Λέγεται ότι το μάνγκο κατάγεται από τη Βιρμανία, τη Μαλαισία ή την ινδική περιοχή των Ιμαλαΐων. Καλλιεργείται για πάνω από 4.000 χρόνια και δεσπόζει στην ινδική μυθολογία. Παρ’ όλο που το μάνγκο δεν είναι και πολύ γνωστό στη χώρα μας, σε μερικά μέρη του κόσμου το αγαπούν ιδιαίτερα.
Το μάνγκο έχει εκατοντάδες ποικιλίες, αρχίζοντας από το μέγεθος του δαμάσκηνου και φτάνοντας ως εκείνο του μήλου, και συχνά ζυγίζει μισό κιλό ή και παραπάνω. Το συνηθισμένο του χρώμα είναι πορτοκαλί, αν και μπορεί να ποικίλλει από πράσινο μέχρι κίτρινο ή κόκκινο.
Το καλής ποιότητας μάνγκο έχει μέτριο κουκούτσι και η σάρκα του είναι τρυφερή κι μαλακιά. Το φρούτο θα πρέπει να φαίνεται φρέσκο, να είναι σαρκώδες και σφιχτό στην αφή. Αυτό που καθορίζει την ποιότητά του, όμως, είναι η γεύση του.
Τα μάνγκο είναι προτιμότερο να τρώγονται φρέσκα. Περιέχουν πολύ σάκχαρο, παρά το γεγονός ότι έχουν υπόξινη γεύση. Είναι κατάλληλα για σαλάτες, σε συνδυασμό με άλλα φρούτα, ενώ σε μερικά μέρη του κόσμου τα κάνουν ψητά. Η γεύση και το άρωμά του είναι πικάντικα και ευχάριστα. Για να διατηρηθεί το άρωμά του, μην το κόβετε νωρίτερα από την ώρα του σερβιρίσματος.
Το μάνγκο είναι εξαιρετικό αντισηπτικό του οργανισμού. Μερικοί ισχυρίζονται ότι είναι το καλύτερο καθαριστικό για το αίμα. Εξάλλου είναι και αντιπυρετικό, γιατί ο χυμός του ελαττώνει την υπερβολική θερμοκρασία του σώματος.
Περιέχει μεγάλο ποσοστό γαλλικού οξέως, ουσία που μπορεί να προκαλέσει δυσκοιλιότητα.
Τέλος, το μάνγκο είναι θαυμάσιο σαν αποσμητικό του σώματος.
Τέλος, το μάνγκο είναι θαυμάσιο σαν αποσμητικό του σώματος.
Τα θρεπτικά του στοιχεία ανά 100 γραμμάρια είναι:
Θερμίδες 44
Πρωτεΐνες 0,46 g
Λίπος 0,13 g
Υδατάνθρακες 11,37 g
Ασβέστιο 6 g
Φώσφορος 8,6 mg
Σίδηρος 0,13 mg
Βιταμίνη Α 3.213 Δ.Μ
Θειαμίνη 0,04 mg
Ριβοφλαβίνη 0,04 mg
Νιασίνη 0,62 mg
Ασκορβικό οξύ 23,35 mg
Πρωτεΐνες 0,46 g
Λίπος 0,13 g
Υδατάνθρακες 11,37 g
Ασβέστιο 6 g
Φώσφορος 8,6 mg
Σίδηρος 0,13 mg
Βιταμίνη Α 3.213 Δ.Μ
Θειαμίνη 0,04 mg
Ριβοφλαβίνη 0,04 mg
Νιασίνη 0,62 mg
Ασκορβικό οξύ 23,35 mg
Απόσπασμα από το βιβλίο του Dr. Bernard Jensen «Τροφές που θεραπεύουν» από τις εκδόσεις Διόπτρα
Καλλιέργεια μάνγκο
Προετοιμασία εδάφους μάνγκο
Το έδαφος, που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την εγκατάσταση μιας φυτείας μάνγκο, οργώνεται πριν από τη φύτευση σε βάθος 30-40cm. Το όργωμα αποσκοπεί στην καταστροφή των ζιζανίων και στην αφρατοποίηση του εδάφους, που είναι απαραίτητη για την καλύτερη ανάπτυξη του ριζικού συστήματος των δένδρων. [1]
Βιβλιογραφία
↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Φύτευση μάνγκο
Η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται με μπάλα χώματος. Το βάθος των λάκκων φυτεύσεως πρέπει να είναι τουλάχιστον 40cm και το πλάτος επίσης 40 cm. Η συνήθης απόσταση φύτευσης είναι 10-12 μέτρα τόσο επί της γραμμής όσο και μεταξύ των γραμμών φυτεύσεως των δέντρων. Το μάνγκο φυτεύεται κατά το σύστημα των τετραγώνων ή ορθογωνίων παραλληλογράμμων. Η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται με την έναρξη των βροχοπτώσεων. Κατά την νεαρή ηλικία τα δέντρα πρέπει να προστατεύονται με τεχνητούς ανεμοθραύστες από τους ζεστούς, ξερούς η ψυχρούς ανέμους καθώς και από τα σταγονίδια της θάλασσας, όταν η φυτεία βρίσκεται πολύ κοντά σ' αυτή. Η καταπολέμηση των ζιζανίων μπορεί να γίνει με μηχανικά ή χημικά μέσα. Ως πιο κατάλληλα ζιζανιοκτόνα θεωρούνται το bromacil και paraquat. [1]
Βιβλιογραφία
↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Άρδευση μάνγκο
Οι ανάγκες της φυτείας του μάνγκο σε νερό ποικίλλουν ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες. Η εξατμισοαναπνοή σε συνδυασμό με τη βροχόπτωση και την ικανότητα συγκρατήσεως του νερού από το έδαφος, αποτελεί τον καλύτερο δείκτη καθορισμού του χρόνου ποτίσματος της φυτείας. Στις ξηρικές περιοχές συνηθίζεται να ποτίζουν τα νεαρά δέντρα συχνά και να αυξάνουν την ποσότητα και τα μεταξύ των ποτισμάτων χρονικά διαστήματα βαθμιαία. Συνήθως τα ενήλικα δέντρα δεν ποτίζονται, εκτός και αν κρίνεται αναγκαίο να παρεμποδιστεί η καρπόπτωση. [1]
Βιβλιογραφία
↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Λίπανση μάνγκο
Στα νεαρά δένδρα συνιστάται η παροχή 150-250 gr/δένδρο του λιπάσματος 5-10-5-2 (N-P-K-Mg), 3-4 εβδομάδες μετά τη φύτευση. Η ποσότητα αυτή αυξάνεται στα 450gr κατά τα τέλη του πρώτου χρόνου. Κατά τα επόμενα 2-3 χρόνια η ποσότητα αυξάνεται στα 900-1350 gr/δέντρο και επαναλαμβάνεται κάθε 2 μήνες. Η παροχή των ιχνοστοιχείων χαλκού, ψευδαργύρου και μαγγανίου γίνεται με διαφυλλικό ψεκασμό όταν τα φύλλα είναι ενεργά. Στην Ινδία ως καλύτερη αναλογία των λιπαντικών στοιχείων βρέθηκε να είναι η 4-1-4 (N-P-K) με το Ν σε ποσότητα 0.75 kg / δέντρο ηλικίας 12 ετών. Στη Φλόριδα των Η.Π.Α. συνιστάται το μικτό λίπασμα του τύπου 2-4-2-1 (N-P-K-Mg) εμπλουτισμένο με Zn-Mn-Cu, όπου τα καραποφόρα δέντρα δέχονται 1.6 kg Ν / έτος. Στις δυτικές Ινδίες παρέχεται το λίπασμα 12-15-18-5 (N-P-K-Mg) σε ποσότητα ανά δέντρο 0.5 kg, η οποία φθάνει τα 6 kg σε δέντρα ηλικίας 12 ετών. [1] Η περίσσεια Β και CI πρέπει να ελέγχεται.
Βιβλιογραφία
↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Κλάδεμα μάνγκο
Ως σχήμα μορφώσεως συνιστάται το κυπελλοειδές. Το μάνγκο, όπως όλα τα πλατύφυλλα αειθαλή τροπικά και υποτροπικά φυτά, χρειάζεται πολύ ελαφρό κλάδεμα. Όταν τα δέντρα υπερκαρποφορούν κάποιοι κλάδοι χρειάζονται σύντμηση, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να σπάσουν. Στα ενήλικα δέντρα συνιστάται η απομάκρυνση των ξερών και προσβεβλημένων κλάδων. Επίσης συνιστάται και αραίωμα της υγιούς βλαστήσεως, όταν υπάρχει συνωστισμός αυτής, προκειμένου να αυξηθεί ο αερισμός και φωτισμός του εσωτερικού μέρους της κόμης δέντρων, που επηρεάζουν θετικά την καρποφορία των δέντρων και περιορίζουν την προσβολή των δέντρων από τους φυτικούς και ζωικούς εχθρούς αυτών. [1] Όσο για το αραίωμα των καρπών δε συνηθίζεται να γίνεται στις φυτείες μάνγκο.
Βιβλιογραφία
↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ωρίμανση καρπών μάγκο
Οι καρποί του μάνγκο αναπτύσσονται ταχέως και είναι έτοιμοι να συγκομιστούν, υπό τις συνθήκες της Φλόριδας των Η.Π.Α., μετά από 12 εβδομάδες από την καρπόδεση. Ανάλογα με την ποικιλία συγκομίζονται από το Μάιο μέχρι τον Οκτώμβριο. Οι καρποί συγκομίζονται όταν ο φλοιός του καρπού από πράσινος γίνει κιτρινωπός και η σάρκα διατηρεί τη συνεκτικότητα της. Οι καρποί αυτοί είναι ώριμοι 3-6 ημέρες μετά τη συγκομιδή. Αν οι καρποί συγκομιστούν πολύ νωρίς, σε πολλές ποικιλίες δεν αποκτούν καλή γεύση. Πέραν του χρωματισμού του φλοιού των καρπών, ως κριτήρια ωριμότητας, λαμβάνονται ακόμα υπόψη η περιεκτικότητα των καρπών σε διαλυτά στερεά (120 Brix) και η συνεκτικότητα της σάρκας (1.75-2kg/cm2). [1] Η συλλογή των καρπών γίνεται με το χέρι και με τη βοήθεια μαχαιριού. Στην Ινδία συνηθίζεται να ταξινομούνται οι καρποί σε τρείς κατηγορίες: μικροί (200-270 g), μεσαίοι (270-320 g) και μεγάλοι (πάνω από 320 g).
Βιβλιογραφία
↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πηγές:http://enallaktikidrasi.com
http://www.gaiapedia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου