Βοτανικά
Μετρίου μεγέθους φυλλοβόλο δένδρο (ως 20 μέτρα ύψος). Τα φύλλα του είναι λεπτά, χρώματος πράσινου ανοικτού. Δεν είναι υπεραιωνόβιο όπως η Ελιά και η Συκιά. Επειδή είναι το πρώτο καρποφόρο δένδρο που ανθίζει, θεωρείται το σύμβολο της ανάστασης. Μάλιστα, ο Θεόφραστος αναφέρει ότι «…προανθεί δε των φύλλων και πρωιβλαστεί…». Τα άνθη, βγαίνουν αργά το χειμώνα, πριν την εμφάνιση των φύλλων. Επειδή μπορεί να ανθίσει ακόμη και στα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου, είναι πάρα πολλές φορές πιθανό να τη δούμε ανθισμένη ενώ χιονίζει.
Εντός ενός μηνός από την άνθιση, αρχίζει η ανάπτυξη των πράσινων, χνουδωτών καρπών, των Αμυγδάλων.
Θεραπευτικές Χρήσεις:
Μετρίου μεγέθους φυλλοβόλο δένδρο (ως 20 μέτρα ύψος). Τα φύλλα του είναι λεπτά, χρώματος πράσινου ανοικτού. Δεν είναι υπεραιωνόβιο όπως η Ελιά και η Συκιά. Επειδή είναι το πρώτο καρποφόρο δένδρο που ανθίζει, θεωρείται το σύμβολο της ανάστασης. Μάλιστα, ο Θεόφραστος αναφέρει ότι «…προανθεί δε των φύλλων και πρωιβλαστεί…». Τα άνθη, βγαίνουν αργά το χειμώνα, πριν την εμφάνιση των φύλλων. Επειδή μπορεί να ανθίσει ακόμη και στα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου, είναι πάρα πολλές φορές πιθανό να τη δούμε ανθισμένη ενώ χιονίζει.
Εντός ενός μηνός από την άνθιση, αρχίζει η ανάπτυξη των πράσινων, χνουδωτών καρπών, των Αμυγδάλων.
Θεραπευτικές Χρήσεις:
Τα φύλλα και τα άνθη της αμυγδαλιάς έχουν αντιβηχικές και ανθελμινθικές ιδιότητες ενώ το αμυγδαλέλαιο χρησιμοποιείται ως καλλυντικό για την επιδερμίδα και ως επουλωτικό σε εγκαύματα. Τα αμύγδαλα έχουν τονωτικές ιδιότητες και επιδρούν ευεργετικά στο νευρικό και το ουροποιητικό σύστημα. Απο τα αμυγδαλα παραγεται το αμυγδαλελαιο.
Τα φρεσκα φυλλα και ο φλοιος της αμυγδαλιας εχουν θεραπευτικες ιδιοτητες.
Το αφεψημα απο τα φυλλα και το φλοιο της αμυγδαλιας ειναι ενα πολυ καλο καθαρτικο.
Τα ξερα αμυγδαλα ειναι κατα της ναυτιας,γιατι περιεχουν ασβεστιο,χλωριο , σιδηρο .
Η Αμυγδαλιά, παράγει δυο ποικιλίες. Την ποικιλία με γλυκούς καρπούς (dulcis) και αυτήν με τους πικρούς καρπούς (amaris).
Γενικά, τα αμύγδαλα περιέχουν ασβέστιο, χλώριο, κοβάλτιο, σίδηρο, μαγνήσιο και φώσφορο.
Τα φρεσκα φυλλα και ο φλοιος της αμυγδαλιας εχουν θεραπευτικες ιδιοτητες.
Το αφεψημα απο τα φυλλα και το φλοιο της αμυγδαλιας ειναι ενα πολυ καλο καθαρτικο.
Τα ξερα αμυγδαλα ειναι κατα της ναυτιας,γιατι περιεχουν ασβεστιο,χλωριο , σιδηρο .
Η Αμυγδαλιά, παράγει δυο ποικιλίες. Την ποικιλία με γλυκούς καρπούς (dulcis) και αυτήν με τους πικρούς καρπούς (amaris).
Γενικά, τα αμύγδαλα περιέχουν ασβέστιο, χλώριο, κοβάλτιο, σίδηρο, μαγνήσιο και φώσφορο.
Ιδιότητες:
Γλυκοί καρποί: Τα γλυκά αμύγδαλα, στερούνται αμυγδαλίνης, του πικρού συστατικού των πικραμύγδαλων.
Εσωτερικά, χρησιμοποιείται το γαλάκτωμα αμυγδάλων.
Είναι γνωστά τα παρασκευάσματα καλλυντικών που γίνονται με το γλυκό αμυγδόλαδο.
Φρέσκα τα φύλλα της αμυγδαλιάς, καταπραΰνουν τους πόνους των ελκών, των μωλώπων, των εγκαυμάτων ενώ αφέψημα των φύλλων είναι εξαιρετικό καθαρτικό. Θα πρέπει ωστόσο να αποφεύγεται η κατάχρηση.
Τα αμύγδαλα βοηθούν κατά της ναυτίας.
Εσωτερικά, χρησιμοποιείται το γαλάκτωμα αμυγδάλων.
Είναι γνωστά τα παρασκευάσματα καλλυντικών που γίνονται με το γλυκό αμυγδόλαδο.
Φρέσκα τα φύλλα της αμυγδαλιάς, καταπραΰνουν τους πόνους των ελκών, των μωλώπων, των εγκαυμάτων ενώ αφέψημα των φύλλων είναι εξαιρετικό καθαρτικό. Θα πρέπει ωστόσο να αποφεύγεται η κατάχρηση.
Τα αμύγδαλα βοηθούν κατά της ναυτίας.
Πικραμύγδαλα:
Το γαλάκτωμα πικρών αμυγδάλων βοηθά στις παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος αλλά και στη δυσμηνόρροια.
Τα πικρά αμύγδαλα έχουν επίσης και ιδιότητες αντισπασμωδικές.
Αιθέριο έλαιο πικρών αμυγδάλων συνιστάται κατά της κακοσμίας των ποδιών και των μασχαλών.
Το γαλάκτωμα πικρών αμυγδάλων βοηθά στις παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος αλλά και στη δυσμηνόρροια.
Τα πικρά αμύγδαλα έχουν επίσης και ιδιότητες αντισπασμωδικές.
Αιθέριο έλαιο πικρών αμυγδάλων συνιστάται κατά της κακοσμίας των ποδιών και των μασχαλών.
Οι καρποί
Ένα μήνα μετά την άνθηση θα αρχίσουν να σχηματίζονται τα αμύγδαλα, πολύ καλά οχυρωμένα σε περιβλήματα. Ένα εξωτερικό, το εξωκάρπιο, χνουδωτό και γκριζοπράσινου χρώματος και ένα εσωτερικό, το ενδοκάρπιο, σκληρό ή μαλακό και με αμυχές, το οποίο περιέχει 1 ή 2 σπέρματα, την ψίχα του αμυγδάλου (αμυγδαλόψιχα). Καθώς προχωράει η ωρίμανση των αμυγδάλων, αρχικά σκίζεται και ανοίγει το εξωκάρπιο, πρώτα των περιφερειακών καρπών και μετά αυτών προς το εσωτερικό του δέντρου.
Πλούσια τροφή η αμυγδαλόψιχα, περιέχει ανάμεσα στα άλλα 20-25% πρωτεΐνες, 50-55% έλαιο, βιταμίνες Β1-Β2-Ε, κάλιο, μαγνήσιο, ασβέστιο, φώσφορο κ.α. Κάποιοι προτιμούν να καταναλώνουν τα αμύγδαλα προτού ωριμάσουν και γίνουν καφέ, όταν είναι ακόμα πράσινα, οπότε μιλάμε για τα ‘’τσάγαλα’’.
Η αμυγδαλιά μεγαλώνει γρήγορα και ζει αρκετά. Δίνει τα πρώτα αμύγδαλα στο 3ο - 4ο έτος (κανονική καρποφορία στο 8ο - 9ο) και με τις σωστές φροντίδες φτάνει τα 50-70 χρόνια σε ηλικία. Μας αποδίδει 5-15 κιλά αμυγδάλων ανά δέντρο. Μαζεύουμε τα αμύγδαλα από τέλη Αυγούστου-αρχές Σεπτεμβρίου και αναλόγως την ποικιλία. Κριτήριο για να αρχίσουμε να συγκομίζουμε τα αμύγδαλα, είναι όταν έχει σκιστεί πλήρως το εξωκάρπιο των καρπών στο εσωτερικό των δέντρων.
Όπως και η Ελιά, παρενιαυτοφορεί, δηλ. παρουσιάζει το φαινόμενο μια χρονιά με μεγάλη παραγωγή να ακολουθείται από χρονιά με πολύ μικρή ή και μηδενική καρποφορία. Για να το αποφύγουμε, δεν επιλέγουμε την ποικιλία Truoito, κλαδεύουμε κάθε χρόνο ελαφρά, δεν υπερβάλλουμε στην αζωτούχο λίπανση και στα ποτίσματα και χορηγούμε λιπάσματα βορίου και ψευδαργύρου.
Η ικανότητα της αμυγδαλιάς να υπομένει σε μη ευνοϊκές εδαφικές συνθήκες οφείλεται στη διεισδυτικότητα των ριζών της που απλώνονται πολύ σε βάθος, αξιοποιώντας και τα τελευταία ίχνη νερού και θρεπτικών στοιχείων
Ποικιλίες
Οι ποικιλίες της αμυγδαλιάς είναι πάρα πολλές, ελληνικές και ξένες. Διακρίνονται σε γλυκές (τύπος dulci, τα κοινά αμύγδαλα) και πικρές (τύπος amara, τα πικραμύγδαλα), πρώιμες (Χιώτικη και Marcona) και όψιμες, με σκληρό (τύπος ossea, όπως η Ferragnes) και απαλό κέλυφος (οι αφράτες, τύπος fragilis, όπως η Texas). Το ποσοστό των καρπών σε αμυγδαλόψιχα ποικίλλει, από 25 ως 45%. Μπορούμε να επιλέξουμε για φύτευση κάποια από τις γλυκές ποικιλίες Texas, Truoito, Ferragnes, Ferraduel, Ai και τις ελληνικές Ρέτσου, Χιώτικη. Οι ονομασίες των ποικιλιών συνήθως είναι και οι περιοχές προέλευσής τους.
