Μπορεί να έχει χάσει την αίγλη που είχε στις αρχές του περασμένου αιώνα, όταν και αντιπροσώπευε το 20% της αξίας των εξαγόμενων αγροτικών προϊόντων της χώρας μας, ωστόσο η παραγωγή σύκων εξακολουθεί να είναι μια διαχρονική πρόταση της ελληνικής γεωργίας.
Ο εξαγωγικός χαρακτήρας της καλλιέργειας αποτελεί δέλεαρ για αρκετούς παραγωγούς της χώρας μας, δεδομένου του ότι σαν προϊόν βαδίζει σε… δύο δρόμους.
Διατίθεται ως νωπό κυρίως μεμονωμένα από τους παραγωγούς και ως ξερό που τυποποιείται και κατά μεγαλύτερο μέρος εξάγεται. Και μπορεί η «ελεύθερη» διάθεση, με τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης από την πλευρά του παραγωγού να δίνει κατά περίπτωση υψηλότερη τιμή, ωστόσο οι «έξυπνοι» καλλιεργητές προτιμούν το ξερό σύκο.
Είναι εύκολη καλλιέργεια, με μηδενικού κόστους καλλιεργητικές φροντίδες, ενώ η παραδοσιακή διαδικασία της ξήρανσης δίνει υπεραξία στο προϊόν και ενισχυμένο εισόδημα στον παραγωγό. Απαιτεί απλά αναμονή από τον καλλιεργητή να ωριμάσουν τα σύκα, να ξεραθούν πάνω στο δέντρο, να αφεθούν να πέσουν και τελικά να πάρουν τον δρόμο της τυποποίησης.
Η Συκιά είναι πολύτιμο δένδρο για τη χώρα μας. Μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλες τις πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές της χώρας μας, με φύτευση κατάλληλων ποικιλιών και να αξιοποιήσει ξηροθερμικές περιοχές και ασβεστούχα εδάφη, τα οποία δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από άλλες καλλιέργειες.
Από τα πρώτα οπωροφόρα δέντρα
Η συκιά, Ficus carica, ήταν το σημαντικότερο οπωροφόρο δένδρο των αρχαίων Ελλήνων. Τα νωπά σύκα είναι από τους πλέον εύγευστους και θρεπτικούς καρπούς. Τα ξερά σύκα είναι από τις πλέον υγιεινές και θρεπτικές τροφές για τους μαθητές στα σχολεία και τις εκδρομές. Θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα διάφορα βιομηχανικά "σνακ" που είναι επιβλαβή για την υγεία.
Η συκιά ευδοκιμεί σε ποικιλία εδαφών και μπορεί να καλλιεργηθεί ακόμη και σε ξηροθερμικές περιοχές, με ασβεστούχα εδάφη και pH μέχρι 8. Επειδή η ποιότητα των παραγόμενων σύκων εξαρτάται, περισσότερο από κάθε άλλο είδος οπωροφόρου, από το εδαφοκλιματικό περιβάλλον, θα πρέπει να προσδιοριστεί η καταλληλότερη ποικιλία για κάθε τύπο εδάφους και μικροκλίματος.
Όλες οι ποικιλίες συκιάς φυτεύονται ως αυτόρριζες, χωρίς να εφαρμόζεται εμβολιασμός. Ο εμβολιασμός των ποικιλιών όμως σε επιλεγμένα υποκείμενα, από ορισμένες ποικιλίες, που προσαρμόζονται καλύτερα στα διάφορα εδάφη, βελτιώνει την παραγωγικότητα των δένδρων και την ποιότητα των καρπών. Για να εφαρμοστεί ο εμβολιασμός, θα πρέπει να επιλεγούν οι ποικιλίες εκείνες, που ευδοκιμούν καλύτερα ως υποκείμενα και να αναπτυχθεί η τεχνική αυτού. Ενδεικνυόμενα συστήματα καλλιέργειας, για εμπορικές φυτείες, είναι οι φυτεύσεις σε κανονικές αποστάσεις, με διαμόρφωση των δένδρων σε κανονικό κύπελλο, όπου επιτυγχάνονται μεγαλύτερες αποδόσεις και η καλύτερη ποιότητα καρπού, χωρίς άρδευση.
Τρόποι καλλιέργειας
Η καλλιέργεια της συκιάς, για παραγωγή νωπών, παρουσιάζει καλές προοπτικές τα τελευταία χρόνια και μπορεί να αποτελέσει μια ακόμα εναλλακτική λύση για ορισμένες περιοχές.
Η καλλιέργεια της συκιάς είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο με κυριότερες χώρες την Ιταλία, Τουρκία, Πορτογαλία και Ισπανία. Στην Ελλάδα συστηματικά καλλιεργείται στην Πελοπόννησο, Εύβοια και στα νησιά του Αιγαίου (Λέσβο, Άνδρο, Σάμο, Νάξο).
Υπάρχουν δύο τύποι καλλιεργούμενης συκιάς: Η μονόφορη που καρποφορεί μια φορά το χρόνο και η δίφορη που καρποφορεί δύο φορές το χρόνο. Πολλαπλασιάζεται με μοσχεύματα ή και με εμβολιασμό.
Η συκιά κατάγεται από θερμές περιοχές της νοτιοδυτικής Ασίας, ωστόσο αναπτύσσεται καλύτερα σε λιγότερο θερμά κλίματα. Το φυτό δεν φαίνεται να απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα για να διαφοροποιήσει τους ανθοφόρους οφθαλμούς. Αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες μερικών βαθμών υπό το μηδέν.
Ευδοκιμεί σε όλους τους τύπους εδαφών εκτός από τα βαριά υγρά αργιλώδη εδάφη. Τα πλέον ευνοϊκά εδάφη είναι τα πλούσια, βαθιά, ελαφριάς συστάσεως καλώς στραγγιζόμενα.
Θεωρείται αρκετά ανθεκτική στην έλλειψη νερού σε σχέση με άλλα οπωροφόρα δένδρα, όμως για μια πλούσια και ποιοτικά ικανοποιητική παραγωγή θα χρειαστεί ορισμένα ελαφρά έως μέτρια ποτίσματα την καλοκαιρινή περίοδο, ιδιαίτερα σε περιοχές που παρουσιάζουν φαινόμενα ξηρασίας. Χρειάζεται καλή ρύθμιση των ποτισμάτων για την αποφυγή του σχισίματος των καρπών. Η συκιά παρουσιάζει την τάση να ρίχνει τα φύλλα και τους καρπούς της όταν η διαθέσιμη εδαφική υγρασία είναι ανεπαρκής.
Ποικιλίες συκιάς
Οι ποικιλίες της συκιάς μπορούν να διαχωριστούν ανάλογα με τον αριθμό των καρποφοριών που δίνουν, σε μονόφορες και δίφορες, καθώς και με το χρωματισμό του φλοιού του συκόνιου σε λευκές και έγχρωμες. Οι σπουδαιότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες στην Ελλάδα είναι η Καλαμών, η Βασιλική Μαύρη (μονόφορη, έγχρωμη), Μαύρα Μαρκοπούλου, το Πολίτικο (μονόφορη, λευκή), η Πρασινοσυκιά Λέσβου, η Φρακασάνα (δίφορη, λευκή), η Βασιλική λευκή (μονόφορη), κτλ. Επίσης τα φυτώρια διαθέτουν ντόπιες ποικιλίες με καλά χαρακτηριστικά, οι οποίες μπορούν να αναζητηθούν από τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς.
Εχθροί και ασθένειες της συκιάς
Οι κυριότεροι εχθροί της συκιάς στη χώρα μας οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν ζημιές στην παραγωγή και να υποβαθμίσουν ποιοτικά το παραγόμενο προϊόν είναι ο κηροπλάστης ή ψώρα της συκιάς, η ψύλλα, η λογχαία ή μαύρη μύγα των σύκων και τέλος η μύγα της Μεσογείου .
Πρόβλημα στις συκιές μπορεί να προκαλέσουν και οι νηματώδεις, γιατί τα δένδρα της συκιάς παρουσιάζουν μεγάλη ευαισθησία. Όσον αφορά τις ασθένειες έχει αναφερθεί ότι προκαλούνται σήψεις καρπών από μύκητες του γένους Phytophthora, Penicillium, Botrytis, Fusarium (ενδοσήψη), Alternaria, κτλ. Επίσης σημαντικές ασθένειες διεθνώς της συκιάς είναι αυτές που προκαλούνται από τα είδη Armillaria mellea, Cylindrocladium scoparium, καθώς και η ίωση, «μωσαϊκό».
Διατίθεται ως νωπό κυρίως μεμονωμένα από τους παραγωγούς και ως ξερό που τυποποιείται και κατά μεγαλύτερο μέρος εξάγεται. Και μπορεί η «ελεύθερη» διάθεση, με τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης από την πλευρά του παραγωγού να δίνει κατά περίπτωση υψηλότερη τιμή, ωστόσο οι «έξυπνοι» καλλιεργητές προτιμούν το ξερό σύκο.
Είναι εύκολη καλλιέργεια, με μηδενικού κόστους καλλιεργητικές φροντίδες, ενώ η παραδοσιακή διαδικασία της ξήρανσης δίνει υπεραξία στο προϊόν και ενισχυμένο εισόδημα στον παραγωγό. Απαιτεί απλά αναμονή από τον καλλιεργητή να ωριμάσουν τα σύκα, να ξεραθούν πάνω στο δέντρο, να αφεθούν να πέσουν και τελικά να πάρουν τον δρόμο της τυποποίησης.
Η Συκιά είναι πολύτιμο δένδρο για τη χώρα μας. Μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλες τις πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές της χώρας μας, με φύτευση κατάλληλων ποικιλιών και να αξιοποιήσει ξηροθερμικές περιοχές και ασβεστούχα εδάφη, τα οποία δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από άλλες καλλιέργειες.
Από τα πρώτα οπωροφόρα δέντρα
Η συκιά, Ficus carica, ήταν το σημαντικότερο οπωροφόρο δένδρο των αρχαίων Ελλήνων. Τα νωπά σύκα είναι από τους πλέον εύγευστους και θρεπτικούς καρπούς. Τα ξερά σύκα είναι από τις πλέον υγιεινές και θρεπτικές τροφές για τους μαθητές στα σχολεία και τις εκδρομές. Θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα διάφορα βιομηχανικά "σνακ" που είναι επιβλαβή για την υγεία.
Η συκιά ευδοκιμεί σε ποικιλία εδαφών και μπορεί να καλλιεργηθεί ακόμη και σε ξηροθερμικές περιοχές, με ασβεστούχα εδάφη και pH μέχρι 8. Επειδή η ποιότητα των παραγόμενων σύκων εξαρτάται, περισσότερο από κάθε άλλο είδος οπωροφόρου, από το εδαφοκλιματικό περιβάλλον, θα πρέπει να προσδιοριστεί η καταλληλότερη ποικιλία για κάθε τύπο εδάφους και μικροκλίματος.
Όλες οι ποικιλίες συκιάς φυτεύονται ως αυτόρριζες, χωρίς να εφαρμόζεται εμβολιασμός. Ο εμβολιασμός των ποικιλιών όμως σε επιλεγμένα υποκείμενα, από ορισμένες ποικιλίες, που προσαρμόζονται καλύτερα στα διάφορα εδάφη, βελτιώνει την παραγωγικότητα των δένδρων και την ποιότητα των καρπών. Για να εφαρμοστεί ο εμβολιασμός, θα πρέπει να επιλεγούν οι ποικιλίες εκείνες, που ευδοκιμούν καλύτερα ως υποκείμενα και να αναπτυχθεί η τεχνική αυτού. Ενδεικνυόμενα συστήματα καλλιέργειας, για εμπορικές φυτείες, είναι οι φυτεύσεις σε κανονικές αποστάσεις, με διαμόρφωση των δένδρων σε κανονικό κύπελλο, όπου επιτυγχάνονται μεγαλύτερες αποδόσεις και η καλύτερη ποιότητα καρπού, χωρίς άρδευση.
Τρόποι καλλιέργειας
Η καλλιέργεια της συκιάς, για παραγωγή νωπών, παρουσιάζει καλές προοπτικές τα τελευταία χρόνια και μπορεί να αποτελέσει μια ακόμα εναλλακτική λύση για ορισμένες περιοχές.
Η καλλιέργεια της συκιάς είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο με κυριότερες χώρες την Ιταλία, Τουρκία, Πορτογαλία και Ισπανία. Στην Ελλάδα συστηματικά καλλιεργείται στην Πελοπόννησο, Εύβοια και στα νησιά του Αιγαίου (Λέσβο, Άνδρο, Σάμο, Νάξο).
Υπάρχουν δύο τύποι καλλιεργούμενης συκιάς: Η μονόφορη που καρποφορεί μια φορά το χρόνο και η δίφορη που καρποφορεί δύο φορές το χρόνο. Πολλαπλασιάζεται με μοσχεύματα ή και με εμβολιασμό.
Η συκιά κατάγεται από θερμές περιοχές της νοτιοδυτικής Ασίας, ωστόσο αναπτύσσεται καλύτερα σε λιγότερο θερμά κλίματα. Το φυτό δεν φαίνεται να απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα για να διαφοροποιήσει τους ανθοφόρους οφθαλμούς. Αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες μερικών βαθμών υπό το μηδέν.
Ευδοκιμεί σε όλους τους τύπους εδαφών εκτός από τα βαριά υγρά αργιλώδη εδάφη. Τα πλέον ευνοϊκά εδάφη είναι τα πλούσια, βαθιά, ελαφριάς συστάσεως καλώς στραγγιζόμενα.
Θεωρείται αρκετά ανθεκτική στην έλλειψη νερού σε σχέση με άλλα οπωροφόρα δένδρα, όμως για μια πλούσια και ποιοτικά ικανοποιητική παραγωγή θα χρειαστεί ορισμένα ελαφρά έως μέτρια ποτίσματα την καλοκαιρινή περίοδο, ιδιαίτερα σε περιοχές που παρουσιάζουν φαινόμενα ξηρασίας. Χρειάζεται καλή ρύθμιση των ποτισμάτων για την αποφυγή του σχισίματος των καρπών. Η συκιά παρουσιάζει την τάση να ρίχνει τα φύλλα και τους καρπούς της όταν η διαθέσιμη εδαφική υγρασία είναι ανεπαρκής.
Ποικιλίες συκιάς
Οι ποικιλίες της συκιάς μπορούν να διαχωριστούν ανάλογα με τον αριθμό των καρποφοριών που δίνουν, σε μονόφορες και δίφορες, καθώς και με το χρωματισμό του φλοιού του συκόνιου σε λευκές και έγχρωμες. Οι σπουδαιότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες στην Ελλάδα είναι η Καλαμών, η Βασιλική Μαύρη (μονόφορη, έγχρωμη), Μαύρα Μαρκοπούλου, το Πολίτικο (μονόφορη, λευκή), η Πρασινοσυκιά Λέσβου, η Φρακασάνα (δίφορη, λευκή), η Βασιλική λευκή (μονόφορη), κτλ. Επίσης τα φυτώρια διαθέτουν ντόπιες ποικιλίες με καλά χαρακτηριστικά, οι οποίες μπορούν να αναζητηθούν από τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς.
Εχθροί και ασθένειες της συκιάς
Οι κυριότεροι εχθροί της συκιάς στη χώρα μας οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν ζημιές στην παραγωγή και να υποβαθμίσουν ποιοτικά το παραγόμενο προϊόν είναι ο κηροπλάστης ή ψώρα της συκιάς, η ψύλλα, η λογχαία ή μαύρη μύγα των σύκων και τέλος η μύγα της Μεσογείου .
Πρόβλημα στις συκιές μπορεί να προκαλέσουν και οι νηματώδεις, γιατί τα δένδρα της συκιάς παρουσιάζουν μεγάλη ευαισθησία. Όσον αφορά τις ασθένειες έχει αναφερθεί ότι προκαλούνται σήψεις καρπών από μύκητες του γένους Phytophthora, Penicillium, Botrytis, Fusarium (ενδοσήψη), Alternaria, κτλ. Επίσης σημαντικές ασθένειες διεθνώς της συκιάς είναι αυτές που προκαλούνται από τα είδη Armillaria mellea, Cylindrocladium scoparium, καθώς και η ίωση, «μωσαϊκό».
Ψύλλα
Η ψύλλα Homotoma ficus έχει μήκος 3-5mm, πλάτος 1,3mm και χρώμα κιτρινοπράσινο ή πράσινο, με το μεσόνωτο ανοιχτοκάστανο. Η νεαρή προνύμφη είναι κιτρινοπράσινη, ελλειψοειδής, μήκους περίπου 0,4mm και έχει κεραίες δίαρθρες. Η αναπτυγμένη προνύμφη (τελευταίου σταδίου) έχει σχήμα απιόμορφο, διαστάσεις 2,5 x 2,6mm και είναι πιο ανοιχτόχρωμη. Έχει πολλές κοντές τρίχες και κεραίες τρίαρθρες, των οποίων τα δύο πρώτα άρθρα είναι πολύ κοντά και το 3o μακρύ και στην άκρη κωνικό.
Έχει μία γενεά το έτος. Διαχειμάζει ως αυγό στους οφθαλμούς του δέντρου. Στη νότια Ιταλία, όταν αρχίζει η νέα βλάστηση της συκιάς κατά τις αρχές Μαρτίου, τα αυγά γίνονται πορτοκαλί και τα μέσα με τέλη Μαρτίου εκκολάπτονται οι προνύμφες. Οι νεαρές προνύμφες μένουν προστατευμένες στους εκπτυσσόμενους οφθαλμούς. Από το 3ο προνυμφικό στάδιο και μετά, βρίσκονται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων. Συμπληρώνουν την ανάπτυξη τους κατά τα μέσα Μαΐου και ενηλικιώνονται τα τέλη Μαΐου με μέσα Ιουνίου. Τα ενήλικα παραμένουν ανώριμα στην κάτω επιφάνεια των φύλλων όλο το θέρος και ωριμάζουν αναπαραγωγικά στις αρχές φθινοπώρου. Ωοτοκούν τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο και μετά ψοφούν.
Αν ο πληθυσμός είναι πυκνός, συνιστάται ψεκασμός εναντίον των νεαρών προνυμφών την άνοιξη με γαλάκτωμα θερινού ορυκτελαίου ή με συνθετικό οργανικό εντομοκτόνο.
Κηροπλάστης
Πρόκειται για το έντομο ceroplastes rusci. Έχει 2 γενεές το έτος και διαχειμάζει ως ανώριμο ενήλικο θηλυκό στους κλαδίσκους του δέντρου. Τα θηλυκά ωριμάζουν αναπαραγωγικά και γεννούν τον Μάιο 1000-1500 ή περισσότερα κοκκινωπά αυγά, που μένουν κάτω από το μητρικό σώμα. Οι προνύμφες της 1ης γενεάς, που εκκολάπτονται τον Ιούνιο, διασπείρονται και εγκαθίστανται κυρίως στα φύλλα. Αργότερα, όταν αναπτυχθούν, μετακινούνται στους μίσχους, βλαστούς του έτους και καρπούς, όπου παραμένουν και ως ενήλικα. Ενηλικιώνονται τον Ιούλιο. Οι προνύμφες της 2ης γενεάς εκκολάπτονται το 3ο δεκαήμερο του Αυγούστου με 1ο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου. Πριν πέσουν τα φύλλα, οι προνύμφες πηγαίνουν στους βλαστούς, όπου ενηλικιώνονται τα τέλη του φθινοπώρου και διαχειμάζουν. Η μύζηση των χυμών καθυστερεί την ανάπτυξη βλαστών και καρπών. Ο κηροπλάστης όμως παράγει και άφθονα μελιτώδη αποχωρήματα που ευνοούν τους μύκητες της καπνιάς. Ορισμένες χρονιές μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημιά. Οι πληθυσμοί του όμως παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις από έτος σε έτος.
Για την καταπολέμηση του κηροπλάστη γίνονται ψεκασμοί με γαλάκτωμα θερινού ορυκτελαίου, ή οργανοφωσφορούχα (malathion diazinon κ.α.), ή καρβαμιδικά εντομοκτόνα (carbaryl,methomyl), το καλοκαίρι, όταν οι προνύμφες βρίσκονται στο πρώτο στάδιο. Μπορεί να γίνει και χειμερινός ψεκασμός με γαλάκτωμα χειμερινού ορυκτελαίου. Ορισμένοι συγγραφείς συνιστούν να αφαιρούμε και να καταστρέφουμε τα φύλλα το φθινόπωρο πριν προλάβουν οι νεαρές προνύμφες της 2ης γενεάς να πάνε από τα φύλλα στους βλαστούς.
Μύγα Μεσογείου
Το έντομο Ceratitis capitata αυτό συμπληρώνει πολλές γενεές το χρόνο, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες θερμοκρασίας. Διαχειμάζει στο έδαφος στο στάδιο της νύμφης. Την άνοιξη (Απρίλιο) εμφανίζονται τα ακμαία. Ο πληθυσμός στην αρχή είναι μικρός και αυξάνει με την αύξηση της θερμοκρασίας όσο προχωράει η εποχή. Ακολουθούν επικαλυπτόμενες γενεές, που τρέφονται από άλλα φρούτα. Οι προνύμφες που βλέπουμε πολλές φορές στα ώριμα σύκα είναι προνύμφες του εντόμου αυτού.
Η καταπολέμηση του εχθρού αυτού γίνεται με δακοπαγίδες στις οποίες προσθέτουμε προσελκιστικό υγρό ή με δολωματικούς ψεκασμούς,
Λογχαία
Η λογχαία (Lonchaea aristela) έχει 5 γενεές και προσβάλλει τους άωρους καρπούς της θηλυκιάς και τους άωρους καρπούς όλων των εσοδειών της αρσενικής συκιάς. Φέρει ωοθέτη, έχει κυανίζοντα θώρακα και ερυθρωπούς οφθαλμούς. Διαχειμάζει στο έδαφος ως νύμφη και βρίσκεται σε δράση την περιόδο Ιουνίου-Νοεμβρίου. Το έντομο αυτό αν προσβάλλει τους ολύνθους της αρρενοσυκιάς να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα. Επισκέπτεται τα άωρα σύκα, τα τρυπά και εναποθέτει 5-10 αυγά. Από αυτά εξέρχονται οι προνύμφες οι οποίες και διαυλακώνουν το σύκο και μετά νυμφούνται και πέφτουν στο έδαφος. Τον Ιούνιο πέφτουν τα σύκα λόγω της λογχαίας, έχοντας τη χαρακτηριστική οπή και τις αυλακώσεις της προνύμφης του εντόμου και έτσι διακρίνονται από τα άλλα σύκα που πέφτουν για άλλους λόγους. Το χαρακτηριστικό των αγονιμοποίητων σύκων που πέφτουν είναι ότι στο εσωτερικό τους έχουν κενό.
Η καταπολέμηση της λογχαίας γίνεται με δακοπαγίδες στις οποίες προσθέτουμε προσελκιστικό υγρό ή με δολωματικούς ψεκασμούς όπως γίνεται και με τον δάκο στην ελιά.
Anthophila nemoranα
Έχει άνοιγμα πτερύγων 14-20 mm και σχήμα που θυμίζει Tortricidae. Οι πρόσθιες πτέρυγες έχουν την πρόσθια πλευρά τους καμπύλη (τοξοειδή) και την εξωτερική ελαφρώς κυματοειδή. Έχουν βασικό χρώμα καστανέρυθρο ανοιχτό, με δύο εγκάρσιες ζώνες υπόλευκες. Οι οπίσθιες πτέρυγες είναι σκοτεινότερες, με ανοιχτόχρωμη κατά μήκος μεσαία ζώνη και δύο κιτρινωπές κηλίδες στη μέση της εξωτερικής παρυφής τους. Όταν αναπαύονται, τα ενήλικα έχουν τις πρόσθιες πτέρυγες οριζόντιες (περίπου παράλληλες προς το υπόστρωμα) και μισόκλειστες, ώστε σε κάτοψη το σώμα τους να έχει σχήμα περίπου ισόπλευρου τριγώνου. H αναπτυγμένη προνύμφη έχει μήκος 12 mm και χρώμα γενικά πρασινοκίτρινο, με μία κατά μήκος νωτιαία μεσαία γραμμή και ανά μία πλευρική ανοιχτότερες και με μαύρα τριχοφόρα φύματα. Η αναπτυγμένη προνύμφη έχει τελικό μήκος ως 20mm, είναι ανοιχτοπράσινη και οι κατά μήκος νωτιαία και πλευρικές γραμμές είναι σκοτεινότερες από το βασικό χρώμα. Η κεφαλή είναι ανοιχτόχρωμη, συνήθως ανοιχτοκάστανη, και έχει στη βάση της 2 μαύρες κηλίδες και σκοτεινή (καστανή) την περιοχή των απλών οφθαλμών. Το πρόνωτο είναι επίσης ανοιχτόχρωμο και έχει μαύρες κηλίδες.
Ο αριθμός των γενεών και η εποχική εξέλιξη του εντόμου αυτού δεν έχουν μελετηθεί αρκετά. Θεωρείται ότι έχει κατά κανόνα 2 γενεές το έτος στην Ιταλία και Γαλλία, ίσως και 3η σε ορισμένες άλλες χώρες. Διαχειμάζει ως νύμφη σε βομβύκιο στα πεσμένα φύλλα, ή ως ενήλικο σε προφυλαγμένες θέσεις. Τα ενήλικα παρατηρούνται στις συκιές όταν εμφανιστούν τα πρώτα νέα φύλλα. Το θηλυκό τοποθετεί τα αυγά του, συνήθως μεμονωμένα ή ανά δύο, στην άνω επιφάνεια των φύλλων. Η νεαρή προνύμφη διαλέγει μια κατάλληλη θέση του νεαρού φύλλου, όπου υφαίνει ένα λεπτό λευκό ιστό, κάτω από τον οποίο προστατευμένη τρώει την άνω επιδερμίδα και το παρέγχυμα του φύλλου, αφήνοντας συνήθως ανέπαφα τα νεύρα και την κάτω επιδερμίδα. Ως την πλήρη ανάπτυξη της, η προνύμφη μπορεί να δημιουργήσει περισσότερους από έναν ιστούς-καταφύγια στο ίδιο φύλλο ή και σε γειτονικά φύλλα. Η νύμφωση γίνεται συνήθως στα φύλλα, μέσα σε πυκνό, κατάλευκο, ατρακτοειδές βομβύκιο. Με την ανάπτύξη του φύλλου σκίζεται η κάτω επιδερμίδα στις διαβρωμένες από τις προνύμφες θέσεις και το φύλλο παρουσιάζεται διάτρητο κατά τρόπο ακανόνιστο. Οι προνύμφες μπορεί να προκαλέσουν επιφανειακές διαβρώσεις και σε νεαρά ιδίως σύκα και κυρίως όταν τα σύκα ακουμπούν σε φύλλα ή μεταξύ τους. Η κυρίως ζημιά όμως αφορά το φύλλωμα. Γενικά οι ζημιές από το έντομο αυτό δεν είναι μεγάλες ούτε συχνές. Είναι συχνότερες σε μεμονωμένα δέντρα σε κήπους. Ίσως η άρδευση της συκιάς να δημιουργεί συνθήκες ευνοϊκές για το έντομο.
Σε περίπτωση διαπίστωσης μεγάλης προσβολής, συνιστάται ψεκασμός του φυλλώματος, την άνοιξη, εναντίον των νεαρών προνυμφών της 1ης γενεάς με εντομοκτόνο επαφής ή πεπτικού συστήματος, μεγάλης υπολειμματικής διάρκειας, πριν ακόμα οι προνύμφες επεκτείνουν πολύ τον ιστό-καταφύγιό τους που τις προστατεύει από το ψεκαστικό υγρό.
Πηγές>http://www.agronews.gr/
http://www.gaiapedia.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου