Μιά φορά και έναν καιρό, μία γριά κατάφερε κουτσά στραβά, και πέρασε τον Χειμώνα με τις προμήθειες που είχε κάνει από το περασμένο καλοκαίρι. σε ξύλα για τη φωτιά της και σε τροφές για κείνη και τα ζωντανά της.
Περνώντας λοιπόν ο Φλεβάρης με τα τελευταία κρύα και τα χιόνια, μπήκε ο Μάρτης ζεστός και γλυκός. Η φύση αναθάρρεψε και η γριά έβγαλε τα αρνοκάτσικά της στη βοσκή. Εκεί, κάθισε και αυτή στον ήλιο να ζεσταθεί το κοκαλάκι της και βλέποντας τα ζωντανά να βόσκουν ευτυχισμένα είπε: "Πριτς Μάρτη μου, εγώ τα 'βγαλα πέρα τ' αρνοκάτσικά μου".
Ο Μάρτης σαν τ' άκουσε του κακοφάνηκε και θύμωσε πολύ.
Δανείστηκε τότε δύο ημέρες από τον Φλεβάρη, ο οποίος έμεινε λειψός σε ημέρες και γι αυτό τον λένε και κουτσο Φλέβαρο, και έκανε τέτοια κρύα που δεν είχε κάνει ούτε ο χειμώνας. Η γριά για να ζεσταθεί έκαψε ακόμα και τα παλούκια από τις φράχτες του κήπου της. Έτσι έμεινε να λένε:
"Μάρτης γδάρτης
και κακός παλουκοκαύτης
τα παλιόβοϊδα τα γδέρνει
τα δαμάλια τα παιδεύει
τα σκυλιά τα μαγκουριάζει
τις παλιόφραχτες τις καίει"
και κακός παλουκοκαύτης
τα παλιόβοϊδα τα γδέρνει
τα δαμάλια τα παιδεύει
τα σκυλιά τα μαγκουριάζει
τις παλιόφραχτες τις καίει"
Ακόμα τις ημέρες εκείνες που πήρε δανεικιές ο Μάρτης από τον Φλεβάρη για να εκδικηθεί την γριά τις λένε, "Γριάς ημέρες" και συνήθως πάντα κάνει κακοκαιρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου