Σοβαρές ενστάσεις έχει δημιουργήσει το ενδεχόμενο επιβολής χαρατσιού με το πρόσχημα του «περιβαλλοντικού κόστους» στο νερό άρδευσης, σύμφωνα με το σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τον αν. υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Όχι μόνο στον αγροτικό κόσμο που θα επωμιστεί επιπλέον βάρη στο κόστος παραγωγής, αλλά και στην επιστημονική κοινότητα.
Όπως τονίζεται σχετικά σε δημόσιους διαλόγους που έχουν ξεκινήσεις σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης: «Το νερό και η ποιότητά του αποτελεί περιβαλλοντικό δείκτη. Περιβαλλοντικό κόστος από τη διαχείριση των υδάτων θα υπάρχει όταν έχουμε στέρηση χρήσιμου νερού από μια περιοχή και μεταφορά του σε άλλη, ή π.χ. κατά την άντληση υδάτων ή έστω χρήση τρυπανιών (συχνά γίνεται χρήση κάποιων σαπουνιών για να διευκολύνουν τα γεωτρύπανα να διεισδύσουν) και έχουμε περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Σε περίπτωση εξωγενούς ρύπανσης με επίπτωση στην ποιότητα του νερού έχουμε αποκατάσταση ποιότητας περιβάλλοντος από εξωγενείς παράγοντες και σε καμία περίπτωση περιβαλλοντικό κόστος. Οι εξωγενείς παράγοντες, εάν και εφόσον υποβαθμίζουν το περιβάλλον είναι υπεύθυνοι για την αποκατάστασή του και ο ρυπαίνων πληρώνει όχι ο ρυπαινόμενος. Όταν η υδροβόρος Αθήνα στερεί το νερό από άλλες περιοχές (π.χ. Εύηνος) θα υπάρχει περιβαλλοντικό κόστος. Το θέμα είναι τελικά αυτό το κόστος ποιός θα το επωμιστεί, ο πολίτης; το κράτος; Ή θα διωχθούν οι υπεύθυνοι για την κακή διαχείριση του νερού με αποτέλεσμα τις διαρροές και την απώλειά του; Ή μήπως οι υδροβόρες πολιτικές (και οι πολιτικοί) για μια περιβαλλοντικά αδιάφορη γεωργία;
Συνοψίζοντας: το νερό, αποτελώντας περιβαλλοντικό δείκτη, υφίσταται τις επιπτώσεις αντιπεριβαλλοντικών δράσεων τρίτων, οι οποίες και πρέπει να αποφεύγονται-διώκονται.
Το περιβαλλοντικό κόστος νερού σχετίζεται με την στέρησή του από κάποιες περιοχές για τις οποίες θα πρέπει να υπάρξει κάποιο ανταποδοτικό όφελος και φυσικά αυτό προσαυξάνεται στην κοστολόγηση του νερού. Επίσης περιβαλλοντικό κόστος αποτελούν οι τυχόν περιβαλλοντικές βλάβες κατά την άντλησή του. Δεν μπορεί ο πολίτης να πληρώνει κακές πρακτικές διαχείρισης νερού από υπεύθυνους και κακές- υδροβόρες περιβαλλοντικές πολιτικές αλλά θα πρέπει να ξεκινήσει διαδικασία ελέγχων για περιορισμό των διαρροών και για δίωξη για αδράνεια από υπεύθυνους. Έλεος, όχι εξεύρεση λύσεων και πάλι σε βάρος των χρηστών και όχι σε βάρος των υπευθύνων. Αν δεν μπορεί να προχωρήσει το κράτος στην αναζήτηση υπευθύνων για κακή διαχείριση να πληρώσει τη νύφη».
Παρέμβαση από την ΠΟΓΕΔΥ
Χαρακτηριστική είναι και η παρέμβαση στην διαβούλευση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων, η οποία δόθηκε στην δημοσιότητα από τον πρόεδρο της, κ. Ν. Κακαβά, και τον Γεν, Γραμματέα της, κ. Ν. Μπόκαρη, η οποία έχει ως εξής:
Αθήνα 30-8-2016
Αρ. πρωτ.:1001
ΘΕΜΑ: Σχόλια για τη Δημόσια Διαβούλευση του σχεδίου Απόφασης της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων (ΚΥΑ) με θέμα: «Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος. Μέθοδος και διαδικασίες για την ανάκτηση κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του».
Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι το Σχέδιο του θέματος, το οποίο καλείται να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό και ακανθώδες ζήτημα, αυτό της κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος, εντός των πλαισίων της βιωσιμότητας και της αειφορίας, ενός από τους σημαντικότερους φυσικούς πόρους, του νερού, τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση μέσα στον Αύγουστο, όταν όπως όλοι γνωρίζουμε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού βρίσκεται σε διακοπές. Πιστεύουμε ότι αυτή η επιλογή δεν είναι σκόπιμη και δεν αποσκοπεί στο να κλείσει το θέμα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, πριν προλάβει να αναπτυχθεί ένας γόνιμος διάλογος και να διατυπωθούν όλες οι επιφυλάξεις ή διαφωνίες του συνόλου των εμπλεκόμενων φορέων.
Με το προτεινόμενο Σχέδιο, γίνεται προσπάθεια οι υδατικοί πόροι, αλλά και οι περιβαλλοντικές και οικονομικές διαστάσεις της διαχείρισης τους, να τεθούν υπό το πρίσμα της όσο το δυνατόν δικαιότερης και λειτουργικής, πρακτικά πλέον, «οικονομίας».
Η προτεινόμενη ΚΥΑ λοιπόν πρεσβεύει, μεταξύ άλλων, την ορθολογική αντιμετώπιση θεμάτων όπως:
-ανάκτηση του «κόστους υπηρεσιών ύδατος», ευέλικτα και σταδιακά (ως εργαλείο εξοικονόμησης της κατανάλωσης ύδατος),
-συνεκτίμηση του «περιβαλλοντικού κόστους» και το «κόστους πόρου», στο «περιβαλλοντικό τέλος» (ως εγγύηση της βιώσιμης χρήσης των υδατικών πόρων),
-ανταπόδοση του εισπραττόμενου περιβαλλοντικού τέλους (μέσω του «πράσινου ταμείου»),
-τιμολόγηση του νερού με ευέλικτο χρονικά και δίκαιο κοινωνικά τρόπο (πρόβλεψη κλιμακωτού τιμολογίου),
-φροντίδα των κοινωνικά ευπαθών ομάδων (αντιμετωπίζοντας το νερό ως κοινωνικό αγαθό),
-μέτρα συνεχούς παρακολούθησης και σταδιακής βελτίωσης των υπηρεσιών ύδατος.
Όμως, κατά την άποψή μας, η προτεινόμενη ΚΥΑ διαπνέεται από νομοτεχνικό και οικονομοτεχνικό ύφος, συχνά με αμφισημίες και άλλοτε με υπεραπλουστεύσεις, που επίσης επιδέχονται διαφορετικές ερμηνείες και επίσης, φαίνεται ότι υπεισέρχεται στην προσπάθεια της Διοίκησης να αντιμετωπίσει διάφορες ελλείψεις στη γενικότερη και ολιστική διαχείριση των υδατικών πόρων της χώρας. Για παράδειγμα αναφέρουμε ότι προσπαθεί να λύσει μεταξύ των άλλων και το θέμα του Εθνικού Μητρώου Σημείων Υδροληψίας (ΕΜΣΥ), που απέχει αρκετά από το να είναι πλήρες, τη συστηματική θεώρηση της συν-επιρροής περιβαλλοντικών, μετεωρολογικών, κλιματικών, ανθρωπογενών και άλλων συνθηκών και παραμέτρων και την αναθεώρηση των επικαιροποιημένων Σχεδίων Διαχείρισης των υδατικών πόρων της χώρας.
Όπως τονίζεται σχετικά σε δημόσιους διαλόγους που έχουν ξεκινήσεις σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης: «Το νερό και η ποιότητά του αποτελεί περιβαλλοντικό δείκτη. Περιβαλλοντικό κόστος από τη διαχείριση των υδάτων θα υπάρχει όταν έχουμε στέρηση χρήσιμου νερού από μια περιοχή και μεταφορά του σε άλλη, ή π.χ. κατά την άντληση υδάτων ή έστω χρήση τρυπανιών (συχνά γίνεται χρήση κάποιων σαπουνιών για να διευκολύνουν τα γεωτρύπανα να διεισδύσουν) και έχουμε περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Σε περίπτωση εξωγενούς ρύπανσης με επίπτωση στην ποιότητα του νερού έχουμε αποκατάσταση ποιότητας περιβάλλοντος από εξωγενείς παράγοντες και σε καμία περίπτωση περιβαλλοντικό κόστος. Οι εξωγενείς παράγοντες, εάν και εφόσον υποβαθμίζουν το περιβάλλον είναι υπεύθυνοι για την αποκατάστασή του και ο ρυπαίνων πληρώνει όχι ο ρυπαινόμενος. Όταν η υδροβόρος Αθήνα στερεί το νερό από άλλες περιοχές (π.χ. Εύηνος) θα υπάρχει περιβαλλοντικό κόστος. Το θέμα είναι τελικά αυτό το κόστος ποιός θα το επωμιστεί, ο πολίτης; το κράτος; Ή θα διωχθούν οι υπεύθυνοι για την κακή διαχείριση του νερού με αποτέλεσμα τις διαρροές και την απώλειά του; Ή μήπως οι υδροβόρες πολιτικές (και οι πολιτικοί) για μια περιβαλλοντικά αδιάφορη γεωργία;
Συνοψίζοντας: το νερό, αποτελώντας περιβαλλοντικό δείκτη, υφίσταται τις επιπτώσεις αντιπεριβαλλοντικών δράσεων τρίτων, οι οποίες και πρέπει να αποφεύγονται-διώκονται.
Το περιβαλλοντικό κόστος νερού σχετίζεται με την στέρησή του από κάποιες περιοχές για τις οποίες θα πρέπει να υπάρξει κάποιο ανταποδοτικό όφελος και φυσικά αυτό προσαυξάνεται στην κοστολόγηση του νερού. Επίσης περιβαλλοντικό κόστος αποτελούν οι τυχόν περιβαλλοντικές βλάβες κατά την άντλησή του. Δεν μπορεί ο πολίτης να πληρώνει κακές πρακτικές διαχείρισης νερού από υπεύθυνους και κακές- υδροβόρες περιβαλλοντικές πολιτικές αλλά θα πρέπει να ξεκινήσει διαδικασία ελέγχων για περιορισμό των διαρροών και για δίωξη για αδράνεια από υπεύθυνους. Έλεος, όχι εξεύρεση λύσεων και πάλι σε βάρος των χρηστών και όχι σε βάρος των υπευθύνων. Αν δεν μπορεί να προχωρήσει το κράτος στην αναζήτηση υπευθύνων για κακή διαχείριση να πληρώσει τη νύφη».
Παρέμβαση από την ΠΟΓΕΔΥ
Χαρακτηριστική είναι και η παρέμβαση στην διαβούλευση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων, η οποία δόθηκε στην δημοσιότητα από τον πρόεδρο της, κ. Ν. Κακαβά, και τον Γεν, Γραμματέα της, κ. Ν. Μπόκαρη, η οποία έχει ως εξής:
Αθήνα 30-8-2016
Αρ. πρωτ.:1001
ΘΕΜΑ: Σχόλια για τη Δημόσια Διαβούλευση του σχεδίου Απόφασης της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων (ΚΥΑ) με θέμα: «Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος. Μέθοδος και διαδικασίες για την ανάκτηση κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του».
Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι το Σχέδιο του θέματος, το οποίο καλείται να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό και ακανθώδες ζήτημα, αυτό της κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος, εντός των πλαισίων της βιωσιμότητας και της αειφορίας, ενός από τους σημαντικότερους φυσικούς πόρους, του νερού, τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση μέσα στον Αύγουστο, όταν όπως όλοι γνωρίζουμε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού βρίσκεται σε διακοπές. Πιστεύουμε ότι αυτή η επιλογή δεν είναι σκόπιμη και δεν αποσκοπεί στο να κλείσει το θέμα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, πριν προλάβει να αναπτυχθεί ένας γόνιμος διάλογος και να διατυπωθούν όλες οι επιφυλάξεις ή διαφωνίες του συνόλου των εμπλεκόμενων φορέων.
Με το προτεινόμενο Σχέδιο, γίνεται προσπάθεια οι υδατικοί πόροι, αλλά και οι περιβαλλοντικές και οικονομικές διαστάσεις της διαχείρισης τους, να τεθούν υπό το πρίσμα της όσο το δυνατόν δικαιότερης και λειτουργικής, πρακτικά πλέον, «οικονομίας».
Η προτεινόμενη ΚΥΑ λοιπόν πρεσβεύει, μεταξύ άλλων, την ορθολογική αντιμετώπιση θεμάτων όπως:
-ανάκτηση του «κόστους υπηρεσιών ύδατος», ευέλικτα και σταδιακά (ως εργαλείο εξοικονόμησης της κατανάλωσης ύδατος),
-συνεκτίμηση του «περιβαλλοντικού κόστους» και το «κόστους πόρου», στο «περιβαλλοντικό τέλος» (ως εγγύηση της βιώσιμης χρήσης των υδατικών πόρων),
-ανταπόδοση του εισπραττόμενου περιβαλλοντικού τέλους (μέσω του «πράσινου ταμείου»),
-τιμολόγηση του νερού με ευέλικτο χρονικά και δίκαιο κοινωνικά τρόπο (πρόβλεψη κλιμακωτού τιμολογίου),
-φροντίδα των κοινωνικά ευπαθών ομάδων (αντιμετωπίζοντας το νερό ως κοινωνικό αγαθό),
-μέτρα συνεχούς παρακολούθησης και σταδιακής βελτίωσης των υπηρεσιών ύδατος.
Όμως, κατά την άποψή μας, η προτεινόμενη ΚΥΑ διαπνέεται από νομοτεχνικό και οικονομοτεχνικό ύφος, συχνά με αμφισημίες και άλλοτε με υπεραπλουστεύσεις, που επίσης επιδέχονται διαφορετικές ερμηνείες και επίσης, φαίνεται ότι υπεισέρχεται στην προσπάθεια της Διοίκησης να αντιμετωπίσει διάφορες ελλείψεις στη γενικότερη και ολιστική διαχείριση των υδατικών πόρων της χώρας. Για παράδειγμα αναφέρουμε ότι προσπαθεί να λύσει μεταξύ των άλλων και το θέμα του Εθνικού Μητρώου Σημείων Υδροληψίας (ΕΜΣΥ), που απέχει αρκετά από το να είναι πλήρες, τη συστηματική θεώρηση της συν-επιρροής περιβαλλοντικών, μετεωρολογικών, κλιματικών, ανθρωπογενών και άλλων συνθηκών και παραμέτρων και την αναθεώρηση των επικαιροποιημένων Σχεδίων Διαχείρισης των υδατικών πόρων της χώρας.
Ως πρώτη προσέγγιση, στα ασφυκτικά χρονικά πλαίσια της διαβούλευσης, , σας επισημαίνουμε πιο συγκεκριμένα τα εξής:
Άρθρο 3, “Περιβαλλοντικό τέλος”:
Στον ορισμό του «περιβαλλοντικού τέλους», υπάρχει αντίφαση σε σχέση με το «περιβαλλοντικό κόστος», η οποία δεν διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των υδατικών πόρων. Προκαλείται έτσι αμφισημία και ασάφεια στην εφαρμογή της ΚΥΑ. Για παράδειγμα, δεν διευκρινίζεται πως θα υπολογίζεται το περιβαλλοντικό τέλος, σε ενδεχόμενη πτώση στάθμης σε υδροφόρο ορίζοντα, καθόσον είναι δύσκολο να διευκρινιστεί εάν οφείλεται σε υπεράντληση (από υπαιτιότητα του ιδιώτη) ή σε φυσικά αίτια, όπως είναι οι μετεωρολογικές συνθήκες είτε η κλιματική αλλαγή.
Άρθρο 3, “ Ανάκτηση κόστους”
Η «Ανάκτηση κόστους» υπεισέρχεται στην τιμολόγηση με τρόπο που ενέχει τον κίνδυνο ο τελικός χρήστης να κληθεί να πληρώσει για συνέπειες που οφείλονται σε φυσικά αίτια και όχι στον ίδιο το χρήστη. Ο τελικός χρήστης επομένως, σε αυτήν την περίπτωση, θα βρεθεί διπλά θύμα της ζημίας, αφού θα έχει π.χ. να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις των φυσικών αιτίων στις καλλιέργειές του, αλλά και την υπερτιμολόγηση, λόγω της διαδικασίας «ανάκτησης κόστους».
Αρθρο 3, “ Συμπληρωματικά μέτρα”, καθώς και άρθρο 5, παρ. 4.
Είναι δύσκολο να κοστολογηθούν τα «Συμπληρωματικά μέτρα», αφού αυτά, όπως αναφέρονται στην ΚΥΑ, είναι ασαφή, αδιευκρίνιστα και μεταβαλλόμενα, εφόσον εξαρτώνται από το εκάστοτε ισχύον Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΛΑΠ). Το γεγονός λοιπόν ότι ένας περιοδικά μεταβαλλόμενος παράγοντας υπεισέρχεται στην τιμολόγηση, μπορεί να έχει ως συνέπεια ανασφάλεια σε όλο το σύστημα της τιμολόγησης και απρόβλεπτες χρεώσεις.
Άρθρο 5, παρ. 1.
Ο προσδιορισμός του Περιβαλλοντικού Κόστους σε επίπεδο Υδατικού Συστήματος (ΥΣ) ή ανά ομάδα ΥΣ, δηλαδή σε τόσο μεγάλη κλίμακα, και όχι σε επίπεδο υδροφορέα, ενέχει τον κίνδυνο αδικίας, αφού οι τελικοί χρήστες μιας περιοχής, μπορεί να κληθούν να πληρώσουν για άλλους χρήστες που κάνουν κατάχρηση ύδατος σε άλλους υδροφορείς. Θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα τέτοια κόστη να υπολογίζονται σε κλίμακα υδροφορέων.
Άρθρο 11, παρ. 2.1.
Στο άρθρο 11 που αφορά στην αγροτική χρήση (παρ. 2.1), γίνεται αναφορά για την εφαρμογή ενός σταθερού τέλους που εφαρμόζεται στην άρδευση ανά στρέμμα καλλιέργειας και ενός μεταβλητού τέλους, ανά μονάδα νερού. Δεν διευκρινίζεται τι ακριβώς περιλαμβάνουν αυτά τα τέλη. Πρέπει να αναφερθεί συγκεκριμένα και αναλυτικά τι αφορούν και πώς ακριβώς ορίζονται, ώστε να είναι ξεκάθαρη η διαδικασία της τιμολόγησης.
Εφόσον το μεταβλητό τέλος προκύπτει από την τελική τιμολόγηση και σ’ αυτό περιλαμβάνεται και το περιβαλλοντικό τέλος, ποια η σκοπιμότητα του σταθερού τέλους? Μήπως πάει να περάσει από την πίσω πόρτα, άλλος ένας πάγιος φόρος?
Γενικότερα, άποψή μας είναι ότι:
-Το περιβαλλοντικό τέλος (τουλάχιστον όσον αφορά τα υπόγεια νερά), θα πρέπει να είναι μηδενικό, καθ’ όσον για την πλειονότητα των υπογείων συστημάτων (και σωμάτων) δεν έχουμε εικόνα για τις αναπληρούμενες (ετησίως) ποσότητες νερού, και επομένως δεν μπορεί να γνωρίζουμε εάν μπορεί πραγματικά να υπεισέλθει κόστος πόρου.
-Με βεβαιότητα υποστηρίζουμε ότι το κόστος πόρου θα μπορούσε να υπεισέλθει στην κοστολόγηση στις γεωτρήσεις εκείνες, για τις οποίες υφίσταται ή θα υπάρξει χρονοσειρά μετρήσεων υψηλής / χαμηλής στάθμης. Αυτό, όμως προς το παρόν δεν υπάρχει και, απ’ όσο διαφαίνεται, και για το μέλλον παραμένει ανέφικτο, καθόσον δεν προβλέπονται μετρήσεις στάθμης, όσον αφορά τις γεωτρήσεις.
-Επίσης, επισημαίνεται ότι η περιβαλλοντική ζημία που προκύπτει από μετεωρολογικά αίτια ή την κλιματική αλλαγή πρόκειται να χρεωθεί στον καλλιεργητή, καθ’ όσον δεν μπορεί να διακριθεί το μέγεθος της περιβαλλοντικής ζημίας που οφείλεται στην άντληση, από αυτό που οφείλεται στην κλιματική αλλαγή. Επιπλέον, για γειτονικές γεωτρήσεις, ανάλογα με τον τρόπο άντλησης, μπορεί άλλες να προκαλούν ζημιά, και άλλες όχι.
Μάλιστα, μπορεί μια γεώτρηση να προκαλεί ζημιά σε άλλη γειτονική. Πώς μπορεί λοιπόν να υπολογισθεί το κόστος;
Γενικότερα, πιστεύουμε ότι μια ορθολογική κοστολόγηση και τιμολόγηση του νερού, θα πρέπει να βασίζεται στις αρχές, ότι το νερό:
-Είναι το σημαντικότερο φυσικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό αγαθό που χρήζει προστασίας και καλής διαχείρισης,
-Είναι αναπαλλοτρίωτο δημόσιο αγαθό απαραίτητο για τη ζωή, στο οποίο πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι πολίτες ανεξαρτήτως της οικονομικής τους κατάστασης και ότι δεν πρέπει να αποτελεί πηγή κέρδους. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται η υπεράσπισή του ως συλλογικού αγαθού και όχι η μετατροπή του σε εμπόρευμα,
-Αποτελεί δημόσια ιδιοκτησία και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται σε πολιτικό, νομικό και διοικητικό επίπεδο.
Με την ευκαιρία της παρούσας διαβούλευσης και με βάση τα προηγούμενα, επαναλαμβάνουμε τις πάγιες θέσεις μας, ότι θα πρέπει:
-Να προχωρήσει η καταγραφή των ποσοτήτων νερού από τις υφιστάμενες γεωτρήσεις
-Να τοποθετηθούν υδρομετρητές σε όλες τις γεωτρήσεις και να υπάρξει πρόβλεψη συστήματος ελέγχου αυτών (ενιαία ή δειγματοληπτικά).
-Να γίνεται συστηματική παρακολούθηση και λήψη μέτρων για περαιτέρω διοικητικό έλεγχο των παράνομων γεωτρήσεων.
-Να αναπτυχθούν κάθε είδους επικοινωνιακές δράσεις, για την ενίσχυση της αντίληψης ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό και τόσο το κράτος όσο και κάθε πολίτης είναι υπεύθυνος γι’ αυτό και οφείλει να το προστατεύει.
Πηγή: .paseges.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου