Το μέγεθος και η παραγωγή και όχι το προτότυπο χρώμα έχουν τονίσει στην ανάπτυξη των γαλλικών Άλπεων. Κανένα ξεχωριστό χρώμα δεν έχει καθιερωθεί και μπορεί να κυμαίνεται από καθαρόλευκό με αποχρώσεις του ξανθού, γκρι, μαύρο, κόκκινο, καφέ ή διάφορες διαβαθμίσεις  ή συνδυασμούς αυτών των χρωμάτων. Και τα δύο φύλα έχουν γενικά κοντά μαλλιά. Τα γένια των αρσενικών είναι αρκετά έντονα. Τα αυτιά στα Alpines πρέπει να είναι μεσαίου μεγέθους, ωραίας υφής και προτιμούνται όρθια.
Αποτέλεσμα εικόνας για κατσίκα αλπίνα
Το γαλλικό Alpine είναι μεγαλύτερο και πιο  μεταβλητό στο μέγεθος από τις άλλες ελβετικές φυλές. Τα ώριμα θηλυκά δεν πρέπει να είναι λιγότερο από 30 cm και δεν πρέπει να ζυγίζουν λιγότερο από 135 pounds. Τα αρσενικά πρέπει να είναι από 34 ως 40 ίντσες και δεν πρέπει να ζυγίζουν λιγότερο από 170 pounds. Τα θηλυκά γαλλικά Alpine είναι εξαιρετικά στο άρμεγμα και συνήθως έχουν μεγάλους, καλοσχηματισμένους μαστούς και με τις θηλές στην κατάλληλη θέση και το επιθυμητό μέγεθος.
Αποτέλεσμα εικόνας για κατσίκα αλπίνα
Το γαλλικό Alpine επίσης αναφέρεται ως Alpine γαλακτοκομική κατσίκα και τα έγγραφα ταξινόμησης για την γαλακτοκομικλή γίδα,χρησιμοποιούν και τις δύο ονομασίες και είναι συνώνυμες. Είναι ανθεκτικά, προσαρμοστικά ζώα που ευδοκιμούν σε κάθε κλίμα, διατηρώντας παράλληλα καλή υγεία και εξαιρετική παραγωγή. Το πρόσωπο είναι ευθύ. Μια ρωμαική μύτη, Toggenburg χρώμα και σημαδια, ή ολόλευκο είναι διακριτικά. Τα Alpine χρώματα περιγράφονται χρησιμοποιώντας τους ακόλουθους όρους:
  • Cou Blanc - κυριολεκτικά σημαίνει ΄΄λευκός λαιμός'' -  λευκά μπροστά πόδια και μαύρα πίσω πόδια με μαύρα ή γκρι σημάδια στι κεφάλι.
  • Cou Clair - κυριολεκτικά σημαίνει  ''καθαρός λαιμός'' - τα μπροστά πόδια είναι σκούρα, υπολευκό ή απόχρωση του γκρι με μαύρα πίσω πόδια.
  • Cou Noir - κυριολεκτικά σημαίνει ΄΄μαύρος λαιμός΄΄ - μαύρα μπροστά πόδια και λευκά πίσω πόδια.
  • Sundgau - μαύρο με λευκά σημάδια
  • Chamoisee - καφέ  ή bay - χαρακτηριστικά σημάδια είναι μαύρο πρόσωπο, ραχιαία λωρίδα, πόδια και μερικές φορές ενα martingale υπάρχει κα΄τω στο στήθος. Η ορθογραφία για τα αρσενικά είναι chamoise.
  • Two-tone Chamoise - ανοικτά μπροστά πόδια με καφέ ή γκρι πίσω πόδια. Αυτό δεν είναι cou blanc ή cou clair καθώς αυτοί οι όροι  προορίζονται για ζώα με μαύρα πίσω πόδια.
  • Broken Chamoisee - ένα στέρεο chamoisee σπασμένο με άλλο χώμα΄
Πηγή>http://kthnotrofia.pblogs.gr/
Γενικές πληροφορίες φια την κατσίκα.
Αποτέλεσμα εικόνας για κατσίκα αλπίνα
Η οικόσιτη κατσίκα (επιστημονική ονομασία: Αιξ η κατοικίδιος, Capra aegagrus hircus - Αιξ ο αίγαγρος ο τράγος ή Αιξ ο αίγαγρος ο αίγος[1]), γίδα ή αίγα, είναι υποείδος της εξημερωμένης κατσίκας και κατάγεται από την άγρια (μη εξημερωμένη) κατσίκα της Νοτιοδυτικής Ασίας και της Ανατολικής Ευρώπης. Πρόκειται για ζώο μηρυκαστικό, της οικογένειας των βοοειδών και της τάξης των αρτιοδάχτυλων. Μαζί με το πρόβατο θεωρείται από τα πρώτα ζώα που εξημερώθηκαν από τους ανθρώπους. Εκτρέφονται για το γάλα, το κρέας και για το τρίχωμά τους.[2] Τον τελευταίο αιώνα έγιναν δημοφιλή ζώα και ως κατοικίδια[3] Εχθροί της είναι τα σαρκοφάγα ζώα και τα αρπακτικά πουλιά. Η ευκολία στην απόκτηση και στη συντήρησή της, έκανε πολλούς να τη χαρακτηρίσουν «αγελάδα του φτωχού».
Η κατσίκα λέγεται και γίδα ή αίγα. Οι αρσενικές κατσίκες καλούνται τράγοι. Το νεαρό άτομο των δύο φύλων καλείται κατσίκι ως την ηλικία του ενός έτους και βετούλι από τον πρώτο ως το δεύτερο χρόνο του. Η εγχώρια (ντόπια) ελληνική κατσίκα έχει διάφορα ονόματα ανάλογα με τα χρώματά της. Έτσι, η μαύρη κατσίκα λέγεται κόρμπα, η μαύρη με κοιλιά κίτρινη γκιόσα, η κοκκινωπή κάμπινα, η ασπρόμαυρη μπάρτσα, η σταχτιά κανούτα, καφετί κανέλλα και η άσπρη φλώρα.
Οι κατσίκες φαίνεται να εξημερώθηκαν σχεδόν 10.000 χρόνια πριν στα Όρη του Ζάγρου στο Ιράν.[4] Ζώα αγροδίαιτα, ευκίνητα και έξυπνα, αποτέλεσαν ένα από τα πρώτα ζώα που εξημερώθηκαν από τον άνθρωπο
Αποτέλεσμα εικόνας για κατσίκα αλπίνα
Οι περισσότερες κατσίκες από τη φύση τους έχουν δύο κέρατα, των οπόίων το σχήμα και το μέγεθος ποικίλλει ανάλογα με τη ράτσα. Υπάρχουν και μερικά θηλυκά με κέρατα. Υπάρχουν και κατσίκες χωρίς κέρατα ή και με πολλά κέρατα (μέχρι και 8). Το τελευταίο πιστεύεται ότι είναι γενετικό χαρακτηριστικό και, το οποίο κληρονομείται και είναι σπάνιο φαινόμενο. Τα κέρατα της κατσίκας είναι φτιαγμένα από οστά και περιβάλλονται από κερατίνη και άλλες πρωτεΐνες. Χρησιμοποιούνται ως μέσο άμυνας και κυριαρχίας.[5] Το κεφάλι τους είναι μακρύ και τα μάτια τους ζωηρά.[6]. Η κατατομή τους και η γραμμή στη ράχη είναι ευθύγραμμες.

Ολόκληρο το σώμα τους καλύπτεται από τρίχωμα, διαφορετικό σε μήκος και χρώμα ανάλογα με τη ράτσα. Και τα δύο φύλα έχουν γένι. Μερικές φυλές προβάτων και κατσικών φαίνονται να έχουν ομοιότητες, ωστόσο διαφέρουν στην ουρά. Τα πρόβατα έχουν ουρές που κρέμονται προς τα κάτω και είναι συνήθως πιο μακριές από τις ουρές των αιγών.
Σε ορισμένα κλίματα, οι κατσίκες μπορούν να ζευγαρώνουν οποιαδήποτε ημέρα του χρόνου Γενικά, το ζευγάρωμα γίνεται περίπου μέσα στο Σεπτέμβριο και η κύηση διαρκεί 148 ημέρες. Συνήθως γεννούν ένα κατσίκι ή δίδυμα, τα οποία τα θηλάζουν.

Συχνά οι εκτροφείς των αιγών κάνουν και τεχνητή γονιμοποίηση, για να διασταυρώσουν ράτσες.
Η κατσίκα τρέφεται με φύλλα, τρυφερούς βλαστούς και μικρά κλαδιά από δέντρα, στα οποία σκαρφαλώνει η ίδια. Ενίοτε είναι καταστροφική για τα δέντρα, καθώς δεν τα αφήνει να αναπτυχθούν. Πολλές φορές τρώει ακόμα και πικρά φυτά, που δεν τρώνε τα άλλα ζώα[7], όπως το πρόβατο.
Τόσο ζωντανή όσο και νεκρή, η κατσίκα είναι πολύ χρήσιμη για τον άνθρωπο. Εκτρέφεται για το γάλα, το κρέας της και το μαλλί της. Επίσης, το δέρμα και η κοπριά της κατσίκας είναι εξίσου χρήσιμα (το πρώτο κυρίως για την κατασκευή υποδημάτων και ασκιών και η τελευταία ως λίπασμα).
Η γαλακτοπαραγωγή της εγχώριας κατσίκας διαρκεί 6 μήνες και φθάνει το ενάμισι λίτρο ημερησίως. Το γάλα της μπορεί να καταναλωθεί φρέσκο, αν και συνιστάται η παστερίωση, με σκοπό την απομάκρυνση των μικροβίων, όπως ο Staphylococcus aureus και η Escherichia coli.[8]
Αποτέλεσμα εικόνας για κατσίκα αλπίνα
Το γάλα της κατσίκας είναι πυκνότερο από της αγελάδας
Από το γάλα της αίγας παράγεται τυρίβούτυροπαγωτό και άλλα προϊόντα. Το κατσικίσιο γάλα μπορεί να αντικαταστήσει το αγελαδινό για όσους είναι αλλεργικοί στο τελευταίο.[9].
Το βούτυρο της κατσίκας είναι λευκό, επειδή οι αίγες παράγουν γάλα με την κίτρινη ουσία Β- καροτίνη και αυτή μετατρέπεται σε έναν άχρωμο τύπο της βιταμίνης Α.
Το τυρί της αίγας είναι γνωστό ως chèvre στη Γαλλία, από τη γαλλική λέξη για την κατσίκα. Υπάρχουν επίσης οι ποικιλίες τυριού Rocamadour και Montrachet.[10]
Το κρέας του κατσικιού είναι εξαιρετικό και περιζήτητο, καθώς το κρέας του αρνιού είναι παχύτερο. Η ποιότητά του εξαρτάται και από την ηλικία του ζώου (τα μικρά σε ηλικία ζώα, ερίφια, έχουν καλύτερο κρέας). Η αίγα μαγειρεύεται με διάφορους τρόπους, ενώ από τα φαγώσιμα όργανα της κατσίκας, ο εγκέφαλος, τα πόδια και το κεφάλι της, αποτελούν βάση για σούπες και άλλα φαγητά.
Το κούρεμα της κατσίκας γίνεται κάθε άνοιξη. Από αυτό προέρχεται το γιδόμαλλο, που είναι γνωστό με την εμπορική ονομασία μοχέρ (από το αγγλικό mohair). Χρησιμοποιείται κυρίως για την κατασκευή σακιών, καπών και για σακούλες.
Το ζώο προσβάλλεται από ασθένειες όπως ο αφθώδης πυρετός και μερικές φορές από εντεροτοξιναιμία, η οποία πολλές φορές προλαμβάνεται με εμβολιασμό. Οι ξένες ράτσες είναι πιο ευαίσθητες και υποφέρουν από λοιμώδεις νόσους, υποβιταμινώσεις, βρουκέλλωση (μελιταίος πυρετός), ο οποίος μπορεί να μεταδοθεί και στον άνθρωπο. Ο εχινόκοκκος είναι σπάνιος στα κατσίκια, σε αντίθεση με τα αρνιά. Παλαιότερα κυρίως, οι κατσίκες προσβάλλονταν από άνθρακα, βδέλλα, ευλογιά και τυμπανίτιδα.
Από την έλευση του Χριστιανισμού, η κατσίκα ταυτίστηκε με το διάβολο. Η πιο κοινή μεσαιωνική αναπαράσταση του διαβόλου ήταν με κεφάλι κατσίκας και με κέρατα και γένι, όπως της αίγας.
Ακόμα και σήμερα, η κατσίκα έχει σημαντική θέση στο σατανισμό και στον παγανισμό. Η πεντάλφα, το σύμβολο του σατανισμού, πιστεύεται ότι προήλθε από το σχήμα του κεφαλιού κατσίκας.
Το ζώο αναφέρεται επίσης στη νορβηγική μυθολογία και στο κινέζικο ημερολόγιο. Για το δεύτερο, όσοι γεννήθηκαν στο έτος του Τράγου, θεωρούνται εσωστρεφείς, ντροπαλοί, δημιουργικοί και τελειομανείς.
Πολλά μυθολογικά τέρατα συμπεριελάμβαναν μέρη από το σώμα της αίγας, όπως η Χίμαιρα. Επίσης, στο Δυτικό Ωροσκόπιο, ο Αιγόκερως ως ζώδιο απεικονίζεται με μια κατσίκα με ουρά ψαριού.
Το βρώμιο ονομάστηκε από την ελληνική λέξη «βρόμος» που σημαίνει τη δυσάρεστη μυρωδιά των τράγων.
Σημαντική ήταν η θέση της κατσίκας και στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία καθώς η κατσίκα Αμάλθεια αποτέλεσε την τροφό του θεού των θεών Δία, αποδίδοντάς της οι Αρχαίοι Έλληνες ιδιαίτερη τιμή.
Οι κατσίκες αναφέρονται πολύ συχνά στη Βίβλο. Το εν λόγω ζώο θεωρείται αγνό και το έσφαζαν προς τιμήν κάποιου επίσημου καλεσμένου κατά τα εβραϊκά έθιμα Πολλές φορές ένας ηγέτης ή Βασιλιάς συγκρινόταν με τον τράγο που είναι επικεφαλής του κοπαδιού. Στην Καινή Διαθήκη ο Ιησούς Χριστός είπε την παραβολή του Προβάτου και των Κατσικιών (Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, 25).
Οι περισσότερες φυλές ανήκουν στο είδος Αιξ η κατοικίδιος. Η εγχώρια φυλή (ντόπια ελληνική γίδα) υπάρχει στον ελληνικό χώρο από τους αρχαιότατους χρόνους και οι αντιπρόσωποί της έχουν κοντό κεφάλι και τραχύ, κοντό τρίχωμα. Ωστόσο, στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες, εισήχθησαν και ξένες φυλές, όπως η μαλτέζικη, με καταγωγή από το Σουδάν.
Αποτέλεσμα εικόνας για κατσίκα αλπίνα
Ξένες ράτσες
Αγκύρας: Λέγεται και Τιφτίκι. Το τρίχωμά της είναι άσπρο και έχει υφή από μετάξι. Χρησιμοποιείται στην υφαντουργία, ιδίως για την παραγωγή κασμιριών. Μοιάζει πολύ με το πρόβατο.
Ελβετική: Προέρχεται από την κοιλάδα Ζάανεν. Αποτελεί μία από τις καλύτερες φυλές και τα είδη της μοιάζουν με μικρές αγελάδες. Είναι ψηλή στο ανάστημα και εντελώς λευκή στο χρώμα. Σπάνια έχει κέρατα. Γεννά 4-6 κατσίκια και παράγει 4-5 λίτρα γάλα ημερησίως.
Θιβετιανή: Εκτρέφεται για το εξαιρετικής ποιότητας μαλλί της, από το οποίο κατασκευάζονται κασμίρια.
Κασμίρ: Κατάγεται από την Ασία. Έχει μαύρο και στιλπνό τρίχωμα.
Μαλτέζικη: Ονομάστηκε έτσι γιατί μεταφέρθηκε από τη Μάλτα το 19ο αιώνα. Κατάγεται από τη Νουβία της Αφρικής. Έχει μεγάλα αυτιά που κρέμονται και είναι μεγαλύτερη από την εγχώρια φυλή. Δεν έχει γένι και σπάνια έχει κέρατα. Γεννά 3-4 κατσίκια και χρησιμοποιείται ως οικόσιτη, καθώς δεν έχει αντοχή στο βάδισμα.
Συρίας ή φυλή της Δαμασκού: Φημίζεται για τη γαλακτοπαραγωγή της.
Τόγγεμποργκ: Χρησιμοποιείται για παραγωγή γάλακτος.
Πηγή>http://el.wikipedia.org/