηση της παραγωγής μανιταριών της Κίνας, η οποία μέχρι το 2002 παρήγαγε το 45% περίπου της παγκόσμιας ποσότητας ενώ σήμερα κατέχει το 75% περίπου της παγκόσμιας αγοράς μανιταριών και σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ενωσης Μανιταροπαραγωγών Κίνας, η συνολική εμπορευόμενη ποσότητα καλλιεργούμενων και αυτοφυών μανιταριών υπερβαίνει τους 9.000.000 τόνους.
Η συνολική παραγωγή των χωρών της EE, ανήλθε το 2006 στους 1.060.000 τόνους (ποσοστό 10% περίπου της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής), από τους οποίους το 64% απευθύνεται στην αγορά του φρέσκου προϊόντος. Τις πρώτες θέσεις όσον αφορά το ύψος της παραγωγής κατέχουν η Ολλανδία (225.000 τόνοι, 22,6% της συνολικής παραγωγής φρέσκων και μεταποιημένων μανιταριών της Ε.Ε. το 2006), ενώ η Πολωνία έρχεται πρώτη όσον αφορά την παραγωγή φρέσκων μανιταριών (215.000 τόνοι το 2006).
ΛΕΥΚΟ ΜΑΝΙΤΑΡΙ
Μεγάλα κέρδη αλλά και υψηλές απαιτήσεις
Για την καλλιέργεια λευκού μανιταριού(agaricus) το κόστος κατασκευής μιας μονάδας είναι υψηλότερο, ξεκινώντας από τις 450.000 ευρώ, η παραγωγική δυναμικότητα όμως είναι σαφώς μεγαλύτερη.
H συγκεκριμένη καλλιέργεια όπως επισημαίνει ο κ. Αντώνης Φιλιππούσης, βασίζεται στην ανάπτυξη του μύκητα σε ένα ειδικά προετοιμασμένο υπόστρωμα που παρασκευάζεται από άχυρο σίτου, γύψο και κοπριά ορνίθων. Η παρασκευή του υποστρώματος είναι μία σύνθετη διαδικασία αερόβιων ζυμώσεων (composting) που διακρίνεται σε δύο κύριες φάσεις, τη φάση I (ζύμωσης) και τη φάση II (παστερίωσης-ωρίμανσης) που γίνεται σε ειδικούς θαλάμους με ακριβή ρύθμιση των συνθηκών (θερμοκρασία, αερισμός, CO2, σχετική υγρασία κτλ.) από ηλεκτρονικά ελεγχόμενες κλιματιστικές μονάδες.
Η καλλιέργεια του μανιταριού αυτού μπορεί να γίνει σε:
·                     δορυφορικές μονάδες (προϋποθέτει την προμήθεια από κεντρική μονάδα εμβολιασμένου υποστρώματος που μεταφέρεται για την παραγωγή των μανιταριών σε μικρότερες δορυφορικές μονάδες). Με τον τρόπο αυτό συνδυάζεται η υποδομή και οργάνωση της κεντρικής μονάδας (υψηλή τεχνολογία, επιστημονική παρακολούθηση, εμπειρία και γνώση της καλλιεργητικής τεχνικής, οργάνωση παραγωγής και τυποποίησης-μεταποίησης του προϊόντος) με τα πλεονεκτήματα των δορυφορικών μονάδων: χαμηλό αρχικό κόστος εγκατάστασης, μεγαλύτερη φροντίδα στην εφαρμογή της καλλιεργητικής τεχνικής και της συγκομιδής, παραγωγή προϊόντος υψηλής ποιότητας και χαμηλού κόστους. Η παραγωγική δυναμικότητα μιας δορυφορικής μονάδας είναι 100-200 τόνοι ανά έτος (απαιτείται έκταση 4-6 στρεμμάτων) και το κόστος της κυμαίνεται μεταξύ 450.000-750.000 ευρώ.
·                     κάθετες μονάδες (παραγωγή υποστρώματος και μανιταριών) που διαθέτουν σύγχρονο κτιριακό και μηχανολογικό εξοπλισμό (θάλαμοι καλλιέργειας από πάνελ πολυουρεθάνης) καθώς και εργαστηριακή υποδομή αναλύσεων και ποιοτικού ελέγχου. Η παραγωγική δυναμικότητα μιας τέτοιας μονάδας κυμαίνεται μεταξύ 400-1.000 τόνοι ανά έτος (απαιτείται έκταση 15-50 στρεμμάτων) και το κόστος της κυμαίνεται μεταξύ 2.200.000-5.870.000 ευρώ.
Στάδια και συνθήκες καλλιέργειας Agaricus bisporus
·                     Παρασκευή υποστρώματος (10-14 ημέρες).
·                     Παστερίωση-ωρίμανση υποστρώματος (6-7 ημέρες).
·                     Σπορά - επώαση I (14 ημέρες).
·                     Eπικάλυψη- επώαση II (7 ημέρες).
·                     Eπαγωγή -ανάπτυξη καρποφοριών (10 ημέρες).
·                     Συγκομιδή μανιταριών (25 ημέρες).
·                     Aπολύμανση - άδειασμα - καθαρισμός θαλάμου παραγωγής (3 ημέρες).
Θάλαμοι παραγωγής μανιταριών Agaricus
Οι θάλαμοι έχουν τοιχώματα από προκατασκευασμένα πάνελ. Ακόμη χρειάζεται στεγασμένος διάδρομος εργασιών κατά μήκος των θαλάμων και βοηθητικών χώρων.
Εξοπλισμός θαλάμων: ράφια αλουμινίου, πλατφόρμες συλλογής, ειδικά νάιλον δίχτυα που υποβαστάζουν το υπόστρωμα στα ράφια.
Μονάδες επεξεργασίας του αέρα: κλιματιστική μονάδα, φυγοκεντρικό ανεμιστήρα, κιβώτιο μίξης και κανάλια αερισμού, περσίδες εισαγωγής και εξαγωγής του αέρα, αισθητήρια θερμοκρασίας, υγρασίας, CO2, χειροκίνητο και ηλεκτρονικό πίνακα ελέγχου των συνθηκών του περιβάλλοντος με δυνατότητα σύνδεσης με H/Y.
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΡΟΦΗ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΩΣ ΦΑΡΜΑΚΑ
Τα μανιτάρια χρησιμοποιήθηκαν από τα αρχαιότατα χρόνια για τροφή, για λατρευτικούς και για φαρμακευτικούς σκοπούς. Σήμερα κάποια από αυτά καλλιεργούνται σε βιομηχανική κλίμακα για τροφή, άλλα δοκιμάζονται για την παραγωγή ενζύμων, φαρμάκων και άλλων ουσιών, ενώ η ικανότητα μερικών να αποδομούν πολύπλοκες οργανικές ενώσεις αξιοποιείται στη βιολογική επεξεργασία αποβλήτων. O ρόλος τους στη γεωργική οικονομία είναι σημαντικός, καθώς κατά την παραγωγή τους: (α) χρησιμοποιούνται πρώτες ύλες μικρής οικονομικής αξίας, (β) μετατρέπονται άχρηστα και ενδεχομένως περιβαλλοντικά επιζήμια οργανικά υπολείμματα σε τροφή με αξιόλογες οργανοληπτικές ιδιότητες ή/και φαρμακευτική αξία, (γ) παράγονται υποπροϊόντα, όπως το εξαντλημένο υπόστρωμα καλλιέργειας, που διατίθενται περαιτέρω ως ζωοτροφές, βιο-λιπάσματα ή βελτιωτικά εδάφους, (δ) απασχολείται ανθρώπινο δυναμικό και (ε) είναι συμφέρουσα η χρήση της γης λόγω της υψηλής παραγωγικότητας προϊόντος ανά μονάδα επιφανείας της.
Που θα απευθυνθώ
ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Ι.TE.ΓΕ.Π, Σ. Βενιζέλου 1, 141 23 Λυκόβρυση, Αθήνα. Τηλ.: 210 2845940, Fax: 210 2840740. E-mail :ant.philippoussis@gmail .com. aphilippoussis@nagref.gr Δρ Αντώνης Φιλιππούσης, Γεωπόνος-Μυκητολόγος, Αναπληρωτής Ερευνητής Προϊστάμενος Εργαστηρίου Εδώδιμων Μυκήτων ΕΘΙΑΓΕ
Κώστας Νάνος

www.bioprasino.gr

Θάλαμοι μανιταριών

Η καλλιέργεια μανιταριών απαιτεί τον έλεγχο των κλιματολογικών συνθηκών με ακρίβεια και αποτελεσματικότητα. Αντίθετα με τις κλασσικές παραγωγές λαχανικών, τα μανιτάρια είναι αρκετά ευαίσθητα στις καιρικές διακυμάνσεις και χρειάζονται θαλάμους με επαρκή μόνωση ώστε να μην καταστρέφεται ο μύκητας όταν υπάρχει υψηλή θερμοκρασία ή χαμηλή υγρασία.
Οι θάλαμοι μανιταριών που κατασκευάζει η εταιρία μας, βασίζονται στον μεταλλικό σκελετό του Απλού Τοξωτού Θερμοκήπιου χρησιμοποιώντας διαφορετικά υλικά κάλυψης. Όπως διακρίνεται και στην διπλανή εικόνα, η οροφή δεν έχει παράθυρα φυσικού αερισμού και καλύπτεται από διπλή στρώση μαλακού πλαστικού πολυαιθυλενίου η οποία περιβάλλει 10 εκατοστά μόνωσης από υαλοβάμβακα.
Οι προσόψεις του θαλάμου καλύπτονται από πάνελ πολυουρεθάνης πάχους 40mm. Οι διαστάσεις που προτίνουμε σαν ιδανικές για τους θαλάμους αυτούς είναι 8.5m X 26m για να μπορούν να συνδυαστούν καλύτερα ο μηχανολογικός εξοπλισμός ελέγχου του κλίματος σε σχέση με την αντοχή του μύκητα σε ιδανική ταχύτητα αέρα μέσα στον θάλαμο.
Εσωτερικό από θάλαμο παραγωγής μανιταριών Πλευρώτους. Η χρήση διαπερατού στο φως υαλοβάμβακα γίνεται γιατί ο συγκεκριμένος μύκητας χρειάζεται φως για να αναπτυχθεί σωστά. Στο βάθος διακρίνεται το υδροπάνελ δροσισμού.
Λεπτομέρεια της πίσω όψης του θαλάμου όπου φαίνεται το υδροπάνελ δροσισμού. Οι διαστάσεις του είναι 2m X 6m και έχει πάχος 10cm όμως διατίθεται και σε πάχος 15cm για περιοχές με πολύ χαμηλή υγρασία.
Εσωτερική όψη του υδροπάνελ δροσισμού την ώρα λειτουργίας του. Στο επάνω μέρος διακρίνεται ο υγραντήρας τύπου δίσκου που ανεβάζει την σχετική υγρασία εσωτερικά στο επιθυμητό επίπεδό.
Όψη θαλάμου ανάπτυξης μανιταριών Pleurotous που φαίνεται εκτός από την πόρτα φόρτωσης υποστρωμάτων, ο εξαεριστήρας δυναμικού αερισμού και η είσοδος στο τάμπερ ανάμιξης αέρα.
Αριστερά φαίνεται και ο ηλεκτρολογικός πίνακας, λίγο πριν κλειστεί στο προστατευτικό του κουτί.

Πηγή>http://www.greenhouses.gr/

Οι καλλιέργειες που αφήσαμε να χαθούν

Οι καλλιέργειες που αφήσαμε να χαθούν

ΤΑΝΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΠΟΥΛΟΥ/http://www.kathimerini.gr/

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Δραστική επίδραση στη δομή της αγροτικής οικονομίας της χώρας είχαν οι τρεις δεκαετίες εφαρμογής της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της Ευρώπης στην Ελλάδα.

Οι αγρότες στράφηκαν σαφώς προς τα επιδοτούμενα προϊόντα εγκαταλείποντας ακόμα και παραδοσιακές ελληνικές καλλιέργειες όπως τα όσπρια ή τα κτηνοτροφικά φυτά, με αποτέλεσμα οι διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού να καλυφθούν με μεγάλη αύξηση των εισαγωγών. Χαρακτηριστικά, στη Θεσσαλία ξεριζώθηκαν πολλές εκτάσεις με αμυγδαλιές προκειμένου να φυτευτεί βαμβάκι, το βασικό προϊόν του οποίου η καλλιέργεια αυξήθηκε δραματικά μετά το 1981 λόγω φυσικά της μεγάλης επιδότησης που έφτανε τρεις φορές πάνω από την εμπορική τιμή του προϊόντος.

«Η εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής στην Ελλάδα είχε επιπτώσεις στη δομή της γεωργικής παραγωγής με αποτέλεσμα να υστερεί η χώρα σε επάρκεια τροφίμων και να αναγκάζεται να κάνει μεγάλες εισαγωγές. Παράλληλα, υποχώρησε το θέμα της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων και δεν υπήρξε χωροταξικός σχεδιασμός των εκτάσεων που χρησιμοποιούνται για καλλιέργεια», λέει ο κ. Σταμάτης Σεκλιζιώτης, διδάκτωρ γεωπόνος, βοηθός ακόλουθου γεωργικών θεμάτων στην αμερικανική πρεσβεία.

«Αφησαν» τα όσπρια

Χαρακτηριστικά, τα όσπρια που καλλιεργούνταν παραδοσιακά στην Ελλάδα σιγά σιγά εγκαταλείφθηκαν καθώς η καλλιέργειά τους δεν επιδοτούνταν από την Ε.Ε. Ετσι ενώ το 1961 παράγονταν 12.586 τόνοι φακές και το 1981 8.451 τόνοι, το 2011 η παραγωγή έπεσε στους 2.856 τόνους. Και το 1961 αντίστοιχα παράγονταν 13.365 τόνοι ρεβίθια, το 1981 12.694 τόνοι και το 2011, 2.200 τόνοι. Από τα πέρατα της Γης εισάγουμε όσπρια για να φτιάξουμε παραδοσιακές ελληνικές συνταγές. Φασόλια από την Κίνα, μαυρομάτικα από το Περού και τη Μαδαγασκάρη, φακές από τον Καναδά, ρεβίθια από το Μεξικό και την Τουρκία, κουκιά από τη Συρία.

Ακόμα ένα παραδοσιακό ελληνικό προϊόν, ο χαλβάς -όπως και το ταχίνι- παράγεται κυρίως με εισαγόμενο σουσάμι. Μόλις 33 τόνοι ήταν η παραγωγή ελληνικού σουσαμιού το 2011 σε σύγκριση με το 1981 (1.572 τόνοι) και το 1961 (6.374 τόνοι).

Και η παραγωγή ξηρών καρπών όμως σιγά σιγά έφθινε, καθώς αμύγδαλα, φουντούκια, φιστίκια Αιγίνης κ.ά. έμειναν εκτός επιδότησης. Ενδεικτικά, σήμερα εισάγουμε καρύδια από την Καλιφόρνια, τη Γεωργία αλλά και τη Μολδαβία, αν και τα καρύδια είναι η μόνη καλλιέργεια ξηρών καρπών που έχει σημειώσει αύξηση τα τελευταία χρόνια.

«Είναι επίσης προβληματικό ότι εισάγουμε το μεγαλύτερο ποσοστό των ζωοτροφών που χρησιμοποιούμε, κυρίως σόγια. Αν σκεφτούμε ότι η ζωοτροφή αποτελεί το 80% του κόστους της παραγωγής κρέατος καταλαβαίνουμε τι σημαίνουν όλες αυτές οι εισαγωγές για την κτηνοτροφία μας», τονίζει ο κ. Σεκλιζιώτης. Ενα από τα βασικά κτηνοτροφικά φυτά (που καλλιεργείται δηλαδή για ζωοτροφή) είναι ο σόργος και μόνο 84 τόνοι σόργου καλλιεργήθηκαν το 2011 σε σχέση με 1.198 τόνους το 1981 και 8.775 τόνους το 1961. «Την ίδια στιγμή που τα αποξηραμένα φρούτα παγκοσμίως είναι περιζήτητα, εμείς έχουμε πολύ μικρή παραγωγή αφήνοντας την Τουρκία να κυριαρχεί», προσθέτει ο γεωπόνος.

Μειώθηκαν τα λεμόνια

Σημαντικότατη πτώση έχει και η εγχώρια παραγωγή λεμονιών, που από 216.874 τόνους το 1981 έπεσε στους 70.314 το 2011. Φυσικά, οι ανάγκες καλύπτονται με εισαγωγές. Η συνολική παραγωγή εσπεριδοειδών της χώρας δεν έχει μειωθεί ιδιαίτερα (997.205 τόνοι το 1981 και 938.866 τόνοι το 2011), αλλά όπως εξηγεί ο κ. Σεκλιζιώτης, οι ποικιλίες πορτοκαλιού που καλλιεργούμε αφορούν κυρίως την εσωτερική αγορά και δεν είναι κατάλληλες για εξαγωγές.

Η παραγωγή ντομάτας, από την άλλη, δείχνει να έχει μια σημαντική αύξηση, αλλά πρόκειται κυρίως για ποσότητες βιομηχανικής ντομάτας που επίσης ήταν επιδοτούμενο προϊόν.
Ο κ. Σεκλιζιώτης τονίζει ότι η Ελλάδα διαθέτει πολλά διαφορετικά μικροκλίματα και θα μπορούσε να έχει ένα μωσαϊκό πολλών μικρών καλλιεργειών εφόσον όμως κάποιος έκανε τον κόπο να ασχοληθεί και να δώσει κατευθύνσεις.
Στροφή των νέων στη γεωργία
Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται ένα αυξημένο ενδιαφέρον για την αγροτική παραγωγή, κυρίως από νέους ανθρώπους που αναζητούν μια διέξοδο στην ανεργία και την οικονομική κρίση.

Σε δημοσκόπηση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, το 19,3% των ερωτώμενων είχε απαντήσει ότι έχει προχωρήσει σε συγκεκριμένες ενέργειες προκειμένου να μετοικήσει από τα αστικά κέντρα (Αθήνα - Θεσσαλονίκη) στην επαρχία.

Το 43,5% όσων σχεδιάζουν να εγκαταλείψουν Αθήνα και Θεσσαλονίκη έχει πτυχίο Πανεπιστημίου, το 25,9% έχει κάνει μεταπτυχιακό και το 4,1% έχει και διδακτορικό τίτλο.

Περίπου οι μισοί (ποσοστό 47,6%) από εκείνους που σχεδιάζουν την αποχώρησή τους από την πόλη θα ήθελαν να δουλέψουν στον αγροτικό τομέα, όμως όχι μόνο στο επίπεδο της παραγωγής αλλά και σε όλη την αλυσίδα, στη συσκευασία και τη διάθεση των προϊόντων.

Η ελιά και το ελαιόλαδο είναι η πρώτη επιλογή όσον αφορά τη γεωργία, πιθανότατα γιατί μεγάλο ποσοστό των κατοίκων των πόλεων διαθέτει ακόμα ελαιόδεντρα. Αντίστοιχα μεγάλο ποσοστό ενδιαφερομένων προτιμά τις βιολογικές καλλιέργειες, καθώς θεωρεί ότι θα έχουν ένα αυξανόμενο ποσοστό πωλήσεων.

Καλλιέργεια σουσαμιού (Σήσαμον το Ινδικόν)




Καλλιεργείται πολύ στην Περσία, Μικρά Ασία και Αίγυπτο και από τους αρχαίους χρόνους και στη πατρίδα μας λίγο. Τρία είναι που μας ενδιαφέρουν τα σόγια του σουσαμιού: με μαυριδερούς, καστανούς και άσπρους σπόρους. Σε μας προκόβει το άσπρο σουσάμι και καλλιεργείται στη Θεσσαλία και Ανατολική Μακεδονία. Η Θεσσαλία κάνει από αυτό έως 90 χιλ. οκ το χρόνο.
Ο σουσαμόσπορος έχει 40-50 τα εκατό λάδι και είναι πικρούτσικο μα φαγώσιμο και έχει το καλό δύσκολα να ταγγίζει. Στην Ανατολή και στο τόπο μας με τέτοιο λάδι φτιάχνουν τούς χαλβάδες και στην Ευρώπη σαπούνια.

Για να βγάλουνε το σουσαμόλαδο καβουρδίζουν λίγο το σουσάμι σε λαμαρίνες, το αλέθουν και το στύβουν σε πιεστήριο τρεις φορές. Δύο το στύβουν σκέτο και την τρίτη το ζεματούν με καυτό νερό. Οι πίτες πού μένουν από το στύψιμο είναι τροφή για τα ζώα, πρέπει όμως να την δίνομε με σανό (ή άχυρο) ή πίτουρα ή να την ανακατώνομαι με καρπό (κριθάρι, βρώμη) ή μ' άλλες τροφές. Στα πρόβατα δίνομε 50-100 δράμια από τις πίτες αυτές στο καθένα την ημέρα, στους χοίρους 100 δράμια ως 1 οκά κατά το πάχος πού θα έχουν και στα βόδια πού θέλομε να παχύνουν ½-3 οκάδες. Από σουσαμόσπορο γίνεται και το ταχίνι. Για να το κάνουν ραντίζουνε με λίγο νερό το σουσάμι και το αλέθουν και αλέθοντας το ρίχνουν σε πιθάρι και το αφήνουν ως πού ν' ανέβει το λάδι. Τότε το παίρνουν κι' εκείνο πού θα μείνει είναι το ταχίνι. Με σουσαμόσπορο φτιάχνουν ακόμη και τα παστέλια ή τον βάζουν στις κουλούρες και στα ψωμιά.


Πως καλλιεργείται
Το σουσάμι γίνεται ξερικό σε βαρικά και αμμουδερά χώματα, δηλαδή σε χωράφια που κάνουν για αραβόσιτο ή σε κατεβασιές (ποταμόχωστα) πού είναι κοντά σε ποτάμια και μπορεί να φουσκίζονται και να ποτίζονται κι' όλας. Πάντα όμως του σουσαμιού η καλλιέργεια είναι ποτιστική. Ξερικό σουσάμι καλλιέργησαν, κατά σύσταση μου ως νομόγεωπόνου Αχαΐας και Ήλιδος, το 1924 πρόσφυγες σε βαρικά χωράφια του κάμπου της Γαστούνης και είχαν καλό εισόδημα.
Ξερικό σουσάμι καλλιεργήσαμε για δοκιμή στο Αγροτικό ορφανοτροφείο αρρένων Τατοΐου και πέτυχε. Μαθαίνω πώς γύρω στη Νεάπολι (Δυτικής Μακεδονίας) καλλιέργησαν μια χρονιά δοκιμαστικώς ξερικό σουσάμι σε αμμουδερά βαρικά χωράφια και είχε καλή απόδοση μα δεν ξανά ακολούθησαν την καλλιέργεια του.

Το χωράφι πού θα καλλιεργήσουμε τό σουσάμι πρέπει καλά να δουλευτεί, και να τριφτούν τα χώματα. Όταν το χωράφι αυτό ήταν την περασμένη χρονιά σπαρμένο μ' αραβόσιτο ή με μπαμπάκι ή μ' άλλο σκαλιστικό τού κάνομε 3 οργώματα. Ένα το Μάρτη, ένα τον Αύγουστο κι' ένα το Φλεβάρη. Στο τρίτο όργωμα αν είναι ανάγκη, λιπαίνουμε με το χημικό λίπασμα 6-8-8 ή το φουσκίζουμε ρίχνοντας σκορπιστά κοπριά σ' όλο το χωράφι και τη δυναμώνουμε πασπαλίζοντας την με το χημικό λίπασμα 0-16-0 σ' αναλογία 5-10 οκ. για κάθε 100 οκ. κοπριά. Όταν το χωράφι πού θα σπείρουμε το σουσάμι ήταν χέρσο του κάνομε ανάμεσα (τον Νοέμβριο) και το τέταρτο όργωμα. Κι' από το Μάρτη ως τον Απρίλη πού θα τό σπείρουμε σβαρνίζουμε με σιδηρόσβαρνα το χωράφι 2-3 φορές για να ισώσει και τριφτεί καλά το χώμα. Τις πρώτες ήμερες του Απρίλη κάνουμε το τελευταίο σβάρνισμα, κι' αν το χωράφι είναι αδύνατο κι' αφούσκιστο σκορπίζουμε ως 20 οκ. στο στρέμμα νιτρικό νάτριο (νίτρο της Χιλής) κι' αμέσως σπέρνουμε. Στο ποτιστικό σουσάμι αντί να βάλουμε για μιας το νίτρο της Χιλής μπορούμε στο σπάρσιμο να ρίξουμε σκορπιστά στο στρέμμα μονάχα 10 οκάδες και τις άλλες 10 οκάδες να τις σκορπίσουμε στο πρώτο σκάλισμα για να έχουμε πιο κέρδος.


Στα δυνατά χωράφια ρίχνουμε λιγότερο σπόρο γιατί κλαρώνει το σουσάμι και για να επιτύχει πρέπει να είναι ανάλογα άρυσπαρμένο. Το σπάρσιμο του σουσαμιού γίνεται στα πεταχτά με το χέρι και θέλει πείρα για να κανονίσει εκείνος που το σπέρνει πόσο πρέπει να είναι αρύ, κατά το χωράφι. Για να αποκτήσει κανείς τη σχετική πείρα πρέπει όταν πρώτο σπείρει ν' ανακατώσει το σουσάμι με δύο μερδικά άμμο του ποταμού και λίγη στάχτη για να πέφτει ο σπόρος κανονικά και βλέπει το μέρος που σπέρνει.
Τελειώνοντας το σπάρσιμο σκεπάζομε ξέβαφα το σπόρο με ξύλινη πλεχτή σβάρνα και περνούμε ύστερα το χωράφι με σανίδα για να καθίσουν τα χώματα. Τη σανίδα αυτή ζέβουμε σ' άλογο και βάζουμε ανάλογη πέτρα ή καθίζουμε κανένα παιδάκι για βάρος. Όταν το σουσάμι είναι ποτιστικό κάνουμε τελευταία τους ποτιστάδες (αυλάκια) μ' αλέτρι ντόπιο ξύλινο και χωρίζουμε το χωράφι με το ίδιο αλέτρι σε στενόμακρες βραγιές (πρασιές) για να ποτίζεται εύκολα και με οικονομία νερού. Για να σπείρουμε ένα στρέμμα θέλομε ως 1 1/2, οκά σπόρο.
Όταν με το σπάρσιμο βρέξει αμέσως, ξανά σπέρνομε το σουσάμι γιατί πατιέται το χώμα με τη βροχή και δε φυτρώνει ή το σβαρνίζουμε ανάλαφρα. Η βροχή το ωφελεί όταν φυτρώσει.

Το σουσάμι φυτρώνει σε 5-8 μέρες, κατά τη θερμοκρασία της ατμοσφαίρας και όταν κάνει 3-6 φυλλαράκια πρέπει να το σκαλίζουμε επιδέξια με στενό σκαλιστήρι για να χαλάσουμε τα χορτάρια πού δεν τ' αφήνουν να ξεπεταχτεί. Με δεύτερο σκάλισμα πού κάνουμε σαν ψηλώσει το σουσάμι μισή πιθαμή το αλαργεύουμε αφήνοντας απόσταση για κάθε φυτό απ' όλες τις μερικές ως 1 1/2 πιθαμή.
Και αν είναι ποτιστικό του δίνομε αμέσως ένα νερό. Το σουσάμι που καλλιεργούμε ποτιστικό σε μέρος ζεστό που το χώμα γρήγορα στεγνώνει το ποτίζουμε κάθε 15-20 μέρες, κατά τη χρονιά, δηλαδή ως να ωριμάσει του δίνομε 4-5 νερά και δύο σκαλίσματα στην αρχή πού είναι μικρό. Το ξερικό το σκαλίζουμε μονάχα μια φορά, όταν είναι μικρό και τ' αργεύουμε κι' ανάμεσα τό βοτανίζουμε. Είναι καλλιεργητές που δε βοτανίζουν ούτε σκαλίζουν το σουσάμι από αμέλεια και ζημιώνονται γιατί παίρνουν λιγότερο εισόδημα.
Το σουσάμι όταν ψηλώσει 4-5 πιθαμές αρχίζει να λουλουδίζει και εξακολουθεί μέχρι τέλος να έχει λουλούδια και καρπό. Μπαίνοντας ο Αύγουστος ή και αργότερα κατά το μέρος, αρχίζει να κιτρινίζει δηλαδή να ωριμάζει και στο τέλος να ξηραίνεται. Τότε είναι καιρός, να το θερίσουμε, τινάζεται όμως εύκολα ο σπόρος του και πρέπει να το θερίσουμε ή ξεριζώσουμε λιγάκι αγουρωπό.
Για ν' αποφύγουμε τις ζημίες από το τίναγμα θερίζοντας ή ξεριζώνοντας το σουσάμι το κάνουμε δεματάκια από 2-3 χερόβολα το καθ' ένα και τα στήνομε 4-5 μαζί όρθια στο ίδιο χωράφι.
Κι' όταν ξεραθεί καλά στρώνουμε πρώτα μια φαρδιά λινάτσα και ύστερα παίρνομε ένα-ένα δεματάκι και κρατώντας το όρθιο πηγαίνουμε στη λινάτσα, το γυρίζουμε ανάποδα και με το δεξί χέρι το χτυπούμε με βέργα για να τιναχθεί όλος ο σπόρος και χυθεί απάνω σ’ αυτή. Και χύνεται σαν να είναι νερό.

Τη δουλειά αυτή μπορούμε να την κάνουμε και στ' αλώνια όπου κουβαλούμε τα δεματάκια του σουσαμιού όρθια μέσα σε κάρο στρωμένο με λινάτσα για να κρατεί το σπόρο που με το τράνταγμα θα τινάζεται.
Σε μερικά χωριά με τις καλαμιές του σουσαμιού καίνε το φούρνο και μαγειρεύουν. Ξερικό σουσάμι δίνει 60-90 οκ. σπόρο το στρέμμα και όταν το χωράφι είναι ποτιστικό και δυνατό ή λιπασμένο περνάει τις 100 οκ.

Πηγή: Πλουτοφόρα φυτά-Αλέξανδρου Γεωργακόπουλου-Παράρτημα «Γεωργικού δελτίου» Δεκεμβρίου 1930

- See more at: http://www.ftiaxno.gr/