Στους παγετούς καταστρέφονται τα άνθη, οπότε σε ψυχρές/παγετόπληκτες περιοχές της Βορείου Ελλάδας και μεγάλων υψομέτρων επιλέγουμε ποικιλίες που ανθίζουν αργά (Ρέτσου, Texas, Truoito, Ferraduel, Ferragnes). Φυτεύουμε την αμυγδαλιά στον κήπο μας, τόσο για τους καρπούς της αλλά και ως διακοσμητικό φυτό, για τα υπέροχα άνθη της. Επειδή οι περισσότερες ποικιλίες χρειάζονται τις μέλισσες για την γονιμοποίησή τους, τη φυτεύουμε σε απάνεμη θέση, για να μη δυσκολέψουμε το έργο των μελισσών.
Το Ινστιτούτο Φυλλοβόλων Δένδρων Νάουσας (τηλ.: 2332041548) διενεργεί εδώ και δεκαετίες έρευνα γύρω από την αμυγδαλιά και τις ποικιλίες της. Ο λάτρεις της αμυγδαλιάς μπορούν να συμμετέχουν σε 2 τουλάχιστον ετήσιες «Γιορτές Αμυγδάλου», στο Συκούριο Λάρισας τον Σεπτέμβριο και στον Κρούστα Aγίου Νικολάου, τον Ιούλιο
Πολλαπλασιασμός: ο πιο εύκολος τρόπος είναι η σπορά την άνοιξη ενός σπέρματος στην οριστική θέση και ο εμβολιασμός τέλη Αυγούστου με την επιθυμητή ποικιλία, με ενοφθαλμισμό τεχνικής Τ (διαλέγουμε υγιές μάτι, λίγο πριν εκπτυχθεί με πολύ μικρό κομμάτι ξύλου). Καλύτερα αποτελέσματα δίνει η στρωμάτωση των σπερμάτων σε στρώμα άμμου, που τη διατηρούμε συνεχώς υγρή και όταν κεντρώσουν φυτεύουμε σε προστατευμένο φυτώριο. Μόλις τα δενδρύλλια αποκτήσουν μήκος 10-15 εκ., τα μεταφέρουμε στην οριστική τους θέση και εμβολιάζουμε.
Κλάδεμα: κλαδεύουμε κάθε χειμώνα, ελαφρά, τα ξερά, άρρωστα και καχεκτικά κλαδιά, αυτά που εισέρχονται προς το εσωτερικό καθώς και το 1/5 περίπου της καρποφόρας βλάστησης. Στο κλάδεμα μόρφωσης, τα πρώτα χρόνια σκοπός είναι να αφήσουμε 3-4 βραχίονες, σε ύψος 70-80 εκ. και με γωνία 50-60ο ώστε να δημιουργήσουμε σχήμα κυπέλλου. Να μην αφήσουμε την αμυγδαλιά να ψηλώσει πάνω από τα 6-7 μέτρα, θα μας δυσκολέψει στη συγκομιδή και στο κλάδεμα.
Κλίμα: θέλει ξηρά και θερμά κλίματα, χωρίς πολλές βροχές. Η πολλή υγρασία ευνοεί τις προσβολές από μύκητες και βακτήρια. Φυτεύουμε σε απευθείας έκθεση στον ήλιο, σε θέσεις προστατευμένες από ισχυρούς βοριάδες.
Έδαφος: αξιοποιεί τα άγονα, πετρώδη ξηρά, ασβεστούχα εδάφη. Ωστόσο για καλή ανθοφορία και για να μαζέψουμε αμύγδαλα, προτιμούμε τα μέσης σύστασης, γόνιμα εδάφη που στραγγίζουν καλά.
Πότισμα: κατά τη φύτευση να έχει ποτιστεί πρώτα το χώμα. Ποτίζουμε τα πρώτα 2-3 χρόνια, συχνά και με όχι πολύ νερό και τα μεγάλα δέντρα, 4-6 φορές το χρόνο. Κατά τα μέσα Μαΐου και 20 μέρες μετά (για τον καλό σχηματισμό της ψίχας), οπωσδήποτε τέλη Αυγούστου-Σεπτέμβριο και ενδιάμεσα, αναλόγως των βροχών και της σύστασης του εδάφους. Αποφεύγουμε κατά το πότισμα να βρέχεται ο κορμός (προσβολές από μύκητες-βακτήρια)
Λίπανση: στη φύτευση δεν είναι απαραίτητο το άζωτο. Ρίχνουμε στο λάκο 200γρ. λιπάσματος τύπου 0-25-8 (*). Στα μεγάλα δέντρα χρησιμοποιούμε βιολογικά λιπάσματα κάθε χρόνο, το χειμώνα, τύπου 10-0-0 και θειικό καλιομανγήσιο (*). Κάθε 2-3 χρόνια ρίχνουμε και 150γρ/δέντρο σκόνη βορίου (*)
Σπορείο Για να έχουμε αμυγδαλίτσες για μεταφύτευμα είναι το μόνο εύκολο, φτάνει να φυτέψουμε αμύγδαλα σε σπορείο που φτιάχνουμε σαν σκάψουμε βαθειά μέχρι δυόμιση πιθαμές στον κήπο ή σε άλλο μέρος προφυλαγμένο τεμάχιο γης, όσο μας χρειάζεται και το χωρίζουμε σε βραγιές, 4 μέτρα μάκρος και 1 φάρδος κάνοντας και το αυλάκια για να ποτίζονται. Τελειώνοντας τις βραγιές ρίχνουμε σε κάθε μια 5-6 καλές φτυαριές χωνεμένη κοπριά, την απλώνουμε και την σκάβουμε για να ανακατωθεί με το χώμα σε βάθος ως μια πιθαμή. 'Ύστερα τις ισιώνουμε και ανοίγουμε στο μάκρος κάθε μιάμιση πιθαμή (30 πόντους) αυλάκια 3-4 δάχτυλα βαθιά και βάζουμε στη σειρά κάθε μια πιθαμή (20 πόντους) και από ένα γλυκό αμύγδαλο με τη μύτη καταπάνω ή πλαγιαστά και τα σκεπάζουμε με το χώμα που παραμερίσαμε ανοίγοντας τ’ αυλάκια. Όταν φυτέψουμε γλυκά αμύγδαλα θα έχουμε αμυγδαλίτσες γλυκές και μερικές πικρές που θα μπολιάσουμε κατόπι τον Ιούνιο Ιούλιο με μάτι. Ένα τέτοιο γίνεται και αν φυτέψουμε αφράτα αμύγδαλα θα έχουμε αμυγδαλιές σκληρές και σπανιότερα αφράτες. Πάντα όμως για να έχουμε τα διαλεχτά αμύγδαλα που θέλουμε πρέπει πικρές ή γλυκές να τις μπολιάσουμε. Τα αμύγδαλα που φυτεύουμε πρώιμα (Οκτώβριο - Νοέμβριο) σπανιότατα τα ποτίζουμε γιατί την εποχή αυτή μέχρι την άνοιξη το χώμα είναι υγρό, όσα όμως φυτεύουμε όψιμα (Φλεβάρη) και δούμε πως δεν έβρεξε ως τα μέσα του Μάρτη 2-3 φορές, αναγκαστικά τα ποτίζουμε και υστέρα από λίγες μέρες τα σκαλίζουμε ανάλαφρα ως ένα δάκτυλο για να αφρατέψει το χώμα γιατί πατήθηκε με το νερό. Μπαίνοντας η άνοιξη και μόλις ζεστάνει ο καιρός όλα τα γερά αμύγδαλα φυτρώνουν και γίνονται αμυγδαλίτσες που τις βοτανίζουμε, όταν πιάνουν χόρτο και σκαλίζουμε με προσοχή να μην τις πληγώσουμε. Το καλοκαίρι και όσο μεγαλώνουν οι αμυγδαλίτσες στο φυτώριο, για να δυναμώσουν κόβουμε με κηπουρικό ψαλίδι σύρριζα στον κορμό τα κλωνάρια τους (τις μονοβεργούμε) αφήνοντας λίγα στην κορυφή. Σχετικά παρατήρησα πως όταν δεν κόβουμε τα κλωνιά του κορμού οι αμυγδαλίτσες δεν ψηλώνουν μα χοντραίνουν και μπορούμε μονοχρονίς να τις μπολιάσουμε τον Σεπτέμβριο με κοιμισμένο μάτι.
Αμύγδαλα μπορούμε να φυτέψουμε από τον Οκτώβριο μέχρι να βγει ο Φλεβάρης, όμως η πρώιμη σπορά είναι η καλύτερη και πρέπει να την προτιμούμε. Όψιμη σπορά (Φλεβάρη) κάνουμε εξαιρετικά στα ορεινά μέρη γιατί είναι φόβος με τα νερά του χειμώνα να σαπίσουν. Και για να μη πάθουμε τέτοια ζημία πρέπει τα αμύγδαλα να τα βάλουμε στην άμμο (στρωματώσουμε) και το Φλεβάρη να τα βγάλουμε και όπως είναι φυτρωμένα να τα φυτέψουμε στις βραγιές (σπορείο) με τον τρόπο που γράψαμε.
Το στοίβασμα γίνεται έτσι: Τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο παίρνουμε μια ρηχή κάσα ή ένα ξύλινο κουτί και ρίχνουμε μέσα ως μια πιθαμή ή λιγότερο ψιλή άμμο ποταμού, την ισιώνουμε, τοποθετούμε επάνω τα αμύγδαλα το ένα κοντά στο άλλο και τα σκεπάζουμε έως τρία δάχτυλα πάλι με άμμο ψιλή του ποταμού. Βάζοντας έτσι πάτο άμμο και πάτο αμύγδαλα, κάνουμε τρία στρώματα, φέρνουμε την κάσα σε αποθήκη ή παράγκα και αφήνουμε ως το Φλεβάρη που θα έχουνε φυτρώσει. Μέχρι τότε καταβρέχουμε 1-2 φορές την άμμο για να είναι δροσερή. Το πολύ νερό σαπίζει τα αμύγδαλα. Εάν είναι ανάγκη να καθυστερήσουμε το φύτρωμα τα πηγαίνουμε σε πιο κρύα αποθήκη.
Το στοίβασμα γίνεται έτσι: Τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο παίρνουμε μια ρηχή κάσα ή ένα ξύλινο κουτί και ρίχνουμε μέσα ως μια πιθαμή ή λιγότερο ψιλή άμμο ποταμού, την ισιώνουμε, τοποθετούμε επάνω τα αμύγδαλα το ένα κοντά στο άλλο και τα σκεπάζουμε έως τρία δάχτυλα πάλι με άμμο ψιλή του ποταμού. Βάζοντας έτσι πάτο άμμο και πάτο αμύγδαλα, κάνουμε τρία στρώματα, φέρνουμε την κάσα σε αποθήκη ή παράγκα και αφήνουμε ως το Φλεβάρη που θα έχουνε φυτρώσει. Μέχρι τότε καταβρέχουμε 1-2 φορές την άμμο για να είναι δροσερή. Το πολύ νερό σαπίζει τα αμύγδαλα. Εάν είναι ανάγκη να καθυστερήσουμε το φύτρωμα τα πηγαίνουμε σε πιο κρύα αποθήκη.
Όταν δούμε πως οι αμυγδαλίτσες στο φυτώριο έχουν στα φύλλα άσπρες ή κίτρινες βούλες τις ραντίζουμε με γαλαζόπετρα που φτιάχνουμε έτσι: Σε πιθάρι ή βαρέλι ξύλινο (αγγείο σιδερένιο δεν κάνει) των 100 οκάδων χύνουμε 90 οκ. νερό, δένουμε σένα κομμάτι λινάτσα 2 οκ. γαλαζόπετρα (Θειικό χαλκό) και την κρεμούμε μέσα από βραδύς. Μέχρι το πρωί η γαλαζόπετρα θα έχει λιώσει. Τότε ρίχνουμε σε ξεχωριστό αγγείο 1 οκ. ασβέστη, το σβήνουμε λίγο λίγο με 10 οκ. νερό και κάνουμε ασβεστόγαλα που σαν κρυώσει το χύνουμε σιγά σιγά στη γαλαζόπετρα ανακατώνοντας την.
Οι αμυγδαλίτσες όσο είναι στο φυτώριο τις ποτίζουμε από μια φορά το Μάη, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο και τις σκαλίζουμε 2-3 ημέρες ύστερα από το πότισμα για να τις βοηθήσουμε στο να βγάλουν ριζίτσες που θα ευκολύνουν αργότερα στη μεταφύτεψη το ριζοβόλημά τους. Γενικά οι αμυγδαλιές δεν θέλουν ούτε πολλά νερά γιατί σαποκωλιάζουν, ούτε πλούσια χώματα.
Όσες αμυγδαλίτσες μεγάλωσαν στο φυτώριο περισσότερο από τις άλλες και μπολιάστηκαν μονοχρονίς τις βγάζουμε τον δεύτερο χρόνο, στα ζεστά μέρη από τον Νοέμβριο ως τα μισά του Δεκέμβρη και στα ψυχρά βγαίνοντας ό χειμώνας, και τις φυτεύομε στην παντοτινή θέση τους σε ίσιες σειρές 4-5 μέτρα ή μια από την άλλη και σε απόσταση πάλι 4-5 μέτρα ρίζα σε ρίζα όταν το χωράφι είναι μέτριο (φτωχό) και οι αμυγδαλιές από αυτές που δε μεγαλώνουν πολύ. Σε καλούτσικο χωράφι τις αμυγδαλιές που γίνονται μεγάλες πρέπει να τις φυτεύουμε 8-9 μέτρα από ολούθε. Όσες δεν μεγάλωσαν για να μπολιαστούνε μονοχρονίς τις αφήνουμε στις βραγιές και το δεύτερο χρόνο τις μπολιάζουμε με μάτι Μάρτιο Απρίλιο. Και τον τρίτο χρόνο τις φυτεύομε στο χωράφι.
Για να φυτέψουμε τις αμυγδαλίτσες ανοίγουμε ένα μήνα πρωτύτερα τούς λάκκους και τους κάνομε να έχουνε βάθος τρισίμιση πιθαμές και φάρδος τέσσερις.
Όσες αμυγδαλίτσες μεγάλωσαν στο φυτώριο περισσότερο από τις άλλες και μπολιάστηκαν μονοχρονίς τις βγάζουμε τον δεύτερο χρόνο, στα ζεστά μέρη από τον Νοέμβριο ως τα μισά του Δεκέμβρη και στα ψυχρά βγαίνοντας ό χειμώνας, και τις φυτεύομε στην παντοτινή θέση τους σε ίσιες σειρές 4-5 μέτρα ή μια από την άλλη και σε απόσταση πάλι 4-5 μέτρα ρίζα σε ρίζα όταν το χωράφι είναι μέτριο (φτωχό) και οι αμυγδαλιές από αυτές που δε μεγαλώνουν πολύ. Σε καλούτσικο χωράφι τις αμυγδαλιές που γίνονται μεγάλες πρέπει να τις φυτεύουμε 8-9 μέτρα από ολούθε. Όσες δεν μεγάλωσαν για να μπολιαστούνε μονοχρονίς τις αφήνουμε στις βραγιές και το δεύτερο χρόνο τις μπολιάζουμε με μάτι Μάρτιο Απρίλιο. Και τον τρίτο χρόνο τις φυτεύομε στο χωράφι.
Για να φυτέψουμε τις αμυγδαλίτσες ανοίγουμε ένα μήνα πρωτύτερα τούς λάκκους και τους κάνομε να έχουνε βάθος τρισίμιση πιθαμές και φάρδος τέσσερις.
Τον Νοέμβριο ή στην αρχή του Δεκέμβρη, που θα τις φυτεύουμε, κοντογεμίζουμε τους λάκκους με χώμα, το ισιώνουμε, τοποθετούμε τις αμυγδαλίτσες προσέχοντας να μην είναι οι ρίζες τους μπερδεμένες και τις σκεπάζομε ως 4-5 δάχτυλα με χώμα και για να καθίσει το πατούμε με τα πόδια μας. Ύστερα απογεμίζομαι τούς λάκκους, στυλώνουμε τις αμυγδαλίτσες και αμέσως τις ποτίζουμε. Πριν τις φυτέψουμε κόβουμε όλα τα κλαριά και την κορφή τους ψηλά ως 1 μ. Όπως όλα τα δέντρα ομοίως και αυτές πρέπει να φυτεύονται μοναχά 3-4 δάχτυλα βαθύτερα από ότι ήταν στο φυτώριο γιατί θα καθίσει το χώμα. Ότι δενδράκια και να είναι ποτέ δεν πρέπει να το φυτεύουμε πολύ βαθιά γατί οι ρίζες τους δεν παίρνουν ανάσα και σαπίζουν.
Τις αμυγδαλίτσες που φυτέψαμε τις ποτίζουμε τον πρώτο χρόνο από μια φορά το Μάη, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο και τις σκαλίζουμε 2-3 ημέρες υστέρα από το πότισμα. Και αν το δεύτερο χρόνο δε θα μπορέσουμε να τις ποτίσουμε πρέπει να τις σκαλίσουμε τον Απρίλη. Και κάπου κάπου ρίχνουμε το χειμώνα στις ρίζες τους 1-2 φτυαριές κοπριά και την σκάβουμε να σκεπαστεί με το χώμα. Όταν την κοπριά την σμίξουμε με 200 δράμια χημικό λίπασμα 1-10-5 ή 4-10-10 θα έχουμε πολύ μεγαλύτερο αποτέλεσμα.
Όταν έχουμε κτήμα μαντρωμένο ή χωράφι φραγμένο καλά για να μην μπαίνουν οι τρομερές κατσίκες και τ’ άλλα ζώα και θέλουμε να το φυτέψουμε αμυγδαλιές ο καλύτερος και πιο σίγουρος τρόπος είναι να βάλουμε αμύγδαλα. Έτσι θα έχουμε αμυγδαλιές που δε θα υποφέρουν από ξηρασία γιατί θα μένουνε με την πρώτη ρίζα τους που πάει βαθιά. Για να κάνουμε αμυγδαλιές επί τόπου ανοίγουμε στη σειρά φαρδιούς και βαθιούς λάκκους 6-8 μέτρα από ολούθε.
Τους λάκκους αυτούς τον Οκτώβριο, Νοέμβριο ή Φλεβάρη, για τα ψυχρά μέρη, τους γεμίζουμε με το ίδιο τους χώμα και ρίχνουμε σαν είναι ανάγκη και λίγη άμμο ποταμού για να αφρατέψει το χώμα. Τελευταία ρίχνουμε καμιά χούφτα κοπριά, την ανακατώνουμε λίγο και με το χώμα και φυτεύουμε στη μέση 2-3 αμύγδαλα. Από τις αμυγδαλίτσες που θα βγουν αφήνουμε την πιο εύρωστη και τις άλλες τις κόβουμε το δεύτερο ή τρίτο χρόνο. Τις δύο πρώτες χρονιές τις ποτίζουμε από μια φορά το Μάη, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο και τις σκαλίζουμε 2-4 ήμερες υστέρα από κάθε πότισμα. Και όσες μεγάλωσαν τις κλαδεύουμε το δεύτερο ή τρίτο χρόνο, δηλαδή κόβουμε τη κορφή τους ένα μέτρο και κάτι ψηλά από τη γη και αφήνουμε τρία μονάχα κλωνάρια που θα κάνουνε τη σταύρωση (διακλάδωση) του δέντρου και όλα τα άλλα τα βγάζουμε. Η αμυγδαλιά δεν θέλει πολλά κλαδέματα γιατί πιο εύκολα παθαίνει από γόμο (κομμίωση). Έπειτα κλαδεύοντας ολοένα δεν θα έχουμε ηλικιωμένα κλωνιά για καρπό. Από τις αμυγδαλιές πρέπει να βγάζουμε τα ξηρά κλαριά και από κανένα κλώνο χαλασμένο. Τη αμυγδαλιά την ωφελεί πολύ το στύλωμα και πρέπει να γίνεται.
Τις αμυγδαλίτσες που φυτέψαμε τις ποτίζουμε τον πρώτο χρόνο από μια φορά το Μάη, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο και τις σκαλίζουμε 2-3 ημέρες υστέρα από το πότισμα. Και αν το δεύτερο χρόνο δε θα μπορέσουμε να τις ποτίσουμε πρέπει να τις σκαλίσουμε τον Απρίλη. Και κάπου κάπου ρίχνουμε το χειμώνα στις ρίζες τους 1-2 φτυαριές κοπριά και την σκάβουμε να σκεπαστεί με το χώμα. Όταν την κοπριά την σμίξουμε με 200 δράμια χημικό λίπασμα 1-10-5 ή 4-10-10 θα έχουμε πολύ μεγαλύτερο αποτέλεσμα.
Όταν έχουμε κτήμα μαντρωμένο ή χωράφι φραγμένο καλά για να μην μπαίνουν οι τρομερές κατσίκες και τ’ άλλα ζώα και θέλουμε να το φυτέψουμε αμυγδαλιές ο καλύτερος και πιο σίγουρος τρόπος είναι να βάλουμε αμύγδαλα. Έτσι θα έχουμε αμυγδαλιές που δε θα υποφέρουν από ξηρασία γιατί θα μένουνε με την πρώτη ρίζα τους που πάει βαθιά. Για να κάνουμε αμυγδαλιές επί τόπου ανοίγουμε στη σειρά φαρδιούς και βαθιούς λάκκους 6-8 μέτρα από ολούθε.
Τους λάκκους αυτούς τον Οκτώβριο, Νοέμβριο ή Φλεβάρη, για τα ψυχρά μέρη, τους γεμίζουμε με το ίδιο τους χώμα και ρίχνουμε σαν είναι ανάγκη και λίγη άμμο ποταμού για να αφρατέψει το χώμα. Τελευταία ρίχνουμε καμιά χούφτα κοπριά, την ανακατώνουμε λίγο και με το χώμα και φυτεύουμε στη μέση 2-3 αμύγδαλα. Από τις αμυγδαλίτσες που θα βγουν αφήνουμε την πιο εύρωστη και τις άλλες τις κόβουμε το δεύτερο ή τρίτο χρόνο. Τις δύο πρώτες χρονιές τις ποτίζουμε από μια φορά το Μάη, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο και τις σκαλίζουμε 2-4 ήμερες υστέρα από κάθε πότισμα. Και όσες μεγάλωσαν τις κλαδεύουμε το δεύτερο ή τρίτο χρόνο, δηλαδή κόβουμε τη κορφή τους ένα μέτρο και κάτι ψηλά από τη γη και αφήνουμε τρία μονάχα κλωνάρια που θα κάνουνε τη σταύρωση (διακλάδωση) του δέντρου και όλα τα άλλα τα βγάζουμε. Η αμυγδαλιά δεν θέλει πολλά κλαδέματα γιατί πιο εύκολα παθαίνει από γόμο (κομμίωση). Έπειτα κλαδεύοντας ολοένα δεν θα έχουμε ηλικιωμένα κλωνιά για καρπό. Από τις αμυγδαλιές πρέπει να βγάζουμε τα ξηρά κλαριά και από κανένα κλώνο χαλασμένο. Τη αμυγδαλιά την ωφελεί πολύ το στύλωμα και πρέπει να γίνεται.
Προσβολές:
ΒΛΑΠΤΙΚΑ ΕΝΤΟΜΑ
Μελίγκρα
Είναι χρονιές που το έντομο αυτό πληθαίνετε και κάνει στα λαχανικά και στα δένδρα (αμυγδαλιές, ροδακινιές) μεγάλες ζημίες χωρίς να τρομάζει τους γεωργούς. Άλλες αρρώστιες που φοβούνται περισσότερο οι καλλιεργητές κάνουνε λιγότερες ζημίες. Η μελίγκρα ρουφώντας τους χυμούς του φυτού τα αδυνατίζει και τέλος το ξηραίνει.
Για να καταπολεμηθεί με επιτυχία πρέπει να ραντιστεί μόλις φανερωθεί. Το πιο αποτελεσματικό γιατρικό είναι να την πασπαλίσουμε με εντομοκτόνο ή να μουσκέψουμε 48 ώρες σε μισοβάρελο με 40 οκ. νερό 3 - 5 οκ. τρίμματα καπνού. Περνώντας οι 48 ώρες σουρώνουμε το καπνόζουμο με λινάτσα που δένουμε σε καζάνι ή μισοβάρελο.
Στο σουρωμένο αυτό καπνόζουμο χύνουμε σαπουνάδα που έχουμε κάνει λιώνοντας σε 10 οκ. νερό 300 δράμια κοινό σαπούνι. Για ευκολία ζεσταίνουμε 10 οκ. νερό και λιώνουμε τα 300 δράμια σαπούνι κομμένο σε φτενές φέτες ή τριμμένο με τρίφτη αν είναι ξερό.
Σε περίσταση που θέλομε δυνατότερο καπνόζουμο βράζουμε ίσαμε μισή ώρα 3 - 4 οκ. καπνόφυλλα σε 40 οκ. νερό και χύνουμε υστέρα το ζουμί τους σε μισοβάρελο που έχουμε δέσει λινάτσα για να σουρωθεί. Τα καπνόφυλλα αυτά τα ξαναβράζουμε με 25 οκ. νερό και το ζουμί τους το σμίγουμε με το πρώτο. Έτσι με τις δύο αυτές βράσεις έχουμε δυνατό καπνόζουμο που γίνεται πιο δυνατό σαν του προσθέσουμε 300 δράμια κοινό σαπούνι.
Άλλο γιατρικό είναι να λιώσουμε σε 100 οκ. νερό 3 οκ. κοινό σαπούνι και να προσθέσουμε 2 οκ. πετρέλαιο και μισή οκά οινόπνευμα φωτισμού. Με ένα από τα τρία αυτά γιατρικά σαν βραχεί η μελίγκρα ψοφάει. Μα πρέπει, κατά τη χρονιά, να γίνονται τρία και τέσσερα ραντίσματα 5-6 μέρες το ένα ύστερα από το άλλο, γιατί η μελίγκρα είναι κακός διάβολος. Λίγες να μείνουν γρήγορα πληθύνονται. Για αυτό οι πρώτες που θα φανούν πρέπει να ραντιστούν αμέσως γιατί δεν αργούν να γίνουν πολλές, τότε και η καταπολέμηση τους είναι πολύ δύσκολη και ζημίες έχουν κάνει.
Είναι χρονιές που το έντομο αυτό πληθαίνετε και κάνει στα λαχανικά και στα δένδρα (αμυγδαλιές, ροδακινιές) μεγάλες ζημίες χωρίς να τρομάζει τους γεωργούς. Άλλες αρρώστιες που φοβούνται περισσότερο οι καλλιεργητές κάνουνε λιγότερες ζημίες. Η μελίγκρα ρουφώντας τους χυμούς του φυτού τα αδυνατίζει και τέλος το ξηραίνει.
Για να καταπολεμηθεί με επιτυχία πρέπει να ραντιστεί μόλις φανερωθεί. Το πιο αποτελεσματικό γιατρικό είναι να την πασπαλίσουμε με εντομοκτόνο ή να μουσκέψουμε 48 ώρες σε μισοβάρελο με 40 οκ. νερό 3 - 5 οκ. τρίμματα καπνού. Περνώντας οι 48 ώρες σουρώνουμε το καπνόζουμο με λινάτσα που δένουμε σε καζάνι ή μισοβάρελο.
Στο σουρωμένο αυτό καπνόζουμο χύνουμε σαπουνάδα που έχουμε κάνει λιώνοντας σε 10 οκ. νερό 300 δράμια κοινό σαπούνι. Για ευκολία ζεσταίνουμε 10 οκ. νερό και λιώνουμε τα 300 δράμια σαπούνι κομμένο σε φτενές φέτες ή τριμμένο με τρίφτη αν είναι ξερό.
Σε περίσταση που θέλομε δυνατότερο καπνόζουμο βράζουμε ίσαμε μισή ώρα 3 - 4 οκ. καπνόφυλλα σε 40 οκ. νερό και χύνουμε υστέρα το ζουμί τους σε μισοβάρελο που έχουμε δέσει λινάτσα για να σουρωθεί. Τα καπνόφυλλα αυτά τα ξαναβράζουμε με 25 οκ. νερό και το ζουμί τους το σμίγουμε με το πρώτο. Έτσι με τις δύο αυτές βράσεις έχουμε δυνατό καπνόζουμο που γίνεται πιο δυνατό σαν του προσθέσουμε 300 δράμια κοινό σαπούνι.
Άλλο γιατρικό είναι να λιώσουμε σε 100 οκ. νερό 3 οκ. κοινό σαπούνι και να προσθέσουμε 2 οκ. πετρέλαιο και μισή οκά οινόπνευμα φωτισμού. Με ένα από τα τρία αυτά γιατρικά σαν βραχεί η μελίγκρα ψοφάει. Μα πρέπει, κατά τη χρονιά, να γίνονται τρία και τέσσερα ραντίσματα 5-6 μέρες το ένα ύστερα από το άλλο, γιατί η μελίγκρα είναι κακός διάβολος. Λίγες να μείνουν γρήγορα πληθύνονται. Για αυτό οι πρώτες που θα φανούν πρέπει να ραντιστούν αμέσως γιατί δεν αργούν να γίνουν πολλές, τότε και η καταπολέμηση τους είναι πολύ δύσκολη και ζημίες έχουν κάνει.
Ψώρα
Όπως τα τσιμπούρια τρέφονται και μεγαλώνουν από το αίμα του σκύλου το ίδιο και η ψώρα ζει ρουφώντας τους χυμούς της αμυγδαλιάς και κάθε άλλου δένδρου και φυτού. Όταν το έντομο αυτό (η ψώρα) είναι πολύ μικρό (τις ήμερες που βγαίνει από το αυγό) πηγαίνει στα φύλλα και στους κλώνους του δένδρου και χώνοντας την προβοσκίδα του στη φλούδα αρχίζει να θρέφεται. Και ενώ μεγαλώνει σκεπάζεται με σκληρό καβούκι, που το προφυλάει από τούς εχθρούς του και τα υγρά εντομοκτόνα. Η ψώρα για να καταπολεμηθεί με αποτέλεσμα, πρέπει να χτυπηθεί όταν είναι μικρή. Για αυτό πρέπει από το Μάη και όλο το καλοκαίρι και τον Οκτώβριο (στα ζεστά μέρη) να κοιτάζουμε τα ψωριασμένα δένδρα για να τα ραντίσουμε, όταν η ψώρα βγει από το αυγό και πριν να κάνει το καβούκι της.
Στην ηλικία αυτή είναι γυμνή και καταστρέφεται και με απλή σαπουνάδα 3% τα εκατό. Πριν πούμε πως καταπολεμείται πρέπει να ξέρουμε πως δένδρα που μένουν ακλάδευτα ή ισκιώνονται από άλλα και δεν έχουν τον απαιτούμενο αέρα και ήλιο γεμίζουν ψώρα.
Πρώτα λοιπόν πρέπει τα ψωριασμένα δένδρα να κλαδέψουμε κανονικά στον κατάλληλο καιρό, να τα αραιώσουμε, αν είναι κοντά φυτεμένα και ύστερα να τα γιατρέψουμε. Τους ψωριασμένους κλώνους και καρπούς που κόβουμε κλαδεύοντας, πρέπει αμέσως να καίμε γιατί διαφορετικά πηγαίνουν τα έντομα πάλι στα δένδρα. Ύστερα από το κλάδεμα αρχίζουμε τη θεραπεία. Το χειμώνα τρίβουμε τους ψωριασμένους κλώνους με μάλλινο πανί βρεμένο σε πετρέλαιο και το καλοκαίρι, που βγαίνουν οι ψώρες από τα’ αυγά, τις ραντίζουμε με γιατρικό που κάνουμε αφού λειώσουμε σε 100 οκ. νερό 2 οκ. σαπούνι και προσθέσουμε 2-3 οκ. πετρέλαιο και 300 δράμια οινόπνευμα φωτισμού. Το γιατρικό αυτό φέρνει αποτέλεσμα όταν ραντίσουμε την ψώρα από μια φορά τον Μάη μέρη), τον Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, δηλαδή την εποχή που το έντομο αυτό βγαίνει από το αυγό.
Ομοίως καλό γιατρικό είναι να λιώσουμε σε 78 οκ. νερό 650 δράμια σαπούνι και να προσθέσουμε ύστερα 150 δράμια οινόπνευμα του φωτισμού και 350 δράμια βενζίνα.
Μπαίνοντας ο Φλεβάρης ή Μάρτης και στα ψυχρότερα Απρίλης χρίζουμε με μπατανόβουρτσα ή σκούπα, γερά και άρρωστα δένδρα από τους κλώνους ίσαμε κάτω και όλο τον κορμό με ασβεστόγαλα που κάνουμε ρίχνοντας σε 100 οκ. νερό 6 οκ. ασβέστη και 3 οκ. γαλαζόπετρα.
Όπως τα τσιμπούρια τρέφονται και μεγαλώνουν από το αίμα του σκύλου το ίδιο και η ψώρα ζει ρουφώντας τους χυμούς της αμυγδαλιάς και κάθε άλλου δένδρου και φυτού. Όταν το έντομο αυτό (η ψώρα) είναι πολύ μικρό (τις ήμερες που βγαίνει από το αυγό) πηγαίνει στα φύλλα και στους κλώνους του δένδρου και χώνοντας την προβοσκίδα του στη φλούδα αρχίζει να θρέφεται. Και ενώ μεγαλώνει σκεπάζεται με σκληρό καβούκι, που το προφυλάει από τούς εχθρούς του και τα υγρά εντομοκτόνα. Η ψώρα για να καταπολεμηθεί με αποτέλεσμα, πρέπει να χτυπηθεί όταν είναι μικρή. Για αυτό πρέπει από το Μάη και όλο το καλοκαίρι και τον Οκτώβριο (στα ζεστά μέρη) να κοιτάζουμε τα ψωριασμένα δένδρα για να τα ραντίσουμε, όταν η ψώρα βγει από το αυγό και πριν να κάνει το καβούκι της.
Στην ηλικία αυτή είναι γυμνή και καταστρέφεται και με απλή σαπουνάδα 3% τα εκατό. Πριν πούμε πως καταπολεμείται πρέπει να ξέρουμε πως δένδρα που μένουν ακλάδευτα ή ισκιώνονται από άλλα και δεν έχουν τον απαιτούμενο αέρα και ήλιο γεμίζουν ψώρα.
Πρώτα λοιπόν πρέπει τα ψωριασμένα δένδρα να κλαδέψουμε κανονικά στον κατάλληλο καιρό, να τα αραιώσουμε, αν είναι κοντά φυτεμένα και ύστερα να τα γιατρέψουμε. Τους ψωριασμένους κλώνους και καρπούς που κόβουμε κλαδεύοντας, πρέπει αμέσως να καίμε γιατί διαφορετικά πηγαίνουν τα έντομα πάλι στα δένδρα. Ύστερα από το κλάδεμα αρχίζουμε τη θεραπεία. Το χειμώνα τρίβουμε τους ψωριασμένους κλώνους με μάλλινο πανί βρεμένο σε πετρέλαιο και το καλοκαίρι, που βγαίνουν οι ψώρες από τα’ αυγά, τις ραντίζουμε με γιατρικό που κάνουμε αφού λειώσουμε σε 100 οκ. νερό 2 οκ. σαπούνι και προσθέσουμε 2-3 οκ. πετρέλαιο και 300 δράμια οινόπνευμα φωτισμού. Το γιατρικό αυτό φέρνει αποτέλεσμα όταν ραντίσουμε την ψώρα από μια φορά τον Μάη μέρη), τον Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, δηλαδή την εποχή που το έντομο αυτό βγαίνει από το αυγό.
Ομοίως καλό γιατρικό είναι να λιώσουμε σε 78 οκ. νερό 650 δράμια σαπούνι και να προσθέσουμε ύστερα 150 δράμια οινόπνευμα του φωτισμού και 350 δράμια βενζίνα.
Μπαίνοντας ο Φλεβάρης ή Μάρτης και στα ψυχρότερα Απρίλης χρίζουμε με μπατανόβουρτσα ή σκούπα, γερά και άρρωστα δένδρα από τους κλώνους ίσαμε κάτω και όλο τον κορμό με ασβεστόγαλα που κάνουμε ρίχνοντας σε 100 οκ. νερό 6 οκ. ασβέστη και 3 οκ. γαλαζόπετρα.
Όταν οι χωρικοί αποφασίσουν όλοι ταυτόχρονα να καταπολεμήσουν δύο τρεις χρονιές στη σειρά την ψώρα και ασβεστώνουν και τους κορμούς των δένδρων θα περιορίσουν το κακό.
Είναι λίγα χρόνια που ή καταπολέμηση της ψώρας γίνεται μ’ ένα τελειότερο φάρμακο που λέγεται θειασβέστιο και πουλιέται έτοιμο. Εμείς για να το φτιάξουμε θέλουμε:
1ον: ένα καζάνι από λαμαρίνα - χάλκινο δεν κάνει - που να είναι 80 πόντους ψηλό και 50 φαρδύ και να χωράει περισσότερο από 100 οκάδες νερό.
2ον: ένα μακρύ ραβδί (πήχη) με ένα σημάδι να δείχνει ώσπου το καζάνι χωράει 80 οκ. νερό. Το ραβδί αυτό είναι μέτρο που μας χρειάζεται να βουτούμε στο φάρμακο, όταν βράζει, για να βλέπουμε μήπως βράζοντας μείνει λιγότερο από 80 οκάδες.
3ον: ένα βαρέλι ξεφούντωτο των 100 οκ. ή μεγαλύτερο Στο βαρέλι αυτό κάνουμε ένα σημάδι για να μας δείχνει ώσπου παίρνει 95 οκ. νερό.
4ον: ένα στυλιάρι για ανακάτωμα του γιατρικού την ώρα που !θα βράζει και 5ον ένα πρόχειρο τζάκι που κάνομε στην αυλή μας και αρκετά καυσόξυλα για το βράσιμο.
Τώρα έχουμε ότι χρειάζεται για το γιατρικό και μένουν μονάχα τα υλικά που είναι τα εξής : 16 οκ. κοινό θειάφι, 8 οκ. ασβέστη και 95 οκ. νερό που με το βράσιμο πρέπει να μείνουν 80.
1ον: ένα καζάνι από λαμαρίνα - χάλκινο δεν κάνει - που να είναι 80 πόντους ψηλό και 50 φαρδύ και να χωράει περισσότερο από 100 οκάδες νερό.
2ον: ένα μακρύ ραβδί (πήχη) με ένα σημάδι να δείχνει ώσπου το καζάνι χωράει 80 οκ. νερό. Το ραβδί αυτό είναι μέτρο που μας χρειάζεται να βουτούμε στο φάρμακο, όταν βράζει, για να βλέπουμε μήπως βράζοντας μείνει λιγότερο από 80 οκάδες.
3ον: ένα βαρέλι ξεφούντωτο των 100 οκ. ή μεγαλύτερο Στο βαρέλι αυτό κάνουμε ένα σημάδι για να μας δείχνει ώσπου παίρνει 95 οκ. νερό.
4ον: ένα στυλιάρι για ανακάτωμα του γιατρικού την ώρα που !θα βράζει και 5ον ένα πρόχειρο τζάκι που κάνομε στην αυλή μας και αρκετά καυσόξυλα για το βράσιμο.
Τώρα έχουμε ότι χρειάζεται για το γιατρικό και μένουν μονάχα τα υλικά που είναι τα εξής : 16 οκ. κοινό θειάφι, 8 οκ. ασβέστη και 95 οκ. νερό που με το βράσιμο πρέπει να μείνουν 80.
Πως φτιάχνουμε το θειασβέστιο
Φέρνουμε κοντά στο πρόχειρο τζάκι το ξεφουντωμένο βαρέλι και το γεμίζουμε με νερό μέχρι το σημάδι που δείχνει τις 95 οκάδες.Ύστερα εκεί κοντά στο τζάκι κοσκινίζουμε το θειάφι και φέρνουμε και τον ασβέστη. Έτσι είναι όλα έτοιμα και αρχίζουμε τη δουλειά. Από το βαρέλι με τις 95 οκ. νερό παίρνουμε 20 οκ. τις χύνουμε στο καζάνι και το βάζουμε στη φωτιά. Όταν ζεσταθεί το νερό το κατεβάζουμε, ρίχνουμε τις 8 οκ. ασβέστη άσβεστο από ξυλοκάμινο και περιμένουμε να ξεθυμάνει η βράση του. Τότε ρίχνουμε από λίγο λίγο ανακατώνοντας ολοένα τις 16 οκ. θειάφι ώσπου να γίνει ένας κιτρινωπός χυλός. Σε περίσταση που ο ασβέστης ήπιε το νερό, είτε γιατί βάλαμε λιγότερο είτε για άλλη αιτία, πρέπει δίχως άλλο να προσθέσουμε πρώτα λίγο νερό παίρνοντας το από το βαρέλι που έχει τις 95 οκ. και ύστερα να ρίξουμε το θειάφι γιατί διαφορετικά ανάβει. Ρίχνοντας το θειάφι ανακατώνουμε το χυλό. Κατόπιν χύνουμε στο καζάνι το νερό που έμεινε στο βαρέλι και έτσι έχουμε 95 οκ. νερό, 8 οκ. ασβέστη και 16 οκ. θειάφι.
Το φτιάξιμο του γιατρικού δεν τελείωσε ως εδώ. Από τη στιγμή που θα κοχλάσει πρέπει να βράσει μια ώρα σε μέτρια φωτιά, γιατί ή δυνατή το χαλάει. Και όσο βράζει ανακατεύουμε αδιάκοπα και το μετρούμε (το γιατρικό) με το σημαδεμένο ραβδί, γιατί πρέπει το σημάδι που δείχνει τις 80 οκ. να σκεπάζεται λιγάκι από το γιατρικό. Όταν το σημάδι αυτό (του ραβδίου) δε σκεπάζεται χύνουμε όσο νερό χρειάζεται για να σκεπαστεί και να είναι πάντα 80 οκ. το γιατρικό. Και όταν βράσει μια σωστή ώρα, το θειασβέστιο είναι έτοιμο και μπορούμε να το μεταχειριστούμε αραιώνοντας το με σκέτο νερό.
Σε 94 οκ. νερό, που βάζουμε σε μισοβάρελο, χύνουμε 6 οκ. θειασβέστιο, ανακατώνουμε το υγρό και ραντίζουμε τα ψωριασμένα δένδρα από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο μια φορά το μήνα. Είναι ωστόσο ωφέλιμο να ραντίζουμε τα δένδρα μας, ψωριασμένα είτε γερά, με θειασβέστιο κάθε χρόνο τον Αύγουστο.
Φέρνουμε κοντά στο πρόχειρο τζάκι το ξεφουντωμένο βαρέλι και το γεμίζουμε με νερό μέχρι το σημάδι που δείχνει τις 95 οκάδες.Ύστερα εκεί κοντά στο τζάκι κοσκινίζουμε το θειάφι και φέρνουμε και τον ασβέστη. Έτσι είναι όλα έτοιμα και αρχίζουμε τη δουλειά. Από το βαρέλι με τις 95 οκ. νερό παίρνουμε 20 οκ. τις χύνουμε στο καζάνι και το βάζουμε στη φωτιά. Όταν ζεσταθεί το νερό το κατεβάζουμε, ρίχνουμε τις 8 οκ. ασβέστη άσβεστο από ξυλοκάμινο και περιμένουμε να ξεθυμάνει η βράση του. Τότε ρίχνουμε από λίγο λίγο ανακατώνοντας ολοένα τις 16 οκ. θειάφι ώσπου να γίνει ένας κιτρινωπός χυλός. Σε περίσταση που ο ασβέστης ήπιε το νερό, είτε γιατί βάλαμε λιγότερο είτε για άλλη αιτία, πρέπει δίχως άλλο να προσθέσουμε πρώτα λίγο νερό παίρνοντας το από το βαρέλι που έχει τις 95 οκ. και ύστερα να ρίξουμε το θειάφι γιατί διαφορετικά ανάβει. Ρίχνοντας το θειάφι ανακατώνουμε το χυλό. Κατόπιν χύνουμε στο καζάνι το νερό που έμεινε στο βαρέλι και έτσι έχουμε 95 οκ. νερό, 8 οκ. ασβέστη και 16 οκ. θειάφι.
Το φτιάξιμο του γιατρικού δεν τελείωσε ως εδώ. Από τη στιγμή που θα κοχλάσει πρέπει να βράσει μια ώρα σε μέτρια φωτιά, γιατί ή δυνατή το χαλάει. Και όσο βράζει ανακατεύουμε αδιάκοπα και το μετρούμε (το γιατρικό) με το σημαδεμένο ραβδί, γιατί πρέπει το σημάδι που δείχνει τις 80 οκ. να σκεπάζεται λιγάκι από το γιατρικό. Όταν το σημάδι αυτό (του ραβδίου) δε σκεπάζεται χύνουμε όσο νερό χρειάζεται για να σκεπαστεί και να είναι πάντα 80 οκ. το γιατρικό. Και όταν βράσει μια σωστή ώρα, το θειασβέστιο είναι έτοιμο και μπορούμε να το μεταχειριστούμε αραιώνοντας το με σκέτο νερό.
Σε 94 οκ. νερό, που βάζουμε σε μισοβάρελο, χύνουμε 6 οκ. θειασβέστιο, ανακατώνουμε το υγρό και ραντίζουμε τα ψωριασμένα δένδρα από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο μια φορά το μήνα. Είναι ωστόσο ωφέλιμο να ραντίζουμε τα δένδρα μας, ψωριασμένα είτε γερά, με θειασβέστιο κάθε χρόνο τον Αύγουστο.
Πρόχειρα μπορούμε να φτιάξουμε θειασβέστιο και με αυτόν τον τρόπο: Χύνουμε σε ψηλό και στενό καζάνι από λαμαρίνα 20 οκ. νερό και σβήνουμε 4 οκ. καλό και φρέσκο ασβέστη ξυλοκάμινου και όταν το ασβεστόγαλα αυτό μισοκρυώσει προσθέτουμε από λίγο λίγο 8 οκ. θειάφι ανακατώνοντας από την αρχή ολοένα το υγρό. Ύστερα το συμπληρώνουμε με 24 οκ. νερό και το βράζουμε με σιγανή φωτιά 3 τέταρτα της ώρας (όχι περισσότερο). Από τη στιγμή που θα το βάλουμε να βράσει ώσπου να περάσουνε τα 3 τέταρτα και πάρει χρώμα πορτοκαλί ανακατώνουμε το γιατρικό αδιάκοπα. Από το θειασβέστιο αυτό παίρνουμε 68 οκ., το χύνουμε σε 100 οκ. νερό και χρίζουμε την άνοιξη, τους κορμούς των ψωριασμένων δένδρων και το καλοκαίρι τα ραντίζουμε.
Σατουρνία (φυλλοφάγος κάμπια)
Είναι πράσινη κάμπια που τρώει τα φύλλα της αμυγδαλιάς και δύσκολα ξεχωρίζεται γιατί έχει ένα χρώμα με τα φύλλα της. Ως τόσο την καταλαβαίνουμε από την κοπριά που ρίχνει κάτω στο χώμα και από τα φύλλα που λιγοστεύουν μεριές μεριές. Για να προλάβουμε τις ζημίες της την μαζεύουμε ή ραντίζουμε με εντομοκτόνο. Μα και το σαπούνι με πετρέλαιο και νερό σκοτώνει τη κάμπια (2 οκ. πετρέλαιο, 3 οκ. σαπούνι, 100 οκ. νερό).
Είναι πράσινη κάμπια που τρώει τα φύλλα της αμυγδαλιάς και δύσκολα ξεχωρίζεται γιατί έχει ένα χρώμα με τα φύλλα της. Ως τόσο την καταλαβαίνουμε από την κοπριά που ρίχνει κάτω στο χώμα και από τα φύλλα που λιγοστεύουν μεριές μεριές. Για να προλάβουμε τις ζημίες της την μαζεύουμε ή ραντίζουμε με εντομοκτόνο. Μα και το σαπούνι με πετρέλαιο και νερό σκοτώνει τη κάμπια (2 οκ. πετρέλαιο, 3 οκ. σαπούνι, 100 οκ. νερό).
Ρυγχίτης και οπλοκάμπη
Είναι δύο διαφορετικά ζωύφια που οι κάμπιες τους τρώνε την ψίχα του αμύγδαλου. Τις ζημίες τους προλαβαίνουμε ραντίζοντας τις αμυγδαλιές μια φορά στο άνθος και άλλη μια όταν δέσει ο καρπός. Εκτός από το ράντισμα πρέπει να μαζεύονται και τα αμύγδαλα που έχουνε σκουλήκια και να καίγονται. Και το χειμώνα όσα αμύγδαλα ξηρά μένουν επάνω στο δένδρο και έχουν σκουλήκια και αυτά πρέπει να μαζεύονται και να καίγονται.
Είναι δύο διαφορετικά ζωύφια που οι κάμπιες τους τρώνε την ψίχα του αμύγδαλου. Τις ζημίες τους προλαβαίνουμε ραντίζοντας τις αμυγδαλιές μια φορά στο άνθος και άλλη μια όταν δέσει ο καρπός. Εκτός από το ράντισμα πρέπει να μαζεύονται και τα αμύγδαλα που έχουνε σκουλήκια και να καίγονται. Και το χειμώνα όσα αμύγδαλα ξηρά μένουν επάνω στο δένδρο και έχουν σκουλήκια και αυτά πρέπει να μαζεύονται και να καίγονται.
ΦΥΤΙΚΕΣ ΑΡΡΩΣΤΙΕΣ
Φούσκωμα (εξόγκωση) των φύλλων-Εξόασκος
Η φυτική αυτή αρρώστια προσβάλλει όχι μόνο τα φύλλα της μυγδαλιάς μα και της ροδακινιάς και της βερικοκιάς. Και φανερώνεται νωρίς την άνοιξη στα τρυφερά βλαστάρια και σπάνια στον καρπό και τα γεμίζει φουσκάλες.
Τις φουσκάλες αυτές τις κάνει εξόασκος ο παραμορφωτής που είναι μύκητας και για να βλαστήσουν οι σπόροι του θέλουν νερό (βροχή) για αυτό τον συντρέχει πολύ η υγρή άνοιξη. Ο εξόασκος που την άνοιξη χαλάει τα φύλλα της αμυγδαλιάς και ροδακινιάς γίνεται από τούς σπόρους του μύκητα που ξεχειμώνιασαν στον κορμό και στα μάτια του δένδρου, Το φούσκωμα δεν κάνει εντύπωση και όμως είναι σοβαρή αρρώστια που φανερώνεται κάθε χρόνο και ρίχνει τα φύλλα του δένδρου που είναι αποθήκη θρεπτικών ουσιών. Γίνονται βέβαια άλλα, μα στο μεταξύ το δένδρο υποφέρει, καθυστερούν τα φύλλα του και γρήγορα γερνάει και τον καρπό του δεν τον θρέφει καλά. Κατσάρωμα των φύλλων κάνει και το δάγκωμα της μελίγκρας που ένας ανίδεος μπορεί να το συγχύσει με τον εξόασκο.
Στην περίσταση αυτή για να μη ζημιωθεί και χάση χρόνο και κόπους σπάζει 2-3 φουσκάλες και αν δει πως έχουν έντομα κάνει καταπολέμηση εντόμου, αν όμως δεν έχει τέτοια θα πει πως είναι εξόασκος που προλαμβάνεται και καταπολεμείται με περοσπορίνη ή με γαλαζόπετρα που κάνουμε έτσι: Σε μισοβάρελο ή κιούπι (σιδερένιο αγγείο δεν κάνει) των 100 οκάδων χύνουμε 90 οκ. νερό, δένουμε σε λινάτσα 2 οκ. γαλαζόπετρα και την κρεμούμε από βραδύς και ως το πρωί η γαλαζόπετρα έχει λιώσει. Τότε σβήνουμε σε ένα αγγείο 1 οκά ασβέστη χύνοντας λίγο λίγο 10 οκ. νερό και κάνομε ασβεστόγαλα που σαν κρυώσει το αδειάζουμε σιγά σιγά στις 90 οκ. νερό της γαλαζόπετρας και ανακατώνουμε ταυτόχρονα το υγρό με ξύλο. 'Ύστερα βουτούμε στη γαλαζόπετρα δοκιμαστικό χαρτί (πωλείται στα φαρμακεία) και αν κοκκινίσει ρίχνουμε ακόμα ασβέστη ώσπου να γαλαζώσει λίγο το χαρτί. Το πρώτο ράντισμα το κάνουμε τον Νοέμβριο βρέχοντας καλά με το γιατρικό τους κλώνους και τον κορμό και το δεύτερο τουλάχιστον ένα μήνα πριν λουλουδιάσει το δένδρο. Και επειδή η αρρώστια αυτή παρουσιάζεται κάθε χρόνο πρέπει να ραντίζουμε κάθε χρόνο για να την προλαβαίνουμε.
Το χειμωνιάτικο ράντισμα, του Νοεμβρίου, γίνεται και με άλλο γιατρικό από θειάφι και ασβέστη που κάνουμε με αυτόν τον τρόπο: Σε μισοβάρελο 90 οκάδων χύνουμε 40 οκ. νερό και ανακατώνοντας ρίχνουμε λίγο λίγο μιάμιση οκά τριμμένο θειάφι. Σε κάποιο αγγείο σβήνουμε με 10 οκ. νερό μια οκά ασβέστη. Το ασβεστόγαλα αυτό χύνουμε σιγά σιγά στις 40 οκ. νερό με το θειάφι ανακατώνοντας από την αρχή το υγρό.
Η φυτική αυτή αρρώστια προσβάλλει όχι μόνο τα φύλλα της μυγδαλιάς μα και της ροδακινιάς και της βερικοκιάς. Και φανερώνεται νωρίς την άνοιξη στα τρυφερά βλαστάρια και σπάνια στον καρπό και τα γεμίζει φουσκάλες.
Τις φουσκάλες αυτές τις κάνει εξόασκος ο παραμορφωτής που είναι μύκητας και για να βλαστήσουν οι σπόροι του θέλουν νερό (βροχή) για αυτό τον συντρέχει πολύ η υγρή άνοιξη. Ο εξόασκος που την άνοιξη χαλάει τα φύλλα της αμυγδαλιάς και ροδακινιάς γίνεται από τούς σπόρους του μύκητα που ξεχειμώνιασαν στον κορμό και στα μάτια του δένδρου, Το φούσκωμα δεν κάνει εντύπωση και όμως είναι σοβαρή αρρώστια που φανερώνεται κάθε χρόνο και ρίχνει τα φύλλα του δένδρου που είναι αποθήκη θρεπτικών ουσιών. Γίνονται βέβαια άλλα, μα στο μεταξύ το δένδρο υποφέρει, καθυστερούν τα φύλλα του και γρήγορα γερνάει και τον καρπό του δεν τον θρέφει καλά. Κατσάρωμα των φύλλων κάνει και το δάγκωμα της μελίγκρας που ένας ανίδεος μπορεί να το συγχύσει με τον εξόασκο.
Στην περίσταση αυτή για να μη ζημιωθεί και χάση χρόνο και κόπους σπάζει 2-3 φουσκάλες και αν δει πως έχουν έντομα κάνει καταπολέμηση εντόμου, αν όμως δεν έχει τέτοια θα πει πως είναι εξόασκος που προλαμβάνεται και καταπολεμείται με περοσπορίνη ή με γαλαζόπετρα που κάνουμε έτσι: Σε μισοβάρελο ή κιούπι (σιδερένιο αγγείο δεν κάνει) των 100 οκάδων χύνουμε 90 οκ. νερό, δένουμε σε λινάτσα 2 οκ. γαλαζόπετρα και την κρεμούμε από βραδύς και ως το πρωί η γαλαζόπετρα έχει λιώσει. Τότε σβήνουμε σε ένα αγγείο 1 οκά ασβέστη χύνοντας λίγο λίγο 10 οκ. νερό και κάνομε ασβεστόγαλα που σαν κρυώσει το αδειάζουμε σιγά σιγά στις 90 οκ. νερό της γαλαζόπετρας και ανακατώνουμε ταυτόχρονα το υγρό με ξύλο. 'Ύστερα βουτούμε στη γαλαζόπετρα δοκιμαστικό χαρτί (πωλείται στα φαρμακεία) και αν κοκκινίσει ρίχνουμε ακόμα ασβέστη ώσπου να γαλαζώσει λίγο το χαρτί. Το πρώτο ράντισμα το κάνουμε τον Νοέμβριο βρέχοντας καλά με το γιατρικό τους κλώνους και τον κορμό και το δεύτερο τουλάχιστον ένα μήνα πριν λουλουδιάσει το δένδρο. Και επειδή η αρρώστια αυτή παρουσιάζεται κάθε χρόνο πρέπει να ραντίζουμε κάθε χρόνο για να την προλαβαίνουμε.
Το χειμωνιάτικο ράντισμα, του Νοεμβρίου, γίνεται και με άλλο γιατρικό από θειάφι και ασβέστη που κάνουμε με αυτόν τον τρόπο: Σε μισοβάρελο 90 οκάδων χύνουμε 40 οκ. νερό και ανακατώνοντας ρίχνουμε λίγο λίγο μιάμιση οκά τριμμένο θειάφι. Σε κάποιο αγγείο σβήνουμε με 10 οκ. νερό μια οκά ασβέστη. Το ασβεστόγαλα αυτό χύνουμε σιγά σιγά στις 40 οκ. νερό με το θειάφι ανακατώνοντας από την αρχή το υγρό.
Κομμίωση
Είναι μια από τις χειρότερες αρρώστιες που την κάνει βακτηρίδιο. Το γνώρισμά της είναι ή γόμα (κουρκουμέλα) που βγάζει το δένδρο στον κορμό, κλώνους και στα άγουρα αμύγδαλα. Όταν μια αμυγδαλιά γεμίζει γόμα αδυνατίζει και στο τέλος ξηραίνεται.
Στην κομμίωση συντρέχουν πολύ οι απότομες και αισθητές μεταβολές του καιρού, η υπερβολική υγρασία, η λίπανση με κακοχωνεμένη κοπριά, το δυνατό κρύο, οι ασυγκράτητες βροχές και ο ελλιπής αερισμός του χώματος, μα και στα σφιχτά και πτωχά χώματα τα δένδρα παθαίνουν. Η αρρώστια αυτή επειδή είναι κολλητική ποτέ δεν πρέπει να παίρνουμε μπόλι από δένδρο που έχει κομμίωση. Όταν η κομμίωση δεν έχει κυριέψει το δένδρο μπορούμε να μετριάσουμε το κακό σαν αποστραγγίσουμε το χωράφι και τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο ξελακώσουμε τα δένδρα, ώσπου να φανούν οι κυριότερες ρίζες και ρίξουμε στο κάθε ένα 1-2 οκ. ψιλοτριμμένο θειικό σίδηρο και 35 οκ. ασβέστη και στάχτη από ξυλοκάρβουνα ή ξύλα. Και σκάβουμε το χωράφι βαθιά ίσαμε δυόμιση πιθαμές για να αερίζεται το χώμα. Ωφελεί ακόμη να κόβουμε με μαχαίρι τη γόμα και να αλείφουμε την πληγή με ασβέστη που σβήνουμε εκεί κοντά για να είναι καυτό. Μερικοί βάζουν και πίσσα.
Στο χωράφι που έχει αμυγδαλιές με κομμίωση δεν πρέπει να σπέρνουμε κουκιά ή άλλο όσπριο για χλωρή λίπανση, ούτε να τις λιπαίνουμε με κοπριά παρά με χημικό λίπασμα 4–10-5. Όταν όμως η αρρώστια έχει προχωρήσει κόβουμε τους κλώνους στο γερό ξύλο και αλείφουμε την πληγή με ασβέστη που σβήνουμε ταυτόχρονα για να είναι ζεστό. Εκτός από την αμυγδαλιά, κομμίωση παθαίνει και η βερικοκιά, ροδακινιά, δαμασκηνιά, κερασιά και κορομηλιά. Πολλές φορές η γόμα είναι φυσιολογική, δηλαδή δεν είναι αποτέλεσμα αρρώστιας, μα η γόμα αυτή ξεχωρίζει γιατί βγαίνει σε πληγές του δένδρου που έγιναν ή τυχαίως ή από κακό κλάδεμα.
Είναι μια από τις χειρότερες αρρώστιες που την κάνει βακτηρίδιο. Το γνώρισμά της είναι ή γόμα (κουρκουμέλα) που βγάζει το δένδρο στον κορμό, κλώνους και στα άγουρα αμύγδαλα. Όταν μια αμυγδαλιά γεμίζει γόμα αδυνατίζει και στο τέλος ξηραίνεται.
Στην κομμίωση συντρέχουν πολύ οι απότομες και αισθητές μεταβολές του καιρού, η υπερβολική υγρασία, η λίπανση με κακοχωνεμένη κοπριά, το δυνατό κρύο, οι ασυγκράτητες βροχές και ο ελλιπής αερισμός του χώματος, μα και στα σφιχτά και πτωχά χώματα τα δένδρα παθαίνουν. Η αρρώστια αυτή επειδή είναι κολλητική ποτέ δεν πρέπει να παίρνουμε μπόλι από δένδρο που έχει κομμίωση. Όταν η κομμίωση δεν έχει κυριέψει το δένδρο μπορούμε να μετριάσουμε το κακό σαν αποστραγγίσουμε το χωράφι και τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο ξελακώσουμε τα δένδρα, ώσπου να φανούν οι κυριότερες ρίζες και ρίξουμε στο κάθε ένα 1-2 οκ. ψιλοτριμμένο θειικό σίδηρο και 35 οκ. ασβέστη και στάχτη από ξυλοκάρβουνα ή ξύλα. Και σκάβουμε το χωράφι βαθιά ίσαμε δυόμιση πιθαμές για να αερίζεται το χώμα. Ωφελεί ακόμη να κόβουμε με μαχαίρι τη γόμα και να αλείφουμε την πληγή με ασβέστη που σβήνουμε εκεί κοντά για να είναι καυτό. Μερικοί βάζουν και πίσσα.
Στο χωράφι που έχει αμυγδαλιές με κομμίωση δεν πρέπει να σπέρνουμε κουκιά ή άλλο όσπριο για χλωρή λίπανση, ούτε να τις λιπαίνουμε με κοπριά παρά με χημικό λίπασμα 4–10-5. Όταν όμως η αρρώστια έχει προχωρήσει κόβουμε τους κλώνους στο γερό ξύλο και αλείφουμε την πληγή με ασβέστη που σβήνουμε ταυτόχρονα για να είναι ζεστό. Εκτός από την αμυγδαλιά, κομμίωση παθαίνει και η βερικοκιά, ροδακινιά, δαμασκηνιά, κερασιά και κορομηλιά. Πολλές φορές η γόμα είναι φυσιολογική, δηλαδή δεν είναι αποτέλεσμα αρρώστιας, μα η γόμα αυτή ξεχωρίζει γιατί βγαίνει σε πληγές του δένδρου που έγιναν ή τυχαίως ή από κακό κλάδεμα.
Σκωρίαση
Είναι αρρώστια φυτική που ξηραίνει παράκαιρα τα φύλλα της μυγδαλιάς κάνοντας κάτι βούλες που έχουν χρώμα ανοιχτό πορτοκαλί. Την προλαβαίνουν ραντίζοντας τα δένδρα με γαλαζόπετρα που φτιάχνουμε όπως και για τα αμπέλια. Τα ραντίσματα πρέπει να γίνονται, το ένα πριν λουλουδιάσει η αμυγδαλιά, τον Νοέμβριο και το άλλο μπαίνοντας ο Ιανουάριος και να βρέχεται καλά το δένδρο για να καταστρέφονται τα σπέρματα του μικρομύκητα που κάνουν την αρρώστια.
Είναι αρρώστια φυτική που ξηραίνει παράκαιρα τα φύλλα της μυγδαλιάς κάνοντας κάτι βούλες που έχουν χρώμα ανοιχτό πορτοκαλί. Την προλαβαίνουν ραντίζοντας τα δένδρα με γαλαζόπετρα που φτιάχνουμε όπως και για τα αμπέλια. Τα ραντίσματα πρέπει να γίνονται, το ένα πριν λουλουδιάσει η αμυγδαλιά, τον Νοέμβριο και το άλλο μπαίνοντας ο Ιανουάριος και να βρέχεται καλά το δένδρο για να καταστρέφονται τα σπέρματα του μικρομύκητα που κάνουν την αρρώστια.
Κράδος
Είναι το σάπισμα που γίνεται στην καρδιά του κορμιού ή του κλώνου. Συμβαίνει στο κλάδεμα ή από άλλη αιτία να ξεφλουδιστεί ο κορμός ή κλώνος της μυγδαλιάς, τότε ο μύκητας (πολύπορος) βρίσκει ευκαιρία, χώνεται μέσα στο ξύλο και το σαπίζει. Το κακό αυτό προλαμβάνεται όταν το κλάδεμα γίνεται με κλαδευτήρι ή τσεκούρι και με προσοχή και αν τύχη να ξεφλουδιστεί κάπου ο κορμός ή ο κλώνος να αλείφεται και το μέρος αυτό με μίγμα από ίσα μέρη άργιλο και κοπριά βοδιού ή με κατράμι. Για να αποφεύγουμε το σάπισμα πρέπει πάντα, όταν κλαδεύουμε να αλείφουμε τις πληγές με κατράμι.
Είναι το σάπισμα που γίνεται στην καρδιά του κορμιού ή του κλώνου. Συμβαίνει στο κλάδεμα ή από άλλη αιτία να ξεφλουδιστεί ο κορμός ή κλώνος της μυγδαλιάς, τότε ο μύκητας (πολύπορος) βρίσκει ευκαιρία, χώνεται μέσα στο ξύλο και το σαπίζει. Το κακό αυτό προλαμβάνεται όταν το κλάδεμα γίνεται με κλαδευτήρι ή τσεκούρι και με προσοχή και αν τύχη να ξεφλουδιστεί κάπου ο κορμός ή ο κλώνος να αλείφεται και το μέρος αυτό με μίγμα από ίσα μέρη άργιλο και κοπριά βοδιού ή με κατράμι. Για να αποφεύγουμε το σάπισμα πρέπει πάντα, όταν κλαδεύουμε να αλείφουμε τις πληγές με κατράμι.
Μικρά μυστικά
τα πικραμύγδαλα περιέχουν την αμυγδαλίνη, η οποία απελευθερώνει ένα δηλητήριο, το υδροκυάνιο. Οι απόψεις των ειδικών για το ποια είναι η θανατηφόρα δόση, ποικίλλουν. Οπότε, απλά δεν τα τρώμε!
τα αμύγδαλα συντηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θερμοκρασίες 3-4oC ή και στην κατάψυξη, αφού αποξηρανθούν καλά στον ήλιο
Πηγές>
http://www.fytokomia.gr/
http://realfarm.gr/
http://www.ftiaxno.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου