Ασκοχύτωση
Προσβάλλει κυρίως τη ρεβιθιά, αλλά και τη φασολιά και το μπιζέλι. Οφείλεται στον μύκητα Ascochyta phaseolorum και προσβάλλονται όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού, όταν επικρατεί υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία, βροχή και κακός αερισμός. Προκαλεί στα φύλλα ομόκεντρες κυκλικές κηλίδες μεγέθους 1-3cm, οι οποίες περιέχουν μικρά μαύρα πυκνίδια, που αποτελούν διαγνωστικό σύμπτωμα της ασθένειας. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και πάνω στα στελέχη και στους καρπούς. Οι κηλίδες είναι χρώματος ανοιχτού καφέ με πιο ανοιχτό χρώμα στα ενδιάμεσα των γραμμώσεων των ομόκεντρων κύκλων. Τα πολύ προσβεβλημένα φύλλα ξεραίνονται και τα στελέχη σπάζουν στο σημείο προσβολής. Εξωτερικά των καρπών δημιουργούνται μελανές ομόκεντρες κυκλικές βυθισμένες κηλίδες που μπορεί να προκαλέσουν και καφέ κηλίδες εσωτερικά πάνω στους σπόρους. Οι σπόροι αυτοί δεν είναι εμπορεύσιμοι και δεν βλασταίνουν. Το μόλυσμα μεταδίδεται μέσω των προσβεβλημένων σπόρων και των φυτικών υπολειμμάτων που παραμένουν στο χωράφι. Για την αντιμετώπιση της ασκοχύτωσης συστήνονται τα εξής μέτρα:
- Χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού.
- Καλός αερισμός των φυτών, αποφεύγοντας την πυκνή φύτευση.
- Αμειψισπορά 2-3 χρόνια
- Μέτρα καλής υγιεινής, όπως απολύμανση των γεωργικών εργαλείων και απομάκρυνση των προσβεβλημένων φυτών ή φυτικών μερών από το χωράφι.
- Έγκαιρη εφαρμογή μυκητοκτόνων επαφής και διασυστηματικών με τα πρώτα συμπτώματα.
Βοτρύτης
Ο βοτρύτης είναι ασθένεια που προσβάλλει τη φασολιά και τη μπιζελιά, αλλά περισσότερο τα φύλλα των κουκιών, όταν επικρατούν ευνοϊκές συνθήκες όπως υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία και βροχόπτωση. Οφείλεται στο παθογόνο Botrytis cinerea, όπου προκαλεί μικρές καστανές (σοκολατί) κηλίδες, κυρίως στα φύλλα, πτώση των άνθεων και σήψη των θυλακίων. Η ασθένεια ευνοείται όταν η άνοιξη είναι βροχερή, το έδαφος δεν αποστραγγίζει καλά και η φύτευση είναι πυκνή. Ευνοϊκές συνθήκες για την εμφάνιση του βοτρύτη είναι η υψηλή σχετική υγρασία (95%) ή βροχή και θερμοκρασία 18-23oC. Υποβοηθείται και από την έλλειψη καλίου. Αντιμετωπίζεται με τα εξής μέτρα:
- Με καλό αερισμό των φυτών, αποφεύγοντας την πυκνή φύτευση.
- Με μέτρα καλής υγιεινής, όπως η απομάκρυνση προσβεβλημένων φυτών και φυτικών ιστών.
- Με αμειψισπορά και με ορθολογική λίπανση.
- Έγκαιρη εφαρμογή μυκητοκτόνων επαφής και διασυστηματικών με τα πρώτα συμπτώματα.
Σκληρωτίνια
Η σκληρωτινίαση είναι ασθένεια του εδάφους και προσβάλλει όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού. Στη χώρα μας προκαλεί σημαντικές ζημιές και μετασυλλεκτικές σήψεις στους καρπούς. Το παθογόνο προσβάλλει φυτά σε όλα τα στάδια ανάπτυξης τους και κυρίως τα αναπτυγμένα, δημιουργώντας ζημιές στα φύλλα, στελέχη και καρπούς. Στα φύλλα σχηματίζονται στην αρχή υδαρείς κηλίδες που σε συνθήκες υψηλής υγρασίας, οι προσβεβλημένες περιοχές καλύπτονται από το πλούσιο, πυκνό βαμβακώδες μυκήλιο του παθογόνου από το οποίο σχηματίζονται αρχικά υπόλευκα και αργότερα μαύρα σκληρώτια. Στα στελέχη η μόλυνση ξεκινά συνήθως από τη περιοχή του λαιμού των φυτών και εξαπλώνεται προς το στέλεχος και τη ρίζα. Οι προσβλημένοι ιστοί γίνονται υδαρείς αποκτώντας ένα καστανό μεταχρωματισμό. Σε ευνοϊκές συνθήκες αναπτύσσονται με τη μορφή βαμβακιού οι μυκηλιακές υφές του μύκητα που καλύπτουν τα σημεία προσβολής και στη συνέχεια δημιουργούνται υπόλευκα σταχτιά έλκη που περιβάλλουν το στέλεχος. Έπειτα αποσυντίθεται η εντεριώνη και μένουν μόνο οι ξυλώδεις ίνες. Στο μεταξύ αρχίζουν να σχηματίζονται μεγάλα, μαύρα σκληρώτια. Πολύ χαρακτηριστικές είναι οι σταγόνες σκούρου κιτρινόχρωμου κόμμεος, που σχηματίζονται πάνω στο βαμβακώδες μυκήλιο. Από τους καρπούς προσβάλλονται συνήθως εκείνοι που βρίσκονται στα χαμηλότερα τμήματα ή σε επαφή με το έδαφος. Στη κορυφή εμφανίζονται υδαρείς καστανές κηλίδες και συνέχεια προκαλείται μαλακή σήψη. Γρήγορα καλύπτονται από το χαρακτηριστικό μυκήλιο. Δεν είναι σπάνια η έναρξη της προσβολής του παθογόνου από τα ανθικά υπολείμματα που υπάρχουν ακόμα στο καρπό και τα οποία αποτελούν εξαιρετικό θρεπτικό υπόστρωμα. Η ασθένεια εμφανίζεται και στους συγκομισμένους καρπούς που διατηρούνται σε μη καλά αεριζόμενους και υγρούς χώρους. Ο μύκητας Sclerotinia rolfsii είναι το παθογόνο αίτιο της ασθένειας. Διαχειμάζει με τη μορφή σκληρωτίων στο έδαφος (ένα χρόνο περίπου σε υγρές συνθήκες και μέχρι οχτώ χρόνια σε ξηρές συνθήκες) με τη μορφή μυκηλίου στα φυτικά υπολείμματα (μικρά χρονικά διαστήματα) καθώς και με τη μορφή ασκοσπορίων (από μερικές μέρες ως αρκετούς μήνες ανάλογα με τις συνθήκες περιβάλλοντος).
Τα σκληρώτια, όταν υπάρχουν κατάλληλες συνθήκες, βλαστάνουν και δίνουν ή μυκήλιο (όταν βρίσκονται σε επαφή με ευπαθές φυτό όπου η μόλυνση γίνεται σε φυτικό ιστό που βρίσκεται στην επιφάνεια του εδάφους και κοντά στο βλαστάνον σκληρώτιο) ή δίνουν αποθήκια (όπου γίνεται σε οποιοδήποτε ιστό του υπέργειου τμήματος του ευπαθούς φυτού). Η βλάστηση των σκληρωτίων επηρεάζεται από τη θερμοκρασία, την ηλικία του σκληρωτίου, το στέλεχος του φυτού και το υδατικό δυναμικού του εδάφους. Τα αποθήκια για να σχηματιστούν χρειάζεται επαρκής υγρασία και θερμοκρασία γύρω στους 23oC. Είναι τα όργανα εγγενούς αναπαραγωγής στα οποία σχηματίζονται οι ασκοί που περιέχουν πάνω από 8 ασκοσπόρια, τα οποία για να βλαστήσουν πρέπει οι φυτικές επιφάνειες να είναι βρεγμένες για πολλές ώρες. Τα ασκοσπόρια ελευθερώνονται και μεταφέρονται με τα εργαλεία, το νερό ποτίσματος, τα ζώα και με τον αέρα. Όταν βρεθούν σε ευνοϊκές συνθήκες και κοντά σε ευαίσθητους ξενιστές προκαλούν τις πρώτες μολύνσεις. Η είσοδος του στα φύλλα γίνεται είτε μέσω των στομάτων είτε με απευθείας διάτρηση της εφυμενίδας. Για την ανάπτυξη της ασθένειας πρέπει να υπάρχει υψηλή εδαφική και ατμοσφαιρική υγρασία και θερμοκρασίες πάνω από 28oC. Ο μύκητας αναπτύσσεται καλύτερα στα ελαφρά και πλούσια σε χούμο εδάφη και σε φυτικά μέρη ιδιαίτερα κοντά στο λαιμό ή κάτω από το φύλλωμα του φυτού. Η ασθένεια ευνοείται από υγρό και ψυχρό καιρό, ομίχλες, δρόσο και έντονες βροχοπτώσεις. Η μετάδοση της ασθένειας γίνεται με τα σκληρώτια, τα ασκοσπόρια, το έδαφος, τα προσβλημένα φυτικά τμήματα, το νερό ποτίσματος, τα εργαλεία, τα έντομα, τα ζώα και τον αέρα. Για να αντιμετωπιστεί η ασθένεια πρέπει να εφαρμοστούν τα εξής καλλιεργητικά μέτρα:
- Απομάκρυνση και καταστροφή των φυτικών υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας.
- Αραιή φύτευση.
- Εμπλουτισμός του επιφανειακού εδάφους με οργανική ουσία ώστε η μεγάλη περιεκτικότητα του σε διοξείδιο του άνθρακα να εμποδίσει την ανάπτυξη του παθογόνου.
- Προσθήκη στο έδαφος ασβεστούχου κυαναμίδης και οργανικής ουσίας και στη συνέχεια εφαρμογή ηλιοαπολύμανσης που εμποδίζουν τη βλάστηση των σκληρωτίων του μύκητα και την παραγωγή αποθηκίων και ασκοσπορίων.
- Βαθύ όργωμα για τη μετακίνηση των σκληρωτιών σε βαθύτερα στρώματα του εδάφους.
- Αποφυγή άρδευσης με αυλάκια που μπορούν να μεταφέρουν σκληρώτια και να διατηρούν μεγάλο μέρος της επιφάνειας υγρό και άρδευσης με τεχνητή βροχή.
- Αποφυγή δημιουργίας πληγών στα φυτά.
- Χρησιμοποίηση ειδικών πλαστικών για κάλυψη θερμοκηπίων (UV blocking films) που απορροφούν την υπεριώδη ακτινοβολία υψηλών μηκών κύματος και εμποδίζουν το σχηματισμό των αποθηκίων.
- Μείωση της υπερβολικής υγρασίας.
- Σωστό αερισμό (θερμοκήπια με εξαεριστήρες).
- Επισήμανση και καταστροφή των ύποπτων και άρρωστων φυτών.
- Εδαφοκάλυψη με πλαστικό με σκοπό την εμπόδιση της βλάστησης των σκληρωτίων, του σχηματισμού των αποθηκίων και της διασποράς των ασκοσπορίων.
Ανθράκωση
Η ανθράκωση είναι η σημαντικότερη και πιο διαδεδομένη ασθένεια της φασολιάς. Οφείλεται στο μύκητα Colletotrichum spp, όπου προσβάλλει όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού, όταν επικρατούν υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία, βροχή και κακός αερισμός. Προκαλεί στα φύλλα μακρουλές κηλίδες με κεραμιδί χρώμα, κυρίως πάνω στις νευρώσεις. Το ίδιο και πάνω στα θυλάκια όπου εμφανίζονται βυθισμένες καστανές κηλίδες με υπερυψωμένο καφέ περίγυρο. Τα μικρά θυλάκια, όταν προσβληθούν ξηραίνονται. Στα μεγάλα θυλάκια εμφανίζονται εξωτερικά βυθισμένες κηλίδες με κεραμιδί χρώμα που μπορεί να προκαλέσουν μεταχρωματισμό και καφέ κηλίδες πάνω στους σπόρους. Ευνοϊκές συνθήκες για την εμφάνιση της ανθράκωσης είναι η υψηλή σχετική υγρασία (95%) ή βροχόπτωση και μέτριες θερμοκρασίες 17-24oC. Ο βροχερός καιρός, συνοδευόμενος με αέρα, βοηθά στην εξάπλωση της ανθράκωσης. Η ανθράκωση αντιμετωπίζεται με την λήψη των παρακάτω μέτρων:
- Με τη χρήση ανθεκτικών ποικιλιών.
- Με τη χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού (μεταχείριση σπόρου με μυκητοκτόνο).
- Με τη λήψη μέτρων καλής υγιεινής, όπως η απομάκρυνση των προσβεβλημένων φυτών και φυτικών ιστών.
- Με ορθολογική λίπανση.
- Με αμειψισπορά για 2-3 χρόνια
- Η χημική αντιμετώπιση εφαρμόζεται μόνο όταν είναι απαραίτητη, με μυκητοκτόνα επαφής και διασυστηματικά, με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων.
Σκωρίαση
Η σκωρίαση της φασολιάς οφείλεται στον μύκητα Uromyces phaseoli. Προοσβάλλει όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού όταν επικρατούν ευνοϊκές καιρικές συνθήκες όπως υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία, βροχόπτωση και κακός αερισμός της φυτείας. Ενδεικτικό σύμπτωμα αποτελεί η εμφάνιση ερυθροκαστανών κηλίδων στα φύλλα που σχηματίζουν αργότερα ανυψωμένες φλύκταινες με σωρούς 1-2mm, οι οποίοι περιέχουν σπόρια του μύκητα. Τα φύλλα ακολούθως ξηραίνονται. Ευνοϊκές συνθήκες για την εμφάνιση της σκωρίασης είναι η υψηλή σχετική υγρασία (95%) ή βροχή και θερμοκρασία 16-25oC (όχι πάνω από 28oC). Τονίζεται, ότι ο βροχερός καιρός με αέρα συμβάλλει στην εξάπλωση της ασθένειας. Η αντιμετώπισή της είναι δυνατή με τη λήψη των εξής μέτρων:
- Με τη χρήση ανθεκτικών ή ανεκτικών ποικιλιών.
- Με τη λήψη μέτρων καλής υγιεινής, όπως η απομάκρυνση προσβεβλημένων φυτών και φυτικών ιστών.
- Με ορθολογική λίπανση.
- Με αμειψισπορά για 2-3 χρόνια.
- Με χημικά μέσα, με τη χρήση προληπτικών και διασυστημικών μυκητοκτόνων με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων.
Αλτενάρια
Η αλτενάρια θεωρείται μία από τις σημαντικότερες ασθένειες της φασολιάς και οφείλεται στον μύκητα Alternaria spp. Προκαλεί ομόκεντρες κυκλικές κηλίδες πάνω στα φύλλα, στα στελέχη και στους καρπούς. Οι κηλίδες στα φύλλα είναι καστανού χρώματος ομόκεντροι κύκλοι με κίτρινο περίγυρο. Στους καρπούς - θυλάκια εμφανίζονται μελανές βυθισμένες κηλίδες εξωτερικά που μπορεί να προκαλέσουν και κηλίδες εσωτερικά πάνω στους σπόρους. Οι ευνοϊκές συνθήκες για την εμφάνιση της αλτενάριας είναι η σχετικά υψηλή υγρασία ή βροχή και η θερμοκρασία 24-29oC. Η καταπολέμηση των εντόμων και η διατήρηση της φυτείας σε καλή φυσιολογική κατάσταση είναι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της ασθένειας. Συμπληρωματικά συστήνεται παράχωμα των υπολειμμάτων της καλλιέργειας με βαθύ όργωμα. Επιπλέον ο καλός αερισμός και στέγνωμα των σπόρων μετά τη συγκομιδή δίνει λύση σε αυτό το πρόβλημα.
Ωΐδιο
Η ασθένεια αυτή οφείλεται στον μύκητα Erysiphe pisi. Προσβάλλονται τα υπέργεια µέρη του φυτού που καλύπτονται µε τη χαρακτηριστική αλευρώδη εξάνθηση. Το φυτό είναι ευπαθή σε όλα τα στάδια ανάπτυξης. Το αρχικό µόλυσµα βρίσκεται σε υπολείµµατα προηγούµενων καλλιεργειών υπό µορφή περιθήκιων. Μπορεί να µεταδοθεί και µε µολυσµένο σπόρο. Τα προσβεβληµένα φύλλα κιτρινίζουν και εµφανίζουν πρόωρη γήρανση. Οι λοβοί παραµορφώνονται και µένουν ατροφικοί. Πάνω στα προσβεβληµένα όργανα παράγονται άφθονα κονίδια µε τα οποία εξαπλώνεται η ασθένεια. Ευνοϊκές συνθήκες για βλάστηση των κονιδίων είναι η μέτρια σχετική υγρασία (52-75%) και θερμοκρασία που να κυμαίνεται από 10-32oC. Αντιμετωπίζεται η ασθένεια αυτή με τα παρακάτω μέτρα:
- Με την απομάκρυνση των προσβεβλημένων φύλλων και άλλων υπολειμμάτων της καλλιέργειας.
- Σε έντονες προσβολές ψεκάζουμε με βρεγμένο θείο ή κάνουμε επίπαση με θειάφι. Η εργασία όμως αυτή καλό είναι να αποφεύγεται τις ημέρες με έντονη ηλιοφάνεια γιατί μπορεί να προκληθεί κάψιμο των φυτών.
- Με τη χρήση προληπτικών ή θεραπευτικών μυκητοκτόνων.
- Τη χρήση ανθεκτικών ποικιλιών.
Βακτηριακή κηλίδωση
Πολύ συχνά εµφανίζονται διάφορες κηλιδώσεις φύλλων και λοβών που οφείλονται σε προσβολές από βακτήρια. Στον νοµό Καστοριάς έχουν διαπιστωθεί προσβολές τουλάχιστον από δύο βακτήρια, µια ψευδοµονάδα (Pseudomonas syrinae pv.phaseolicola) και µια ξανθοµονάδα (Xanthomonas campestris pv. Phaseoli) που προκαλούν παρόµοια συµπτώµατα. Η κηλίδωση εκδηλώνεται κυρίως στα φύλλα και στους λοβούς, αλλά µπορεί να εµφανιστεί επίσης στους µίσχους των φύλλων και στα στελέχη των φυτών. Έντονη προσβολή στα στελέχη κάνει τα φυτά να σπάζουν εύκολα. Η προσβολή λοβών προχωράει και στους σπόρους οι οποίοι εµφανίζουν κιτρινοκαστανές κηλίδες ή και συρρικνώνονται. Οι βακτηριώσεις του φασολιού ευνοούνται από την υψηλή θερµοκρασία. Η άριστη θερµοκρασία για την ψευδοµονάδα είναι σχετικά χαµηλή (16-20oC) ενώ για την ξανθοµονάδα είναι υψηλότερη (25-26oC). Και τα δύο παθογόνα µεταδίδονται πολύ εύκολα µε το σπόρο και τα υπολείµµατα της καλλιέργειας. Ακόµα και ένα χαµηλό ποσοστό µολυσµένων σπόρων (0,1-0,5%) µπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή προσβολή της καλλιέργειας µε σηµαντική οικονοµική ζηµιά. Η εξάπλωση της ασθένειας µέσα στην καλλιέργεια ευνοείται από τη βροχή, το πότισµα (ιδιαίτερα µε τεχνική βροχή) καθώς και από την παρουσία πολλών ζιζανίων. Για την αντιµετώπιση των βακτηριώσεων συνιστώνται τα εξής µέτρα:
- Χρησιµοποίηση υγιούς σπόρου. Σπόροι συρρικνωµένοι ή µε κηλίδες δεν πρέπει σε καµία περίπτωση να σπέρνονται. Ύποπτοι σπόροι καλό είναι να απολυµαίνονται µε Kasugamycin (0,25gr/mg σπόρου)
- Αποφυγή άρδευσης µε τεχνητή βροχή, καταστροφή των υπολειµµάτων της καλλιέργειας.
- Με την εµφάνιση των πρώτων συµπτωµάτων ψεκασµοί µε χαλκούχα µυκητοκτόνα ή Kasugamycin.
Pythium spp
Πρόκειται για ένα γένος φυκοµυκητών που περιλαµβάνει πολλά παθογόνα είδη. Προσβάλλει µεγάλο αριθµό καλλιεργούµενων φυτών και δεν λείπει από κανένα αγρό. Ευνοείται από την υψηλή εδαφική υγρασία που επιτρέπει τον σχηµατισµό ζωοσπορίων, οργάνων που κινούνται αυτόνοµα στο νερό και µολύνουν τα πλησίον φυτά. Το πύθιο προσβάλλει και σαπίζει το σπόρο αµέσως µετά τη σπορά, προσβάλλει και καταστρέφει τα νεαρά φυτά κατά τη διάρκεια ή αµέσως µετά την ανάδυσή τους από το έδαφος ή προσβάλλει τη ρίζα ή το στέλεχος µεγαλύτερων φυτών µε αποτέλεσµα να παραµείνουν καχεκτικά ή και να πεθαίνουν. Το παθογόνο αυτό, συχνά ευθύνεται για το κακό φύτρωµα και τα κενά που παρουσιάζονται στον αγρό. Η ασθένεια αυτή αντιμετωπίζεται με τους εξής τρόπους:
- Με προληπτικά μέτρα για παρεμπόδιση της μόλυνσης του εδάφους με μολυσμένο χώμα, όπως η χρήση καθαρών γεωργικών εργαλείων και η απομάκρυνση φυτικών υπολειμμάτων από προηγούμενες καλλιέργειες.
- Με τη χρήση καθαρού σπόρου και καθαρών υγιών σποροφύτων.
- Με την εναλλαγή καλλιεργειών (αμειψισπορά).
- Με καλή αποστράγγιση του εδάφους.
- Με τη φύτευση ανθεκτικών ποικιλιών.
- Με την απολύμανση του εδάφους ή ηλιοαπολύμανση.
- Με την απολύμανση του σπόρου.
- Με ριζοπότισμα πριν και μετά τη φύτευση.
Ριζοκτόνια
Το παθογόνο προσβάλλει τα φυτά σε όλα τα στάδια ανάπτυξης τους, προκαλώντας τήξεις νεαρών φυταρίων, καστανέρυθρα έλκη στην περιοχή του λαιμού, σηψιρριζίες και σήψεις στα φύλλα και στους καρπούς. Στα έλκη στην περιοχή του λαιμού σχηματίζεται καστανό μυκήλιο. Οι προσβεβλημένες ρίζες τελικά νεκρώνονται και το ίδιο και τα φύλλα νεκρώνονται μετά από τη προσβολή τους από το παθογόνο. Οι καρποί που ακουμπούν στο χώμα ή βρίσκονται πολύ κοντά στο έδαφος, εμφανίζουν καστανές και με ομόκεντρους κύκλους κηλίδες. Ακολούθως γίνονται μαλακές και βυθίζονται. Ο μύκητας διατηρείται στο έδαφος και στα φυτικά υπολείμματα και η εκδήλωση της ασθένειας ευνοείται από θερμοκρασίες 15-20oC. Συνιστώνται τα ίδια προληπτικά και θεραπευτικά μέτρα, όπως αναφέρονται και στην περίπτωση του Pythium.
Ξηρή σήψη των ριζών
H ασθένεια αυτή είναι σοβαρή παγκοσµίως. Σε φυτά λίγων ηµερών εµφανίζονται στο υποκοτύλιο και στην κεντρική ρίζα στενόµακρα καστανοκόκκινα έλκη που εξαπλούµενα καλύπτουν όλη την επιφάνεια του υπόγειου τµήµατος αλλά σπάνια προχωρούν προς το υπέργειο. Με τον καιρό η κοκκινωπή χροιά γίνεται καστανή και σχηµατίζονται ρυτίδες που διατρέχουν το υποκοτύλιο κατά µήκος. Όταν η βλάβη περιορίζεται µόνο στο φλοιό του υποκοτύλιου το φυτό αναγεννά τους κατεστραµµένους ιστούς και επανέρχεται. Αν όµως η βλάβη προχωρήσει στην κεντρική ρίζα τότε καταστρέφονται σε µεγάλο ποσοστό οι κεντρικές πλάγιες ρίζες και το φυτό παραµένει καχεκτικό. Η ασθένεια στην ρίζα του φυτού είναι πιο έντονη σε ψυχρό και υγρό έδαφος. Όµως λόγο της καταστροφής του ριζικού συστήµατος, τα φυτά υποφέρουν από ξηρασία οπότε το φτωχό και επιφανειακό ριζικό σύστηµα αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του φυτού σε νερό µε αποτέλεσµα το θάνατό του. Όταν το παθογόνο εγκατασταθεί στο έδαφος είναι πια αδύνατο να απαλλαγεί από αυτό, αφού µπορεί και επιβιώνει, για πολλά χρόνια, χωρίς την παρουσία φασολιού ή άλλου ψυχανθούς. Η επιβίωση αυτή είναι φθίνουσα και µετά από 6-8 χρόνια αµειψισποράς µπορεί να καλλιεργηθεί πάλι φασολιά µε µειωµένους κινδύνους.
Αδρομυκώσεις
H ασθένεια είναι σοβαρή σε περιοχές µε παραδοσιακή καλλιέργεια παραγωγής ξερού φασολιού, όπως η περιοχή της Καστοριάς και οφείλεται στους μύκητες Fusarium oxysporum f.sp. phaseoli και Verticillium dahiliae. Τα πρώτα συµπτώµατα αυτής της ασθένειας είναι η χλώρωση και πρόωρη γήρανση των κατώτερων φύλλων. Στη συνέχεια τα συµπτώµατα προχωρούν στα ανώτερα µέρη του φυτού και το φύλλωµα παίρνει τελικά έντονο κίτρινο χρώµα. Σχίζοντας το στέλεχος του φυτού αποκαλύπτεται το τυπικό σύµπτωµα ανδροµύκωσης, ο καστανός κόκκινος µεταχρωµατισµός των αγγείων του ξύλου που επεκτείνεται σε όλο το µήκος του στελέχους. Το παθογόνο εισέρχεται από τη ρίζα και αναπτύσσεται στα αγγεία. Αφότου εµφανιστεί η ασθένεια θεωρείται ότι ο αγρός έχει µολυνθεί µονίµως, αφού το παθογόνο επιβιώνει στο έδαφος για πολλά χρόνια. Η αντιμετώπιση της ασθένειας αυτής επιτυγχάνεται με τα παρακάτω μέτρα.
- Με προληπτικά μέτρα για παρεμπόδιση της μόλυνσης του εδάφους με μολυσμένο χώμα, όπως η χρήση καθαρών γεωργικών εργαλείων και η απομάκρυνση φυτικών υπολειμμάτων από προηγούμενες καλλιέργειες.
- Με τη χρήση καθαρών σπορόφυτων από απολυμασμένο σπόρο.
- Με την εναλλαγή των καλλιεργειών (αμειψισπορά)
- Με καλή αποστράγγιση του εδάφους - αποφυγή συχνών ποτισμάτων σε βαριά εδάφη.
- Ριζοπότισμα με μυκητοκτόνα μετά τη βλάστηση στο χωράφι.
Ιός του μωσαϊκού φασολιάς
Ο ιός του κοινού μωσαïκού της φασολιάς (BCMV) ανήκει στο γένος Potyvirus. Είναι ένας ιός με εύκαμπτα νηματοειδή ιοσωμάτια μήκους 750 nm και πλάτους 12 -15 nm,που περιέχει RNA μονής αλυσίδας. Μεταδίδεται μηχανικά, με μερικά είδη αφίδων και διαμέσου του σπόρου και της γύρης. Στη φύση περιορίζεται κυρίως στα είδη Phaseolus, ιδιαίτερα στο Phaseolus vulgaris σε κάθε περιοχή όπου αυτό αναπτύσσεται. Στο Phaseolus vulgaris εμφανίζονται δύο είδη συμπτωμάτων που εξαρτώνται από τη φυλή του ιού και το γονότυπο του ξενιστή. Το ‘’κοινό μωσαïκό’’ που σχετίζεται με τη δυσμορφία των φύλλων και η ‘’μαύρη ρίζα’’ που χαρακτηρίζεται από διασυστηματική νέκρωση και θάνατο του φυτού. Ο ιός προκαλεί μωσαïκό στα περισσότερα είδη του γένους Phaseolous. Στο P. vulgaris και στο P. coccineus, οι ανθεκτικές ποικιλίες εμφανίζουν μωσαϊκό και δυσμορφία των φύλλων, ενώ οι ευαίσθητες εμφανίζουν ‘’σχήμα τριαντάφυλλου’’ στα κατώτερα φύλλα, μωσαϊκό, δυσμορφία των φύλλων και του περικαρπίου των λοβών ή του σπόρου. Αυτές που φέρουν το κυρίαρχο ανθεκτικό γονίδιο της υπερευπάθειας αντιδρούν με νέκρωση των νεύρων, ‘’μαύρη ρίζα’’ και τελικά νεκρώνονται σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 26 οC. Το υψηλό ποσοστό της μετάδοσης με το σπόρο είναι ενδεχομένως ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει την εμφάνιση της αρχικής προσβολής της καλλιέργειας και την παγκόσμια διάδοση του ιού. Ανάλογα με το γονότυπο της φασολιάς και τη φυλή του ιού που μολύνει περισσότερο από το 83% του σπόρου που παράγεται από τα μολυσμένα φυτά, μπορεί να δώσει φυτά με συμπτώματα μωσαϊκού. Η μετάδοση με το σπόρο του ιού μειώνεται στα φυτά που μολύνονται μετά την άνθηση. Ο ιός βρίσκεται στο έμβρυο και είναι ανενεργός στο κάλυμμα του σπόρου μετά την ωρίμανση. Ο ιός επίσης μπορεί να μολύνει το σπόρο μέσω της γύρης. Ο ιός του κοινού μωσαϊκού της φασολιάς αντιμετωπίζεται με τους ακόλουθους τρόπους:
- Με τη χρήση ανθεκτικών ποικιλιών.
- Με τη χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού και σπόρων από υγιείς καλλιέργειες.
- Με καταστροφή των ζιζανίων και παλαιών φυτών.
- Με την εκρίζωση προσβεβλημένων φυτών.
- Με αντιμετώπιση των αφίδων που είναι φορείς του ιού.
- Με αμειψισπορά με είδη που δεν προσβάλλονται από τον ιό αυτό.
Ιός του κίτρινου μωσαϊκού φασολιάς
Ο ιός του κίτρινου μωσαϊκού φασολιάς (BYMV) αναφέρθηκε για πρώτη φορά στη φασολιά, στις Η.Π.Α. και στην Ολλανδία από τους Doolittle και Jones το 1925. Ο ιός του κίτρινου μωσαϊκού της φασολιάς ανήκει στο γένος Potyvirus της οικογένειας Potyviridae. Είναι διαδεδομένος παγκοσμίως. Υπάρχει παντού όπου καλλιεργούνται φασόλια και άλλα ψυχανθή. Στο φασόλι (Phaseolus vulgaris) το χαρακτηριστικότερο σύμπτωμα είναι το μωσαϊκό των φύλλων όπου παρατηρούνται έντονα κίτρινες θέσεις που εναλλάσσονται με θέσεις πράσινου χρώματος, τα νεύρα και τα αγγεία του φυτού φέρουν μια χαρακτηριστική διαύγεια-διαφάνεια. Παρατηρείται επίσης νέκρωση κορυφής. Γενικότερα στα όσπρια παρατηρείται παραμόρφωση των λοβών, των οποίων η επιφάνεια εμφανίζεται ανώμαλη και γυαλιστερή. Τα φυτά γίνονται συχνά νάνα και θαμνώδους εμφανίσεως λόγω βραχυγονατώσεως του στελέχους και αναπτύξεως πυκνής πλάγιας βλαστήσεως των φυτών. Παρατηρείται επίσης, καθυστέρηση στην ωρίμανση και μειωμένη παραγωγή λοβών. Αρχική πηγή μολύσματος στο χωράφι αποτελούν κυρίως οι μολυσμένοι με τον ιό σπόροι. Το ποσοστό προσβολής των φυτών είναι άμεσα συνδεδεμένο με το ποσοστό μόλυνσης των σπόρων. Το υψηλό ποσοστό μόλυνσης των σπόρων συνεπάγεται με έντονες εξάρσεις της ασθένειας. Ο ιός εξαπλώνεται από τα μολυσμένα σπορόφυτα σε γειτονικά υγιή φυτά και σε ευαίσθητα ζιζάνια διαμέσου των αφίδων φορέων. Η ταχύτητα της διάδοσης σχετίζεται με τον αριθμό και την ενεργητικότητα των αφίδων. Έτσι η λεκάνη της Β. Μεσογείου είναι πολύ ευνοϊκή για επιδημίες λόγω του υψηλού πληθυσμού ενεργών φορέων. Εάν το μέγεθος της καλλιέργειαςείναι μικρό, ο ρόλος των παρακείμενων προσβεβλημένων καλλιεργειών ή ζιζάνιων μπορεί να είναι καθοριστικός για την επίπτωση της ίωσης. Κάποια μέτρα που μπορούν να συμβάλλουν θετικά στην αντιμετώπιση του ιού είναι:
- Η απομόνωση της καλλιέργειας από βοσκότοπους και από άλλες καλλιέργειες ψυχανθών.
- Επίσης η εξάλειψη των φυσικών πηγών μόλυνσης, οι οποίες ταυτίζονται με την παρουσία αυτοφυών ειδών και ζιζανίων.
- Επομένως η ζιζανιοκτονία με καλλιεργητικά ή χημικά μέσα, μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στη μείωση της επίπτωσης της προσβολής από τον BYMV.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου