Παραδοσιακή,λαική και σύγχρονη αγροτική εμπειρία και γνώση.Καλλιέργειες στο θερμοκήπιο,αγροτικά νέα και ενημέρωση, κατασκευές στο σπίτι,καλλιεργητικά θέματα,ιστορίες και σάτυρα του χωριού,περιβάλλον,οικόσιτα,αυτάρκεια,ψάρεμα,διατροφή.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
▼
Τρίτη 31 Μαρτίου 2015
Κυριακή 29 Μαρτίου 2015
Το πάστωμα των ψαριών . VIDEO
Το πάστωμα, είναι μία από τις παλαιότερες μεθόδους συντήρησης τροφίμων. Θα έλεγε δε κανείς πως είναι μια τέχνη, μια επιστήμη. Η διαδικασία του παστώματος ψαριών επηρεάζεται από τις...
καιρικές συνθήκες, το μέγεθος και τα είδη των ψαριών από την ποιότητα του αλατιού που χρησιμοποιούμε.
Για το λόγο αυτό, η εμπειρία είναι απαραίτητη για την προσαρμογή στη διαδικασία που περιγράφεται εδώ για κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ξεκινήστε με αλάτισμα μικρών και πολλών διαφορετικών ποικιλιών ψαριών.
Με το αλάτισμα μικρών ποσοτήτων ψαριών, θα μάθετε πόσος χρόνος απαιτείται για το κάθε βήμα. Τα παστά ψάρια, εάν είναι κατάλληλα προστατευμένα από την υπερβολική υγρασία, δεν θα χαλάσουν.
Ποιότητα και καθαριότητα. Ιδιαίτερη σημασία έχουν:
1. Η ποιότητα των ψαριών που θα παστωθούν πρέπει να είναι άριστης ποιότητας. Λέγοντας άριστης φυσικά, δεν εννοούμε τα ακριβά ψάρια, αλλά τα φρέσκα.
2.Η καθαριότητα σε όλη τη διαδικασία. Το νερό που χρησιμοποιείτε πρέπει να είναι καθαρό. Όλα τα υπολλείματα πρέπει να απομακρύνονται άμεσα από τον πάγκο μας και ό, τι έρχεται σε επαφή με το ψάρι (μαχαίρια, ταψιά κ.λ.π.) πρέπει να διατηρούνται πάντα καθαρά
Τα ψάρια της Ελλάδας
Τα πιο κατάλληλα ψάρια για πάστωμα στη χώρα μας είναι τα πελαγίσια όπως ο τόνος, το σκουμπρί, το μαγιάτικο κ.α. Μπορείτε όμως να δοκιμάσετε με όλα τα είδη των γνωστών ψαριών και οι γεύσεις που θα προκύψουν ενδέχεται να σας καλύψουν πλήρως.
Προσοχή: Ξεκινήστε από το αλάτισμα μη λιπαρών ψαριών. Το αλάτισμα των λιπαρών ψαριών επιφέρουν προβλήματα τάγγισης και αλλοιώσεις δύσκολα αντιμετωπίσιμες.
ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
- Ένα καθαρό μαχαίρι
- Αλάτι: Η ποσότητα ποικίλλει ανάλογα με τις συνθήκες, αλλά το σύνηθες ποσοστό είναι περίπου 1 κιλό αλατιού για 5 κιλά ακατέργαστου ψαριού.
- Καθαρά δοχεία για το πλύσιμο των ψαριών.
- Καθαρές, επίπεδες επιφάνειες εργασίας.
- Δοχεία για την απομάκρυνση των περισσευμάτων.
- Αδιάβροχοι κάδοι: ένας ή περισσότεροι, ανάλογα με την ποσότητα των ψαριών που θα παστώσουμε. Μέταλλα εκτός από ανοξείδωτο ατσάλι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται. Οι ξύλινες σανίδες σαν πάγκος εργασίας, δεν εξυπηρετούν επειδή η υγρασία θα φουσκώσει το ξύλο και αυτό θα αποβάλλει τις χημικές ουσίες που έχει εμποτιστεί.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Η διαδικασία της αλάτισμα ψαριών έχει ως εξής:
Α. Προετοιμασία των ψαριών.
Β. Αλάτισμα.
Γ. Πλύσιμο και στέγνωμα για να αφαιρεθεί το υπερβολικό αλάτι.
Δ. Ξήρανση στον αέρα.
Α. Προετοιμασία των ψαριών
1. Αποκεφαλισμός και εκσπλαχνισμός. Τα ψάρια θα πρέπει να είναι χωρίς εντόσθια και κεφάλια το συντομότερο δυνατό μετά την αλίευση.
2. Αποκεφαλισμός. Αφαιρέστε το κεφάλι με ένα μακρύ μαχαίρι με μια λοξή γραμμή στο ύψος των βραγχίων (Το video του φιλεταρίσματος το παραθέτω περισσότερο για το κόψιμο του κεφαλιού).
3. Εκσπλαχνισμός. Αφού έχετε χαράξει το ψάρι στην κοιλιά από το ύψος των βραγχίων μέχρι τα εδραία πτερύγια πρέπει να αφαιρεθούν όλες οι μεμβράνες και ιδιαίτερα οι μαύρου χρώματος που συναντώνται στη σπλαχνική κοιλότητα πολλών ειδών.
4. Αίμα. Αφαιρέστε όλα τα αιμοφόρα αγγεία και κάθε θρόμβο αίματος που είναι ορατός. Οι θρόμβοι αίματος μπορούν να προκαλέσουν αποχρωματισμό, καθώς και βακτηριακή λοίμωξη, η οποία θα καθιστούσε το ψάρι ακατάλληλο για κατανάλωση.
5. Κοπή. Το σχήμα και τα μέρη στα οποία κόβονται τα ψάρια εξαρτάται από τα γούστα του καθενός και από το τι συνηθίζεται σε κάθε περιοχή. Υπάρχουν όμως κάποιοι βασικοί κανόνες :Τα ψάρια που ζυγίζουν κάτω από ένα κιλό, μπορούν να παραμείνουν ως έχουν (ατεμάχιστα) .Από Ι έως 10 κιλά θα πρέπει να χωρίζονται στη μέση ξεκινώντας από το κεφάλι και καταλήγοντας στην ουρά. Πάντα όμως αφαιρούμε τα σπλάχνα και τα κεφάλια τους.
Β. Αλάτισμα
1. Απλώστε ένα λεπτό στρώμα αλατιού, ίσα-ίσα για να καλύψει πλήρως το κάτω μέρος του δοχείου που πρόκειται να τοποθετήσουμε τα κομμάτια των ψαριών.
2. Τοποθετήστε μια στρώση ψαριών επάνω στην στρώση του αλατιού που βάλατε στο δοχείο, δίνοντας αρκετό χώρο στο κάθε ψάρι για να αποφευχθεί το στρίμωγμα. Προσπαθήστε για τακτοποιημένες σειρές, εναλλάσσοντας κεφάλια με ουρές και ουρές με κεφάλια.
3. Καλύψτε τα ψάρια που στρώσατε με άλλο ένα λεπτό στρώμα αλατιού.
4. Επαναλάβετε τα βήματα 2 & 3 έως και δύο ή τρεις στρώσεις των ψαριών στο δοχείο που τα τοποθετείτε.
5. Το αλάτι επειδή είναι υγροσκοπικό θα τραβήξει την υγρασία από τα ψάρια.
6. Προσοχή τώρα. Όταν το αλάτι με τα υγρά των ψαριών δεν είναι κορεσμένο, η υγρασία
μπορεί να το διαλύσει ανά πάσα στιγμή. Όσο τα ψάρια εκκρίνουν υγρασία τόσο περισσότερο αλάτι πρέπει να προσθέτετε για να κρατηθεί η άλμη κορεσμένη. Πολύ λίγο αλάτι, είναι μια καλή αιτία για να χαλάσουν τα ψάρια. Πάρα πολύ αλάτι είναι σίγουρο πως θα υποβαθμίσει τη γεύση τους. Εκείνο λοιπόν που ζητάμε είναι να μένει μια λεπτή στρώση αλατιού πάνω στη σάρκα των ψαριών, η οποία να δείχνει πως δεν πρόκειται να λιώσει.
7. Καθώς τα ψάρια χάνουν την υγρασία τους, ο όγκος τους στο δοχείο θα μειώνεται. Γενικά θα πρέπει όλα τα κομμάτια ψαριών να περιβάλλονται από αλάτι και να συνεχίζετε να προσθέσετε αλάτι προκειμένου η άλμη να είναι κορεσμένη.
8. Τα ψάρια θεωρητικά είναι καλά εμποτισμένα με αλάτι, σε 12 έως 15 ημέρες με ζεστό καιρό. Σε κρύο καιρό, τα ψάρια θα πρέπει να παραμείνουν στο αλάτι για 21 ημέρες ή και περισσότερο. Όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία, τόσο πιο γρήγορα γίνονται τα ψάρια. Όταν είναι σωστά αλατισμένα, η σάρκα των ψαριών είναι σχετικά «διαφανής». Σε ελαφρά πίεση η σάρκα τους πρέπει να επανέρχεται στο αρχικό της σχήμα. Πρέπει να έχει ένα υπόλευκο φίλμ αλατιού σαν κάλυψη. Θα πρέπει να επικρατεί μια ευχάριστη μυρωδιά των ψαριών και της άλμης. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν οσμές αλλοίωσης.
Γ. Το πλύσιμο–στέγνωμα και η αφαίρεση περίσσειας αλατιού
1. Όταν τα ψάρια έχουν γίνει, θα πρέπει να αφαιρεθεί η περίσσεια του αλατιού, ξεπλένοντάς τα με καθαρό θαλασσινό νερό ή με γλυκό νερό βρύσης στο οποίο έχουμε προσθέσει λίγο φυσικό αλάτι.
2. Στη συνέχεια, τοποθετήστε τα ψάρια σε επίπεδες επιφάνειες, και χρησιμοποιήστε σανίδες για να πιέσετε τα κομμάτια τους για να βγάλουν την παραμικρή σταγόνα υγρών που τυχόν παρέμεινε μέσα τους, αλλά και για να κάνουμε λεπτότερο το ψάρι ώστε να βοηθήσουμε τη διαδικασία ξήρανσης αλλά και για να βελτιώσουμε την εμφάνισή τους.
Δ. Η Ξήρανση
1. Η τελική ξήρανση μπορεί να γίνει είτε από το ηλιακό φως και τα φυσικά ρεύματα του αέρα ή με τεχνητή θερμότητα και με ρεύματα αέρα που παράγεται από ανεμιστήρες. Στις περισσότερες περιοχές, στη σωστή εποχή, η αποξήρανση μπορεί να γίνει έξω στον ήλιο και τον καθαρό αέρα. Για την Ελλάδα μας δεν το συζητάμε. Επιλέξτε μια ανοιχτή περιοχή για να αξιοποιήσετε στο έπακρο το φως του ήλιου και του ανέμου. Αποφύγετε ελώδεις περιοχές και περιοχές κοντά σε ανθρώπινα ή ζωικά απόβλητα.
2. Όταν τοποθετούμε τα πρόσφατα παστωμένα ψάρια να στεγνώσουν, υπάρχει κίνδυνος εγκαύματος (των ψαριών). Εάν τα ψάρια είναι εκτεθειμένα σε αυτό το στάδιο στην άμεση επίδραση του ήλιου μπορεί να σκληρύνει στο εξωτερικό τους και να κιτρινίσουν. Για να αποφευχθεί αυτό, διατηρήστε το ψάρι κάτω από σκιερό ή ημι-σκιερό μέρος για την πρώτη ημέρα.
3. Μετά την πρώτη ημέρα, εκθέτουμε τα ψάρια σε όσο περισσότερο ηλιόλουστο μέρος γίνεται, καθώς και σε σημείο που κυκλοφορεί ανεμπόδιστα ο αέρας. Σε αυτή τη φάση μια καλή μέθοδος είναι να τεθούν τα ψάρια σε τριγωνικά ξύλα - έτσι ώστε να ακουμπά η ελάχιστη δυνατή επιφάνεια της σάρκας τους ή κρεμάστε τα.
4. Προστατέψτε τα ψάρια από την υγρασία. Εάν πρόκειται να βρέξει τοποθετήστε τα κάτω από υπόστεγο. Επίσης αν τις νυκτερινές ώρες έχει υγρασία στα μέρη σας, τοποθετήστε τα σε εσωτερικό χώρο για τη νύχτα. Περιττεύει δε να πούμε πως τα ψάρια θα πρέπει να είναι απαλλαγμένα από μούχλα ή άλλα ελαττώματα και δεν θα πρέπει να έχουν κιτρινισμένα και ξεραμένα άκρα.
Συνοψίζοντας:
1. Χρησιμοποιείτε μόνο φρέσκα ψάρια.
2. Η εργασία να γίνεται σε καθαρό περιβάλλον.
3. Εργαστείτε γρήγορα.
4. Κρατήστε το αλάτι σε κορεσμένα επίπεδα και σε περίπτωση αμφιβολίας, να προσθέσετε περισσότερο αλάτι.
5. Προσπαθήστε να ακολουθήσετε τη διαδικασία που συνήθως ακολουθείται τοπικά τουλάχιστον σε ότι αφορά τη διάρκεια της αποξήρανσης.
6.Το νερό που χρησιμοποιείτε πρέπει να είναι πεντακάθαρο.
Ξαρμυρίζοντας τα ψάρια για να φαγωθούν
Συνήθως τα παστά ψάρια πρέπεινα μουσκεύουν σε γλυκό νερό για μια νύχτα, με τουλάχιστον μία αλλαγή του νερού, προκειμένου να φύγει το περισσότερο από το εμποτισμένο αλάτι πριν καταναλωθούν. Όσο περισσότερο τα μουσκεύουμε, τόσο περισσότερο αλάτιαφαιρείται. Μετά μπορείτε να τα μαγειρέψετε κατά τον ίδιο τρόπο όπως τα φρέσκα ψάρια.
** Μετέφρασα ένα κείμενο του Daniel Casper και πρόσθεσα στοιχεία από τις δικές μου εμπειρίες**
Πως πάστωναν οι πρόγονοί μας Οι Κουταλιανοί
Mια μέθοδος συντήρησης που ανακάλυψαν οι Πρόγονοί μας ήταν η διατήρηση μέσα σε παχύ στρώμα αλατιού. Τα παστά ή αλίπαστα ψάρια κυρίως, διετηρούντο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα τοποθετημένα ανάμεσα σε παχύ στρώμα αλατιού. Και αυτή ήταν μια πανάρχαια αρχαιολελληνική μέθοδος για να εξουδετερώσουν την σήψη και να διατηρήσουν όσο τον δυνατόν περισσότερο καιρό τις τροφές
Το πάστωμα έχει την ιδιαίτερη διαδικασία του. Κατ αρχήν αφαιρούσαν απο τα ψάρια τα εντόσθιά τους. Το πάστωμα γινόταν αρχικά σε ξύλινα βαρέλια όπου έβαζαν την πρώτη στρώση αλατιού. Τοποθετούσαν την πρώτη σειρά ψαριών, και έβαζαν μια στρώση αλάτι.
Πίεζαν το αλάτι με μία ξύλινη κατασκευή, σαν καπάκι, ώστε αφ ενός τα ψάρια να βγάλουν τα υγρά τους, αφ ετέρου το αλάτι να εισχωρήσει σε κάθε κενό ανάμεσα σε αυτά. Ακολουθούσαν οι επόμενες διαδοχικές στρώσεις ψαριών και αλατιού, μέχρις ότου να γεμίσει εντελώς το βαρέλι. Το έκλειναν και τοασφάλιζαν με το καπάκι. Τα παστά «ψηνόντουσαν» με το αλάτι και τα υγρά που έβγαζαν και ήταν έτοιμα για κατανάλωση μέσα σε ένα με δύο μήνες.
Την ίδια διαδικασία ακολουθούν και αργότερα, σε μικρότερα δοχεία και κατόπιν σε δοχεία από κασσίτερο (τενεκεδένια). Τότε, στην δεκαετία του 40 αρχίζουν να φανερώνονται και οι πρώτες μηχανές εγκυτιώσεως που σφράγιζαν τα κουτιά. Στη Νέα Κούταλη, διασώζονται μέχρι σήμερα μερικά μεγάλα βαρέλια-δεξαμενές καθαρισμού ψαριών με διάμετρο 2 μέτρα, (στο παστάδικο του «Λημνιού» - Βασιλειάδη) μηχανές εγκυτίωσης (Βασιλειάδης και Ζαχάρωφ) και μηχανές που άλεθαν το αλάτι (Βασιλειάδης, Σαρικλής).
Οι Κουταλιανοί ασχολήθηκαν εντατικά με το πάστωμα. Έπαιρναν ψάρια από την γύρω περιοχή, τα πάστωναν, και με τα εμπορικά τους τα διέθεταν στις αγορές του Πόντου, των Μικρασιατικών παραλίων (Αϊβαλί, Σμύρνη) του Αιγαίου και της Μεσογείου.
http://koutaliana.blogspot.comhttp://www.ftiaxno.gr
καιρικές συνθήκες, το μέγεθος και τα είδη των ψαριών από την ποιότητα του αλατιού που χρησιμοποιούμε.
Για το λόγο αυτό, η εμπειρία είναι απαραίτητη για την προσαρμογή στη διαδικασία που περιγράφεται εδώ για κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ξεκινήστε με αλάτισμα μικρών και πολλών διαφορετικών ποικιλιών ψαριών.
Με το αλάτισμα μικρών ποσοτήτων ψαριών, θα μάθετε πόσος χρόνος απαιτείται για το κάθε βήμα. Τα παστά ψάρια, εάν είναι κατάλληλα προστατευμένα από την υπερβολική υγρασία, δεν θα χαλάσουν.
Ποιότητα και καθαριότητα. Ιδιαίτερη σημασία έχουν:
1. Η ποιότητα των ψαριών που θα παστωθούν πρέπει να είναι άριστης ποιότητας. Λέγοντας άριστης φυσικά, δεν εννοούμε τα ακριβά ψάρια, αλλά τα φρέσκα.
2.Η καθαριότητα σε όλη τη διαδικασία. Το νερό που χρησιμοποιείτε πρέπει να είναι καθαρό. Όλα τα υπολλείματα πρέπει να απομακρύνονται άμεσα από τον πάγκο μας και ό, τι έρχεται σε επαφή με το ψάρι (μαχαίρια, ταψιά κ.λ.π.) πρέπει να διατηρούνται πάντα καθαρά
Τα ψάρια της Ελλάδας
Τα πιο κατάλληλα ψάρια για πάστωμα στη χώρα μας είναι τα πελαγίσια όπως ο τόνος, το σκουμπρί, το μαγιάτικο κ.α. Μπορείτε όμως να δοκιμάσετε με όλα τα είδη των γνωστών ψαριών και οι γεύσεις που θα προκύψουν ενδέχεται να σας καλύψουν πλήρως.
Προσοχή: Ξεκινήστε από το αλάτισμα μη λιπαρών ψαριών. Το αλάτισμα των λιπαρών ψαριών επιφέρουν προβλήματα τάγγισης και αλλοιώσεις δύσκολα αντιμετωπίσιμες.
ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
- Ένα καθαρό μαχαίρι
- Αλάτι: Η ποσότητα ποικίλλει ανάλογα με τις συνθήκες, αλλά το σύνηθες ποσοστό είναι περίπου 1 κιλό αλατιού για 5 κιλά ακατέργαστου ψαριού.
- Καθαρά δοχεία για το πλύσιμο των ψαριών.
- Καθαρές, επίπεδες επιφάνειες εργασίας.
- Δοχεία για την απομάκρυνση των περισσευμάτων.
- Αδιάβροχοι κάδοι: ένας ή περισσότεροι, ανάλογα με την ποσότητα των ψαριών που θα παστώσουμε. Μέταλλα εκτός από ανοξείδωτο ατσάλι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται. Οι ξύλινες σανίδες σαν πάγκος εργασίας, δεν εξυπηρετούν επειδή η υγρασία θα φουσκώσει το ξύλο και αυτό θα αποβάλλει τις χημικές ουσίες που έχει εμποτιστεί.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Η διαδικασία της αλάτισμα ψαριών έχει ως εξής:
Α. Προετοιμασία των ψαριών.
Β. Αλάτισμα.
Γ. Πλύσιμο και στέγνωμα για να αφαιρεθεί το υπερβολικό αλάτι.
Δ. Ξήρανση στον αέρα.
Α. Προετοιμασία των ψαριών
1. Αποκεφαλισμός και εκσπλαχνισμός. Τα ψάρια θα πρέπει να είναι χωρίς εντόσθια και κεφάλια το συντομότερο δυνατό μετά την αλίευση.
2. Αποκεφαλισμός. Αφαιρέστε το κεφάλι με ένα μακρύ μαχαίρι με μια λοξή γραμμή στο ύψος των βραγχίων (Το video του φιλεταρίσματος το παραθέτω περισσότερο για το κόψιμο του κεφαλιού).
3. Εκσπλαχνισμός. Αφού έχετε χαράξει το ψάρι στην κοιλιά από το ύψος των βραγχίων μέχρι τα εδραία πτερύγια πρέπει να αφαιρεθούν όλες οι μεμβράνες και ιδιαίτερα οι μαύρου χρώματος που συναντώνται στη σπλαχνική κοιλότητα πολλών ειδών.
4. Αίμα. Αφαιρέστε όλα τα αιμοφόρα αγγεία και κάθε θρόμβο αίματος που είναι ορατός. Οι θρόμβοι αίματος μπορούν να προκαλέσουν αποχρωματισμό, καθώς και βακτηριακή λοίμωξη, η οποία θα καθιστούσε το ψάρι ακατάλληλο για κατανάλωση.
5. Κοπή. Το σχήμα και τα μέρη στα οποία κόβονται τα ψάρια εξαρτάται από τα γούστα του καθενός και από το τι συνηθίζεται σε κάθε περιοχή. Υπάρχουν όμως κάποιοι βασικοί κανόνες :Τα ψάρια που ζυγίζουν κάτω από ένα κιλό, μπορούν να παραμείνουν ως έχουν (ατεμάχιστα) .Από Ι έως 10 κιλά θα πρέπει να χωρίζονται στη μέση ξεκινώντας από το κεφάλι και καταλήγοντας στην ουρά. Πάντα όμως αφαιρούμε τα σπλάχνα και τα κεφάλια τους.
Β. Αλάτισμα
1. Απλώστε ένα λεπτό στρώμα αλατιού, ίσα-ίσα για να καλύψει πλήρως το κάτω μέρος του δοχείου που πρόκειται να τοποθετήσουμε τα κομμάτια των ψαριών.
2. Τοποθετήστε μια στρώση ψαριών επάνω στην στρώση του αλατιού που βάλατε στο δοχείο, δίνοντας αρκετό χώρο στο κάθε ψάρι για να αποφευχθεί το στρίμωγμα. Προσπαθήστε για τακτοποιημένες σειρές, εναλλάσσοντας κεφάλια με ουρές και ουρές με κεφάλια.
3. Καλύψτε τα ψάρια που στρώσατε με άλλο ένα λεπτό στρώμα αλατιού.
4. Επαναλάβετε τα βήματα 2 & 3 έως και δύο ή τρεις στρώσεις των ψαριών στο δοχείο που τα τοποθετείτε.
5. Το αλάτι επειδή είναι υγροσκοπικό θα τραβήξει την υγρασία από τα ψάρια.
6. Προσοχή τώρα. Όταν το αλάτι με τα υγρά των ψαριών δεν είναι κορεσμένο, η υγρασία
μπορεί να το διαλύσει ανά πάσα στιγμή. Όσο τα ψάρια εκκρίνουν υγρασία τόσο περισσότερο αλάτι πρέπει να προσθέτετε για να κρατηθεί η άλμη κορεσμένη. Πολύ λίγο αλάτι, είναι μια καλή αιτία για να χαλάσουν τα ψάρια. Πάρα πολύ αλάτι είναι σίγουρο πως θα υποβαθμίσει τη γεύση τους. Εκείνο λοιπόν που ζητάμε είναι να μένει μια λεπτή στρώση αλατιού πάνω στη σάρκα των ψαριών, η οποία να δείχνει πως δεν πρόκειται να λιώσει.
7. Καθώς τα ψάρια χάνουν την υγρασία τους, ο όγκος τους στο δοχείο θα μειώνεται. Γενικά θα πρέπει όλα τα κομμάτια ψαριών να περιβάλλονται από αλάτι και να συνεχίζετε να προσθέσετε αλάτι προκειμένου η άλμη να είναι κορεσμένη.
8. Τα ψάρια θεωρητικά είναι καλά εμποτισμένα με αλάτι, σε 12 έως 15 ημέρες με ζεστό καιρό. Σε κρύο καιρό, τα ψάρια θα πρέπει να παραμείνουν στο αλάτι για 21 ημέρες ή και περισσότερο. Όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία, τόσο πιο γρήγορα γίνονται τα ψάρια. Όταν είναι σωστά αλατισμένα, η σάρκα των ψαριών είναι σχετικά «διαφανής». Σε ελαφρά πίεση η σάρκα τους πρέπει να επανέρχεται στο αρχικό της σχήμα. Πρέπει να έχει ένα υπόλευκο φίλμ αλατιού σαν κάλυψη. Θα πρέπει να επικρατεί μια ευχάριστη μυρωδιά των ψαριών και της άλμης. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν οσμές αλλοίωσης.
Γ. Το πλύσιμο–στέγνωμα και η αφαίρεση περίσσειας αλατιού
1. Όταν τα ψάρια έχουν γίνει, θα πρέπει να αφαιρεθεί η περίσσεια του αλατιού, ξεπλένοντάς τα με καθαρό θαλασσινό νερό ή με γλυκό νερό βρύσης στο οποίο έχουμε προσθέσει λίγο φυσικό αλάτι.
2. Στη συνέχεια, τοποθετήστε τα ψάρια σε επίπεδες επιφάνειες, και χρησιμοποιήστε σανίδες για να πιέσετε τα κομμάτια τους για να βγάλουν την παραμικρή σταγόνα υγρών που τυχόν παρέμεινε μέσα τους, αλλά και για να κάνουμε λεπτότερο το ψάρι ώστε να βοηθήσουμε τη διαδικασία ξήρανσης αλλά και για να βελτιώσουμε την εμφάνισή τους.
Δ. Η Ξήρανση
1. Η τελική ξήρανση μπορεί να γίνει είτε από το ηλιακό φως και τα φυσικά ρεύματα του αέρα ή με τεχνητή θερμότητα και με ρεύματα αέρα που παράγεται από ανεμιστήρες. Στις περισσότερες περιοχές, στη σωστή εποχή, η αποξήρανση μπορεί να γίνει έξω στον ήλιο και τον καθαρό αέρα. Για την Ελλάδα μας δεν το συζητάμε. Επιλέξτε μια ανοιχτή περιοχή για να αξιοποιήσετε στο έπακρο το φως του ήλιου και του ανέμου. Αποφύγετε ελώδεις περιοχές και περιοχές κοντά σε ανθρώπινα ή ζωικά απόβλητα.
2. Όταν τοποθετούμε τα πρόσφατα παστωμένα ψάρια να στεγνώσουν, υπάρχει κίνδυνος εγκαύματος (των ψαριών). Εάν τα ψάρια είναι εκτεθειμένα σε αυτό το στάδιο στην άμεση επίδραση του ήλιου μπορεί να σκληρύνει στο εξωτερικό τους και να κιτρινίσουν. Για να αποφευχθεί αυτό, διατηρήστε το ψάρι κάτω από σκιερό ή ημι-σκιερό μέρος για την πρώτη ημέρα.
3. Μετά την πρώτη ημέρα, εκθέτουμε τα ψάρια σε όσο περισσότερο ηλιόλουστο μέρος γίνεται, καθώς και σε σημείο που κυκλοφορεί ανεμπόδιστα ο αέρας. Σε αυτή τη φάση μια καλή μέθοδος είναι να τεθούν τα ψάρια σε τριγωνικά ξύλα - έτσι ώστε να ακουμπά η ελάχιστη δυνατή επιφάνεια της σάρκας τους ή κρεμάστε τα.
4. Προστατέψτε τα ψάρια από την υγρασία. Εάν πρόκειται να βρέξει τοποθετήστε τα κάτω από υπόστεγο. Επίσης αν τις νυκτερινές ώρες έχει υγρασία στα μέρη σας, τοποθετήστε τα σε εσωτερικό χώρο για τη νύχτα. Περιττεύει δε να πούμε πως τα ψάρια θα πρέπει να είναι απαλλαγμένα από μούχλα ή άλλα ελαττώματα και δεν θα πρέπει να έχουν κιτρινισμένα και ξεραμένα άκρα.
Συνοψίζοντας:
1. Χρησιμοποιείτε μόνο φρέσκα ψάρια.
2. Η εργασία να γίνεται σε καθαρό περιβάλλον.
3. Εργαστείτε γρήγορα.
4. Κρατήστε το αλάτι σε κορεσμένα επίπεδα και σε περίπτωση αμφιβολίας, να προσθέσετε περισσότερο αλάτι.
5. Προσπαθήστε να ακολουθήσετε τη διαδικασία που συνήθως ακολουθείται τοπικά τουλάχιστον σε ότι αφορά τη διάρκεια της αποξήρανσης.
6.Το νερό που χρησιμοποιείτε πρέπει να είναι πεντακάθαρο.
Ξαρμυρίζοντας τα ψάρια για να φαγωθούν
Συνήθως τα παστά ψάρια πρέπεινα μουσκεύουν σε γλυκό νερό για μια νύχτα, με τουλάχιστον μία αλλαγή του νερού, προκειμένου να φύγει το περισσότερο από το εμποτισμένο αλάτι πριν καταναλωθούν. Όσο περισσότερο τα μουσκεύουμε, τόσο περισσότερο αλάτιαφαιρείται. Μετά μπορείτε να τα μαγειρέψετε κατά τον ίδιο τρόπο όπως τα φρέσκα ψάρια.
** Μετέφρασα ένα κείμενο του Daniel Casper και πρόσθεσα στοιχεία από τις δικές μου εμπειρίες**
Πως πάστωναν οι πρόγονοί μας Οι Κουταλιανοί
Mια μέθοδος συντήρησης που ανακάλυψαν οι Πρόγονοί μας ήταν η διατήρηση μέσα σε παχύ στρώμα αλατιού. Τα παστά ή αλίπαστα ψάρια κυρίως, διετηρούντο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα τοποθετημένα ανάμεσα σε παχύ στρώμα αλατιού. Και αυτή ήταν μια πανάρχαια αρχαιολελληνική μέθοδος για να εξουδετερώσουν την σήψη και να διατηρήσουν όσο τον δυνατόν περισσότερο καιρό τις τροφές
Το πάστωμα έχει την ιδιαίτερη διαδικασία του. Κατ αρχήν αφαιρούσαν απο τα ψάρια τα εντόσθιά τους. Το πάστωμα γινόταν αρχικά σε ξύλινα βαρέλια όπου έβαζαν την πρώτη στρώση αλατιού. Τοποθετούσαν την πρώτη σειρά ψαριών, και έβαζαν μια στρώση αλάτι.
Πίεζαν το αλάτι με μία ξύλινη κατασκευή, σαν καπάκι, ώστε αφ ενός τα ψάρια να βγάλουν τα υγρά τους, αφ ετέρου το αλάτι να εισχωρήσει σε κάθε κενό ανάμεσα σε αυτά. Ακολουθούσαν οι επόμενες διαδοχικές στρώσεις ψαριών και αλατιού, μέχρις ότου να γεμίσει εντελώς το βαρέλι. Το έκλειναν και τοασφάλιζαν με το καπάκι. Τα παστά «ψηνόντουσαν» με το αλάτι και τα υγρά που έβγαζαν και ήταν έτοιμα για κατανάλωση μέσα σε ένα με δύο μήνες.
Την ίδια διαδικασία ακολουθούν και αργότερα, σε μικρότερα δοχεία και κατόπιν σε δοχεία από κασσίτερο (τενεκεδένια). Τότε, στην δεκαετία του 40 αρχίζουν να φανερώνονται και οι πρώτες μηχανές εγκυτιώσεως που σφράγιζαν τα κουτιά. Στη Νέα Κούταλη, διασώζονται μέχρι σήμερα μερικά μεγάλα βαρέλια-δεξαμενές καθαρισμού ψαριών με διάμετρο 2 μέτρα, (στο παστάδικο του «Λημνιού» - Βασιλειάδη) μηχανές εγκυτίωσης (Βασιλειάδης και Ζαχάρωφ) και μηχανές που άλεθαν το αλάτι (Βασιλειάδης, Σαρικλής).
Οι Κουταλιανοί ασχολήθηκαν εντατικά με το πάστωμα. Έπαιρναν ψάρια από την γύρω περιοχή, τα πάστωναν, και με τα εμπορικά τους τα διέθεταν στις αγορές του Πόντου, των Μικρασιατικών παραλίων (Αϊβαλί, Σμύρνη) του Αιγαίου και της Μεσογείου.
http://koutaliana.blogspot.comhttp://www.ftiaxno.gr
Πηγή>http://earthshareme.com/
ΠΩΣ ΔΙΑΤΗΡΟΥΣΑΝ ΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ;
Κρέας, ψάρια, λαχανικά, φρούτα, όλα τα τρόφημα τα διατηρούσαν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στην αρχαιότητα, χρησιμοποιώντας για την διατήρησή τους μέλι, ξίδι, πριονίδι κλπ.
Διατήρηση νωπού κρέατος χωρίς αλάτι: Καλύπτεται το νωπό κρέας με μέλι και κρεμιέται ψηλά μαζί με το σκεύος. Χρησιμοποιείται οποιαδήποτε στιγμή.. Η μέθοδος αυτή προτιμάται το χειμώνα, γιατί το καλοκαίρι το κρέας αντέχει μόνο για λίγες μέρες. Το ίδιο ισχύει και για το βραστό κρέας.
Διατήρηση τηγανιτών ψαριών: Περιχύνονται με ζεστό ξίδι τη στιγμή που τηγανισμένα απομακρύνονται από τη φωτιά.Διατήρηση στρειδιών: Πλένονται με ξίδι, ή πλένεται με ξίδι ένα πισσαρισμένο βάζο και τοποθετούνται μέσα σ’ αυτό.
Διατήρηση χοιρινού ή βοδινού δέρματος και βραστών ποδιών: Τοποθετούνται μέσα σε μουστάρδα – φτιαγμένη με ξίδι, αλάτι και μέλι – ώστε να καλυφθούν εντελώς και χρησιμοποιούνται οποιαδήποτε στιγμή.
Διατήρηση παρασκευασμάτων από μέλι: Γίνεται Παρασκευή αλευριού από σταυράγκαθο, το οποίο αναμειγνύεται με μέλι όταν πρόκειται να παρασκευασθεί κάποιο γλύκισμα.
Διατήρηση σταφυλιών: Κόβονται απ’ την κληματαριά σταφύλια χωρίς κακώσεις· γίνεται βρασμός βρόχινου νερού έως ότου απομείνει το 1/3 και γίνεται μεταφορά του στο δοχείο όπου θα τοποθετηθούν τα σταφύλια. Μετά, το δοχείο πισσάρεται, γυψώνεται και τοποθετείται σε δροσερό, σκιερό μέρος. Το σταφύλια διατηρούνται φρέσκα ενώ το νερό μπορεί να δοθεί σε ασθενείς για υδρόμελο. Τα σταφύλια παραμένουν επίσης ανέπαφα εάν καταχωνιαστούν στο κριθάρι.
Διατήρηση μήλων και ροδιών: Ρίχνονται στο βραστό νερό, απομακρύνονται από αυτό γρήγορα και κρεμιούνται.
Διατήρηση κυδωνιών: Γίνεται επιλογή κυδωνιών χωρίς κακώσεις μαζί με τα κλαδιά και τα φύλλα τους. Τοποθετούνται σε δοχείο και ρίχνεται από πάνω τους μέλι και defritum: έτσι διατηρούνται για πολύ.Διατήρηση νωπών σύκων, μήλων, δαμάσκηνων, αχλαδιών και κερασιών: Γίνεται προσεκτική επιλογή τους μαζί με το μίσχο τους και τοποθετούνται στο μέλι χωρίς ωστόσο να έρχονται σε επαφή μεταξύ τους.
Διατήρηση κίτρων: Τοποθετούνται τα κίτρα στο δοχείο το οποίο μετά γυψώνεται και σηκώνεται ψηλά.
Διατήρηση μούρων: Παρασκευάζεται ο χυμός μούρων, αναμειγνύεται με sapa και ρίχνεται, μαζί με τα μούρα, σ’ ένα γυάλινο δοχείο: έτσι τα μούρα διατηρούνται για πολύ καιρό.
Διατήρηση χόρτων: Τοποθετούνται σε πισσαρισμένο δοχείο χόρτα διαλεγμένα, όχι αρκετά ώριμα.
Διατήρηση γογγυλιών:
1. Αφού γίνει ο καθαρισμός τους, τοποθετούνται σε δοχείο και περιχύνονται με μίγμα από καρπό μυρτιάς, μέλι και ξίδι.
2. Άλλη μέθοδος: γίνεται αραίωση μουστάρδας με μέλι, ξίδι και αλάτι και περιχύνεται το μείγμα πάνω απ’ τα γογγύλια.
Διατήρηση μανιταριών: Τρούφες που δεν έχουν πειραχτεί από τις βροχές, τοποθετούνται στο δοχείο κατά στρώματα που διαχωρίζονται με ξερό πριονίδι. Στη συνέχεια γυψώνεται το δοχείο και τοποθετείται σε μέρος δροσερό.
Διατήρηση ροδάκινων: Επιλέγονται τα καλύτερα ροδάκινα και τοποθετούνται στην άλμη· την επόμενη μέρα βγαίνουν απ’ την άλμη, σκουπίζονται καλά και τοποθετούνται σε δοχείο. Από πάνω περιχύνονται με αλάτι, ξίδι και θύμβρα.
ΠΗΓΗ
Σάββατο 28 Μαρτίου 2015
Καλλιέργεια κρεμμυδιών
Τα κρεμμύδια είναι πολυετή φυτά αλλά καλλιεργούνται ως διετή. Ανήκουν στην οικογένεια των λειριοειδών. Η καλλιέργειά τους γίνεται για παραγωγή χλωρού φυλλώματος ή ξηρών βολβών, αναγκαίων στη καθημερινή χρήση της τροφής του ανθρώπου.
Το φαγώσιμο μέρος των κρεμμυδιών, είναι κυρίως οι βολβοί, που γίνονται σαρκώδεις. Τα φύλλα είναι μακριά και σωληνώδη, ο δε καυλός εξαιρετικά μακρύς, και παρουσιάζεται το δεύτερο ή το τρίτο έτος. Τα άνθη είναι μικρά υποπράσινα ή βιολέ και μαζεμένα όλα μαζί στη κορυφή του καυλού, ώστε να σχηματίζουν σφαιρικό σκιάδιο.
Έδαφος-λίπανση
Τα κρεμμύδια ευδοκιμούν παντού, στα θερμά όσο και στα ψυχρά μέρη. Ως προς το έδαφος, αρέσκονται και αποδίδουν καλλίτερα στα χώματα μέσης συστάσεως, όχι όμως πολύ αμμουδερά, αλλά ούτε πολύ σφικτά είτε υγρά. Στα βαρεία αργιλώδη χώματα, οι βολβοί δεν χοντραίνουν, γίνονται υδαρείς και δεν διατηρούνται καλά σε ξηρή κατάσταση. Στα ελαφρά, εξ άλλου έχουν ανάγκην από οργανικές ουσίες και πολλά ποτίσματα, αλλιώς δεν αναπτύσσονται και γίνονται πολύ καυτερά.
Η λίπανση επομένως, είναι αναγκαία, για να αποκτάται καλή ποιότητα βολβών και πλούσιο φύλλωμα. Η κοπριά αποτελεί κατάλληλο λίπασμα, αρκεί να είναι παλαιά και να δίδεται σε ανάλογο ποσό. Κατά μέσον όρο, για εδάφη μετρίως γόνιμα απαιτούνται 2-3000 οκάδ. στο στρέμμα. Προς τούτο όμως πρέπει να λαμβάνεται υπ.’ όψει και η λίπανση καθώς και το είδος της προηγουμένης καλλιέργειας. Η κατάχρηση κοπριάς είναι γενικώς επιζήμια για την παραγωγή βολβών, εκτός εάν πρόκειται για χλωρά παραγωγή, οπότε αυξάνει με το βαθμό της λιπάνσεως. Η αχώνευτη κοπριά πρέπει να θεωρείται σ’ όλες τις περιπτώσεις επιζήμια γιατί ευνοεί τις παρασιτικές αρρώστιες και κάνει τα κρεμμύδια (βολβούς) δυσκολοδιατήρητα.
Από τα σύνθετα χημ. λιπάσματα ο τύπος 6-8-8 δίδει άριστα αποτελέσματα, σε ποσόν 80-100 οκ. στο στρέμμα, ή ο τύπος 0-12-6 ανάμικτος σε ποσό 30-35 οκ. με 1-2000 οκ. κοπριάς. Η χρήση των απλών χημικών λιπασμάτων, επίσης είναι αξιοσύστατη, με 18-20 οκ. νιτρικό νάτριο, 40-50 οκ. υπερφωσφορικό και 20-22 οκάδ. θεϊκό ή χλωριούχο κάλι. Το σύνθετα όσο και τα απλά χημικά λιπάσματα, δίδουν καλύτερα αποτελέσματα σε εδάφη σφικτά και πλούσια σε οργανικές ουσίες, η σε ποτιστικούς κρεμμυδώνες. Η προετοιμασία τού εδάφους συνίσταται από 2-3 βαθειά σκαψίματα και ανάλογα σβαρνίσματα ώστε να ψιλο χωματιστεί καλά. Κατά το τελευταίο ή προτελευταίο σκάψιμο γίνεται και η λίπανση με κοπριά είτε με χημ. λιπάσματα.
Παραγωγή κοκκαριού
Για την παραγωγή κοκκαριού, δηλαδή βολβών του πρώτου έτους, σπέρνεται κρεμμυδόσπορος κατά Φεβρουάριο-Μάρτιο, σε βραγιές καλοδουλεμένες αλλά όχι πολύ κοπρισμένες. Οι σπόροι σκορπίζονται στα πεταχτά η κατά γραμμές, οι οποίες ν’ απέχουν 10-15 πόντους η μία της άλλης όπου σκεπάζονται ελαφρά, ως ένα πόντο βάθος, με κοσκινισμένο φυτόχωμα ή κοπρόχωμα. Για να γίνεται κανονικότερο το σκόρπισμα των σπόρων πρέπει ν’ ανακατεύονται με λίγη άμμο. Σε κάθε τετρ. μέτρο απαιτούνται 3- 4 δράμια, για σπορά που γίνεται στα πεταχτά, ή 2-3 δράμια όταν γίνεται κατά γραμμές. Οπωσδήποτε, μετά την σπορά, το χώμα πρέπει να πατιέται λίγο και να ραντίζεται πλέον, οσάκις είναι ανάγκη μέχρις ότου φυτρώσουν. Αναλόγως των ποικιλιών και του καιρού, η βλάστηση πραγματοποιείται μετά 2-3 εβδομάδες περίπου.
Οι επόμενες περιποιήσεις συνίστανται σε βοτανίσματα και μερικά σκαλίσματα. Τα ποτίσματα στην αρχή πρέπει να είναι συχνά και άφθονα, βραδύτερο όμως να περιορίζονται πολύ και μόλις τα φύλλα αρχίσουν να κιτρινίζουν να διακόπτονται εντελώς, 15-20 ήμερες τουλάχιστον προ της συγκομιδής. Όταν το φύλλωμα ξεραθεί, γίνεται το ξερίζωμα και Αύγουστο - Σεπτέμβριο και οι βολβοί διατηρούνται σε μέρος στεγνό αλλά καλώς αεριζόμενο. Οι μικρότεροι και ομοιόμορφοι θεωρούνται για την καλλιέργεια των ξηρών κρεμμυδιών, ως πολύ καλύτεροι των χονδρών. Οι βολβοί του κοκκαριού έχουν διάφορο σχήμα και χρώμα, αναλόγως των ποικιλιών πού ανήκουν. Σε πολλά μέρη, οι κηπουροί, αντί να φυτεύουν κοκκάρι, προτιμούν να μεταφυτεύουν τα μικρά κρεμμυδάκια χλωρά μόλις αποκτήσουν ύψος 15-20 πόντους, για ν’ αποκτούν τα λεγόμενα νεροκρέμμυδα.
Καλλιέργεια ξερών κρεμμυδιών
Η καλλιέργεια του δευτέρου έτους προς παραγωγή ξηρών κρεμμυδιών, γίνεται λοιπόν, είτε με κοκκάρι, είτε με φυτά χλωρά. Η φυτεία του κοκκαριού εκτελείται το Φεβρουάριο-Μάρτιο. Το έδαφος, στο όποιο πρόκειται να γίνει η καλλιέργεια, πρέπει να δουλεύεται αρκετά και να λιπαίνεται με χωνευμένη κοπριά νωρίς, από το φθινόπωρο. Εάν προηγείτο άλλη καλλιέργεια, η οποία άφησε το μέρος πλούσιο σε οργανικές ουσίες, δεν αναγκαία άλλη λίπανση παρά μία συμπληρωματική με φωσφορικά και καλιούχα λιπάσματα, επειδή στα στοιχεία αυτά έχουν περισσότερες απαιτήσεις.
Η φυτεία γίνεται στις προετοιμασμένες βραγιές κατά γραμμές 20-25 πόντους η μία της άλλης και κατ’ αποστάσεις 12 - 15 πόντους, σε βάθος δε μέχρι 2-3 πόντους το πολύ. Σε χώματα λίγο σφικτά ή ποτιστικά, προτιμότερο η φυτεία να γίνεται σε τριβάδια ή σαμάρια, στα πλάγια είτε στη κορυφή των τοιχωμάτων. Η εργασία αυτή γίνεται κατά Φεβρουάριο -Μάρτιο. Για νεροκρόμμυδα η μεταφύτευση γίνεται κατά Μάιο -'Ιούλιο. Τα μικρά κρεμμυδάκια αφήνονται να διψάσουν 2 - 3 εβδομάδες και κατόπιν ξεριζώνονται και μεταφυτεύονται σε βραγιές με μεγαλύτερες αποστάσεις 10-15 πόντους. Πριν γίνει η φυτεία κόπτονται τα φύλλα και οι μακριές ρίζες τους κατά το ήμισυ και χρησιμοποιούνται αμέσως ή αφού μαραθούν λίγο. Η μεταφύτευση αυτή γίνεται με φυτευτήρι ή τσαπί μέσα σε αυλάκια. Κατόπιν, πρέπει να ακολουθώ πότισμα με άφθονο νερό.
Παρατηρήθηκε ότι η μέθοδος με μεταφύτευση δίδει πάντοτε χονδρότερα και πρωιμότερα κρεμμύδια, έχει όμως ανάγκη πολλών και πλουσίων ποτισμάτων. Στην Ελλάδα εφαρμόζεται στις βόρειες επαρχίες, ιδίως στις περιφέρειες Κοζάνης και Φλωρίνης.
Οι αναγκαίες καλλιεργητικές περιποιήσεις των κρεμμυδιών, όταν αυτά σπαρθούν με κοκκάρι περιορίζονται μόνο σε 1-2 σκαλίσματα και μερικά ποτίσματα, εφ όσον επικρατεί μεγάλη ξηρασία. Όπου όμως υπάρχει σχετική υγρασία, η καλλιέργεια επιτυγχάνει και δίχως νερό. Προκειμένου για νεροκρέμμυδα, τα ποτίσματα είναι απαραίτητα, ιδίως στην αρχή της βλαστικής περιόδου. Πάντως ταύτα, πρέπει να διακόπτονται, τουλάχιστο, 2 - 3 εβδομάδες πριν της συγκομιδής, για να διευκολύνεται η ωρίμανση των βολβών και εξασφαλίζεται η διατήρησή τους καλλίτερα. Για τον λόγο αυτό, οι κηπουροί συνηθίζουν να ποδοπατούν ή να σπάζουν τα φύλλα μόλις κιτρινίσουν με σκοπό να σταματήσει η βλάστηση και οι βολβοί να χοντραίνουν περισσότερο, είτε ακόμη, για να μαλακώνουν τα φύλλα και ευκολύνεται το δέσιμο σε πλεξούδες. Κατά την διάρκεια της βλαστήσεως, όλοι οι ανθοφόροι καυλοί, πρέπει να κόβονται στη βάση τους, όταν παρουσιάζονται, γιατί δεν έχουν κανένα προορισμό, αλλά και αδυνατίζουν τα κρεμμύδια, τα οποία δεν κάνουν βολβούς. Είναι, όπως λέγουν, αρσενικά.
Συγκομιδή
Η συγκομιδή δίνεται κατά Ιούνιο-Ιούλιο, όταν τα φύλλα κιτρινίσουν εντελώς και αρχίσουν να ξεραίνονται. Το ξερίζωμα εκτελείται με το χέρι ή με το λισγάρι. Κατόπιν δένονται σε πλεξούδες και κρεμιούνται σε υπόστεγο η αφήνονται μερικές ήμερες στον ήλιο για να στεγνώσουν ολίγο και ύστερα αποθηκεύονται σε μέρος ξηρό και ψυχρό. Μία καλή απόδοση φθάνει 2 - 2500 οκάδ. ξηρών κρεμμυδιών κατά στρέμμα.
Αμειψισπορά
Στο ζήτημα της αμειψισποράς, τα κρομμύδια ακολουθούν επιτυχώς τα σπανάκια, τα κουκιά, τα μπιζέλια κλπ. μπορούν δε επανέλθουν στη θέση τους μετά 3-4 χρόνια.
Καλλιέργεια φρέσκων (χλωρών) κρεμμυδιών
Για τη καλλιέργεια χλωρών κρεμμυδιών, η φυτεία του κοκκαριού αρχίζει από τον Οκτώβριο και εξακολουθεί περιοδικώς μέχρι της ανοίξεως. Συνήθως προτιμάται το χονδρό και μακρουλό κοκκάρι, γιατί δίδει στέλεχος και φύλλα περισσότερο. Επίσης για το σκοπό αυτό, η καλλιέργεια πρέπει να γίνεται σε χώματα φυσικώς πλούσια ή πολύ λιπασμένα με άφθονη κοπριά χωνευμένη. Η χρήση του νιτρικού νατρίου 10-15 δρ. κατά τετρ. μ. εξασφαλίζουν πολύ καλή παραγωγή. Η φυτεία μπορεί να γίνεται μόνη, είτε σε συνδυασμό με άλλα λαχανικά, μέσα σε βραγιές ή στα τοιχώματα των ποτιστικών αυλακών.
Η συγκομιδή των χλωρών κρομμυδιών γίνεται, καθόσον το φύλλωμα είναι μεγάλο και έτοιμο για την κατανάλωση. Συνήθως αρχίζει 2-3 μήνες μετά την φυτεία και διαρκεί αναλόγως της εποχής πού αυτή γίνεται. Κατά συνέπεια η φυτεία πρέπει να γίνεται τμηματικώς, κάθε 15-20 ήμερες για να υπάρχουν πάντοτε χλωρά και τρυφερά κρεμμυδάκια. Η απόδοση αυτών, φθάνει 20-25 οκάδ. κατά τετρ. μέτρων συνήθως.
Παραγωγή σπόρου
Για την απόκτηση καλού κρεμμυδοσπόρου πρέπει να διαλέγονται οι ποιό κανονικοί και χονδροί βολβοί, από την συγκομιδή της δευτέρας χρονιάς. Αυτοί φυτεύονται την άνοιξη, σε μέρος γόνιμο και καλοδουλεμένο, κατ’ αποστάσεις 40-50 πόντους. Όταν φυτρώσουν και παρουσιασθούν οι ανθοφόροι καυλοί πρέπει να πασσαλώνονται γιατί σπάζουν πολύ εύκολα και καταστρέφονται. Η ωρίμανση των σπόρων πραγματοποιείται κατά Ιούλιο-Αύγουστο. Η βλαστική των δύναμη διαρκεί 2-3 έτη.
Αποθήκευση και διατήρηση
Τα κρεμμύδια διατηρούνται πολύ καιρό, αν τα στρώσεις σε άχυρα κριθαριού• δεν σαπίζουν, αν τα βουτήξεις σε ζεστό νερό και τα στεγνώσεις• μπορεί κανείς να παράγει μεγαλύτερα κρεμμύδια, αν τα ξεφλουδίσει μεταφυτεύοντάς τα.
Ποικιλίες κρεμμυδιών
Τα κρεμμύδια διακρίνονται κυρίως σε δύο κατηγορίες, τα γλυκά και τα καυτερά, με πλήθος από ποικιλίες και παραλλαγές, οι οποίες διακρίνονται από το σχήμα το χρώμα και το μέγεθος των βολβών.
Από τα γλυκά κρεμμύδια, σπουδαιότερες ποικιλίες είναι:
Κρεμμύδια Μαδέρας. Αυτά έχουν βολβούς πολύ χονδρούς, κωνικούς και σαρκώδη φύλλα γλυκά. Τα εξωτερικά φύλλα είναι κοκκινωπά και μέγα μέρος του στελέχους. Η ποικιλία αυτή καλλιεργείται πολύ επιτυχώς στη Μακεδονία.
Κρεμμύδια κόκκικα πλατειά. Αυτά διαφέρουν μόνον διότι είναι πλακερά και λίγο οψιμότερα, και θεωρούνται ως παραλλαγή των προηγουμένων. Και οι δύο ποικίλες καλλιεργούνται με μεταφύτευση, ως νεροκρέμμυδα.
Κρεμμύδια κόκκινα Αίγυπτου. Αυτά έχουν βολβούς ωοιδείς ή μακρουλούς και εξωτερικά ψύλλα πορφυροκόκκινα. Τα άνθη της ποικιλίας αυτής όταν γονιμοποιηθούν δεν σχηματίζουν σπόρους αλλά κάνουν βολβίδια, με τα όποια και πολλαπλασιάζονται.
Από τα καυτερά κρεμμύδια υπάρχουν πολυάριθμες ποικιλίες και παραλλαγές με βολβούς στρογγυλούς, μακριούς, πλακερούς, ωοδείς, και με φύλλα εξωτερικά, κίτρινα, λευκά, πυρρόξανθα ή κόκκινα. Εξ αυτών, προτιμούνται κατά τόπους τα μεν ή τα δε, αναλόγως των τοπικών συνηθειών και του εγκλιματισμού που αποκτούν. Για ξερικές καλλιέργειες, τα στρογγυλά και πλακερά θεωρούνται ανθεκτικότερα και παραγωγικότερα, για δε τις ποτιστικές και χλωρές, τα μακρουλά και πυρόξανθα.
Ασθένειες
Τα κρεμμύδια προσβάλλονται από διάφορες αρρώστιες, οι όποιες προέρχονται από φυτικά ή ζωικά παράσιτα. Οι σπουδαιότερες αυτών είναι:
Ο Περονόσπορος. Οφείλεται σε μικρομύκητα της ομάδος των περονόσπορων (peronospora Schleideni), ο οποίος προσβάλλει τα κρεμμύδια, ιδίως των σπορείων. Τα προσβαλλόμενα φύλλα κιτρινίζουν και σκεπάζονται με ένα χνούδι πορφυρό, προερχόμενο από τα σπόρια τού μανιταριού αυτού. Ο εν λόγο περονόσπορος είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνος στους σποροφόρους καυλούς, οι οποίοι σταματούν να αναπτύσσονται προς ιό αρρωστημένο μέρος, ενώ εξακολουθούν στην αντίθετη πλευρά, με αποτέλεσμα να κυρτώνουν χαρακτηριστικός και κατόπιν να σαπίζουν. Συνήθως ή ανθοταξία τους καταστρέφεται.
Για να προλαμβάνεται η ασθένεια αυτή πρέπει να Αποφεύγεται η απόρριψη προσβεβλημένων υπολειμμάτων κρεμμυδιών στο έδαφος και να γίνεται αλλαγή της καλλιέργειας για 2-3 χρόνια. Επίσης τα ραντίσματα βορδιγαλλείου πολτού (1% θειικός χαλκός με 1 οκά ασβέστη σε 100 οκ. νερό) προλαμβάνει ή σταματά το κακό.
Η σήψη των βολβών. Η ασθένεια αυτή είναι η χειρότερη από όλες. Προέρχεται από μύκητα (Botrytis Cinerea), ο οποίος προσβάλλει τα νέα φυτά των κρομμυδιών και σκόρδων, των οποίων τα φύλλα κιτρινίζουν και μαραίνονται, οι δε βολβοί σαπίζουν. Οι ρίζες των αρρωστημένων φυτών ολοκληρωτικώς καταστρέφονται από το μύκητα, ο οποίος παράγει στην επιφάνεια του πάσχοντος μέρους σκληρά μαύρα στρογγυλά στίγματα, τα οποία και αποτελούν τα όργανα αναπαραγωγής. Η ασθένεια εξαπλώνεται πολύ γρήγορα, ένεκα της μεγάλης αναπτύξεως του μύκητα στο έδαφος, ιδίως όταν τούτο είναι πλούσιο σε οργανικές ουσίες.
Τα σκλερότια, τα μόνα όργανα διατηρήσεως και πολλαπλασιασμού αυτού του μύκητα, μπορούν να ζουν επί πολλά χρόνια εντός του εδάφους και αποτελούν την απαρχή νέας μολύνσεως. Η μετάδοση της ασθενείας σε μια καλλιέργεια δύναται να γίνει και με τη χρήση κοπριάς ή με σπόρο μολυσμένο. Πάντως μόλις καταστεί αντιληπτή η προσβολή πρέπει αμέσως να ξεριζώνονται τα αρρωστημένα φυτά και τα γειτονικά τους, για να προλαμβάνεται η εξάπλωση της αρρώστιας. Ακόμη πρέπει να αποφεύγεται η λίπανση του εδάφους με πολλές οργανικές ουσίες, τα δε ξινά χώματα να διορθώνονται με χρήση ασβέστη και φωσφορικών χημικών λιπασμάτων. Τέλος επιβάλλεται αλλαγή της καλλιέργειας για 4-5 χρόνια.
Ο άνθρακας των κρεμμυδιών (Urocystis Cepulae). Είναι και αυτή μια ασθένεια πολύ σοβαρή, η οποία οφείλεται σε μύκητα. Προσβάλλει τα πολύ μικρά φυτά, τα όποια αυτομάτως αποξηραίνονται. Προλαμβάνεται με απολύμανση του σπόρου ή κοκκαριού σε διάλυση ½% θειικού χαλκού, όπου εμβαπτίζονται επί 1-2 ώρες, κατόπιν δε στεγνώνονται πριν σπαρθούν. Ευτυχώς είναι σπάνια ασθένεια.
Η σκωρίαση των φύλλων. Υπάρχουν δύο ειδών σκωριάσεις πού προσβάλλουν τα κρεμμύδια, η μία οφείλεται στο μύκητα puccinia allii και ή άλλη στον p. porri.
Η πρώτη παρουσιάζεται στα φύλλα ή στο στέλεχος σαν πολυάριθμα καφεκίτρινα μικρά στίγματα, ή δε δεύτερα σχηματίζει κηλίδες στρογγυλές γεμάτες σπόρια του μύκητα. Όταν η προσβολή είναι μεγάλη και οι δυο σκωριάσεις κάνουν σοβαρές ζημίες στη καλλιέργεια των κρεμμυδιών. Προλαμβάνεται ή σταματά με ραντίσματα βορδιγαλείου πολτού (1 οκ. θειικού χαλκού με 1 οκ. ασβέστη σε 100 οκ. νερό).
Έντομα
Η μύγα των κρεμμυδιών (Anthomya Ceparum). Είναι μια μικρή μύγα, δίπτερο έντομο, η οποία γεννά τα αυγά της στα φύλλα των κρεμμυδιών και σκόρδων. Τα εκκολαπτόμενα λευκά σκουληκάκια ανοίγουν τρύπες στους βολβούς τους οποίους τρώνε, με αποτέλεσμα τη σήψη αυτών και την αποξήρανση των φυτών. Μέσον καταπολεμήσεως άλλο δεν υπάρχει παρά το ξερίζωμα των προσβεβλημένων φυτών και καύση των βολβών.
Ο κρεμμυδοφάγος ή πρασάγγουρας (Cryllotalpa Vulgaris). Είναι έντομο ορθόπτερο, πολύ γνωστό σ’ όλους τούς κηπουρούς με διάφορα ονόματα. Θεωρείται ο πιο επικίνδυνος εχθρός των λαχανικών. Το σώμα του είναι αρκετά ογκώδες και καμπουρωτό προς τό θωρακικό μέρος και μακρουλό προς την κοιλιά, έχει δε ολικό μάκρος 5 πόντους περίπου. Το χρώμα του είναι μαυριδερό βελουδωτό άνωθεν, και κοκκινωπό κάτωθεν, το άκρο δε τού σώματος αυτού τελειώνει σε δυο μυτερές βελόνες.
Ο κρεμμυδοφάγος κατοικεί στα καλοδουλευμένα εδάφη και, σχεδόν πάντοτε, είναι ο ξενιζόμενος των λαχανόκηπων, των φυτωρίων, των ελαφρών γαιών και των υγρών τόπων. Κατά τη νύκτα ασχολείται να σκάπτει στοές επιφανειακές πολυάριθμες, δημιουργών ούτω μεγάλες ζημίες, γιατί κόπτει με τις ισχυρές σιαγόνες τις ρίζες, όσες βρίσκει στο διάβα του, τρύπα τους κονδύλους είτε βολβούς άλλων φυτών, που τυχόν του εμποδίζουν την δίοδο και τους τρώγει για να τραφεί. Τα προσβαλλόμενα φυτά συντόμως κιτρινίζουν και μαραίνονται ή αποξηραίνονται αναλόγως του βαθμού των τραυμάτων των.
Καθ' όλη την ημέρα ο κρεμμυδοφάγος παραμένει κρυμμένος στη στοά του, η οποία στην αρχή είναι οριζόντια, για να εμποδίζεται η είσοδος των νερών της βροχής, κατόπιν κάνει γωνία και πηγαίνει σε ορισμένο βάθος εντός του εδάφους. Η θηλύκια αφού γονιμοποιηθεί, κατά τον Ιούνιο, γεννά τα αυγά της, 200 μέχρι 400 τον αριθμό, εντός της γης και σε βάθος 10-20 πόντους, σε μια κοιλότητα μεγέθους ενός αυγού όρνιθος. Μετά τρεις εβδομάδες εκκολάπτονται και εξέρχονται απ’ αυτά μικροί άσπροι σκώληκες, σαν χονδρά μυρμήγκια, οι οποίοι αρχίζουν αμέσως να τρώγουν διάφορα φυτά πού συναντούν, προξενώντας ούτω μεγάλες ζημίες. Ο βιολογικός τους κύκλος διαρκεί τρία χρόνια.
Η καταπολέμηση του κρεμμυδοφάγου μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους:
Κουρέλια βουτηγμένα σε πετρέλαιο ή χρήσης ναφθαλίνης (50 δράμια στο τετραγ. μέτρο) μπορούν να απομακρύνουν τους κρεμμυδοφάγους, όχι όμως και να τους φονεύσουν.
Οι σπόροι καλαμποκιού, βρασμένοι λίγο και κατόπιν μουσκεμένοι σε νερό με αρσενικώδες νάτριο, παραχωμένοι στο έδαφος, δηλητηριάζουν και καταστρέφουν τους κρομμυδοφάγους. Πρέπει όμως να ρίχνονται 8-10 ημέρες προ της σποράς φυτείας. Η δόση είναι 1 οκά καλαμπόκι 20-25 δράμια αρσενικώδες νάτριο. Διαλύεται το αρσενικώδες νάτριο σε λίγο νερό και ρίχνεται κατόπιν να μουσκέψει το καλαμπόκι.
Άλλος τρόπος αποτελεσματικός είναι να προσελκύονται οι κρεμμυδοφάγοι, κατά την ψυχρή εποχή, σε παγίδες με ζεστή κοπριά. Για τον σκοπό αυτό κάνουν, κατά τον Οκτώβριο-Νοέμβριο, σωρούς κοπριάς φρέσκιας, σε διάφορα σημεία της καλλιέργειας και τους οποίους σκεπάζουν γύρωθεν με χώμα. Με το πολύ κρύο καταφεύγουν εκεί οι κρεμμυδοφάγοι, για να περάσουν το χειμώνα, οπότε κατά τον Γεννάρη-Φεβρουάριο, όπως είναι ναρκωμένοι, αυτοί καταστρέφονται εύκολα.
Ακόμη καλύτερος τρόπος είναι να ανοίγονται, κατά τον Οκτώβριο, σ’ όλη την έκταση της καλλιέργειας, αυλάκια ελικοειδή, κατά διαστήματα 3 - 4 μέτρων μεταξύ τους, με βάθος και πλάτος 25-30 πόντους, τους οποίους γεμίζουν, σχεδόν μέχρι της επιφανείας του εδάφους, με φρέσκια κοπριά, κατόπιν δε την σκεπάζουν με χώμα. Οι κρεμμυδοφάγοι καταφεύγουν στις ζεστές αυτές θέσεις για να διαχειμάσουν και όπου συναντώνται πληθωρικός κατά το άνοιγμα των αυλακιών, το οποίο πρέπει να γίνεται κατ’ Απρίλιο-Μάιο. Η εργασία αυτή όταν επαναληφθεί επί 2-3 χρόνια, μπορούν να καταστραφούν όλοι οι κρεμμυδοφάγοι που υπάρχουν στο κτήμα.
Η Μηλολόνθη (Melolontha Vulgaris). Και το έντομο τούτο είναι πολύ επίφοβο στη καλλιέργεια των κρεμμυδιών, γιατί κόπτει και τρυπά τούς βολβούς τους. Με παγίδες φρέσκιας κοπριάς μπορούν να συλλαμβάνονται και να καταστρέφονται τα σκουλήκια της μηλολόνθης. Είναι γνωστός με τα ονόματα Κοπροσκούληκο ή Γουρουνάς.
Πηγές: Ελληνική Γεωργία/Γεννάδιος - Πρακτικός οδηγός του λαχανόκηπου/Λάμπρου Οικονομίδου-Αθήναι 1940
Πηγή>http://www.ftiaxno.gr/
Φύτευση πατάτας (για ερασιτέχνες αγρότες)
του Γιάννη Κωνσταντόπουλου
Κίτρινη Πατάτα
Η πατάτα είναι ετήσιο φυτό, φτάνει σε ύψος τα 50-80εκ και είναι των δροσερών κλιμάτων, γιατί οι πολύ υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες υποβαθμίζουν την ποιότητα των κονδύλων (δεν είναι τυχαίο ότι κάποιες από τις πιο νόστιμες πατάτες καλλιεργούνται στο Νευροκόπι και στην Νάξο, όπου το δροσερό-γλυκό κλίμα και τα εδάφη των περιοχών αυτών ωθούν τη μεγαλύτερη συσσώρευση αμύλου στην πατάτα, κάνοντάς την πιο νόστιμη).
Τα φυτά της πατάτας αναπτύσσουν τόσο υπέργειους βλαστούς (όπως όλα τα φυτά, με φύλλα, άνθη κλπ) όσο και υπόγειους, τους στόλονες, στην άκρη των οποίων θα αναπτυχθούν οι κόνδυλοι της πατάτας, οι πατάτες δηλ. που θα μαζέψουμε.
Την πατάτα την καλλιεργούμε σχεδόν όλο το χρόνο.
Έτσι, ανάλογα με το πότε την μαζεύουμε, έχουμε την:
Ανοιξιάτικη πατάτα: Φυτεύουμε Ιανουάριο – Μάρτιο και μαζεύουμε Απρίλιο – Ιούλιο.
Καλοκαιρινή πατάτα: Φυτεύουμε Απρίλιο – Ιούνιο και μαζεύουμε Αύγουστο - Οκτώβριο
Φθινοπωρινή πατάτα: Φυτεύουμε Αύγουστο – Σεπτέμβρη και μαζεύουμε Νοέμβριο – Ιανουάριο.
Ανοιξιάτικη πατάτα: Φυτεύουμε Ιανουάριο – Μάρτιο και μαζεύουμε Απρίλιο – Ιούλιο.
Καλοκαιρινή πατάτα: Φυτεύουμε Απρίλιο – Ιούνιο και μαζεύουμε Αύγουστο - Οκτώβριο
Φθινοπωρινή πατάτα: Φυτεύουμε Αύγουστο – Σεπτέμβρη και μαζεύουμε Νοέμβριο – Ιανουάριο.
Στην Ελλάδα καλλιεργούνται/καταναλώνονται οι κίτρινες πατάτες. Υπάρχουν πάρα πολλές κίτρινες ποικιλίες, άλλες πιο κατάλληλες για τηγάνισμα (Μοναλίζα, Σπούντα, Λιζέτα κ.α.), άλλες για βράσιμο (Νίκολα, Λόλα, Φιλέα κ.α.), άλλες για «οφτές» (ψητές, Μαρφόνα κ.α.) και πολλές είναι για όλες τις χρήσεις (Σπούντα, Λιζέτα, Ντάιαμοντ, Μάραμπελ, Πέρλα κ.α.). Στις κίτρινες ανήκουν και οι τύπου russet πατάτες, που έχουν φακίδες.
Ως και την δεκαετία του 1960 καλλιεργούνταν στα νησιά του Αιγαίου μια ντόπια ποικιλία πατάτας, με κόκκινη επιδερμίδα.
Ως και την δεκαετία του 1960 καλλιεργούνταν στα νησιά του Αιγαίου μια ντόπια ποικιλία πατάτας, με κόκκινη επιδερμίδα.
Έγχρωμες Πατάτες – Γλυκοπατάτα
Σε κεντρο-βόρειες χώρες της Ε.Ε. καλλιεργούνται πάρα πολλές έγχρωμες ποικιλίες, όπως αυτές με κόκκινη και μπλε-μοβ φλούδα (στις περισσότερες χρωματιστές ποικιλίες η σάρκα είναι κίτρινη, πολύ λίγες έχουν κόκκινη ή μπλε-μοβ σάρκα). Προήλθαν από διασταύρωση ποικιλιών και δεν είναι γενετικά τροποποιημένα φυτά. Έχουν γεύση παρόμοια με τις κίτρινες και θεωρείται ότι έχουν μεγαλύτερη αντιοξειδωτική δράση από αυτές. Τέτοιες πατάτες θα βρούμε -δύσκολα- σε κάποια υπερ-μάρκετ και μανάβικα, μόνο για κατανάλωση και όχι για φύτευση. Στην κατηγορία των κίτρινων είναι και οι άσπρες πατάτες (π.χ. η Κάρα), με πιο λευκή επιδερμίδα και σάρκα και χωρίς στίγματα ή φακίδες, όπως έχουν πολλές κίτρινες ποικιλίες.
Μη συγχέουμε τις γλυκοπατάτες με τις πατάτες, οι οποίες είναι φυτά διαφορετικής οικογένειας (οικογ. Κονβολβοβουλίδων) και καλλιεργούνται σε μικρές εκτάσεις στην Πελοπόννησο και στα νησιά του Αιγίου.
Σε κεντρο-βόρειες χώρες της Ε.Ε. καλλιεργούνται πάρα πολλές έγχρωμες ποικιλίες, όπως αυτές με κόκκινη και μπλε-μοβ φλούδα (στις περισσότερες χρωματιστές ποικιλίες η σάρκα είναι κίτρινη, πολύ λίγες έχουν κόκκινη ή μπλε-μοβ σάρκα). Προήλθαν από διασταύρωση ποικιλιών και δεν είναι γενετικά τροποποιημένα φυτά. Έχουν γεύση παρόμοια με τις κίτρινες και θεωρείται ότι έχουν μεγαλύτερη αντιοξειδωτική δράση από αυτές. Τέτοιες πατάτες θα βρούμε -δύσκολα- σε κάποια υπερ-μάρκετ και μανάβικα, μόνο για κατανάλωση και όχι για φύτευση. Στην κατηγορία των κίτρινων είναι και οι άσπρες πατάτες (π.χ. η Κάρα), με πιο λευκή επιδερμίδα και σάρκα και χωρίς στίγματα ή φακίδες, όπως έχουν πολλές κίτρινες ποικιλίες.
Μη συγχέουμε τις γλυκοπατάτες με τις πατάτες, οι οποίες είναι φυτά διαφορετικής οικογένειας (οικογ. Κονβολβοβουλίδων) και καλλιεργούνται σε μικρές εκτάσεις στην Πελοπόννησο και στα νησιά του Αιγίου.
Καλλιεργητικά βήματα
1ο Βήμα: Για να καλλιεργήσουμε την πατάτα φυτεύουμε τους λεγόμενους πατατόσπορους. Δεν είναι όμως ούτε σπόροι ούτε ριζώματα ούτε καρποί, είναι κόνδυλοι πατάτας, δηλ. υπόγειοι βλαστοί, που όπως και κάθε βλαστός έχει μάτια από τα οποία θα προκύψει τόσο ο βλαστός που θα μας δώσει το υπέργειο μέρος του φυτού αλλά και οι στόλωνες (θα βγουν από τα μάτια του βλαστού που θα θάψουμε/παραχώσουμε) στην άκρη των οποίων θα σχηματιστούν οι νέες πατάτες, αυτές που θα συγκομίσουμε.
2ο Βήμα: Το ιδανικό μέγεθος του πατατόσπορου είναι 30-60γρ και πρέπει να έχει το μέγεθος ενός αυγού κότας. Αυτοί οι σπόροι φυτεύονται ολόκληροι ενώ αν έχουμε μεγαλύτερα μεγέθη (60-80γρ), θα πρέπει να τους κόψουμε στη μέση. Δεν χρησιμοποιούμε πατατόσπορους μεγέθους μεγαλύτερου των 80γρ.
Από τους πατατόσπορους που αγοράσαμε διαλέγουμε αυτούς με το κατάλληλο μέγεθος και τους πιο υγιείς, δηλ. να μην έχουν σκασίματα, σαπίλες, τρύπες, ούτε να είναι πολύ ξεροί ή υδαρείς. Επίσης, αποφεύγουμε αυτούς που έχουν πρασινίσει και αυτούς που τα μάτια τους έχουν ήδη πετάξει βλαστούς μεγαλύτερους των 3 εκ. Τέλος, θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον 2 μάτια.
3ο Βήμα: Για να βλαστήσουν όλοι οι πατατόσποροι και για να μειώσουμε το χρόνο καλλιέργειας στο χωράφι (κατά 15-20 ημέρες) αλλά και για να ωριμάσουν όλες οι πατάτες που θα μαζέψουμε μαζί, μπορούμε να εφαρμόσουμε τη λεγόμενη «προβλάστηση» στις πατάτες.
Τα μάτια του πατατόσπορου συγκεντρώνονται προς την κορυφή του. Στρωματώνουμε τους πατατόσπορους σε ένα πλαστικό ή ξύλινο τελάρο (διάτρητο, για να αερίζονται οι πατάτες), έχοντας την κορυφή προς τα πάνω και σε μια στρώση, χωρίς να βάζουμε τη μια πατάτα πάνω στην άλλη. Τοποθετούμε το τελάρο σε ημι-σκοτεινό, δροσερό και ξηρό μέρος (π.χ. μια αποθήκη, με θερμοκρασία 16-20oC αλλά ποτέ σε απευθείας έκθεση στον ήλιο, για να μην πρασινίσουν) για 20-30 ημέρες , μέχρι δηλ. τα μάτια να πετάξουν φύτρα μήκους 2-3εκ.
2ο Βήμα: Το ιδανικό μέγεθος του πατατόσπορου είναι 30-60γρ και πρέπει να έχει το μέγεθος ενός αυγού κότας. Αυτοί οι σπόροι φυτεύονται ολόκληροι ενώ αν έχουμε μεγαλύτερα μεγέθη (60-80γρ), θα πρέπει να τους κόψουμε στη μέση. Δεν χρησιμοποιούμε πατατόσπορους μεγέθους μεγαλύτερου των 80γρ.
Από τους πατατόσπορους που αγοράσαμε διαλέγουμε αυτούς με το κατάλληλο μέγεθος και τους πιο υγιείς, δηλ. να μην έχουν σκασίματα, σαπίλες, τρύπες, ούτε να είναι πολύ ξεροί ή υδαρείς. Επίσης, αποφεύγουμε αυτούς που έχουν πρασινίσει και αυτούς που τα μάτια τους έχουν ήδη πετάξει βλαστούς μεγαλύτερους των 3 εκ. Τέλος, θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον 2 μάτια.
3ο Βήμα: Για να βλαστήσουν όλοι οι πατατόσποροι και για να μειώσουμε το χρόνο καλλιέργειας στο χωράφι (κατά 15-20 ημέρες) αλλά και για να ωριμάσουν όλες οι πατάτες που θα μαζέψουμε μαζί, μπορούμε να εφαρμόσουμε τη λεγόμενη «προβλάστηση» στις πατάτες.
Τα μάτια του πατατόσπορου συγκεντρώνονται προς την κορυφή του. Στρωματώνουμε τους πατατόσπορους σε ένα πλαστικό ή ξύλινο τελάρο (διάτρητο, για να αερίζονται οι πατάτες), έχοντας την κορυφή προς τα πάνω και σε μια στρώση, χωρίς να βάζουμε τη μια πατάτα πάνω στην άλλη. Τοποθετούμε το τελάρο σε ημι-σκοτεινό, δροσερό και ξηρό μέρος (π.χ. μια αποθήκη, με θερμοκρασία 16-20oC αλλά ποτέ σε απευθείας έκθεση στον ήλιο, για να μην πρασινίσουν) για 20-30 ημέρες , μέχρι δηλ. τα μάτια να πετάξουν φύτρα μήκους 2-3εκ.
4ο Βήμα: Έτσι θα είναι ο πατατόσπορος μετά την προβλάστηση, με τα μάτια να έχουν πετάξει τα πρώτα φύτρα. Πλέον, ο πατατόσπορος είναι έτοιμος για φύτευση. Διαλέγουμε τους πιο υγιείς, ζωηρούς πατατόσπορους που να έχουν πετάξει 1-2 μάτια.
5ο Βήμα: Στην περίπτωση που ο πατατόσπορος είναι μεγαλύτερος των 60εκ. τον τεμαχίζουμε στα δύο και κατά μήκος (οι πολύ μεγάλοι κόνδυλοι έχουν μικρή φυτρωτική ικανότητα), με κατεύθυνση από την κορυφή προς τη βάση, έτσι ώστε κάθε κομμάτι να έχει τη μισή κορυφή και τα μισά μάτια. Δεν κόβουμε εντελώς τον κόνδυλο στο κάτω μέρος του (αφήνουμε ένα μικρό κομμάτι να ενώνει τα 2 μέρη), για να μην αφυδατωθεί και συρρικνωθεί μέχρι να φυτέψουμε.
6ο Βήμα: Αρχικά καθαρίζουμε την έκταση που θα καλλιεργήσουμε από αγριόχορτα και πέτρες. Η πατάτα αγαπάει την οργανική ουσία, γιαυτό ρίχνουμε καλά κομποστοποιημένη κοπριά (*). Ένα βιολογικό, σύνθετο κοκκώδες λίπασμα (δηλ. με άζωτο-φώσφορο-κάλιο, του τύπου 6-8-15 ή με παραπλήσιες αναλογίες θρεπτικών στοιχείων *) θα αποτελέσει το ‘’φαί’’ για την πατάτα. Κοπριά και λίπασμα τα απλώνουμε σε όλη την έκταση και μετά τα ενσωματώνουμε με τσάπα ή σκαπτικό φρεζάκι σε βάθος τουλάχιστον 20εκ., έτσι ώστε να μην έρθουν σε απευθείας επαφή με τις πατάτες και τους δημιουργήσουν εγκαύματα ή μεταφέρει η κοπριά ασθένειες στην πατάτα.
7ο Βήμα: Με τσουγκράνα αλφαδιάζουμε την έκταση και αφαιρούμε πέτρες και μεγάλους σβώλους χώματος, που θα δυσκολέψουν το φύτρωμα και την ανάπτυξη των νέων κονδύλων της πατάτας. Ένα νήμα και δύο ξύλα θα μας βοηθήσουν να φυτέψουμε σε ευθείες γραμμές. Επειδή οι πατατόσποροι θα φυτευτούν σε αποστάσεις 30-33εκ. σε κάθε γραμμή (επιλέγουμε την απόσταση αυτή γιατί οι σταλακτοφόροι σωλήνες του αυτόματου ποτίσματος έχουν οπές ανά 33εκ.), για διευκόλυνσή μας κόβουμε ένα ξύλο ή καλάμι σε μήκος 30-33εκ.
8ο Βήμα: Οι πατάτες θα φυτευτούν σε βάθος 10-15εκ. Αγοράζουμε από το εμπόριο μια ειδική σγρόμπια για να ανοίγει τρύπες (ή δημιουργούμε μόνοι μας τους λάκκους, με το χέρι). Ανεβάζοντας τη σγρόμπια αφαιρούμε το χώμα που περιέχει και προχωράμε για τον επόμενο λάκκο, με τη βοήθεια του ξύλου.
9ο Βήμα: Ακουμπάμε τους πατατόσπορους στον πυθμένα του λάκκου με την κορυφή και τα μάτια/φύτρα να ‘’βλέπουν’’ προς την επιφάνεια του εδάφους. Προσέχουμε ιδιαίτερα να μην τραυματιστούν οι ξεπεταγμένοι βλαστοί.
10ο Βήμα: Μόλις τελειώσουμε την 1η σειρά, επαναλαμβάνουμε την ίδια διαδικασία και σε άλλες, παράλληλες γραμμές, οι οποίες θα απέχουν μεταξύ τους 70-75εκ. Στην περίπτωση που έχουμε κόψει στα δύο μεγάλο πατατόσπορο, έχει έρθει η στιγμή να χωρίσουμε τα δύο μισά και να φυτέψουμε το καθένα σε διαφορετικό λάκκο.
5ο Βήμα: Στην περίπτωση που ο πατατόσπορος είναι μεγαλύτερος των 60εκ. τον τεμαχίζουμε στα δύο και κατά μήκος (οι πολύ μεγάλοι κόνδυλοι έχουν μικρή φυτρωτική ικανότητα), με κατεύθυνση από την κορυφή προς τη βάση, έτσι ώστε κάθε κομμάτι να έχει τη μισή κορυφή και τα μισά μάτια. Δεν κόβουμε εντελώς τον κόνδυλο στο κάτω μέρος του (αφήνουμε ένα μικρό κομμάτι να ενώνει τα 2 μέρη), για να μην αφυδατωθεί και συρρικνωθεί μέχρι να φυτέψουμε.
6ο Βήμα: Αρχικά καθαρίζουμε την έκταση που θα καλλιεργήσουμε από αγριόχορτα και πέτρες. Η πατάτα αγαπάει την οργανική ουσία, γιαυτό ρίχνουμε καλά κομποστοποιημένη κοπριά (*). Ένα βιολογικό, σύνθετο κοκκώδες λίπασμα (δηλ. με άζωτο-φώσφορο-κάλιο, του τύπου 6-8-15 ή με παραπλήσιες αναλογίες θρεπτικών στοιχείων *) θα αποτελέσει το ‘’φαί’’ για την πατάτα. Κοπριά και λίπασμα τα απλώνουμε σε όλη την έκταση και μετά τα ενσωματώνουμε με τσάπα ή σκαπτικό φρεζάκι σε βάθος τουλάχιστον 20εκ., έτσι ώστε να μην έρθουν σε απευθείας επαφή με τις πατάτες και τους δημιουργήσουν εγκαύματα ή μεταφέρει η κοπριά ασθένειες στην πατάτα.
7ο Βήμα: Με τσουγκράνα αλφαδιάζουμε την έκταση και αφαιρούμε πέτρες και μεγάλους σβώλους χώματος, που θα δυσκολέψουν το φύτρωμα και την ανάπτυξη των νέων κονδύλων της πατάτας. Ένα νήμα και δύο ξύλα θα μας βοηθήσουν να φυτέψουμε σε ευθείες γραμμές. Επειδή οι πατατόσποροι θα φυτευτούν σε αποστάσεις 30-33εκ. σε κάθε γραμμή (επιλέγουμε την απόσταση αυτή γιατί οι σταλακτοφόροι σωλήνες του αυτόματου ποτίσματος έχουν οπές ανά 33εκ.), για διευκόλυνσή μας κόβουμε ένα ξύλο ή καλάμι σε μήκος 30-33εκ.
8ο Βήμα: Οι πατάτες θα φυτευτούν σε βάθος 10-15εκ. Αγοράζουμε από το εμπόριο μια ειδική σγρόμπια για να ανοίγει τρύπες (ή δημιουργούμε μόνοι μας τους λάκκους, με το χέρι). Ανεβάζοντας τη σγρόμπια αφαιρούμε το χώμα που περιέχει και προχωράμε για τον επόμενο λάκκο, με τη βοήθεια του ξύλου.
9ο Βήμα: Ακουμπάμε τους πατατόσπορους στον πυθμένα του λάκκου με την κορυφή και τα μάτια/φύτρα να ‘’βλέπουν’’ προς την επιφάνεια του εδάφους. Προσέχουμε ιδιαίτερα να μην τραυματιστούν οι ξεπεταγμένοι βλαστοί.
10ο Βήμα: Μόλις τελειώσουμε την 1η σειρά, επαναλαμβάνουμε την ίδια διαδικασία και σε άλλες, παράλληλες γραμμές, οι οποίες θα απέχουν μεταξύ τους 70-75εκ. Στην περίπτωση που έχουμε κόψει στα δύο μεγάλο πατατόσπορο, έχει έρθει η στιγμή να χωρίσουμε τα δύο μισά και να φυτέψουμε το καθένα σε διαφορετικό λάκκο.
11ο Βήμα: Στο τέλος καλύπτουμε με λίγο χώμα τους πατατόσπορους είτε με τα χέρια είτε με ένα επιφανειακό και ελαφρύ πέρασμα με τσουγκράνα.
Το παράχωμα
Όταν ο υπέργειος βλαστός της πατάτας έχει αποκτήσει ύψος λίγο πάνω από τα 10εκ. παραχώνουμε ως εξής: μαζεύουμε χώματα από το ενδιάμεσο των γραμμών και τα τοποθετούμε αριστερά και δεξιά από το βλαστό (αφήνουμε να εξέχει λίγο η κορυφή του), έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα σαμαράκι. Την ίδια διαδικασία επαναλαμβάνουμε στο ύψος των 20εκ. του βλαστού, ενισχύοντας και μεγαλώνοντας το ήδη υπάρχον σαμαράκι. Σκοπός είναι τα μάτια που υπάρχουν στην περιοχή του βλαστού που θα θάψουμε να πετάξουν στόλονες, στις άκρες των οποίων θα σχηματιστούν οι πατάτες που θα μαζέψουμε αργότερα. Με τον τρόπο αυτό, ανάμεσα στα σαμάρια θα δημιουργηθούν αυλάκια, κάτι το οποίο θα διευκολύνει το πότισμα (στην περίπτωση που ποτίζουμε με λάστιχο).
Όταν ο υπέργειος βλαστός της πατάτας έχει αποκτήσει ύψος λίγο πάνω από τα 10εκ. παραχώνουμε ως εξής: μαζεύουμε χώματα από το ενδιάμεσο των γραμμών και τα τοποθετούμε αριστερά και δεξιά από το βλαστό (αφήνουμε να εξέχει λίγο η κορυφή του), έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα σαμαράκι. Την ίδια διαδικασία επαναλαμβάνουμε στο ύψος των 20εκ. του βλαστού, ενισχύοντας και μεγαλώνοντας το ήδη υπάρχον σαμαράκι. Σκοπός είναι τα μάτια που υπάρχουν στην περιοχή του βλαστού που θα θάψουμε να πετάξουν στόλονες, στις άκρες των οποίων θα σχηματιστούν οι πατάτες που θα μαζέψουμε αργότερα. Με τον τρόπο αυτό, ανάμεσα στα σαμάρια θα δημιουργηθούν αυλάκια, κάτι το οποίο θα διευκολύνει το πότισμα (στην περίπτωση που ποτίζουμε με λάστιχο).
(*) Προσοχή!!
- Οι δοσολογίες των λιπασμάτων και των βελτιωτικών εδάφους εξαρτώνται από τον τύπο του λιπάσματος ή του εδαφοβελτιωτικού, το είδος και το στάδιο ανάπτυξης της καλλιέργειάς μας και τον τύπο εδάφους που έχουμε.
- Πιθανά προβλήματα φυτοπροστασίας αντιμετωπίζονται είτε με σκευάσματα εμπορίου (φυσικό πύρεθρο, σκευάσματα χαλκού, υγρό και σκόνη θείου κ.λπ.) είτε με παρασκευάσματα που μπορούμε να φτιάξουμε μόνοι μας (διάλυμα μαλακού σαπουνιού, αυτοσχέδιες παγίδες σύλληψης εντόμων, εκχυλίσματα από φυτά κ.λπ.).
- Διαβάζουμε προσεκτικά την ετικέτα των λιπασμάτων, βελτιωτικών εδάφους και κυρίως των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, ακολουθώντας πιστά τις αναγραφόμενες οδηγίες χρήσης.
- Προτού αγοράσουμε ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν ελέγχουμε πρώτα την ημερομηνία λήξης του.
- Φοράμε γάντια, καπέλο, προστατευτικά γυαλιά και ρούχα που να καλύπτουν τα χέρια και τα πόδια μας, προτού ψεκάσουμε με τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα.
Απόδοση: από 10τ.μ. θα πάρουμε 10-15 κιλά πατάτας.
- προτιμάμε την αγορά πιστοποιημένου πατατόσπορου. Διαφορετικά και αν κρατήσουμε δικές μας πατάτες για να τις φυτέψουμε την επόμενη χρονιά, είμαστε πολύ προσεκτικοί στην αποθήκευσή τους (σε σκοτινό, καλά αεριζόμενο και δροσερό χώρο) και διαλέγουμε για φύτευση μόνο τους υγιής πατατοσπορους, αφού τους προβλαστήσουμε.
- πετάμε τις πρασινισμένες πατάτες, είτε προορίζονται για μαγείρεμα είτε για φύτευση, γιατί σημαίνει πως περιέχουν μεγάλη ποσότητα από μια φυσική τοξική ουσία, τη σολανίνη.
Πηγή>http://realfarm.gr/
Η καλλιέργεια της Μπάμιας
Η μπάμια είναι σε γενικές γραμμές ετήσιο φυτό και μοιάζει με το βαμβάκι. Ανήκει στην οικογένεια των Μαλαχιδών με 200 περίπου είδη και το όνομα “Μπάμια” προέρχεται από την Αραβία. Έχει βαθύ ριζικό σύστημα, το φυτό της είναι ινώδες, ημιξυλώδες και το ύψος της κυμαίνεται από μισό μέτρο και φτάνει το πολύ μέχρι και τα 2 μέτρα. Τα φύλλα της μοιάζουν με παλάμες, καθώς είναι μεγάλα και στρογγυλά και καλύπτονται από τρίχες ενώ τα άνθη της είναι κίτρινα με βάση πορφυρή. Ο σπόρος είναι σκληρός, μικρός, στρογγυλός, με χρώμα γκρι- μαύρο. Η άνθηση πραγματοποιείται περίπου 1.5 μήνα μετά τη βλάστηση του σπόρου και σε κάθε βλαστό υφίσταται μονάχα ένα άνθος ανοιχτό τη κάθε χρονική στιγμή.
Η καλλιέργεια της μπάμιας
Ευδοκιμεί και καλλιεργείται σχεδόν σε ολόκληρη την Ελλάδα αλλά βασικά στις περιοχές του Έβρου, της Ημαθίας, της Εύβοιας, της Θεσσαλονίκης, των Τρικάλων, της Πιερίας, των Σερρών, και της Λαμίας. Στην Ελλάδα ανθίζει από τις αρχές καλοκαιριού μέχρι το φθινόπωρο. Είναι υγιεινή και ελαφριά τροφή για τον άνθρωπο και προτείνεται σε όσους έχουν προβλήματα πέψης. Είναι διάσημο φαγητό στην Αιθιοπία και την Αραβία και τα σπέρματα της μπάμιας αλευροποιημένα και καβουρντισμένα χρησιμοποιούνται για καφέ.
Η εποχή της σποράς της είναι σε ολόκληρη τη διάρκεια της άνοιξης, δηλαδή το Μάρτιο, τον Απρίλιο και το Μάιο. Όσον αφορά την εποχή μεταφύτευσης της μπάμιας, αυτή είναι γύρω στις 5 εβδομάδες μετά τη πρώτη σπορά.
Οι Ελληνικές ποικιλίες της μπάμιας είναι οι εξής:
Μπάμια-Λασιθίου: καλλιεργείται σε μεγάλες ποσότητες στη Κρήτη. Ο καρπός της είναι μικρού έως μετρίου μεγέθους και καλής ποιότητας.
Μπάμια-Μπογιατίου: καλλιεργείται βασικά στη Στερεά Ελλάδα. Ο καρπός της είναι καλής ποιότητας, μικρός και πενταγωνικός. Τα φύλλα της είναι μεγάλα με ελαφριές κολπώσεις.
Μπάμια-Βελούδο: είναι ποικιλία με καλή φυτρωτική ικανότητα των σπόρων, που δημιουργήθηκε ύστερα από βελτιωτικές προσπάθειες και επίσης είναι πρώιμη.
Μπάμια-Πυλαίας: καλλιεργείται βασικά στη Μακεδονία. Ο καρπός της είναι μικρός, πενταγωνικός και λεπτός και τα φύλλα φέρουν βαθιές εγκολπώσεις. Προτιμάται από τις βιομηχανίες μεταποίησης.
Μπάμια-Κιλκισίου: ο καρπός είναι μικρός, σαρκώδης και έχει βαθύ πράσινο χρώμα.
Μπάμια-Λεβαδιάς: ποικιλία τοπικού ενδιαφέροντος.
Μπάμια-Μπ.35: είναι αρκετά δημοφιλής ποικιλία και ο σπόρος της έχει δείξει ικανοποιητική φυτρωτική ικανότητα.
Η μπάμια, εξαιτίας του ότι είναι φυτό των θερμών εποχών, δεν φυτρώνει όταν το έδαφος έχει χαμηλή θερμοκρασία. Η σπορά επιβάλλεται να πραγματοποιείται όταν έχει σταθεροποιηθεί η θερμοκρασία εδάφους στους 15 βαθμούς Κελσίου και αναλόγως με τη περιοχή. Ο σπόρος της μπάμιας με το πέρασμα του χρόνου αφυδατώνεται, για αυτό δε πρέπει να χρησιμοποιείται σπόρος πάνω από 3 χρόνια. Όσο πιο φρέσκος είναι τόσο μεγαλύτερη είναι η φυτρωτική ικανότητα και δύναμη. Πριν τη σπορά, ο χώρος πρέπει να απολυμαίνεται με κατάλληλο μυκητοκτόνο και πάντα σύμφωνα με τις οδηγίες. Ο σπόρος της μπάμιας είναι ιδιαίτερα σκληρός και για να φυτρώσει γρήγορα και κανονικά πρέπει το έδαφος να είναι υγρό. Για να γίνει η σπορά με το χέρι, χρειάζεται προβλάστηση. Για 10 τ.μ. απαιτούνται 27-28 γραμμάρια σπόρων. Ο σπόρος μπαίνει σε χλιαρό νερό, με θερμοκρασία στους 30 βαθμών Κελσίου για 24 ώρες. Εάν δεν “σκάσει” θα πρέπει να αφεθεί στο νερό για άλλο ένα 24ωρο. Μόλις διαπιστωθεί η προβλάστηση του, επιβάλλεται να φυτεύεται στο υγρό χώμα.
Όσον αφορά τις αποστάσεις σποράς, ο καλλιεργητής θα πρέπει να φτιάξει αυλάκια που απέχουν μεταξύ τους περίπου 45 εκατοστά και μέσα σε αυτά να ρίξει 2-3 σπόρους ανά 22-23 εκατοστά. Μετέπειτα θα πρέπει να τους σκεπάσει σε βάθος 2.5 περίπου εκατοστών.
Μετά το φύτρωμα και όταν τα φυτά φτάσουν σε ύψος περίπου τα 4.5 εκατοστά, γίνεται αραίωμα έτσι ώστε να παραμείνει σε κάθε θέση ένα φυτό πάνω στη γραμμή. Επιβάλλεται να μείνει αυτό που θα έχει τη καλύτερη ανάπτυξη.
Αμέσως μετά το φύτρωμα, επιβάλλεται να πραγματοποιηθεί σκάλισμα όταν φτάσουν σε ύψος τα 2.5 εκατοστά επειδή επιδρά σημαντικά στην ανάπτυξη. Ένα σκάλισμα στη μπάμια ισοδυναμεί με ένα πότισμα, διότι το σκάλισμα καταστρέφει τα ζιζάνια και έτσι τα φυτά αναπτύσσονται καλύτερα. Ανάλογα με τις συνθήκες και την ύπαρξη των ζιζανίων το σκάλισμα επαναλαμβάνεται.
Πρόκειται για φυτό που κρατάει στη ξηρασία και ανάλογα με τη φυσική σύσταση του εδάφους γίνονται 1 με 2 ποτίσματα ανά 2 εβδομάδες.
Η μπάμια καλλιεργείται σε εδάφη ελαφριάς σύστασης, βασικά αμμοπηλώδη, τα οποία επιβάλλεται να οργώνονται αποτελεσματικά το φθινόπωρο ώστε να συγκρατούν το νερό της βροχής για να διατίθεται αυτό το νερό στα φυτά το χειμώνα. Τέτοια χωράφια είναι τα κοκκινοχώματα και αυτά πρέπει να προτιμούνται. Το κατάλληλο PH για τη καλλιέργεια της μπάμιας κυμαίνεται μεταξύ 6.5 και 7.
Η επιφάνεια του εδάφους επιβάλλεται να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο ισοπεδωμένη και το έδαφος ψιλοχωματισμένο. Ένα δεύτερο όργωμα πριν τη σπορά είναι αναγκαίο. Σε περίπτωση που το έδαφος είναι επικλινές, καλύτερα να γίνονται παρτέρια, όπου υπάρχει η δυνατότητα, για την ομοιόμορφη εκμετάλλευση της υγρασίας από τα φυτά. Για τη καταπολέμηση των ζιζανίων τα προφυτρωτικά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είναι τα Treflan και Trifluralin και μεταφυτρωτικά το Chlorthal-dimethyl.
Από την άλλη το είδος και η ποσότητα του λιπάσματος εξαρτώνται από τη γονιμότητα του εδάφους. Για ένα έδαφος μέτριας γονιμότητας γίνεται να χρησιμοποιηθεί σε 10 τ.μ. γύρω στα 175 γραμμάρια νιτρική αμμωνία, 325 γραμμάρια αραιό υπερφωσφορικό και 90 γραμμάρια θειικό κάλιο. Οι ποσότητες του καλίου και του υπερφοσφωρικού, μαζί με το 1/3 της νιτρικής αμμωνίας, ενσωματώνονται στο έδαφος με το όργωμα πριν τη σπορά. Τα υπόλοιπα 2/3 της νιτρικής αμμωνίας ρίχνονται με δόσεις επιφανειακά, όταν τα φυτά φτάσουν περίπου τα 3.5 εκατοστά. Ακόμη, γίνεται να χρησιμοποιηθεί και σύνθετος τύπος λιπάσματος, όπως το 11-15-15 σε ποσότητα 300 γραμμαρίων σε 10 τ.μ. καθώς και το 8-8-8 σε ποσότητα 1000 γραμμαρίων. Εκτός από τα παραπάνω, η ενσωμάτωση κοπριάς ή κάποιου άλλου οργανικού λιπάσματος ελαττώνει τη χρήση χημικού λιπάσματος και δίνει καλύτερα αποτελέσματα.
Η καλλιέργεια της μπάμιας
Όσον αφορά τη συγκαλλιέργεια της μπάμιας, αυτή μπορεί να συνδυαστεί με κουνουπίδι, καρότο και αγγούρι.
Η μπάμια χαρακτηρίζεται ως δύσκολη καλλιέργεια εξαιτίας της συγκομιδής που γίνεται με το χέρι αφού προκαλεί τσούξιμο και κνησμό στα μάτια και στα χέρια. Ο καρπός της μπάμιας μεγαλώνει με ιδιαίτερα γρήγορους ρυθμούς και για αυτό η συγκομιδή επιβάλλεται να πραγματοποιείται τακτικά ανά 1-2 ημέρες. Η συγκομιδή ξεκινάει όταν ο καρπός της μπάμιας φτάσει περίπου τα 2.5 εκατοστά και συνεχίζεται μέχρι να πέσουν τα φύλλα το φθινόπωρο. Ανεξάρτητα από το μήκος, η μπάμια επιβάλλεται να είναι τρυφερή και όχι σποριασμένη.
Πηγή>http://www.ecotimes.gr/
Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015
To καλύτερο νερό είναι αυτό που τρώμε και όχι αυτό που πίνουμε!
Ο ρόλος του νερού για το ανθρώπινο σώμα είναι σημαντικός όσο και απλός. Όταν τα κύτταρά μας δεν είναι αρκούντως ενυδατωμένα[1], αρχίζουν να εκφυλίζονται, να παθαίνουν φθορές και να μη μπορούν να λειτουργήσουν στο ανώτατο επίπεδο που μπορούν. Οι φθορές των κυττάρων-ενώ τα ίδια τα κύτταρα μπορούν να τα οδηγούν και στο θάνατο- έχουν σαν αποτέλεσμα τη φθορά των ιστών και αυτό που αποκαλούμε γήρανση του οργανισμού. Έτσι έχουμε –πριν τον οριστικό θάνατο του ίδιου του οργανισμού, που κάποτε θα συμβεί έτσι και αλλιώς-την εμφάνιση της ασθένειας, του πόνου, της κόπωσης, της δυσκαμψίας, των ρυτίδων γήρανσης, της απώλειας της πνευματικής διαύγειας κ.λπ. Η απώλεια κυτταρικού νερού είναι μια από τις αιτίες να μη μπορεί ο οργανισμός να διατηρεί σε καλή κατάσταση το ανοσιοποιητικό του σύστημα και να αυτοθεραπεύεται.
Πως εξασφαλίζουμε λοιπόν την επάρκεια του κυτταρικού νερού;
Το νερό που πίνουμε μπορεί να μην είναι αρκετό, αν τα κύτταρά μας-λόγω φθοράς- δε μπορούν να το συγκρατήσουν, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Η ενυδάτωση έχει να κάνει με το νερό που κρατάνε τα κύτταρά μας και όχι με αυτό που πίνουμε. Το σώμα μας μπορεί να είναι γεμάτο από το εξωκυτταρικό νερό και όμως να είναι αφυδατωμένο.
Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ θεωρεί ότι: «Η κατάλληλη ποσότητα νερού για τους ενήλικες είναι 2,5 λίτρα στις περισσότερες περιπτώσεις. Ένα γενικό όριο για κάθε άνθρωπο είναι 1 ml ανά θερμίδα τροφής. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ποσότητας περιέχεται στο φαγητό». Αλλά αυτό που έχει μείνει στα ΜΜΕ από αυτή τη θεώρηση και προπαγανδίζουν συνέχεια, είναι τα 2,5 λίτρα την ημέρα. Ξεχνούν το ότι τα 2,5 αυτά λίτρα μπορεί να τα εξασφαλίζουμε από τη διατροφή μας, σα συστατικό κυρίως των φρούτων και λαχανικών.
Για παράδειγμα το καρπούζι και το αγγούρι είναι 97% νερό, οι ντομάτες και τα κολοκύθια είναι 95%, η αγκινάρα 92%, τα καρότα 88% και τα ροδάκινα 87%. Αυτό το νερό των φρούτων και λαχανικών, αλλά και των άλλων τροφών[2] έχει την καλύτερη δομή και άρα είναι «ενεργό» νερό, με μικρά κλούστερ. Αρκεί βέβαια να μην έχουν καλλιεργηθεί με επιβλαβή χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα.
Τα φυτικά τρόφιμα είναι η καλύτερη πηγή νερού υψηλής ποιότητας. Γιατί συμπυκνώνουν στο νερό τους θρεπτικά συστατικά και δομούν το νερό με τέτοιο τρόπο, ώστε να παίρνει την καλύτερη μορφή για τα κύτταρά μας- μεμικρούς υγρούς κρυστάλλους(Κλούστερ). Έτσι παραμένει αρκετά στο εσωτερικό των κυττάρων, ώστε να το αξιοποιούν όπως το χρειάζονται. Καλύτερα λοιπόν να τρώμε[3] το νερό μας, παρά να το πίνουμε. Αλλά βέβαια αυτό που πίνουμε καλύτερα να είναι τρεχούμενο και απαλλαγμένο από αρνητικές επιδράσεις, παρά από φιάλες ή μπιτόνια.
[1] Τόσο το κυτταρόπλασμα, όσο και ο πυρήνας των κυττάρων, που περιβάλλονται από τη μεμβράνη, αποτελούνται κυρίως από νερό. Η ίδια η μεμβράνη αποτελείται από λιπίδια και λεκιθίνη.
[2] Τα φασόλια, τα δημητριακά και τα ζυμαρικά λειτουργούν σα σφουγγάρι κατά το μαγείρεμα και κατά το φαγητό μπορεί να είναι από 50%-77% νερό. Επίσης το ψωμί ολικής άλεσης είναι κατά το 1/3 νερό. Το ψητό κοτόπουλο μέχρι και 65%, ενώ κάποια ψάρια μέχρι και 65% νερό.
[3] Το βράσιμο π.χ. των λαχανικών οδηγεί και σε απώλεια νερού, καθώς η θερμότητα διαλύει τις κυτταρικές μεμβράνες και το νερό διαρρέει από τα φυτικά κύτταρα. Καλύτερα λοιπόν θα ήταν αν τρώγαμε όσο γίνεται περισσότερο ωμά τα λαχανικά μας.
Πηγή>http://www.topikopoiisi.com/
Το σπαράγγι και η καλλιέργειά του.
Το άγριο σπαράγγι ήταν γνωστό στην Ελλάδα εδώ και 2000 χρόνια. Η καλλιέργεια του ήμερου διαδόθηκε από τις χώρες της Μεσογείου στη Βόρεια Αμερική και στη Βόρεια Ευρώπη.
Είναι φυτό δίοικο, σε άλλα εμφανίζονται τα θηλυκά άνθη και σε άλλα τα αρσενικά.
Αναπτύσσει πλούσιο, σαρκώδες ριζικό σύστημα. Το υπέργειο τμήμα του ξεραίνεται σε χαμηλές θερμοκρασίες και ξαναβλασταίνει όταν αυτή ανέβει, από τους λανθάνοντες οφθαλμούς που βρίσκονται κάτω από το έδαφος σ'ένα σχηματισμό που ονομάζεται κορόνα.
Η φυτεία ζει 10-12 χρόνια, μπορεί και 14με 16. Από τον 3ο χρόνο και για 6 χρόνια δίνει πολύ καλή παραγωγή ακολουθώντας ανοδική πορεία, μετά αρχίζει η κάμψη της απόδοσης. Αποδίδει βλαστούς την Ανοιξη.
Μετά την περίοδο της συγκομιδής οι αναπτυσσόμενοι βλαστοί αποτελούν τους άξονες του φυτού. Από τις μασχάλες βγαίνουν τα καλούμενα κλαδόφυλλα με αραχνοειδή επιφάνεια. Χρησιμεύουν σαν όργανα αφομοίωσης, αναπνοής και διαπνοής.
Από τις μασχάλες επίσης των φύλλων βγαίνουν τα άνθη. Τα άνθη είναι μικρά, πρασινοκίτρινα και έχουν 6 ενωμένα πέταλα. Τα θηλυκά παράγουν μικρούς στρογγυλούς καρπούς (ράγες) αρχικά πράσινους και όταν ωριμάσουν κόκκινους.
Κλιματικές απαιτήσεις
Ευδοκιμεί καλύτερα σε περιοχές που έχουν χαμηλές θερμοκρασίες για 3-4 μήνες. Διάστημα απαραίτητο για να μπει το φυτό στην περίοδο του ληθάργου, (καλλιεργείται σε χώρες όπως η Γερμανία, Ολλανδία, Αγγλία, Ουγγαρία και αλλού). Η μέση ημερήσια θερμοκρασία εδάφους επηρεάζει την ταχύτητα ανάπτυξης των βλαστών και την παραγωγή η οποία αυξάνεται καθώς αυξάνει η θερμοκρασία την Ανοιξη π.χ. αν αυτή είναι κατά μέσο όρο 15,5 οC τότε απαιτούνται 5,5 μέρες για να δημιουργηθεί βλαστός 15 cm ενώ στους 25 οC απαιτούνται 2 μέρες. Παράλληλα όσο ψηλότερες είναι τόσο πιο γρήγορα ανθίζουν τα σπαράγγια.
Απαιτήσεις - προετοιμασία εδάφους
Τα σπαράγγια ευδοκιμούν σε όλους τους τύπους εδαφών προκειμένου όμως να δώσουν πλούσια παραγωγή και καλή ποιότητα βλαστών, (ιδιαίτερα στην περίπτωση των λευκών σπαραγγιών) θα πρέπει να προτιμούνται τα αμμώδη. Ενώ για την παραγωγή πράσινων μπορούν να καλλιεργηθούν και τα πηλώδη, ιλυοπηλώδη και ιλυώδη εδάφη. Ταιριάζουν καλά σε ηλιόλουστα, βαθιά, καλοστραγγιζόμενα εδάφη, με πολύ οργανική ουσία. Προτιμούν ΡΗ 6,5-7 αλλά μπορούν να εκμεταλλευτούν και τα αλκαλικά εδάφη. Πολλοί παραγωγοί προσθέτουν στο έδαφος χλωριούχο νάτριο το οποίο βοηθά στην αφομοίωση του καλίου και τον ασβεστίου.
Σαν μόνιμη φυτεία απαιτεί προσεκτική προετοιμασία εδάφους. Επειδή φυτεύονται πολύ πυκνά και από τον δεύτερο κιόλας χρόνο το πυκνό ριζικό τους σύστημα καλύπτει όλο σχεδόν το έδαφος (με αποτέλεσμα η κατεργασία τον να είναι αδύνατη χωρίς να υποστούν ζημιές οι ρίζες), πριν τη φύτενση γίνεται κατεργασία σε βάθος 30 cm, ισοπέδωση και τσάπισμα των αγριόχορτων.
Ο ανταγωνισμός των αγριόχορτων κατά τη διάρκεια των 6 πρώτων βδομάδων ανάπτυξης της καλλιέργειας αναγκάζει το φυτό να παράγει λιγότερα φύλλα την πρώτη χρονιά και μειώνει τον αριθμό των βλασταριών στις επόμενες 2 σεζόν. Γι' αυτό πρέπει να κρατάμε τα αγριόχορτα μακριά από τα σπαράγγια.
Οσον αφορά τη λίπανση, απαιτούν μεγάλες ποσότητες αζώτου,
καλίου και φωσφόρου.
Θεωρείται απαραίτητη η προσθήκη 5-6 τόνων κοπριάς ή κόμποστ στο στρέμμα και ριζοπότισμα με εκχύλισμα κόμποστ. Επιπρόσθετα ψεκασμός στα φύλλα με υγρό εκχύλισμα φyκιών 2- 3 φορές στην περίοδο ανάπτυξης.
Πολλαπλασιασμός - φύτευση
Τα σπαράγγια πολλαπλασιάζονται με σπορά και μεταφύτευση. Η σπορά γίνεται την Ανοιξη σε ανοιχτά σπορεία όπου τα φυτά παραμένουν για έναν ολόκληρο χρόνο. Ο σπόρος αργεί να φυτρώσει. Με ευνοϊκή θερμοκρασία αέρα μεταξύ 20ο - 30 οC απαιτούνται 2-6 βδομάδες. Το έδαφος πρέπει να ζεσταθεί καλά 15,5 -26,6 οC. Το φύτρωμα διευκολύνεται αν βρέξουμε το σπόρο για 3-4 μέρες σε νερό θερμοκρασίας 30 - 35 οC.
Η σπορά γίνεται σε γραμμές, σε βάθος 3-4 cm αποστάσεις μεταξύ των γραμμών 20-30 cm και επί των γραμμών 5-10 cm. Ακολουθούν βοτανίσματα, σκαλί σματα και ποτίσματα μέχρι το Φθινόπωρο, οπότε τα φυτά ή αφήνονται επί τόπου μέχρι την Ανοιξη ή ξεριζώνονται και αποθηκεύονται.
Προτιμούνται τα αρσενικά φυτά γιατί είναι πρωιμότερα και πιο παραγωγικά. Τα θηλυκά δίνουν μεγαλύτερους βλαστούς αλλά κουράζονται γρηγορότερα. Μια φυτεία με αρσενικά μόνο φυτά δίνει 30% περισσότερα βλαστάρια από μια ανάμεικτη. Για να εξασφαλίσουμε μόνο αρσενικά καλλιεργώντας φυτά που έχουμε παράγει μόνοι μας από σπόρο, πρέπει να ελέγξουμε τα θηλυκά στο σπορείο ή στο χωράφι.
Τα αρσενικά άνθη είναι μεγαλύτερα και μακρύτερα (Εικ. 1).Αφού τα ξεχωρίσουμε εγκαθιστούμε στη φυτεία μόνο τα αρσενικά φυτά. Απαραίτητη προϋπόθεση για τον καθορισμό του φύλου των φυτών είναι να περάσουν 2 χρόνια στο σπορείο.
Στη δεύτερη περίπτωση ξεριζώνουμε όλα τα θηλυκά φυτά από τη φυτεία και την επόμενη Ανοιξη μεταφυτεύουμε αρσενικά στα κενά που δημιουργήθηκαν.
Συνήθως όμως ξεκινάμε τη φυτεία αγοράζοντας πιστοποιημένα ριζώματα, (Εικ. 2) (περίπου 1300/στρ) ενός έτους, τα οποία εμβαπτίζουμε σε εκχύλισμα κόμποστ για 5 λεπτά πριν τη φύτευση για λόγους πρόληψης ασθενειών. Η περίοδος φύτευσης εκτείνεται από αρχές Μαρτίου έως τέλος Απριλίου. Σε περιοχές με όψιμους παγετούς πρέπει να καθυστερεί.
Κατά τη φύτευση τα ριζώματα τοποθετούνται με τους οφθαλμούς προς τα πάνω και τις κύριες ρίζες απλωμένες.
Η φύτευση γίνεται σε γραμμές όπου ανοίγεται αυλάκι βάθους 25- 30 cm ή ανοίγονται λάκκοι ίδιου βάθους σε αποστάσεις 30 cm. Οι αποστάσεις μεταξύ των γραμμών μπορεί να είναι 90-120 cm. Στην περίπτωση που γίνεται καλλιέργεια σε μεγάλες εκτάσεις και χρησιμοποιούνται μηχανήματα όπως καλλιεργητής για το βοτάνισμα, (πάντα με 1-2 νύχια για να αναμοχλεύει το έδαφος εκεί που πατά ο τροχός γιατί ο αερισμός του εδάφους είναι βασική προϋπόθεση για να ζήσει η φυτεία πολλά χρόνια), οι αποστάσεις μπορεί να είναι 1,6-1,8 m με 2,3-2,5 m.
Πριν το φύτεμα γεμίζουμε το αυλάκι κατά το 1/3 με καλοχωνεμένη κοπριά ή κόμποστ, τοποθετούμε τα ριζώματα και καλύπτουμε με 5-6 cm κοπριά ή κόμποστ προσθέτοντας σκόνη ασβεστόλιθου ή λιθόθαμνο.
Συνεχίζουμε να προσθέτουμε κοπριά ή κόμποστ, 2-3 φορές ως το τέλος του καλοκαιριού μέχρι να γεμίσουν τα αυλάκια. Αν δεν βρέξει την επόμενη μέρα από τη φύτευση ποτίζουμε το χωράφι.
Το Φθινόπωρο αρχίζει η εδαφοκάλυψη των φυτών με κόμποστ ή κοπριά για να σχηματιστούν σαμάρια κατά μήκος των πρώην αυλακιών και αυλάκια άρδευσης μεταξύ τους.
Η εργασία αυτή επαναλαμβάνεται τέλη χειμώνα με αρχές Ανοιξης, (οι Αλκυονίδες μέρες θεωρούνται οι καλύτερες), πριν εμφανιστούν τα βλαστάρια και ξανά το φθινόπωρο.
Σε περιοχές με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα για να αποφεύγονται τα παγώματα, καλό είναι να σαμαρώνονται οι φυτείες πριν τους παγετούς και να μην κόβονται τα στελέχη που ξηραίνονται, (το υπέργειο τμήμα των σπαραγγιών παγώνει στους Ο οC).
Για ακόμη καλύτερη προστασία μπορούμε να καλύψουμε τα φυτά με άχυρο ή άλλη ελαφριά εδαφοκάλυψη.
Τα στελέχη απομακρύνονται και καταστρέφονται πριν εμφανιστεί η καινούρια βλάστηση την Ανοιξη γιατί μπορεί να έχει προσβληθεί από ασθένειες ή να υπάρχουν επάνω της αβγά εντόμων. Επίσης θα πρέπει να έχουμε, υπόψιν μας ότι η κορόνα χρόνο με το χρόνο βρίσκεται πιο κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Για να μην καταστραφούν οι οφθαλμοί φροντίζουμε να γίνεται εδαφοκάλυψη 15 cm κάθε Ανοιξη.
Τα ποτίσματα στα σπαράγγια είναι λίγα και γίνονται με διήθηση. Συνήθως γίνεται ένα κατά την έναρξη της συγκομιδής, ένα προς το τέλος της, ένα προς το καλοκαίρι και ένα το φθινόπωρο.
Στη συμβατική καλλιέργεια το Φεβρουάριο γίνεται κάλυψη των σαμαριών με διαφανές πλαστικό για πρωϊμιση της παραγωγής κατά ένα μήνα.
Παραγωγή σπόρου
Τα σπαράγγια σταυρογονιμοποιούνται με τα έντομα. Καλό είναι να απομονώνονται μερικά αρσενικά και θηλυκά φυτά σε αναλογία 1:5, να φυτεύονται ξεχωριστά και να παίρνεται ο σπόρος αυτών των φυτών για τον πολλαπλασιασμό τον φυτού.
Ο σπόρος ωριμάζει τον Οκτώβρη - Νοέμβρη. Τον μαζεύουμε μαζί με την κόκκινη ράγα (εικ. 3) και τον ξεχωρίζουμε απ' αυτήν τρίβοντας τον με τα χέρια μας. Μετά τον ξεπλένουμε με άφθονο τρεχούμενο νερό. Οι καρποί περιέχουν 4-6 σπόρους. Ενα γραμμάριο περιέχει 50-65 σπόρους. Η βλαστική τους ικανότητα διαρκεί 3 χρόνια.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ
Φυσιολογικές παθήσεις
Πικρά σπαράγγια με πολύ σκληρή επιδερμίδα. Τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται όταν το έδαφος που καλλιεργούνται είναι σφικτό και ξερό.
Κούφια και λεπτά βλαστάρια. Πιθανόν οφείλεται σε έλλειψη βορίου.
Φυτά ευάλωτα σε ασθένειες όπως φουζαρίωση και ριζοκτόνια.
Ενας από τους λόγους μπορεί να είναι και η έλλειψη χαμηλών θερμοκρασιών. Τα σπαράγγια πρέπει να περνάνε περίοδο ληθάργου που να διαρκεί τουλάχιστον 2 μήνες.
Μικρά βλαστάρια. Μπορεί να οφείλεται σε τρεις λόγους: να είναι νεαρή η φυτεία, να υπάρχει έλλειψη θρεπτικών στοιχείων ή να έχει γίνει υπερβολική συγκομιδή. Θα πρέπει να συγκομίζουμε ελαφρά τα πρώτα χρόνια για να αναπτυχθούν δυνατές ρίζες και να προσθέτουμε μεγάλες ποσότητες κόμποστ.
Τα βλαστάρια καφετιάζουν, μαλακώνονν, μαραίνονται ή ξηραίνονται. Τα σπαράγγια μάλλον έχουν πληγεί από χαμηλές θερμοκρασίες. Σ' αυτή την περίπτωση τα κόβουμε και τα πετάμε. Αν προβλέπονται κρύες νύχτες κάνουμε εδαφοκάλυψη με οργανικά υλικά ή εφημερίδες.
Κίτρινα φύλλα, αργή ανάπτυξη των φυτών. Υποδηλώνει έλλειψη αζώτου ή έδαφος που νεροκρατεί. Μπορούμε να ψεκάσουμε με εκχύλισμα από ιχθυάλευρα ή να κάνουμε ριζοπότισμα με εκχύλισμα κόμποστ για να καλύψουμε την έλλειψη. Αν το έδαφος νεροκρατεί καλλιεργούμε σε υπερυψωμένο έδαφος.
Εχθροί
Φαγωμένα τα τρυφερά μέρη των βλαστών. Ισως υπάρχει προσβολή από τον κριόκερο. (Εικ. 4) Ενα μικρό σκαθάρι τον οποίον τα ακμαία και οι προνύμφες εκτός από τους βλαστούς προκαλούν ζημιές στα φύλλα και στις ράγες. Η συγκαλλιέργεια με τις ντομάτες τα απωθεί ενώ ταυτόχρονα τα σπαράγγια λειτουργούν σαν φυσικό νηματοδοκτόνο και κρατούν μακριά τους νηματώδεις από τις ντομάτες. Σε μικρούς κήπους με σπαράγγια μπορούμε να αφήσουμε να βόσκουν κότες, πάπιες και φραγκόκοτες που τρώνε το έντομο. Φυσικοί εχθροί του επίσης είναι η παρασιτική σφήκα και η πασχαλίτσα.
Σκόνισμα των φυτών με οστεάλευρα ή φωσφορικά πετρώματα δουλεύει απωθητικά και συγχρόνως λιπαίνει την καλλιέργεια. Επίσης πάντα για μικρές εκτάσεις στο ξεκίνημα όσο είναι μικρά τα φυτά μπορούν να απλωθούν προστατευτικά δίχτυα. Καθώς μεγαλώνουν τα απομακρύνουμε γιατί η καλλιέργεια είναι λιγότερο ευπρόσβλητη.
Ψεκασμοί με το φυτό Deris Eliptica έχει δώσει καλά αποτελέσματα σε σοβαρές προσβολές. Επίσης μπορεί να γίνει ψεκασμός με ροτενόνη.
Ασθένειες
Μικροί βλαστοί - σάπισμα των ριζών - ξήρανση του υπέργειο τμήματος.
Εχουμε προσβολή από φουζαρίωση. (Εικ. 5) Το κυριότερο χαρακτηριστικό της είναι το σάπισμα του εσωτερικού των σαρκωδών ριζών, ενώ το εξωτερικό μένει σχεδόν ανέπαφο.
Αυτό είναι το τελευταίο σύμπτωμα. Πριν απ' αυτό η προσβολή προσδιορίζεται από τον καστανόμαυρο αποχρωματισμό των ριζών.
Είναι η σοβαρότερη ασθένεια των σπαραγγιών. Δεν υπάρχει θεραπεία. Προσβάλλει κυρίως τις καλλιέργειες σε βαριά και συνεκτικά εδάφη. Μπορεί να προέρχεται από προσβεβλημένα φυτώρια σπαραγγιών. Σε περίπτωση προσβολής απομακρύνουμε και καταστρέφουμε τα προσβεβλημένα φυτά. Σε χωράφι με φυτά ευαίσθητα στο Φουζάριο καλλιεργούμε σπαράγγι μετά από 8 χρόνια.
Χρησιμοποιούμε ανθεκτικές ποικιλίες. Απολυμαίνουμε το σπόρο για 2 λεπτά σε διάλυμα χλωρίνης, (1 μέρος χλωρίνη σε 9μέρη νερό) και κατόπιν τον ξεπλένουμε για 1 λεπτό κάτω από τρεχούμενο νερό.
Αναφέρεται ότι η πρόσθεση χλωριούχου νατρίου στο έδαφος που καλλιεργείται σπαράγγι (1 κιλό στα 100m2) μπορεί να οδηγήσει σε ύφεση την εξέλιξη του φουζαρίου και να ευνοήσει την ανάπτυξη των ριζών του σπαραγγιού.
Ιώδης και ερυθροϊωδης γρωματισμός του υπόγειου μέρους. Πιθανή προσβολή από ιώδη ριζοκτονίαση. Η ασθένεια αυτή προσβάλει επίσης τα τεύτλα, τα καρότα, τη μηδική και διάφορα είδη δέντρων. Είναι αρκετά σοβαρή ασθένεια σε βαθμό που να αποκλείει την καλλιέργεια των σπαραγγιών από ορισμένα εδάφη. Στη Γαλλία είχαν προσβληθεί τεράστιες εκτάσεις από ριζώματα που είχαν ασθένειες όπως ριζοκτόνια και φουζαρίωση. Χαρακτηριστικό της είναι ο ιώδης και ερυθροϊωδης χρωματισμός του υπόγειου μέρους, ενώ συχνά σχηματίζεται πλέγμα νημάτων σαν κορδόνια που περιβάλει τις ρίζες. Το υπέργειο τμήμα εξασθενεί, αποκτά κιτρινωπό χρώμα και αμέσως μετά μαραίνονται τα υπέργεια πράσινα τμήματα των σπαραγγιών. Ο μύκητας αναπτύσσεται σε υγρά και όξινα εδάφη. Η προσβολή ευνοείται όταν το φθινόπωρο είναι υγρό και θερμό και όταν προηγηθεί καλλιέργεια ευαίσθητη στη ριζοκτόνια. Αντιμετωπίζεται προληπτικά με τη χρήση ανθεκτικών ποικιλιών, απολυμασμένων φυτών, αγρανάπαυση ή αμειψισπορά.
Πράσινες, κόκκινες και μελανές κηλίδες στους βλαστούς
Πιθανή προσβολή από το μύκητα που προκαλεί τη σκωρίαση του σπαραγγιού. (Εικ. 6)
Προξενεί καστανόχρωμες κηλίδες και εξανθήματα που σιγά- σιγά εξελίσσονται σε νεκρώσεις βλαστών. Μπορεί να περιοριστεί με ψεκασμούς 1% βορδιγάλειου πολτού και ανθεκτικές ποικιλίες.
Κιτρίνισμα, ξήρανση και πτώση των βελόνων του σπαραγγιού.
Εχουμε προσβολή από βοτρυτίδα (Εικόνα 7). Στο τέλος ξηραίνεται ολόκληρο το υπέργειο μέρος τον φυτού. Η ασθένεια αυτή προσβάλλει τα φυτά μετά από πότισμα ή δυνατή βροχή
Διαδοχικές καλλιέργειες
Μπορείνα καλλιεργηθεί σε χωράφι μετά από σιτάρι ή καλαμπόκι. Οχι μετά από τεύτλα ή πατάτες.
Συγκαλλιέργεια
Η συγκαλλιέργεια με την ντομάτα απωθεί το σκαθάρι των σπαραγγιών, τον κριοκε ρο. Ο μαϊντανός και ο βασιλικός ευνοούν την ανάπτυξή τους. Ενώ δεν ταιριάζουν μαζί τους τα σκόρδα, τα κρεμμύδια και τα πράσα.
Συγκομιδή
Τα πρώτα βλαστάρια κόβονται τον τρίτο χρόνο ώστε το φυτό να εγκατασταθεί καλά και να αποκτήσει γερό ριζικό σύστημα. (Εικ.8)
Τα χαρακτηριστικά που επιδιώκονται είναι χοντρός βλαστός και τρυφερό κεφάλι καλά κλειστό επάνω (να μην έχει αρχίσει η έκπτυξη) και λευκό χρώμα (αντό εξαρτάται βασικά από την επιμελημένη συγκομιδή).
Τα πρώτα βλαστάρια κόβονται τον τρίτο χρόνο από τη σπορά ή δεύτερο από τη φύτευση τον ριζώματος και διαρκεί 2 βδομάδες. Η συγκομιδή ξεκινάει 10 με 15 Απριλίου. Πρόωρη συλλογή στρεσάρει τα φυτά και τα κάνει ευπρόσβλητα σε έντομα. Την επόμενη χρονιά η συγκομιδή διαρκεί 4 βδομάδες και τα υπόλοιπα χρόνια μπορεί και 8.
Θα πρέπει να περιορίσουμε την περίοδο συγκομιδής σ'εκείνα τα χρονικά όρια που θα επιτρέψουν στο φυτό να αποκτήσει τελικούς βλαστούς και άξονες που θα μπορούν να αποταμιεύουν θρεπτικά στοιχεία για τα επόμενα χρόνια.
Αν κατά τη διάρκεια της συγκομιδής παρατηρήσουμε ότι οι βλαστοί γίνονται υπερβολικά αδύνατοι, πρέπει να διακόψουμε και να αφήσουμε τα φυτά να ησυχάσουν μέχρι την επόμενη χρονιά.
Η συλλογή γίνεται αποκλειστικά με τα χέρια πρωινές ώρες. Η κοπή των βλαστών γίνεται με ειδικά μαχαίρια λίγο κάτω από το έδαφος και στο μισό περίπου της απόστασης της έκφυσης του βλαστού από το ρίζωμα μέχρι την επιφάνεια του εδάφους.
Θα πρέπει υποχρεωτικά την εποχή συγκομιδής να περνάμε κάθε μέρα και να ελέγχουμε αν υπάρχουν βλαστοί για κόψιμο. Αν δεν πάμε μια μέρα, οι βλαστοί θα βγούν έξω και θα πρασινίσουν. Κατά μέσο όρο χρειάζεται ένας εργάτης για 5 στρέμματα.
Οι κομένοι βλαστοί έχουν μήκος 20-25 cm
Πριν γίνει οποιαδήποτε διαλογή συνήθως εμβαπτίζονται και παραμένουν στο νερό 2-4 ώρες για να σταματήσει η αλλαγή του χρώματος. Το νερό πρέπει να διατηρείται κρύο (2- 5 οC). Σε όλη τη διάρκεια παραμονής κάθε παρτίδος, αλλιώς αποκτούν δυσά-
ρeστη οσμή. Μετά κόβονται στη βάση τους και αφού γίνει μια διαλογή ξεχωρίζοντας σπασμένα και προσβεβλημένα, κατατάσσονται σε κατηγορίες ανάλογα με το μέγεθος (μήκος και πάχος), το σχήμα (ευθεία - κυλινδρικά - σχήμα κορυφής) και το χρώμα (εντελώς λευκά - βιολέ - πράσινα).
Συσκευάζονται σε ματσάκια τον μισού κιλού και τοποθετούνται όρθια σε κιβώτια.
Συντηρούνται σε ψυγείο 1ο - 2oC και σχετική υγρασία 95%. Η συντήρηση κρατά έως 10 μέρες χωρίς να υποβαθμίζει την ποιότητα.
Τα σπαράγγια που περισσεύουν ή θεωρούνται δεύτερης ποιότητας, μπορούν ή να κονσερβοποιηθούν ή να αφυδατωθούν ή να καταψυχθούν. Μια καλή φυτεία μπορεί να δώσει γύρω στα 500 κιλά στο στρέμμα.
Βιβλιογραφία
- High - Yield GARDENING. MARJORIE B HUNT and BRENDA BORTZ
- Gardening for All - Seasons New Alchemy Institute.
- The ENCYCLOPEDIA OF Natural insect and Disease control ROGER B. YEPSEN JR
- THE ORGANIC GARDENIER'S HANDBOOK OF NATYRAL INSECT AND DISEASE CONTROL Barbara W. Ellis and Fern Marshall Bradley
- G ARDEN PROBLEM SOLVER JEFF BALL
- COLOR HANDBOOK OF GARDEN INSECTS ANNA CARR
- Γενική και Ειδική Λαχανοκομία Θρασύβουλου Δ. Ραπτόπουλου. -Σύγχρονη Γεωργική Τεχνολογία (περιοδικό)
Φυσιολογικές ιδιότητες του σπαραγγιού
Δ.Π.-Σ.Ο.
Περιέχει κομμιορητίνη (ασπαραγίνη), σαπωνίνη, βιταμίνες Α και Β, ανόργανα άλατα, Μαγγάνιο, Κάλιο, Σίδηρο, Φώσφορο, ίχνη Φθορίου
Είναι: Διουρητικό, Καθαρτικό, Δυναμωτικό, Ορεκτικό και Ρευστοποιητικό του αίματος. Αποτελεί πηγή ιχνοστοιχείων. Καθαρίζει το αίμα, νεφρά, συκώτι, έντερο, πνευμόνια, δέρμα. Ρυθμίζει τους παλμούς της καρδιάς. Ελαττώνει τη γλυκοζουρία.
Ετσι ενδείκνυται για αναιμίες, φυσική και διανοητική ατονία, ανάρρωση, έλλειψη μεταλλικών στοιχείων, ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια, καθαρισμό νεφρών από άμμο, αρθριτισμό, υδρωπικία, ρευματισμούς, ποδάγρα, χρόνιες βρογχίτιδες, φυματίωση, δερμάτωση, παχύρρευστο αίμα, ταχυκαρδίες, διαβήτη και δηλητηριάσεις.
Χρησιμοποιείται επίσης για την αϋπνία και στους πονοκεφάλους.
Χρήση
Ωμό σε σαλάτες ή με τη μορφή χυμών.
Σημείωση
Το σπαράγγι αντενδείκνυται ή τουλάχιστον πρέπει να χρησιμοποιείται με μέτρο, στις περιπτώσεις φλόγωσης του ουροποιητικού, όπως έχουμε στην κυστίτιδα και σύμφωνα με τη γνώμη κάποιων στην περίπτωση οξείας ρευματικής αρθρίτιδας, επειδή είναι ερεθιστικό.
Χρησιμοποιούμε το λευκωπό ρίζωμα (συλλέγεται στα τέλη Ανοιξης - αρχές Καλοκαιριού), τα καστανωπά ριζώματα που περιέχουν ασπαραγγίνη και τις φρέσκες κορυφές (συλλέγονται στις αρχές καλοκαιριού).
Είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείται χλωρό και όχι αποξηραμένο που έχει χάσει κάποιες ιδιότητες. Μπορούμε όμως να το αποξηράνουμε κόβοντάς το σε μικρά κομματάκια. Στη συνέχεια το φυλάμε σε καλά σφραγισμένα δοχεία.
Το κονσερβοποιημένο σίγουρα χάνει τις περισσότερες φαρμακευτικές και δυναμωτικές ιδιότητές του οπότε είναι ουσιαστικά άχρηστο για φαρμακευτική χρήση.
Τα άγρια είδη είναι πολλές φορές πιο νόστιμα, περιέχουν πολύ ασπαραγίνη αλλά δεν έχουν μελετηθεί οι άλλες ιδιότητές τους.
Βραστάρι: Μια κουταλιά κοφτή σε ένα φλιτζάνι νερό, 2-3 φλιτζ/ημερ.
Για την αϋπνία, πίνουμε 1 ποτήρι χλιαρό αφέψημα από τα λουλούδια και τον βλαστό.
Πηγή>http://www.topikopoiisi.com/