Ο Τρύγος και το κρασί στην Ελλάδα του χθες και του σήμερα.
Οι γεωργοί το μήνα Σεπτέμβριο τον λένε Τρυγητή ή Τρυγομήνα. Ο τρύγος είναι μια από τις πιο δύσκολες και κουραστικές γεωργικές εργασίες, όπως δηλώνει και η φράση «τρύγος, θέρος, πόλεμος», ώστε συχνά γίνεται με την αλληλοβοήθεια των κατοίκων γειτονικών χωριών / περιοχών, δεδομένου ότι δεν αρχίζει παντού τις ίδιες ημερομηνίες αλλά εξαρτάται από τις ιδιαίτερες κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν κατά περιοχή καθώς και από το είδος των σταφυλιών. Παρόλα αυτά, η συγκομιδή των σταφυλιών κάτω από τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού και η συγκέντρωσή τους στο πατητήρι, για να γίνουν κρασί από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα έχει γιορταστικό χαρακτήρα -μοιάζει με πανηγύρι.
Οι σχέσεις του ανθρώπου με το κρασί ανά τους αιώνες υπήρξαν στενές: «Οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου» έλεγαν οι Έλληνες, «Στο κρασί η αλήθεια» [in vino veritas] πίστευαν οι Ρωμαίοι.
Ο Όμηρος επαινεί το κρασί όχι μόνο σαν ευχάριστο ποτό αλλά και σαν φάρμακο για πολλές αρρώστιες. Ο ποιητής Σιμωνίδης ο Κείος κατέταξε τις ιδιότητες κάθε ποικιλίας κρασιού ανάλογα με την επίδρασή τους στην υγεία: Τα λευκά κρασιά είναι χωνευτικά, αλλά «την κεφαλήν διάπυρον», δηλαδή φέρνουν έξαψη. Τα μαύρα ξηρά τα έβρισκε θρεπτικά και τα μαύρα γλυκά κρασιά ακόμα πιο θρεπτικά. Ο Αριστοτέλης έλεγε, ότι όσοι μεθούν με κρασί πέφτουν μπρούμυτα! Γιατί το κρασί βαραίνει το κεφάλι.
Οι Χιώτες ήταν οι καλύτεροι αμπελουργοί της αρχαιότητας μια και σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία τους δίδαξε την καλλιέργεια της αμπέλου πρώτος στην Ελλάδα ο Διόνυσος με το γιο του τον Οινοπίωνα. Άλλη εκδοχή είναι αυτή που θέλει την εισαγωγή του κρασιού στη χώρα μας από την ξηρά και μάλιστα από τη Θράκη, άλλη, από τη θάλασσα και συγκεκριμένα ή από την Κρήτη ή από τα Μικρασιατικά παράλια με πρώτους εισαγωγείς τους Πελασγούς.
Η ονομασία κρασί προέρχεται από τη λέξη κράσις, δηλαδή ανάμειξη. Οι αρχαίοι έπιναν το κρασί τους «νερωμένο» και όχι μόνο με φυσικό νερό αλλά και με θαλασσινό νερό κι έφτιαχναν το «θαλασσίτη οίνο».
Στην αρχαία Αθήνα τα Οσχοφόρια ήταν μια από τις πιο λαμπρές γιορτές. Νέοι, ντυμένοι γυναικεία, κρατώντας όσχους, δηλαδή τσαμπιά σταφύλια, έκαναν αγώνα δρόμου από το ναό του Διονύσου μέχρι το ναό της Σκιράδος Αθηνάς, στο Φάληρο.
Οι αμπελουργοί, με τραγούδια, χορούς και γλέντια που γίνονται στους αμπελώνες έκφραζαν ανέκαθεν τις ευχαριστίες τους στο Θεό ή τους θεούς για την καλή σοδειά. Στα αμπελοχώρια, δηλαδή στα χωριά που το σταφύλι αποτελεί το βασικό πόρο ζωής τους, η πρώτη μέρα του τρύγου -παρόλο που μπορεί να είναι διαφορετική από τόπο σε τόπο- χαιρετίζεται με τύμπανα, νταούλια και τραγούδια και ο τρύγος έχει τη μορφή αληθινού πανηγυριού. Το πανηγύρι του τρύγου κορυφώνεται στο πατητήρι. Πλήθος κόσμου, κυρίως νέοι και νέες, ντόπιοι και ξένοι βρίσκουν πολύ διασκεδαστικό το πάτημα των σταφυλιών. Με γέλια και τραγούδια πατούν τα σταφύλια για να βγει ο περίφημος λαμπερός χυμός για να φτάσει στα ποτήρια που «τσουγκρίζουν» εις υγείαν!
Στο Αγγελόκαστρο η ιστορία των αμπελιών χάνεται στο παρελθόν. Τα αμπέλια ήταν διάσπαρτα σε διάφορες περιοχές όπως, στα Παλιάμπελα, στον ΑϊΛιά, στα Καμάρια, στη Σκαφίδα και σ’ άλλες περιοχές. Η καλλιέργειά τους ξεκινούσε με το κλάδεμα που γινόταν συνήθως γύρω στα Χριστούγεννα και λίγο αργότερα, και ακολουθούσε το σκάψιμο (ύψωμα του χώματος γύρω από τη ρίζα του φυτού). Το Μάρτιο γινόταν το ράντισμα με γαλαζόπετρα και λίγο διαλυμένο ασβέστη, και το Μάιο το θειάφισμα με το «κιαφολόγι». Πέρα... μετά τις 20-25 Σεπτεμβρίου, ανάλογα με τον καιρό γίνονταν ο τρύγος. ΄΄ΘΕΡΟΣ–ΤΡΥΓΟΣ-ΠΟΛΕΜΟΣ΄΄, έλεγαν εκείνα τα χρόνια οι παλιοί για να δείξουν ότι ο τρύγος ήταν μια σοβαρή και κουραστική υπόθεση.
Μπαίνοντας ο Σεπτέμβριος σε όσους είχαν αμπέλια άρχιζαν οι προετοιμασίες. Πλένανε τα βαρέλια και τα γεμίζαμε με νερό για να «ρουπόσουν» δηλ. να διασταλούν οι ξύλινες ρωγμές με την απορρόφηση νερού ώστε να γίνουν στεγανά. Φέρνανε τους «βαρελάδες» - εξειδικευμένους ανθρώπους γι’ αυτή τη δουλειά- για να επιδιορθώσουν τα παλιά δρύινα βαρέλια απ’ τη φθορά του χρόνου, και αγοράζανε καινούργια καλάθια ή κοφίνες (καπνοκάλαθες), από πλανόδιους γύφτους, εάν είχαν χαλάσει τα παλιά.
Τη μέρα του τρύγου απ’ το πρωί όλη η γειτονιά στο πόδι, και όλοι βουρ για το αμπέλι. Οι μεγάλοι έκοβαν τα σταφύλια με τα τροχισμένα ψωμομάχαιρα, τα έβαζαν στα καλάθια και από κει στις καπνοκάλαθες, που τις μεταφέρανε στον ώμο για το φόρτωμα στα ζώα, η στις πλατφόρμες των τρακτεριών τα τελευταία χρόνια. Έτσι το φορτίο μεταφέρονταν στο «κάδο» για το πάτημα. Ένας τέτοιος τρύγος- γιορτή- μου’ρχεται τώρα στο μυαλό σ’ ένα απ’ τα τελευταία τότε αμπέλια στο χωριό. Στο αμπέλι του Ρόμπολα, που ήταν 100 περίπου μέτρα μέσα απ’ το σταθμό του τραίνου κάτω στο σταθμό.
Ο κάδος ήταν ένας πέτρινος κτιστός χώρος σε σχήμα μεγάλου βαρελιού που στη βάση του υπήρχε έξοδος αυλακωτή με κάνουλα ώστε να τρέχει ο μούστος στο καζάνι. Στο κάδο αυτό προσαρμόζονταν το ξύλινο πατητήρι, όπου πατούσανε τα σταφύλια και βγάζανε το χυμό των σταφυλιών, το μούστο. Ο μούστος με την περίεργη εκείνη μοσχοβολιά, τραβούσε τις μέλισσες και τις σφήκες, που ήταν αδύνατον να πατάς σταφύλια και να μην σε τσιμπήσουν, οπότε σαν αντίδοτο χρησιμοποιούσανε το «σταύρωμα» με το μαχαίρι και το ξίδι. Από το κάδο γεμίζανε τα καζάνια με μούστο και γεμίζαμε μετά τα βαρέλια. Μετρούσανε την περιεκτικότητα του σακχάρου με ειδικό όργανο το «γράδο». Εάν η χρονιά ήταν καλή με ζεστό καιρό και χωρίς βροχές, τα κρασιά είχαν πάνω από 12 βαθμούς, πού ήταν η αρχή για ένα καλό κρασί.
Ένα απ’ τα καινούργια αμπέλια που δειλά - δειλά τώρα τελευταία άρχισαν να ξαναμπαίνουν στο χωριό. Το αμπέλι του Θανάση του Καλτσά στα καμάρια.
Το κρασί έβραζε για 30-40 περίπου ημέρες (γίνονταν η ζύμωση), οπότε κλείνανε την επάνω τρύπα του βαρελιού με την ξύλινη τάπα και τη σφραγίζανε με λειωμένο ρετσίνι. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν χημικοί και χημικά προϊόντα για να μην ξινίσει το κρασί. Έτσι πριν να σφραγίσουν το βαρέλι έριχναν μέσα ρετσίνι (4 κιλά το βαρέλι αν θυμάμαι καλά) που έδινε και άρωμα ωραίο στο κρασί. Τα γιοματάρια όπως έλεγαν τότε τα γεμάτα βαρέλια τ΄ανοίγανε συνήθως κάνα μήνα πριν τις γιορτάδες (Χριστούγεννα).
Οι πατεράδες μας πίστευαν, όπως και σήμερα λένε οι γιατροί, ότι το κρασί «στυλώνει» τον άνθρωπο, τον κάνει γερό, δυνατό και δραστήριο φτάνει να μη γίνεται κατάχρηση και το ύμνησαν και τραγούδησαν πολλοί μεγάλοι αρχαίοι και νέοι ποιητές. Έχει γράψει ένα ωραίο βιβλίο ο συμπατριώτης μας ο Θύμιος ο Πριόβολος πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Χρόνο με το χρόνο, από τη δεκαετία του 1960 περίπου και μετά, ένα-ένα όσο μεγάλωναν οι γονείς μας εγκαταλείπονταν τ’ αμπέλια. Θράσεψε ο τόπος -όπως λέμε- με άλλα σπάρτα. Ποτίστηκαν τα χώματα με φυτοφάρμακα και δηλητήρια ξενόφερτα, τόσο που σήμερα εκεί που παλιά ήτανε τ’ αμπέλια, να μη περνάει ούτε φίδι από εκεί.
Μπούτιβας Κώστας – Καστρινός.
Ο τρύγος στην παλιά Κοζάνη
Ο τρύγος στην Κοζάνη, αλλά και σʼ όλη τη Δυτική Μακεδονία, ξεκινούσε πάντοτε μετά το «Νιάημερο» και ποτέ νωρίτερα όπως γίνεται στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ο λόγος είναι εμφανής. Λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούν τα σταφύλια αργούν να «ωριμάσουν», να φτάσει δηλαδή ο χυμός τους να έχει περιεκτικότητα ζαχάρων από 10,5 ως 13 βαθμούς μπωμέ (γράδα). Για να το διαπιστώσουν αυτό οι παραγωγοί έκοβαν σταφύλια από 5 – 6 τυχαία κλήματα απʼ όλα τα μέρη του αμπελιού, τα πίεζαν με ένα τουλπάνι για να βγουν οι χυμοί τους και μετρούσαν με το «γραδόμετρο» το ζάχαρο. Πρόσεχαν να τρυγήσουν πριν από την εποχή των βροχών διότι τότε έπεφτε το ζάχαρο των σταφυλιών και το κρασί θα ήταν κατώτερης ποιότητας.
Ο τρύγος στην Κοζάνη ήταν παλιότερα πραγματικό πανηγύρι. Συμμετείχε όλο το σόι και βοηθούσε ολόκληρη η γειτονιά. Ανάλογα με τα αμπέλια που είχε ο νοικοκύρης, ο τρύγος διαρκούσε από δύο μέρες μέχρι και μία βδομάδα.
Ιστορικά στοιχεία
Η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει πως πρώτος ο Νώε όταν βγήκε από την Κιβωτό φύτεψε αμπέλι. Επίσης έχουν βρεθεί σε τάφους Φαραώ σπόροι σταφυλιού και φύλλα αμπέλου εδώ και 6.000 χρόνια προ Χριστού.
Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι ο Οδυσσέας με κρασί μέθυσε τον Πολύφημο ώστε να μπορέσει να τον τυφλώσει. Όλοι οι αρχαίοι λαοί είχαν το θεό του οίνου. Οι Έλληνες τον Διόνυσο, οι Ινδοί τον Σόμα, οι Αιγύπτιοι τον Όσιρη, οι Λίβυοι τον Άμμωνα, οι Λατίνοι τον Κρόνο και οι Ρωμαίοι τον Βάκχο.
Ο Χριστός «τον Άρτον και τον Οίνον ημών» ευλόγησε στο γάμο στην Κανά και Άρτο και Ανάμα (κρασί) συμπεριέχει η Θεία Μετάληψη. Τα σταφύλια επίσης ευλογούν στην εκκλησία οι ιερείς την 6η Αυγούστου, ημέρα εορτασμού Της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Οι αναφορές αυτές αποδεικνύουν ότι η ζωή του ανθρώπου είναι συνυφασμένη από αρχαιοτάτων χρόνων με το αμπέλι και το κρασί.
Η αμπελουργία στην Κοζάνη
Υπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες για την καλλιέργεια αμπελιών στην Κοζάνη απʼ όλους τους ιστορικούς της πόλης, γεγονός που μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι οι Κοζανίτες και γενικότερα οι Δυτικομακεδόνες ασχολούνταν ανέκαθεν με την αμπελουργία. Ο Λιούφης, μάλιστα, αναφέρει ότι στην Κοζάνη κατά τον 18ο αιώνα καλλιεργούνταν 5.000 στρέμματα αμπελιού. Ακόμη και σήμερα είναι ονομαστά τα κρασιά του Αμυνταίου, της Σιάτιστας και του Βελβεντού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ανάμεσα στα εμπορεύματα που μετέφεραν με τα καραβάνια στην Μεσευρώπη περιλαμβάνονταν και το «λιαστό» κρασί της Σιάτιστας που πωλούνταν για ιατρικούς λόγους. Το λέει άλλωστε και το γνωμικό : «Ο ύπνος τρέφει το παιδί, ο ήλιος το χορτάρι και το κρασί τον γέροντα τον κάνει παλικάρι!»
Το κύριο εμπόρευμα των παντοπωλείων της Κοζάνης μέχρι τη δεκαετία του 1960 ήταν το κρασί και το τσίπουρο. Αυτά τα προϊόντα ήταν που άφηναν κέρδος γιατί ήταν οι κόποι μιας χρονιάς. Όλα τα μπακάλικα παλαιότερα ονομαζόταν «οινοπαντοπωλεία».
Οι ετοιμασίες του τρύγου
Από τα μέσα Σεπτεμβρίου ξεκινούσαν οι ετοιμασίες για τον τρύγο. Ένα, σχεδόν μήνα πριν.
Αρχικά έβγαζαν τα βαένια από το θολωτό υπόγειο. Για το σκοπό αυτό επιστρατεύονταν τα πιο εύρωστα μέλη της οικογένειας, γείτονες ή και χαμάληδες. Ήταν πολύ βαριά και μεγάλα γιατί χωρούσαν 500, 1.000 ή και περισσότερες οκάδες κρασιού (1.300 λίτρα κρασιού). Τα έβγαζαν στην αυλή κι εκεί τα έπλεναν για να καθαρίσουν από τα ιζήματα και να «φουσκώσουν» οι αρμοί των βαρελιών. Μετά τον καθαρισμό με τον ξύστρου του εσωτερικού του βαρελιού βράζονταν σε καζάνια φύλλα και φλοιοί καρυδιάς και συκιάς και ξαναπλένονταν. Έτσι απολυμαίνονταν και δεν υπήρχε φόβος να χαλάσει το κρασί. Όταν τα βαρέλια καθαρίζονταν ξανατοποθετούνταν στο θολωτό υπόγειο. 2 – 3 ή και περισσότερα βαρέλια στήνονταν στην αυλή και δίπλα τους τοποθετούσαν την καρούτα ενώ οι γυναίκες έπλεναν όλα τα τσίγκινα σκεύη που χρειάζονταν και οι άντρες επιδιόρθωναν και καθάριζαν τα γαλίκια που ήταν καμωμένα με λεπτά κλωνάρια βρασμένης λυγαριάς, τα καλάθια και τις κόφες για την μεταφορά των σταφυλιών.
Ο τρύγος
Οι γυναίκες από βραδύς ετοίμαζαν τα φαγητά για τους άντρες στο αμπέλι. Στην Κοζάνη για μεσημεριανό συνηθιζόταν η τσουκνιδόπιτα (ή κάποια άλλη πίτα) και κιφτέδις μι κρουμμίδια (δες Κοζανίτικη κουζίνα) και για καφαλτού μπάτζιο, ελιές και κιχιά. Για τη μεταφορά των σταφυλιών στο σπίτι προσλαμβάνονταν κάρα και μουλάρια με εργάτες που πηγαινοέρχονταν από το αμπέλι.
Μόλις έφταναν στο αμπέλι ξεκινούσε ο τρύγος με τραγούδια και χαρές. Μάζευαν τα σταφύλια με προσοχή σε μεγάλα καλάθια ή κόφες αφού τα καθάριζαν από τυχόν χαλασμένα και τα συγκέντρωναν στα γαλίκια. Τα γαλίκια με τη σειρά τους τα φόρτωναν δύο - δύο στα μουλάρια ή ανά έξι στα κάρα και μεταφέρνονταν στην αυλή του σπιτιού.
Εκεί τα περίμεναν δύο γεροδεμένοι άντρες, τα έριχναν στην καρούτα και άρχιζαν το πάτημα φορώντας γαλότσες. Οι γυναίκες με τα λιγκέρια άρχιζαν να γεμίζουν τα μπακράτσια με μούστο που τον έριχναν στα όρθια βαρέλια. Όταν το πάτημα των σταφυλιών στο πατητήρι τελείωνε έριχναν εκεί και τα τσίπουρα. Η δουλειά αυτή συνεχιζόταν (με ένα μικρό διάλειμμα για φαγητό το μεσημέρι) μέχρι το σούρουπο οπότε γυρνούσαν και οι άντρες από το αμπέλι με τα τελευταία φορτία των σταφυλιών.
Οι γυναίκες «τραβούσαν» τον μούστο από το πρώτο βαρέλι, τον «περνούσαν» από ένα τουλπάνι, τον καθάριζαν με κασταλαή ή ασπρόχωμα και τον έβραζαν ολονυχτίς σε καζάνια έως ότου πήξει για να κάνουν την μουστόπτα, σιουτζιούκια, κόρις, μαντζιούνια, σταφυλαρμιά και ότι άλλα καλούδια χρειάζονταν για να περάσουν το χειμώνα.
Μόλις ξημέρωνε οι άντρες τραβούσαν τον μούστο, τον έβαζαν στα γκιούμια και γέμιζαν τα βαρέλια κάτω στο υπόγειο. Όταν τελείωναν ξεκινούσαν για τα αμπέλια για να τελειώσουν τον τρύγο. Αυτό γινόταν για 2-3 ή και πέντε μέρες ακόμη…
Μετά τον τρύγο
Όταν γέμιζαν τα βαρέλια στο υπόγειο άφηναν τη Φύση να κάνει τις υπόλοιπες εργασίες. Άρχιζε να «βράζει» ο μούστος και μετατρέπονταν τα ζάχαρα σε οινόπνευμα.
Κάθε 3-4 μέρες ο νοικοκύρης ανακάτευε τα τσίπουρα στα βαρέλια της αυλής με το καρπουλόι για να μην ξινίσουν και δεν βγει καλό το τσίπουρο. Σε 20-30 μέρες τραβιόταν το μαύρο κρασί. Αυτό δεν ήταν άλλο από το καταστάλαγμα του μούστου στα βαρέλια που, επειδή, έμενε με τα τσίπουρα τόσο πολύ καιρό έπαιρνε έντονο κόκκινο σκούρο χρώμα και ελαφρώς στυφή γεύση λόγω της τανίνης.
Έθιμα του τρύγου
Ξεκινώντας για τον τρύγο η νοικοκυρά χάριζε από μια μάλλινη μισάλα σε όλους όσοι ασχολούνταν με τον τρύγο. Μάλιστα θεωρούνταν προσβολή αν η νύφη δεν συμπεριλάμβανε ανάμεσα στα προικιά της μάλλινες μισάλες για τον τρύγο.
Όλη η οικογένεια συμμετείχε στον τρύγο. Δεν ήταν δυνατόν να λείπουν και τα μικρά παιδιά. Ο παππούς είχε φροντίσει να πλέξει για όλα μικρά καλαθένια καλαθάκια που τους τα χάριζε για να τρυγήσουν κι αυτά. Όλο το αμπέλι βούιζε από τις χαρούμενες φωνούλες τους. Έτσι γίνονταν η μύηση στις επόμενες γενεές.
Αρχίζοντας το τρύγημα των σταφυλιών, ο παππούς της οικογένειας έκοβε 5-6 χοντρά κλωνάρια κλήματος (κληματσίδες) με αγκύλη στην άκρη. Κατόπιν πήγαινε και διάλεγε τα ροζακιά και τα γκρανουάρια, σταφύλια με χοντρή φλούδα και όψιμα. Με αυτά θα έκανε τις «φούντες». Οι φούντες ήταν τα σταφύλια που στηρίζονταν από το κοτσάνι, το ένα επάνω στο άλλο, στην κληματσίδα που την κρεμούσαν σε ένα δοκάρι του υπογείου (μαζί με τα ρόδια και τα κυδώνια) για να τρώνε σταφύλια μέχρι τα Χριστούγεννα.
Όταν γέμιζαν τα βαρέλια με κρασί τα σφράγιζαν με το πώμα για να βράσει και με λίγο αραιό ζυμάρι σφράγιζαν όποια χαραμάδα υπήρχε στα πώματα του βαρελιού και με το ίδιο ζυμάρι έκαναν το σήμα του σταυρού στην κορυφή του βαρελιού.
Κατόπιν περίμεναν υπομονετικά να «βράσει» και να «καθαρίσει», να λαμπικάρει δηλαδή, διαδικασία που κρατούσε μέχρι και τις Αποκριές. Στον ενδιάμεσο χρόνο κατανάλωναν το «μαύρο». Το μαύρο ήταν το κρασί με το οποίο συνόδευαν το φαγητό μέχρι και μετά των Θεοφανίων.
Ο τρύγος σήμερα
Ο τρύγος όπως τον περιγράψαμε περιληπτικά μόνο σε λαογραφικά πανηγύρια γίνεται σήμερα όπως και εκείνα τα χρόνια, για φολκλορικούς λόγους. Ελάχιστοι τρυγούν πλέον με τον παραδοσιακό τρόπο. Ο τρύγος πια έχασε την παλιά του αίγλη.
Το πάτημα στα πατητήρια αντικαταστάθηκε με πιεστήρια, αλεστικές και διαχωρεστικές ή φυγοκεντρικές μηχανές.
Η μεταφορά γίνεται πλέον σε πλαστικά δοχεία ή κλούβες φορτωμένα σε αγροτικά αυτοκίνητα. Που να βρεθούν κάρα και μουλάρια…
Ο καθαρισμός των βαρελιών γίνεται με χημικά καθαριστικά και δίχως κονιάν στο τελευταίο χέρι για να μοσχοβολάει το ξύλο του βαρελιού…
Μόνο το κόψιμο των σταφυλιών γίνεται ακόμη παραδοσιακά. Αλλά χωρίς πίτες, τσίπουρο, κολατσό και μια στάλα ξεκούραση από όλο εκείνο το χαρούνο σμήνος ανθρώπων που με γέλια, χαρούμενες φωνές και τραγούδια χαιρόταν τον τρυγητή.
Λεξιλόγιο
Το πάτημα στα πατητήρια αντικαταστάθηκε με πιεστήρια, αλεστικές και διαχωρεστικές ή φυγοκεντρικές μηχανές.
Η μεταφορά γίνεται πλέον σε πλαστικά δοχεία ή κλούβες φορτωμένα σε αγροτικά αυτοκίνητα. Που να βρεθούν κάρα και μουλάρια…
Ο καθαρισμός των βαρελιών γίνεται με χημικά καθαριστικά και δίχως κονιάν στο τελευταίο χέρι για να μοσχοβολάει το ξύλο του βαρελιού…
Μόνο το κόψιμο των σταφυλιών γίνεται ακόμη παραδοσιακά. Αλλά χωρίς πίτες, τσίπουρο, κολατσό και μια στάλα ξεκούραση από όλο εκείνο το χαρούνο σμήνος ανθρώπων που με γέλια, χαρούμενες φωνές και τραγούδια χαιρόταν τον τρυγητή.
Λεξιλόγιο
Βαένια = τα βαρέλια.
Γαλίκια = κοφίνια καμωμένα από λυγαριά.
Γκιούμια = χάλκινα δοχεία μεταφοράς υγρών με μικρό στόμιο.
Καρούτα = το πατητήρι.
Κασταλαή = σταχτόνερο, αλισίβα.
Καρπουλόι = μακρύ, γερό ξύλο με τρεις ή τέσσερις άκρες (σαν ένα μεγάλο πιρούνι) που χρησίμευε για το λίχνισμα του σταριού στα αλώνια.
Καφαλτού = πρωινό, δεκατιανό.
Λιγκέρʼ = μεγάλο μεταλλικό κύπελλο.
Μισάλα = ποδήρης ποδιά.
Μουστόπτα = μουσταλευριά.
Μπακράτσʼ = πλατύστομο ανοιχτό χάλκινο σκεύος με χερούλι.
Ξύστρους = σταθερή ξύλινη κατασκευή που στο άκρο της τυλίγεται μπερδεμένο ένα χοντρό σύρμα για να ξύνονται τα εσωτερικά τοιχώματα του βαρελιού.
Τσίπουρα = τα υπολείμματα των σταφυλιών.
Γαλίκια = κοφίνια καμωμένα από λυγαριά.
Γκιούμια = χάλκινα δοχεία μεταφοράς υγρών με μικρό στόμιο.
Καρούτα = το πατητήρι.
Κασταλαή = σταχτόνερο, αλισίβα.
Καρπουλόι = μακρύ, γερό ξύλο με τρεις ή τέσσερις άκρες (σαν ένα μεγάλο πιρούνι) που χρησίμευε για το λίχνισμα του σταριού στα αλώνια.
Καφαλτού = πρωινό, δεκατιανό.
Λιγκέρʼ = μεγάλο μεταλλικό κύπελλο.
Μισάλα = ποδήρης ποδιά.
Μουστόπτα = μουσταλευριά.
Μπακράτσʼ = πλατύστομο ανοιχτό χάλκινο σκεύος με χερούλι.
Ξύστρους = σταθερή ξύλινη κατασκευή που στο άκρο της τυλίγεται μπερδεμένο ένα χοντρό σύρμα για να ξύνονται τα εσωτερικά τοιχώματα του βαρελιού.
Τσίπουρα = τα υπολείμματα των σταφυλιών.
Ο ΤΡΥΓΟΣ ΣΤΗΝ ΙΚΑΡΙΑ
Όλα νηφάδια της κοιλιάς
και το ψωμί στημόνι,
το βλογημένο το κρασί
όλαναι που τα στελιώνει.
[...] (απόσπασμα από ρίβα, στο Νικαριώτικα Πούλουδα, Στενός Γ.,2002, σ.48)
Τελειώνοντας ο Αύγουστος, αρχίζοντας ο Σεπτέμβρης ο ''τρυγητής'' και στην Ικαρία ξεκινά ο τρύγος, όπως συνηθίζεται και σε όλη την Ελλάδα, αυτή την περίοδο.
Η Ικαρία είναι ένα νησί με εύφορο έδαφος για ανάπτυξη αμπελουργίας, ηλιοφάνεια και μορφολογία,η Ικαρία ως τόπος λατρείας του θεού Διόνυσου, γνωστό από την αρχαιότητα, προσφέρει μοναδικές γεύσεις και ποιότητα σταφυλιού, μούστου και κρασιού.
Φημίζεται δε,για την αμπελοοινική της παράδοση και το δυνατό κόκκινο κρασί της με τις ευεργετικές του ιδιότητες, γνωστές από τη μυθολογία, γνωστό και ως ‘Πράμνειος οίνος’. Συνδέεται με τη λατρεία του θεού Διονύσου, εξάλλου, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Διόνυσος γεννήθηκε στην Ικαρία και συγκεκριμένα σε μια σπηλιά κοντά στο Δράκανο. Κατά την αρχαιότητα, το όνομα ‘Πράμνειος’ προέρχεται από τις λέξεις "πραΰνει το μένος", ενώ σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, υπήρχε ένα όρος στην Ικαρία, η Πράμνη, όπου καλλιεργούνταν αμπέλια ("πραμνία άμπελος"), από τα οποία προέρχεται ο πράμνειος οίνος. Σύμφωνα, με μεταγενέστερες έρευνες, το όνομα προέρχεται από τον Πράμνο, την οροσειρά που σήμερα καλείται Αθέρας.
Ο τρύγος (συγκομιδή των σταφυλιών) είναι η μια σημαντική δραστηριότητα για έναν αμπελουργό και αφορά στο μάζεμα των σταφυλιών. Ο χρόνος που θα γίνει ο τρύγος έχει μεγάλη σημασία για την ποιότητα των σταφυλιών, αλλά και του κρασιού μετέπειτα. H διαδικασία της ωρίμασης επηρεάζει διαφορετικά και γίνεται με διαφορετικούς ρυθμούς σε κάθε ποικιλία σταφυλιού. Ο καθένας με το δικό του τρόπο καταλαβαίνει πότε είναι έτοιμα τα σταφύλια, είτε δοκιμάζοντας κάποιες ρώγες, είτε εμπειρικά με το μάτι όταν το σταφύλι έχει το επιθυμητό χρώμα και άρωμα, είτε τεχνητά με πυκνομέτρηση.
Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται στην Ικαρία είναι κυρίως: φωκιανό, μπεγλέρι, μανδηλαρά και ρετενό, ενώ υπάρχουν αμπελώνες βιολογικής και μη καλλιέργειας και παράγονται συνήθως ξηρά,ημίξηρα ή γλυκά κρασιά, κόκκινα, λευκά ή ροζέ.
Άλλοτε....
Σύμφωνα με την παράδοση, τα παλιά χρόνια οι Ικαριώτες αμπελουργοί, πήγαιναν ανήμερα του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου, στην εκκλησία λίγα τσαμπιά σταφύλια από την πρώτη σοδειά τους για να τα ευλογήσει ο παπάς, ώστε να είναι και η υπόλοιπη σοδειά καλή.
Κατόπιν ξεκινούσαν οι αλλαξές. Η ανταλλαγή, δηλαδή, ήταν κυρίαρχο στοιχείο της κοινωνίας στο νησί. Κάποιος προσέφερε τις υπηρεσίες του, ένα προϊόν ή μια τέχνη και εξασφάλιζε με τη σειρά του από κάποιον άλλον, άλλη ανάγκη του. Έτσι, και με τον τρύγο, μαζεύονταν συγγενείς και φίλοι και βοηθούσαν σε όλη τη διαδικασία: άλλος στο μάζεμα των σταφυλιών, άλλος στο κουβάλημα και έτσι γινόταν η δουλειά.
Αφού συνέλλεγαν τα σταφύλια σε κοφίνια ή πανέρια, τα πλένανε καλά-καλά σε γούρνες και τα μετέφεραν στο πέταλο ή πατητήρι, όπως είναι πιο γνωστό. Εκεί άρχιζε ο 'χορός' με το πάτημα των σταφυλιών με τα πόδια. Το πέταλο ήταν μια τετράγωνη δεξαμενή από πέτρα, όπου πατούσαν τα σταφύλια και ο μούστο έβγαινε από μια οπή (πελέμι) και οδηγούταν σε ένα δοχείο (αποδόχι), συνήθως κάποιο πυθάρι. Στη συνέχεια, τα πυθάρια φυλάσσονταν στο κελάρι του σπιτιού ή σε κάποια πεζούλα έξω από το σπίτι (πυθοστάσι) σε σκιερό μέρος, χωμένα μέσα στο έδαφος, σφραγισμένα με κυκλικές πλάκες με μια οπή στη μέση, απ'όπου και αναρροφούσαν με σιφούνι το κρασί.
Τα παλιότερα χρόνια ο τρύγος ήταν αφορμή για γιορτή και παραδοσικό φαγοπότι, παρά μιας αγροτικής εργασίας. Η νοικοκυρά είχε ετοιμάσει φαγητό και το γλέντι ξεκινούσε!Τα πειράγματα δίναν και πέρνανε και ο χορός κρατούσε μέχρι αργά.
Σήμερα....
Στις μέρες μας ο τρύγος και η παραγωγή κρασιού ή τσίπουρου γίνεται με πιο σύγχρονες τεχνικές μεθόδους, τόσο για τους οικιακούς παραγωγούς, όσο και στα μεγάλα οινοποιεία του νησιού, που παράγουν πσότητες κρασιού για την τοπική και ξένη αγορά.
Η συγκομιδή των σταφυλιών γίνεται προσεκτικά, με τα χέρια με κάποιο λεπίδι ή ψαλίδι και τα τρυγημένα σταφύλια συγκεντρώνονται σε κοφίνια. Κατόπιν οδηγούνται σε ειδικό σπαστήρα προκειμένου να αφαιρεθούν τα κοτσάνια και από εκεί σε έναν εκχυλιστήρα. Μια μεγάλη δεξαμενή, δηλαδή, όπου γίνεται ο πρώτος διαχωρισμός του 'ζουμιού' (των υγρών) και των τσίπουρων. Κατόπιν τα τσίπουρα πάνε στο πατητήρι, για να συμπιεστούν και να βγει περισσότερος μούστος. Στη συνέχεια, ο μούστος ρίχνεται στις επόμενες δεξαμενές οι οποίες έχουν διπλά τοιχώματα και κάνουν ψύξη. Με «μουστόμετρο» μέσω δείγματος (μηχάνημα σαν θερμόμετρο), βεβαιώνεται πόσο έτοιμος είναι ο μούστος.Τέλος, το 'ζουμί 'που βγαίνει τοποθετείται σε δρύινα βαρέλια, για να ωριμάσει μέσω της αλκοολικης ζύμωσης και να γίνει κρασί.
Το τσίπουρο παρασκευάζεται με την απόσταξη τσίπουρων, δηλαδή υπολείμματων των σταφυλιών που μένουν μετά το πάτημα και την εξαγωγή του μούστου.
Αρκετοί ντόπιοι κρατάνε μούστο για την παραγωγή μουσταλευριάς ή άλλων προϊόντων με βάση το μούστο. Συχνά, βρασμένος μούστος με παχύρρευστη μορφή, το πετιμέζι, προσφέρεται ως γλύκισμα για καλωσόρισμα ή χρησιμοποιείται ακόμα και ως φάρμακο.
Ακόμα και σήμερα, στην Ικαρία, όλη διαδικασία από τον τρύγο,το πάτημα των σταφυλιών,μέχρι και την παρασκευή του κρασιού, αποτελεί μια μοναδική ευχάριστη εμπειρία για ανθρώπους κάθε ηλικίας, που επιλέγουν να επισκεφτούν το νησί εκείνη την περίοδο, για να συμμετέχουν ή να παρακολουθήσουν τον τρύγο.
Τα οινοποεία και οι αμπελώνες του νησιού, σας περιμένουν να περιηγηθείτε, να γνωρίσετε και να δοκιμάσετε μοναδικά κρασιά και να πάρετε μαζί σας τις καλύτερες αναμνήσεις.
Ο ΤΡΥΓΟΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
Υπάρχουν αρκετά παραδοσιακά έθιμα που διατηρούνται ζωντανά σήμερα στα χωριά της Κρήτης, ειδικά στα πιο απομονωμένα. Ανάμεσά τους είναι ο Κρητικός γάμος και η Κρητική βάφτιση. Πρόκειται για ξεχωριστές εκδηλώσεις που μπορεί να διαρκέσουν αρκετές μέρες, ώστε να εκδηλωθεί πλήρως η χαρά των φίλων και των συγγενών. Στη δυτική πλευρά της Κρήτης χαρακτηριστικό των εκδηλώσεων αυτών είναι τα ριζίτικα τραγούδια, τα οποία είναι στην πλειοψηφία τους πολύ παλιά και μερικά απ? αυτά έχουν βυζαντινή καταγωγή. Ο χορός, το φαγοπότι και οι πυροβολισμοί στον αέρα είναι κι αυτά μέρος των εορταστικών εκδηλώσεων.
Το μάζεμα των σταφυλιών και η παραγωγή κρασιού και τσικουδιάς είναι ευχάριστες ομαδικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο το φθινόπωρο. Η παραγωγή κρασιού περιλαμβάνει το πάτημα των σταφυλιών σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους που ονομάζονται "πατητήρια". Ο ένας μετά τον άλλο οι άνθρωποι μπαίνουν στο "πατητήρι" βαδίζοντας ή και τρέχοντας πάνω στα σταφύλια, ώστε να γίνει η εκχύμωση. Στα διαλείμματα ή στο διάστημα της αναμονής του καθένα για τη σειρά του, το φαγητό, το κρασί και τα πειράγματα ρέουν άφθονα στη συντροφιά. Η τσικουδιά είναι ένα δυνατό τοπικό ποτό που φτιάχνεται από τα υπολείμματα στα πατητήρια (στράφυλα) μετά από την απομάκρυνση του χυμού των σταφυλιών. Αυτά τα υπολείμματα τοποθετούνται σε καζάνια και αποστάζονται. Ακόμα και σήμερα οι μηχανισμοί και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι απόλυτα παραδοσιακοί. Ο ιδιοκτήτης του αποστακτηρίου, που έχει νόμιμη άδεια, συχνά διαθέτει αρκετό χρόνο από την κανονική του δουλειά για να ολοκληρώσει την εργασία του στο αποστακτήριο του χωριού, το φθινόπωρο. Συνήθως το αποστακτήριο ανήκει σε μία οικογένεια και κληροδοτείται στα μέλη της από γενιά σε γενιά. Οι άνθρωποι που έρχονται για να φτιάξουν τη δική τους τσικουδιά συχνά φέρνουν και ψήνουν φαγητό στα κάρβουνα ενώ η φρέσκια, δυνατή τσικουδιά προσφέρεται πλουσιοπάροχα.
Οι γνήσιοι Κρητικοί συγκαταλέγονται στους ψηλότερους κατοίκους της Ευρώπης, πράγμα που μπορεί κανείς να διαπιστώσει στις απομονωμένες περιοχές των βουνών, όπου ο πληθυσμός έχει παραμείνει αμιγής. Οι Κρητικοί είναι περήφανοι και ανεξάρτητοι άνθρωποι ενώ η μακρά ιστορία και οι αγώνες τους εναντίον των κατακτητών καθρεφτίζονται στη συμπεριφορά τους σήμερα.
Υπάρχουν αρκετά παραδοσιακά έθιμα που διατηρούνται ζωντανά σήμερα στα χωριά της Κρήτης, ειδικά στα πιο απομονωμένα. Ανάμεσά τους είναι ο Κρητικός γάμος και η Κρητική βάφτιση. Πρόκειται για ξεχωριστές εκδηλώσεις που μπορεί να διαρκέσουν αρκετές μέρες, ώστε να εκδηλωθεί πλήρως η χαρά των φίλων και των συγγενών. Στη δυτική πλευρά της Κρήτης χαρακτηριστικό των εκδηλώσεων αυτών είναι τα ριζίτικα τραγούδια, τα οποία είναι στην πλειοψηφία τους πολύ παλιά και μερικά απ? αυτά έχουν βυζαντινή καταγωγή. Ο χορός, το φαγοπότι και οι πυροβολισμοί στον αέρα είναι κι αυτά μέρος των εορταστικών εκδηλώσεων.
Το μάζεμα των σταφυλιών και η παραγωγή κρασιού και τσικουδιάς είναι ευχάριστες ομαδικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο το φθινόπωρο. Η παραγωγή κρασιού περιλαμβάνει το πάτημα των σταφυλιών σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους που ονομάζονται "πατητήρια". Ο ένας μετά τον άλλο οι άνθρωποι μπαίνουν στο "πατητήρι" βαδίζοντας ή και τρέχοντας πάνω στα σταφύλια, ώστε να γίνει η εκχύμωση. Στα διαλείμματα ή στο διάστημα της αναμονής του καθένα για τη σειρά του, το φαγητό, το κρασί και τα πειράγματα ρέουν άφθονα στη συντροφιά. Η τσικουδιά είναι ένα δυνατό τοπικό ποτό που φτιάχνεται από τα υπολείμματα στα πατητήρια (στράφυλα) μετά από την απομάκρυνση του χυμού των σταφυλιών. Αυτά τα υπολείμματα τοποθετούνται σε καζάνια και αποστάζονται. Ακόμα και σήμερα οι μηχανισμοί και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι απόλυτα παραδοσιακοί. Ο ιδιοκτήτης του αποστακτηρίου, που έχει νόμιμη άδεια, συχνά διαθέτει αρκετό χρόνο από την κανονική του δουλειά για να ολοκληρώσει την εργασία του στο αποστακτήριο του χωριού, το φθινόπωρο. Συνήθως το αποστακτήριο ανήκει σε μία οικογένεια και κληροδοτείται στα μέλη της από γενιά σε γενιά. Οι άνθρωποι που έρχονται για να φτιάξουν τη δική τους τσικουδιά συχνά φέρνουν και ψήνουν φαγητό στα κάρβουνα ενώ η φρέσκια, δυνατή τσικουδιά προσφέρεται πλουσιοπάροχα.
Οι γνήσιοι Κρητικοί συγκαταλέγονται στους ψηλότερους κατοίκους της Ευρώπης, πράγμα που μπορεί κανείς να διαπιστώσει στις απομονωμένες περιοχές των βουνών, όπου ο πληθυσμός έχει παραμείνει αμιγής. Οι Κρητικοί είναι περήφανοι και ανεξάρτητοι άνθρωποι ενώ η μακρά ιστορία και οι αγώνες τους εναντίον των κατακτητών καθρεφτίζονται στη συμπεριφορά τους σήμερα.
Υπάρχουν αρκετά παραδοσιακά έθιμα που διατηρούνται ζωντανά σήμερα στα χωριά της Κρήτης, ειδικά στα πιο απομονωμένα. Ανάμεσά τους είναι ο Κρητικός γάμος και η Κρητική βάφτιση. Πρόκειται για ξεχωριστές εκδηλώσεις που μπορεί να διαρκέσουν αρκετές μέρες, ώστε να εκδηλωθεί πλήρως η χαρά των φίλων και των συγγενών. Στη δυτική πλευρά της Κρήτης χαρακτηριστικό των εκδηλώσεων αυτών είναι τα ριζίτικα τραγούδια, τα οποία είναι στην πλειοψηφία τους πολύ παλιά και μερικά απ? αυτά έχουν βυζαντινή καταγωγή. Ο χορός, το φαγοπότι και οι πυροβολισμοί στον αέρα είναι κι αυτά μέρος των εορταστικών εκδηλώσεων.
Το μάζεμα των σταφυλιών και η παραγωγή κρασιού και τσικουδιάς είναι ευχάριστες ομαδικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο το φθινόπωρο. Η παραγωγή κρασιού περιλαμβάνει το πάτημα των σταφυλιών σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους που ονομάζονται "πατητήρια". Ο ένας μετά τον άλλο οι άνθρωποι μπαίνουν στο "πατητήρι" βαδίζοντας ή και τρέχοντας πάνω στα σταφύλια, ώστε να γίνει η εκχύμωση. Στα διαλείμματα ή στο διάστημα της αναμονής του καθένα για τη σειρά του, το φαγητό, το κρασί και τα πειράγματα ρέουν άφθονα στη συντροφιά. Η τσικουδιά είναι ένα δυνατό τοπικό ποτό που φτιάχνεται από τα υπολείμματα στα πατητήρια (στράφυλα) μετά από την απομάκρυνση του χυμού των σταφυλιών. Αυτά τα υπολείμματα τοποθετούνται σε καζάνια και αποστάζονται. Ακόμα και σήμερα οι μηχανισμοί και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι απόλυτα παραδοσιακοί. Ο ιδιοκτήτης του αποστακτηρίου, που έχει νόμιμη άδεια, συχνά διαθέτει αρκετό χρόνο από την κανονική του δουλειά για να ολοκληρώσει την εργασία του στο αποστακτήριο του χωριού, το φθινόπωρο. Συνήθως το αποστακτήριο ανήκει σε μία οικογένεια και κληροδοτείται στα μέλη της από γενιά σε γενιά. Οι άνθρωποι που έρχονται για να φτιάξουν τη δική τους τσικουδιά συχνά φέρνουν και ψήνουν φαγητό στα κάρβουνα ενώ η φρέσκια, δυνατή τσικουδιά προσφέρεται πλουσιοπάροχα.
του Γρηγόρη Καλύβα
Απόσταγμα γνώσης και εμπειρίας αιώνων...
Το αμπέλι μαζί με το σταφύλι και τα παράγωγα του ήταν γνωστά ακόμη από την παλαιολιθική εποχή. Κουκούτσια σταφυλιών έχουν βρεθεί μετά από ανασκαφές σε κατοικίες που ανάγονται στην εποχή του χαλκού!
Κατά την μυθολογία, ο Στάφυλος ήταν γιος του Διονύσου και της Αριάδνης, και βοσκός του βασιλιά Οινέα. Ο Στάφυλος παρατήρησε ότι όταν έβοσκε τις κατσίκες του, κάποια από αυτές τρώγοντας τον καρπό των αμπελιών «τρελαινόταν»!
Κατά την μυθολογία, ο Στάφυλος ήταν γιος του Διονύσου και της Αριάδνης, και βοσκός του βασιλιά Οινέα. Ο Στάφυλος παρατήρησε ότι όταν έβοσκε τις κατσίκες του, κάποια από αυτές τρώγοντας τον καρπό των αμπελιών «τρελαινόταν»!
Ο Στάφυλος μάζεψε μερικά σταφύλια και τα πήγε στον βασιλιά του. Ο Οινέας παρασκεύασε τότε ένα χυμό τον οποίο ονόμασε "οίνο", ενώ στον καρπό έδωσε το όνομα του βοσκού του (σταφύλι) προς τιμήν του.
Από τότε αυτό το φυτό και ο χυμός από τους καρπούς του πέρασε στην ζωή των ανθρώπων επηρεάζοντάς την καθοριστικά.
Το αμπέλι και ο οίνος στην Εκκλησία
Σύμφωνα με τη χριστιανική θρησκεία ο Χριστός χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως αμπέλι και τους μαθητές του ως κλήματα («Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή και ο πατήρ μου ο γεωργός εστίν..»).
Συμβολική παράσταση της αμπέλου υπάρχει σε πολλά τέμπλα εκκλησιών, στις βυζαντινές εικόνες και γενικά στις αγιογραφήσεις των ναών.
Μεταξύ των αγαθών της γης, ευλογημένος είναι ο χυμός του σταφυλιού, αφού ο Χριστός ευλόγησε «άρτον, οίνον και έλαιον».
Ακόμα και για τη Θεία κοινωνία, τη μεταλαβιά, κρασί χρησιμοποιείται που με Θεία παρέμβαση μετατρέπετε σε αίμα Χριστού («πίετε εξ’ αυτού πάντες τούτο εστί το αίμα μου»).
Στον άνθρωπο, που είναι λογικό όν, δίνεται η διακριτική ευχέρεια να εφαρμόσει το ρητό «Παν μέτρον άριστον» και να νοιώσει την ευφορία του οίνου και όχι το άκρατο μεθύσι κάτι που πολλοί λησμονούμε με τα γνωστά επακόλουθα.
Του Σωτήρος (6 Αυγούστου) κάθε σπίτι πήγαινε τα πρώτα ροδισμένα σταφύλια στον ιερέα του χωριού ο ποιος τα ευλογούσε για την καλή σοδειά.
Ουδείς δοκίμαζε σταφύλια πριν τα ευλογήσει ο παπάς.
Το αμπέλι στην ποίηση και στο δημοτικό τραγούδι
Αλλά και στην ποίηση και στην δημοτική - λαϊκή παράδοση το αμπέλι, το κρασί, ο τρύγος, αλλά οι εργασίες γύρω από την φροντίδα του αμπελιού, έχουν έντονη παρουσία.
«Το λέει ο πετροκότσυφας στο δροσερό τ’ αυλάκι, το λεν στα πλάϊα οι πέρδικες, στην ποταμιά τ’ αηδόνια, το λεν στ’ αμπέλια οι λυγερές, το λεν με χίλια γέλια, το λέει κ΄ η Γκόλφω η όμορφη, το λέει με το τραγούδι _Αμπέλι μου πλατύφυλλο και κοντοκλαδεμένο, δέσε σταφύλια κόκκινα να μπω να σε τρυγήσω, να κάμω αθάνατο κρασί, μοσχοβολιά γεμάτο. Μες στα κατώγια τα βαθιά σαν μόσχο να σε κρύψω, να σε φυλάξω ολάκαιρες χρονιές ακέριους μήνες, ώσπου να έρθει μιαν Άνοιξη, νάρθει ένα καλοκαίρι …», γράφει σε ένα από τα ποιήματά του ο Κώστας Κρυστάλλης.
«..Αμπέλι μου πλατύφυλλο και κοντοκλαδεμένο...Για δεν ανθείς καλέ για δεν καρπείς, σταφύλια για δεν κάνεις μα τον ουρανό, μα την αλυσιδίτσα που ‘χεις κόρη μ’ στο λαιμό. Με χρέωσες καλέ παλιάμπελο κι εγώ θα σε πουλήσω μα τη θάλασσα, κοντούλα και γιομάτη δεν σ’ αντάμωσα.
Μη με πουλάς καλέ αφέντη μου κι εγώ σε ξεχρεώνω μα τον ουρανό, μα την αλυσιδίτσα που ‘χεις κόρη μ’ στο λαιμό. Για βάλε νιούς καλέ και σκάψε με,
γέρους και κλάδεψε με μα τη θάλασσα, κοντούλα και γιομάτη δε σ’ αντάμωσα.
Βάλε κορίτσια ανύπαντρα, να με κορφολογήσουν μα το ουρανό, μα την αλυσιδίτσα που ’χεις κόρη μ’ στο λαιμό…».
Μη με πουλάς καλέ αφέντη μου κι εγώ σε ξεχρεώνω μα τον ουρανό, μα την αλυσιδίτσα που ‘χεις κόρη μ’ στο λαιμό. Για βάλε νιούς καλέ και σκάψε με,
γέρους και κλάδεψε με μα τη θάλασσα, κοντούλα και γιομάτη δε σ’ αντάμωσα.
Βάλε κορίτσια ανύπαντρα, να με κορφολογήσουν μα το ουρανό, μα την αλυσιδίτσα που ’χεις κόρη μ’ στο λαιμό…».
Τρύγος
Ακόμα και ο μήνας που γίνεται ο τρύγος άλλαξε και από Σεπτέμβρης, ονομάστηκε τρυγητής. Τόσο έντονα επηρέασε το σταφύλι τη ζωή των ανθρώπων.
Ο τρύγος, ο θέρος, η σπορά, το όργωμα της γης, βρίσκονται στο επίκεντρο του αγροτικού κύκλου και της ζωής των κατοίκων της Ελληνικής υπαίθρου.
Τα παλιότερα χρόνια ο τρύγος είχε περισσότερο την μορφή πανηγυριού παρά μιας αγροτικής εργασίας. Και σήμερα όμως η όλη διαδικασία από τον τρύγο και το πάτημα των σταφυλιών, μέχρι και την παρασκευή του κρασιού και του τσίπουρου, αποτελεί μια ευχάριστη διαδικασία για ανθρώπους κάθε ηλικίας που φροντίζουν να βρίσκονται αυτές τις ημέρες σε όλες αυτές τις πραγματικές "τελετουργίες".
Πολύ δουλειά, ποτάμι ο ιδρώτας των ανθρώπων στο αμπέλι μέχρι το κλίμα να δώσει τους καρπούς του και ν’ αρχίσουν, στις αρχές του Αυγούστου, να ροδίζουν οι ρόγες του που κρέμονται σε κάθε τσαμπί.
«..Το αμπέλι σε θέλει μέσα από την Άνοιξη μέχρι τον τρύγο..», λένε οι παλιοί που ξέρουν, και δεν έχουν άδικο βέβαια, καθώς από το κλάδεμα περνάμε στο σκάψιμο, στο βλαστολόγημα, στο καθάρισμα, στο γαλάζωμα, στο κιάφισμα, στο δευτερολόγησμα και φυσικά στον τρύγο, στο πάτημα, στο τράβηγμα του μούστου από το πατητήρι στα βαρέλια, στην ωρίμανση του κρασιού, στην απόσταξη ….
Η μέρα του τρύγου ήταν γιορτάσι καθώς οι πλαγιές βούιζαν από το τραγούδι των τρυγητών καθώς τρυγούσαν. Άνδρες, γυναίκες, μικροί, μεγάλοι, όλοι στο γιορτάσι του τρύγου με χαρά μεγάλη, με γέλια, με τραγούδια.
Από το αμπέλι τα σταφύλια στο πατητήρι και από εκεί ο μούστος στα βαρέλια ώσπου να ωριμάσει και να μεταμορφωθεί σε κρασί, για να ακολουθήσει η απόσταξη του τσίπουρου στα καζαναριά,όπου θα στηθεί η πραγματική γιορτή, το αποκορύφωμα της όλης διαδικασίας!!
Η διαδικασία της παραγωγής του τσίπουρου αποτελεί πραγματική ιεροτελεστία,που τηρείτε κάθε χρόνο με θρησκευτική ευλάβεια εν μέσω αρωματικών αναθυμιάσεων σταφυλιού, μαστίχας, γλυκάνισου.
Η διαδικασία της παραγωγής του τσίπουρου αποτελεί πραγματική ιεροτελεστία,που τηρείτε κάθε χρόνο με θρησκευτική ευλάβεια εν μέσω αρωματικών αναθυμιάσεων σταφυλιού, μαστίχας, γλυκάνισου.
Και βέβαια σε κάθε αγροτόσπιτο είχαμε και τη γιορτή της μουστιάς με την παρασκευή του πετιμεζιού, της μουσταλευριάς, των σουτζουκιών, των κριτσελιών ή ρεντζελιών, τα πετιμεζάτα ξερά σύκα, το παντεσπάνι και τόσα άλλα που παρασκεύαζαν οι νοικοκυρές από το μούστο μαλώνοντας πολλές φορές με τους άνδρες καθώς εκείνοι ήθελαν να κάνουν περισσότερο κρασί ενώ οι γυναίκες μουστοπαρασκευάσματα τα οποία, ως γνωστόν θέλουν πολύ μούστο.
Όμορφα πράγματα, απλά, αριστοτεχνικά, λες, βαλμένα μέσα στη ζωή των ανθρώπων της Ελληνικής υπαίθρου και στην Ελληνική παράδοση δημιουργώντας αισθήματα και συναισθήματα που έδιναν νόημα και χρώμα στη ζωή, αλλά που τώρα έγιναν δυστυχώς λήθη.
Πηγές:
http://neapoliilias.blogspot.gr/
http://www.athinorama.gr/
http://www.athinorama.gr/
http://aggelokastro-news-aggelokastro.blogspot.gr/
http://karavaki69.blogspot.gr/
http://www.visitikaria.gr/
http://www.rnews.gr/
http://meteoronlithopolis.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου