ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Κουκιά καλλιέργεια

koukia-kalliergeia

Περιγραφή

Ο Κύαμος (κουκί) (ελληνιστί: Κύαμος ο κοινός, λατινιστί: Faba vulgaris ή ελληνιστί: Βίκια φάβα, λατινιστί:Vicia faba) είναι ποώδες, ετήσιο φυτό της οικογένειας των Κυαμοειδών, του γένους Βίκος (Vicia).
Τα φύλλα του είναι σύνθετα πτερωτά, τα άνθη σχηματίζουν βότρυς και μοιάζουν με αυτά του μπιζελιού. Έχει λευκή ή ιώδη χροιά με μία χαρακτηριστική μαύρη κηλίδα σε κάθε πέταλο. Το ύψος του φυτού φτάνει το ένα μέτρο και η συγκομιδή των καρπών είναι σχετικά εύκολη.
Ο καρπός είναι κοντός, χονδρός, άμισχος και περιέχει περί τους δέκα ογκώδεις σπόρους, τα γνωστά κουκιά. Η θρεπτική αξία του κυάμου είναι μεγάλη, επειδή είναι πλούσιος σε πρωτεΐνες. Κάθε καρπός περιέχει 72% νερό, 8% πρωτεΐνες, 20% υδατάνθρακες, 5% φυτικές ίνες και 1% φυτικά έλαια.
Είναι πλούσιος σε φολικό οξύ (104 mg ανά 100 γραμμ.), φωσφόρο, μαγγάνιο, μαγνήσιο, χαλκό, κάλιο, νάτριο, σίδηρο. Περιέχει επίσης λιπαρά οξέα ω6 152 mg/100γρ και ω3 12.0 mg/100γρ.
Καταγωγή του είναι η Ασία και η Κίνα όπου γίνεται η μεγαλύτερη παραγωγή παγκοσμίως.Απομεινάρια του κουκιού έχουν βρεθεί στο Ισραήλ που χρονολογούνται από το 6.500 π.χ. Αυτό κάνει το ταπεινό κουκί ένα από τα πρώτα λαχανικά που καλλιεργήθηκαν.
Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι όταν ένα άτομο πέθανε η ψυχή του προσωρινά διέμενε σε κουκιά πριν από το πέρασμα στην επόμενη ζωή.
Τα κουκιά ήταν πολύ σημαντικά για τους Έλληνες:Ο ίδιος ο Όμηρος τα αναφέρει στα έπη του, ενώ συνεχίζουμε να τα βρίσκουμε σε αρχαιολογικές ανασκαφές, καθώς τα ξερά κουκιά αντέχουν πολύ στον χρόνο. Οι αρχαίοι Έλληνες τα μαγείρευαν με διάφορους τρόπους και τα σερβίριζαν με ξύδι ή τα έκαναν πουρέ.
Αναμειγμένα με ελαιόλαδο και με τη συνοδεία μιας φέτας ψωμιού προσέφεραν στους αρχαίους μια θαυμάσια πηγή θρεπτικών συστατικών.
Τα ξερά κουκιά τρώγονταν και σαν σνακ μαζί με κρεμμύδια, σκόρδα και ρεβίθια Πολλές φορές, τα κουκιά τρώγονταν στη διάρκεια θεατρικών παραστάσεων, όπως στα νεότερα χρόνια ο πασατέμπος, τα στραγάλια και το ποπ-κόρν.
Οι πεινασμένοι θεατές που παρακολουθούσαν ολημερίς κωμωδίες και τραγωδίες, τιθάσευαν την πείνα τους με ξερά κουκιά. Και αν το θεατρικό έργο που παρακολουθούσαν ή οι ηθοποιοί δεν τους ικανοποιούσαν, μαζί με τα μαξιλάρια που κάθονταν έριχναν στους ηθοποιούς και τα κουκιά τους!
Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τα κουκιά και σαν πούλια σε επιτραπέζια παιχνίδια. Εκείνη όμως η χρήση των κουκιών που η ανάμνησή της φτάνει ολοζώντανη μέχρι τις μέρες μας ήταν η εκλογική τους αξιοποίηση.
Καθώς τα κουκιά μπορούν γενικά να χωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τα ανοιχτόχρωμα (λευκά) και τα σκουρόχρωμα (μαύρα), οι αρχαίοι τα χρησιμοποιούσαν σαν ψήφους – τα λευκά για να υποστηρίξουν έναν υποψήφιο και τα μαύρα για να τον καταψηφίσουν.
Έτσι ακόμα και σήμερα συνεχίζουμε να λέμε για έναν αποτυχόντα υποψήφιο: “Τον μαύρισαν!” ή ότι “τα κουκιά είναι μετρημένα”, όταν εκ των προτέρων οι ψήφοι δεν φτάνουν, ή “πόσα κουκιά πήρε ο τάδε υποψήφιος;”.
Στην Ελλάδα καλλιεργούνται διάφορες ποικιλίες όπως «κουκιά Σεβίλλης» με μακρούς καρπούς, «πρώιμα Χίου» με τα πλατείς σπόρους «φούλια» με μικρούς καρπούς που συνήθως δίνονται σε ζωοτροφές, «κοινά κουκιά» με κοντό καρπό και μεγάλα αλλά λίγα σπόρια και διάφορες άλλες.

Καλλιέργεια

Τα κουκιά πολλαπλασιάζονται με σπόρο. Η σπορά στις νότιες περιοχές γίνεται από τέλη Σεπτέμβρη μέχρι και αρχές Νοέμβρη, αλλά στα βοριότερα σε ψυχρά και ορεινά μέρη Φλεβάρη-Μάρτη.
Τα κουκιά προσαρμόζονται καλύτερα σε εδάφη μέσης και βαριάς μηχανικής σύστασης, πλούσια σε ασβέστιο. Μπορούν όμως να καλλιεργηθούν και σε πολύ φτωχά εδάφη, λόγω της μεγάλης αζωτοδεσμευτικής ικανότητας που παρουσιάζουν.
Στα αμμώδη χώματα τα κουκιά γίνονται πρώιμα αλλά η απόδοση τους είναι μικρή. Τα εδάφη θέλουν δυο-τρία βαθειά οργώματα 20-25 εκ και ανάλογα σβαρνίσματα για να είναι έτοιμα για την σπορά των κουκιών.
Είναι φυτά ευαίσθητα στην οξύτητα του εδάφους, με την ανάπτυξή τους αν μειώνεται σε pH μικρότερο από 6. Παρουσιάζουν όμως αντοχή στην αυξημένη αλατότητα και αλκαλικότητα του εδάφους.
Η σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν 30-40 εκ., σε απόσταση 20 εκ. από φυτόσε φυτό, σε βάθος 4-5 εκ. Εμείς  βέβαια δοκιμάσαμε και τη σπορά με το χέρι ελεύθερα (χωρίς αυλάκια) και η ανάπτυξη και η παραγωγή ητανε εξ ίσου αξιόλογη. Ο σπόρος φυτρώνει μετά από περίπου 10 ημέρες.
Όταν τα φυτά βγάλουν 6-8 φύλλα αρχίζουν κάποιες φροντίδες. Εφόσον δεν υπάρχουν πρώιμες βροχές χρειάζεται πότισμα, ελαφρύ σκάλισμα για έλεγχο ζιζανίων, αραίωμα των πυκνών φυτών και παράχωμα τους. 
Κατά την ανθοφορία και το δέσιμο του καρπού κρατάμε το χώμα υγρό. Σταματάμε το πότισμα όταν οι πρώτοι καρποί αρχίσουν να ξεραίνονται.
Το ελαφρύ κλάδεμα περιορίζεται στο κόψιμο της κορφής των βλαστών για να μεγαλώσουν τα κουκιά. Ακόμα και μετά την άνθιση και το δέσιμο των πρώτων 3-4 καρπών κορφολογούμε όλους τους βλαστούς των φυτών, με σκοπό να επιταχύνουμε την πρωιμότητα της παραγωγής, αλλά και να αποφύγουμε την μελίγκρα που προσβάλλει τις τρυφερές κορυφές των φυτών.
Φυτά σύντροφοι. Τα κουκιά τα πάνε πολύ καλά αν φυτευτούν κοντά σε πατάτες, αγγούρια, καλαμποκιές, φράουλες και σέλινο. Μην φυτεύετε κοντά τους κρεμμύδια ή σκόρδα.

Αύξηση και ανάπτυξη του φυτού

Η κουκιά παρουσιάζει υπόγειο φύτρωμα και συνεχή ανάπτυξη. Έχουν δημιουργηθεί χειμερινές και εαρινές ποικιλίες, ώστε να προσαρμόζονται σε υποτροπικά και εύκρατα κλίματα. Ορισμένες από τις χειμερινές ποικιλίες αντιδρούν στη φωτοπερίοδο, χωρίς όμως να χρειάζονται εαρινοποίηση.
Η εμφάνιση των ανθέων αρχίζει από το κάτω μέρος του στελέχους προς την κορυφή και από τη βάση προς την κορυφή κάθε ταξιανθίας.
Στα κουκιά υπολογίσθηκε φυσική σταυρογονιμοποίηση από 2 έως 84%, με μέσο όρο 32%. Το ποσοστό αυτό ποικίλει ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή της καλλιέργειας, το είδος και τη δραστηριότητα των επικονιαστών εντόμων (κυρίως των μελισσών) κατά τη διάρκεια της άνθησης και από την κληρονομική ικανότητα του γενότυπου για αυτογονιμοποίηση.
Η βιολογία της αναπαραγωγής στα κουκιά έχει μελετηθεί ιδιαίτερα, λόγω της μεγάλης πτώσης ανθέων και λοβών που παρατηρείται. Αναφέρεται ότι μόνο το 24% των σπερμοβλαστών δίνει σπόρους.
Η καρπόδεση είναι συχνά μεγαλύτερη στους μέσους και κατώτερους ανθοφόρους κόμβους του βλαστού και στους λοβούς που σχηματίζονται στην αρχή της ταξιανθίας. Σε κάθε ξεχωριστό λοβό, η αποτυχία σχηματισμού σπόρων είναι μεγαλύτερη στην περιοχή κοντά στον ποδίσκο.
Δυσμενείς συνθήκες του περιβάλλοντος, όπως η μειωμένη εδαφική υγρασία, η χαμηλή σχετική υγρασία της ατμόσφαιρας, η υψηλή θερμοκρασία, καθώς επίσης η μειωμένη δραστηριότητα των επικονιαστών εντόμων κατά τη διάρκεια της άνθησης θεωρούνται από τους κυριότερους παράγοντες της πτώσης των αναπαραγωγικών οργάνων.
Άλλος σημαντικός παράγοντας είναι ο ανταγωνισμός ως προς τα θρεπτικά στοιχεία και τα προϊόντα φωτοσύνθεσης μεταξύ νεαρών και παλαιών σπόρων ή μεταξύ της ανάπτυξης βλαστικών οργάνων και αναπαραγωγικών δομών.
Η ασταθής απόδοση των κουκιών από χρονιά σε χρονιά στην περιοχή της Μεσογείου αποδίδεται στην καταπόνηση των φυτών από την ξηρασία κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας και της καρπόδεσης.
Σε συνθήκες ξηρασίας τα φυτά παρουσιάζουν διάφορους μηχανισμούς προσαρμογής, όπως είναι η μείωση: του μεγέθους και της επιβίωσης του φυλλώματος, της ικανότητας χρησιμοποίησης του φωτός, του ρυθμού φωτοσύνθεσης, της συγκράτησης των λοβών πάνω στο φυτό, λόγω της μεταβολής της ισορροπίας των ορμονών και του γεμίσματος των λοβών λόγω του περιορισμού των διαθέσιμων προϊόντων φωτοσύνθεσης.

Χλωρή λίπανση

Τα κουκιά θεωρούνται ότι είναι από τα καλύτερα φυτά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για χλωρή λίπανση. Το φυτό είναι σε θέση να συλλάβει μεγάλες ποσότητες αζώτου από τον αέρα και να τις αποθηκεύσει στις ρίζες του ( στις ρίζες των φυτών αναπτύσσονται άφθονα φυμάτια αζωτοβακτηρίων ), ενώ οι βαθιές διεισδυτικές ρίζες του συμβάλουν στον αερισμό του εδάφους.
Τα κουκιά μεγαλώνουν γρήγορα δημιουργώντας ένα πυκνό θόλο και θα συναγωνίζονται τα ζιζάνια. Είναι μια βραχυπρόθεσμη καλλιέργεια, που απαιτεί μόνο 10 με 14 εβδομάδες καλλιεργητική περίοδο. Καλλιεργούνται στο έδαφος σε χλωρή κατάσταση και σε στάδιο ανθοφορίας.
Η χλωρή ύλη περιέχει θρεπτικά συστατικά που αποσπώνται σιγά – σιγά και αφομοιώνονται από τα φυτά που καλλιεργούμε.

Χρησιμότητα- Συγκομιδή

Τα κουκιά καλλιεργούνται είτε για φαγώσιμα (χλωρά, ξερά, ωμά ή μαγειρεμένα) αλλά και  για ζωοτροφή. Η συγκομιδή των κουκιών γίνεται για μεν τα χλωρά(λουβιά) ανάλογα με την κατανάλωση, αρκεί το περικάρπιο(φλούδα) και τα σπέρματα να είναι τρυφερά.
Η συγκομιδή των ώριμων σπερμάτων γίνεται όταν τα φύλλα αρχίζουν να κιτρινίζουν, να μαραίνονται και οι λοβοί να παίρνουν χρώμα σκούρο Τα ξερά κουκιά τα αφήνουμε να ξεραθούν πάνω στα φυτά και μετά τα μαζεύουμε.
Οι περισσότεροι προτιμούν τα τρυφερά πράσινα κουκιά ως λαχανικά και όχι τα ξερά που είναι πια όσπρια. Οι μικροί ανώριμοι λοβοί τρώγονται ολόκληροι ακριβώς όπως τα φρέσκα φασολάκια. Συνήθως όμως οι καρποί αφαιρούνται και χρησιμοποιούνται μόνο αυτοί στο μαγείρεμα.
Σε κάποια μέρη όπως την Κρήτη, τα νεαρά φύλλα από τα κουκιά γίνονται νόστιμη σαλάτα με αλάτι, λάδι και ξύδι (οι παλαιότεροι ξέρουν….)

Εχθροί και αρρώστιες

lukos-sta-koukiaΛύκος( orobanche minor): Ο λύκος είναι ένα δικοτυλήδονο φυτό του γένους Orobanche, της οικογένειας των οροβαγχιδών. Όταν βρεθεί κοντά σε φυτά επιδεκτικά παρασιτισμού, προσκολλάται στις ρίζες τους με μυζητήρες και απορροφά θρεπτικές ουσίες, εμποδίζοντας έτσι την ανάπτυξή τους.
Ανάλογα με τον κύκλο ζωής του ξενιστή τους, αναπτύσσονται ως μονοετή ή πολυετή. Έχουν χαμηλό, απλό ή διακλαδισμένο, σαρκώδη, κίτρινο, κοκκινωπό ή λευκοϊώδη βλαστό και μικρά λεπιοειδή φύλλα ίδιου χρώματος.
Κάτω από το έδαφος αναπτύσσουν ένα διογκωμένο τμήμα, από το οποίο εκφύονται οι μυζητήρες που προσκολλώνται στις ρίζες του φυτού-ξενιστή.
Το ανθοφόρο στέλεχος του φυτού φέρει στην κορυφή έναν στάχυ ή βότρυ από κυανά, κιτρινωπά, κόκκινα ή λευκά άνθη, με σωληνοειδή, κυρτή στεφάνη, χωρισμένη σε πέντε ανόμοιους λοβούς.
Ο καρπός είναι κάψα με πολυάριθμα μικροσκοπικά σπέρματα, τα οποία μπορούν να διατηρήσουν στο έδαφος τη βλαστική τους δύναμη επί 10-15 χρόνια.
Στην Ελλάδα συναντώνται περίπου 20 είδη λύκου, γνωστά επίσης με την κοινή ονομασία λυκόχορτα, όπως τα Orobanche alba, Orobanche purpurea, Orobanche major, Orobanche lavandulacea κ.ά.
meligkra-sta-koukiaΜαύρη αφίδα:Οι αφίδες απομυζούν τους χυμούς από τα φυτικά κύτταρα των φυτών.
Τα κυριότερα συμπτώματα που παρατηρούνται από την προσβολή αυτού του εχθρού είναι τα εξής:
· Χλώρωση των φύλλων και αποβολή των ανθών.
· Καρούλιασμα και παραμόρφωση των φύλλων και βλαστών με συνέπεια την σταδιακή καθήλωση των φυτών.
Για την αντιμετώπιση των αφίδων συστήνεται η εφαρμογή εκλεκτικών εντομοκτόνων, που αν είναι δυνατόν να μην επηρεάζουν τα ωφέλιμα έντομα (χρύσοπας, παπαδίτσα, αράχνες κ.ά.) καθώς και η καταστροφή των ζιζανίων που είναι ξενιστές των αφίδων.
Βρούχος των κουκιών (Acanthoscelides obtectus):Ο βρούχος είναι ένα μικρό σκαθάρι που προσβάλει τους σπόρους των διαφόρων οσπρίων.είναι 7 χιλιοστά μακρύς, μαύρος με 4 τριγωνικές γυαλιστερές βούλες στα πάνω του φτερά.
Σε λίγες ημέρες βγαίνουν από τα αυγά άσπρες κάμπιες πολύ μικρές, τρυπάνε τους σχηματισμένους πια σπόρους και χώνονται μέσα. Οι κάμπιες αυτές μεγαλώνουν αργά, τρώγοντας τις πλούσιες σε θρεπτικά στοιχεία κοτύλες. Πολύ σπάνια πειράζουνε και το φύτρο.
vrouxos-sta-koukiaΟι σπόροι εν τω μεταξύ αναπτύσσονται κανονικά, σαν να μην τους ενοχλούσε τίποτα. Στην εποχή τους συγκομίζονται και αποθηκεύονται, χωρίς κανένα εξωτερικό σημάδι να μας δείχνει ότι κάτι τους τρώει στο εσωτερικό τους.
Στο τέλος του χειμώνα έχει πια αναπτυχθεί η κάμπια στο τελικό της μέγεθος και μεταμορφώνεται σε νύφη και κατά την άνοιξη το τέλειο πια έντομο τρυπάει την επιφάνεια του σπόρου και βγαίνει έξω.
Επειδή οι σπόροι δεν δείχνουν εξωτερικά ότι είναι προσβεβλημένοι και ούτε το σπέρμα τους βλάπτεται, σπέρνουμε συχνά προσβεβλημένους σπόρους. Οι σπόροι αυτοί δίνουν αδύνατα φυτά. Την άνοιξη βγαίνει από την γη, που είχε μπει μαζί με το σπόρο, το τέλειο έντομο και μολεύει τον καινούργιο καρπό.
Οι ζημιές του βρούχου είναι σημαντικές. Σε πολλές περιπτώσεις αναγκάζει να εγκαταλείπεται η καλλιέργεια ενός οσπρίου.
Ο προσβεβλημένος σπόρος από το βρούχο φαίνεται, αν ελεγχθεί με προσοχή, από μια μικρή τρύπα που έχει στην επιφάνειά του. Ο φαγωμένος σπόρος ξεκαθαρίζεται στο νερό. Επιπλέει ενώ ο γεμάτος σπόρος βυθίζεται.
Για τα όσπρια που δεν προορίζονται για σπόρο αλλά προς βρώση, μετά την συγκομιδή σκοτώνουμε τις κάμπιες που έχουν μέσα τους βάζοντάς τα λίγες ώρες στο φούρνο με θερμοκρασία 50 βαθμών Κελσίου.
liksos-sta-koukiaΛίξος (Lixus algirus): Σημαντικό ρόλο στη διατήρηση του εντόμου αποτελεί η ύπαρξη ξενιστών (κυρίως υπολείμματα κουκιών, το λάχανο, τα πελαργόνια κ.ά.).
Τα τέλεια έντομα (κολεόπτερα) τρέφονται με τα φύλλα των κουκιών και στη συνέχεια ωοτοκούν μέσα στα στελέχη ανοίγοντας οπή με το ρύγχος τους. Η ωοτοκία γίνεται κατά προτίμηση στο στάδιο της ανθοφορίας.
Η προνύμφη τρέφεται με το εσωτερικό τμήμα του βλαστού, με αποτέλεσμα τα προσβεβλημένα μέρη να μαυρίζουν και τα φυτά να μαραίνονται.
Ο εχθρός αυτός αντιμετωπίζεται με καλλιεργητικά μέτρα (καταστροφή των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας και των ξενιστών) και με εντομοκτόνα.
Νηματοσκώληκας Τύλεγχος:Είναι ένα νηματώδες σκουλήκι 2 χιλιοστών. Προσβάλει κυρίως τα κουκιά ζώντας στο εσωτερικό των βλαστών τους. Οι βλαστοί τα φύλλα και τα λουβιά παρουσιάζουνε βούλες στην αρχή πράσινες και ύστερα κοκκινωπές, τέλος καστανές και μαύρες. Τα φυτά υποφέρουν και ξεραίνονται.
Τα σκουλήκια αυτά ζούνε στην υγρή γη. Άμα τα φυτά αναπτυχτούν χώνονται μέσα στο βλαστό τους και τρώγοντας αυξάνουν. Οι γενεές διαδέχονται η μία την άλλη. Τα φυτά γεμίζουνε σκουλήκια.
Άμα ξεραθούν, τα σκουλήκια κουλουριάζονται και περ νούν έτσι μισοναρκωμένα, ώσπου να βρουν υγρό έδαφος και να αναλάβουν πάλι. Οι ζημιές που προξενούν είναι πολλές φορές σημαντικές.
Δεν αρκούνται στα κουκιά μόνο μα προσβάλουν κάθε είδους φυτό (σιτηρά, πατάτες, λαχανικά, κρεμμύδια, άνθη, κ.λ.π) Τα λεπτόβλαστα όσπρια και νομευτικά ψυχανθή δεν τα προσβάλλουν.
skoriasi-sta-koukiaΣκωρίαση (Uromyces Fabae):Είναι ασθένεια παρασιτική η οποία οφείλεται σε μικρομύκητα της ομάδας των σκωριάσεων.
Παρουσιάζεται στα φύλλα των κουκιών, στα οποία σχηματίζει κηλίδες σε χρώμα πορτοκαλί, ή πλατείες γραμμές αποχρωματισμένες, με χνούδι σταχτί στην άνω επιφάνεια, και κατόπιν μαυριδερές.
Ευνοείται με καιρόν υγρό και ζεστό, αλλά σπάνια κάνει μεγάλες ζημίες. Πρέπει να αποφεύγεται η παράχωση των αρρωστημένων φύλλων.
Τα κουκιά μπορεί να προκαλέσουν δηλητηρίαση στον άνθρωπο και στα ζώα γνωστή ως κυάμωση, που εκδηλώνεται ως αιμολυτική αναιμία και σε πολλές περιπτώσεις είναι θανατηφόρος. Η κυάμωση προκαλείται σε άτομα που έχουν κληρονομήσει την έλλειψη του ενζύμου G6PD (ειδικά στα παιδιά).


Ο κύκλος του αζώτου και τα κουκιά !!!
Είναι πολύ ωραίο να νοιώθεις άνετα με τους ανθρώπους που είσαι καθημερινώς στη δουλειά, χωρίς να πρέπει να ζυγιάζεις τις σκέψεις σου και να μετράς τα λόγια σου. Γίνεται ανταλλαγή ιδεών και σίγουρα εμπλουτίζεις τις γνώσεις σου. Ο κύκλος του αζώτου λοιπόν ,είναι ο πιο σύνθετος βιογεωχημικός κύκλος. Το άζωτο, αν και αφθονεί στην ατμόσφαιρα, (περίπου 78%), δεν μπορεί να απορροφηθεί άμεσα από τα φυτά . Για τον λόγο αυτό, η δέσμευση του ατμοσφαιρικού αζώτου γίνεται με την βιολογική αζωτοδέσμευση ή την ατμοσφαιρική αζωτοδέσμευση. Στη βιολογική αζωτοδέσμευση μετέχουν εξειδικευμένοι μικροοργανισμοί, οι οποίοι έχουν την ικανότητα να προσλαμβάνουν το άζωτο άμεσα από την ατμόσφαιρα. Στους μικροοργανισμούς αυτούς συγκαταλέγονται κυρίως τα βακτήρια του γένους Rhizοbium (αζωτοβακτήρια ή αζωτοδεσμευτικά βακτήρια), αλλά και μερικά είδη φυκών και μυκήτων. Τα αζωτοδεσμευτικά βακτήρια ζουν συμβιωτικά μαζί με τα ψυχανθή όπως είναι τα κουκιά , στις ρίζες των οποίων σχηματίζουν χαρακτηριστικές διογκώσεις. Η συμβίωση του βακτηρίου και του κουκίου είναι επωφελής και για τα δύο μέρη, καθώς τα βακτήρια δεσμεύουν το ατμοσφαιρικό άζωτο και το μετατρέπουν σε νιτρικά ιόντα που παραλαμβάνονται από τα κουκιά, ενώ ταυτόχρονα προσλαμβάνουν από τα κουκιά γλυκόζη, την οποία δεν μπορούν να παραγάγουν τα ίδια, καθώς δεν φωτοσυνθέτουν. Ταυτόχρονα, όμως, με τη βιολογική αζωτοδέσμευση εμπλουτίζεται άμεσα και το έδαφος, γιατί ένα μέρος των νιτρικών ιόντων που έχει παραχθεί από τα βακτήρια απελευθερώνεται σε αυτό.
Η ευνοϊκή επίδραση της καλλιέργειας των κουκιών στη γονιμότητα του εδάφους είχε γίνει αντιληπτή από τα πανάρχαια χρόνια. Πράγματι τότε, όπως και τώρα, συνήθιζαν να χρησιμοποιούν την τακτική της αμειψισποράς, δηλαδή την εναλλαγή της καλλιέργειας σιτηρών με την καλλιέργεια των κουκιών, προκειμένου να εμπλουτίζεται το έδαφος με άζωτο και έτσι να αυξάνεται η σοδειά. Τα κουκιά ανήκουν στο είδος Faba και αποτελούν πολύ καλή και θρεπτική ζωοτροφή. Δεσμεύουν μεγάλες ποσότητες αζώτου και γι’ αυτό με κανονικές συνθήκες δεν χρειάζονται αζωτούχο λίπανση. Όταν όμως τα κουκιά καλλιεργούνται σε χωράφια που στο έδαφος τους δεν υπάρχουν πολλά αζωτοδεσμευτικά βακτήρια ,τότε στα πρώτα στάδια της ανάπτυξής τους, τα φυτά αντιδρούν σε μικρή προσθήκη (2-3 μονάδες) αζώτου. Στη φυσική αζωτοδέσμευση, το αέριο άζωτο μέσα από τους κεραυνούς ενώνεται με το υδρογόνο και το οξυγόνο ώστε να παραχθούν αντίστοιχα αμμωνία και νιτρικά ιόντα. Στη συνέχεια, με το νερό της βροχής η αμμωνία και τα νιτρικά ιόντα μεταφέρονται στο έδαφος. Ο άνθρωπος παρεμβαίνει στον κύκλο του αζώτου με διάφορες δραστηριότητες . Επειδή όμως το μεγαλύτερο ποσοστό των αζωτούχων λιπασμάτων με τα οποία λιπαίνονται οι αγροί δεν απορροφάται από τα καλλιεργούμενα φυτά, καταλήγει μέσω των χειμάρρων που δημιουργεί η βροχή στα ποτάμια και από εκεί στις λίμνες και τις θάλασσες. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται απόπλυση και αυξάνει ακόμη περισσότερο τη συγκέντρωση των νιτρικών και φωσφορικών ιόντων στα υδατικά οικοσυστήματα, επιτείνοντας το φαινόμενο του ευτροφισμού.
Στα χερσαία οικοσυστήματα η ανθρώπινη παρέμβαση εκδηλώνεται κυρίως με την απελευθέρωση οξειδίων του αζώτου από τις μηχανές εσωτερικής καύσης των αυτοκινήτων και των εργοστασίων. Τα οξείδια αυτά σχετίζονται με τη φωτοχημική ρύπανση και το φαινόμενο της όξινης βροχής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου