Τα πυρηνόκαρπα, δηλαδή η ροδακινιά, η βερικοκιά, η κερασιά, η βυσσινιά, η αμυγδαλιά και η δαμασκηνιά, ανήκουν όπως και τα γιγαρτόκαρπα στην οικογένεια Rosaceae, αλλά στην υποοικογένεια Prunoideae. Κοινό χαρακτηριστικό των καρπών τους είναι ότι αποτελούνται από το εδώδιμο τμήμα, που είναι σαρκώδες και από έναν σκληρό πυρήνα που εσωτερικά φέρει ένα συνήθως σπέρμα.
Δεν είναι δένδρα που μπορεί να συναντήσει κανείς σε όλα τα μέρη της Ελλάδας, διότι η καλλιέργεια τους έχει περιορισμούς εδαφικούς και κλιματικούς. Όπως και στα υπόλοιπα φυλλοβόλα δένδρα, τα δενδρύλλια των πυρηνοκάρπων που φυτεύουμε, αποτελούνται από το υποκείμενο και το εμβόλιο (ποικιλία). Υπάρχουν για καθένα από αυτά αρκετά υποκείμενα και ποικιλίες που χρησιμοποιούνται, ανάλογα με το έδαφος και το μικροκλίμα της περιοχής, στην οποία θα φυτεύσουμε, τον επιθυμητό χρόνο ωρίμανσης αλλά και την ευαισθησία σε ορισμένες ασθένειες.
Ειδικότερα, στη ροδακινιά, χρησιμοποιούνται ως υποκείμενα τα υβρίδια αμυγδαλιάς –ροδακινιάς, γνωστά ως GF, τα οποία είναι ανθεκτικά στα ασβεστούχα εδάφη και επιτρέπουν επίσης την επαναφύτευση μιας περιοχής με ροδάκινα χωρίς προβλήματα. Οι ποικιλίες των ροδάκινων διακρίνονται πρωτίστως σε επιτραπέζιες με χνούδι, σε νεκταρίνια και σε συμπύρηνα, που είναι κατάλληλα για κομπόστες. Επίσης διαχωρίζονται ανάλογα με τις απαιτήσεις σε χαμηλές θερμοκρασίες, την πρωιμότητα της άνθισης και τον χρόνο ωρίμανσης (πρώιμες, μεσοπρώιμες και όψιμες). Ο τελευταίος διαχωρισμός ισχύει και για τα υπόλοιπα πυρηνόκαρπα. Γνωστές ποικιλίες ροδακινιάς είναι οι Elberta, Cardinal, Springgold και Redhaven.
Η βερικοκιά με γνωστότερες ποικιλίες την πρώιμη Τυρίνθου, την Μπεμπέκου, τη Luizet και την Paviot, εμβολιάζεται συνήθως σε σπορόφυτα βερικοκιάς και λιγότερο σε ροδακινιά. Το ίδιο συμβαίνει και με την αμυγδαλιά, στην οποία χρησιμοποιούνται ως υποκείμενα σπορόφυτα άγριας αμυγδαλιάς και λιγότερο ροδακινιάς. Οι ποικιλίες της αμυγδαλιάς, εκτός των άλλων, διακρίνονται και σε απαλοκέλυφες (Αφράτα Χίου, Ρέτσου) και σκληροκέλυφες (Truito, Ferragnes, Ferraduel) ανάλογα με την σκληρότητα του κελύφους.
Οι ποικιλίες της κερασιάς εμβολιάζονται είτε σε σπορόφυτα άγριας κερασιάς (Mazzard), είτε στο Prunus mahaleb, το οποίο αποτελεί και το βασικότερο υποκείμενο της βυσσινιάς. Ιδιαίτερα γνωστές ποικιλίες κερασιάς είναι οι πρωιμότατες Bigarreau Burlat και Van καθώς και τα Τραγανά Εδέσσης. Φυσικά γνωρίζουμε πλέον ότι όλες οι ποικιλίες ΔΕΝ μπορούν να εμβολιασθούν σε οποιοδήποτε υποκείμενο, άσχετα με τα καλά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει αυτό, διότι υπάρχει το φαινόμενο της αποκόλλησης του εμβολίου.
Πότε και πως φυτεύω τα πυρηνόκαρπα
Τα πυρηνόκαρπα, όπως και τα υπόλοιπα φυλλοβόλα, φυτεύονται γυμνόρριζα κατά την περίοδο από Νοέμβριο έως Μάρτιο, αλλά με προσοχή στις περιόδους των παγετών. Φροντίζουμε τα δενδρύλλια που θα προμηθευτούμε να είναι υγιή και ζωηρά, να μην υπάρχει ένδειξη αποκόλλησης του εμβολίου και τέλος να μην έχουν προσβολή από κοκκοειδή. Καλό είναι να αγορασθούν από φυτώριο της εμπιστοσύνης μας, γιατί τα πυρηνόκαρπα έχουν ορισμένες ασθένειες του ξύλου, οι οποίες δεν είναι εμφανείς μακροσκοπικά, αλλά σίγουρα θα δημιουργήσουν προβλήματα αργότερα.
Ο χώρος στον οποίο θα υπολογίσουμε, θα πρέπει να είναι αρκετός, διότι το πιο διαδεδομένο σχήμα διαμόρφωσης είναι το ελεύθερο κύπελλο, το οποίο χαρακτηρίζεται από μεγάλη ανάπτυξη. Στο μέρος όπου θα γίνει η φύτευση, πρέπει να έχουμε καθαρίσει όλα τα υπολείμματα άλλων καλλιεργειών, να απομακρύνουμε τα ζιζάνια και να φροντίσουμε για την καλή στράγγιση του χώρου, διότι όλα τα πυρηνόκαρπα υποφέρουν από την υψηλή εδαφική υγρασία και παρουσιάζουν πολλά προβλήματα.
Κατά τη φύτευση προσέχουμε να μην σκεπαστεί το σημείο του εμβολίου από το έδαφος για να μην ριζοβολίσει η ποικιλία. Είναι σημαντικό μετά τη φύτευση να προσέχουμε ιδιαίτερα την άρδευση των δενδρυλλίων, την ισορροπημένη λίπανση καθώς και την προσεκτική και τακτική αφαίρεση των ζιζανίων, ώστε αυτά να μην ανταγωνίζονται για θρεπτικά στοιχεί και νερό.
Τι προσέχω
Όλα τα πυρηνόκαρπα απαιτούν ορισμένο αριθμό ωρών σε θερμοκρασία κάτω από 7 οC για να διακοπεί ο λήθαργος των οφθαλμών του και να δώσουν μια ικανοποιητική βλάστηση και καρποφορία. Θα πρέπει, άρα, να ενημερωθούμε και να γνωρίζουμε η συγκεκριμένη ποικιλία, την οποί επιλέγουμε, τι ακριβώς απαιτήσεις έχει και αν μπορούμε να την φυτεύσουμε εκεί που επιθυμούμε.
Οι περισσότερες ποικιλίες ροδακινιάς και κερασιάς απαιτούν αρκετά μεγάλο αριθμό ωρών χαμηλών θερμοκρασιών και αν δεν μπορεί να ικανοποιηθεί αυτή η απαίτηση, η βλάστηση και η καρποφορία θα είναι πολύ μειωμένες. Περιοχές, στις οποίες σημειώνεται συχνά χαλάζι και πρώιμοι ανοιξιάτικοι παγετοί πρέπει να αποφεύγονται για όλα τα πυρηνόκαρπα, τα οποία ανθίζουν νωρίς την άνοιξη και συνεπώς κινδυνεύουν να χάσουν την ανθοφορία του έτους.
Επίσης στην περιοχή θα πρέπει οι καλοκαιρινές θερμοκρασίες να μην υπερβαίνουν του 32 οC, γιατί το μέγεθος των καρπών στα ροδάκινα είναι μικρό, ενώ τόσο στα ροδάκινα όσο και στα κεράσια στην καρποφορία της επόμενης χρονιάς θα υπάρχουν πολλοί διπλοί καρποί. Ο υγρός και βροχερός καιρός σε μια περιοχή και κυρίως κατά την άνοιξη, στην ανθοφορία αργότερα και στην αύξηση των καρπών είναι ανεπιθύμητος για τα πυρηνόκαρπα, γιατί ευνοεί τις μυκητολογικές προσβολές, στις οποίες αυτά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα.
Αντίθετα όμως, έχουν μεγάλες απαιτήσεις σε άρδευση και δεν πρέπει να φυτεύονται όπου δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα. Επίσης τα βαθιά, αμμοπηλώδη, γόνιμα εδάφη είναι ό,τι καλύτερο για εύρωστα δένδρα.
Τέλος το πλέον βασικό για μια καλή καρποφορία είναι να προνοήσουμε για την φύτευση «επικονιαστριών ποικιλιών», οι οποίες θα «συναντηθούν» με τις ποικιλίες που έχουμε, όπου δεν είναι δυνατόν να γίνει αλλιώς σωστή επικονίαση και γονιμοποίηση.
Για τη ροδακινιά και βερικοκιά αυτό το πρόβλημα υπάρχει μόνο για ελάχιστες ποικιλίες τους αλλά για όλα τα υπόλοιπα είναι απαραίτητο να φυτεύονται κάποιοι επικονιαστές σε αριθμό ανάλογο με αυτό των δένδρων, διότι αλλιώς δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καρποφορία.
Κλάδεμα στα πυρηνόκαρπα
Το κλάδεμα διαμόρφωσης στα πυρηνόκαρπα, δηλαδή αυτό που γίνεται σταδιακά από την φύτευση του δενδρυλλίου μέχρι την δημιουργία ενός ισχυρού σκελετού, είναι παρόμοιο με αυτό που εφαρμόζουμε στις μηλιές και αχλαδιές, εφόσον το τελικό σχήμα του δένδρου θα είναι το ανοιχτό κύπελλο. Αντίθετα τοκλάδεμα καρποφορίας εκτός από την ροδακινιά είναι σχετικά απλό και συνίσταται σε απαλείψεις βλαστών, οι οποίοι εμποδίζουν τον καλό αερισμό και φωτισμό της κόμης του δένδρου. Επίσης μειώνεται έτσι και η υψηλή υγρασία που αναπτύσσεται στο εσωτερικού του φυλλώματος και ευνοεί την παρουσία μυκήτων.
Οι απαλείψεις γίνονται πάντα με προσοχή, ώστε να μην καταστρέψουμε τα καρποφόρα όργανα των δένδρων, τα οποία στην περίπτωση της κερασιάς, βυσσινιάς, αμυγδαλιάς και δαμασκηνιάς είναι μόνιμα.
Τα πυρηνόκαρπα γενικά καρποφόρων σε βλαστούς του προηγούμενου έτους και πάντα ο κορυφαίος οφθαλμός του βλαστού είναι βλαστοφόρος. Κατά συνέπεια οι καρποί φέρονται μόνο πλάγια του βλαστού και ποτέ στην κορυφή. Τα μόνιμα καρποφόρα όργανα είναι οι ροζέτες, οι οποίες είναι βλαστοί μεγέθους 1 – 5 cm., που αποτελούνται από ένας κεντρικό βλαστοφόρο οφθαλμό και 3 – 7 πλάγιους ανθοφόρους και έχουν διάρκεια ζωής 5 – 7 χρόνια. Στη ροδακινιά και την βερικοκιά τα καρποφόρα όργανα είναι οι μικτοί βλαστοί, οι οποίοι έχουν μήκος 15 cm και φέρουν ανά γόνατο έναν ανθοφόρο και ένα βλαστοφόρο οφθαλμό.
Στο κλάδεμα καρποφορίας αλλά και στην συγκομιδή φροντίζουμε να μην τραυματίζουμε τα καρποφόρα όργανα και όταν περάσει ο χρόνος της λειτουργικής τους ζωής τα ανανεώνουμε.
Στη ροδακινιά, εκτός από τις απαλείψεις βλαστών κάνουμε ορισμένες φορές και βραχύνσεις για να μειωθεί ο υπερβολικός αριθμός των ανθοφόρων οφθαλμών και να μην παρατηρηθεί υπερβολική καρποφορία που εξασθενεί το δένδρο. Δεν κόβουμε όμως χωρίς λόγο βλαστούς του έτους που τον επόμενο χρόνο θα καρποφορήσουν.
Καλλιεργητικές φροντίδες στα πυρηνόκαρπα
Η άρδευση είναι ιδιαίτερα σημαντική για όλα τα πυρηνόκαρπα τόσο για την ανάπτυξη του δένδρου όσο και για την σωστή αύξηση του καρπού και την διαφοροποίηση των ανθοφόρων οφθαλμών του επόμενου έτους. Εκτός από την αμυγδαλιά που αντέχει περισσότερο στην έλλειψη νερού, δεν νοείται καλλιέργεια πυρηνόκαρπων χωρίς να υπάρχει επαρκές αρδευτικό νερό.
Οι καρποί κατά το τελευταίο στάδιο της αύξησης τους, απαιτούν νερό, γιατί η αύξηση της σάρκας (δηλαδή του εδώδιμου τμήματος) συμβαίνει με διόγκωση των κυττάρων με πρόσληψη νερού. Μετά την συγκομιδή όμως οι αρδεύσεις συνεχίζουν να είναι απαραίτητες, διότι το δένδρο αρχίζει να διαφοροποιεί τους οφθαλμούς για την καρποφορία του επόμενου έτους. Σε περίπτωση έλλειψης νερού το δένδρο να διοχετεύσει τα αποθέματα του στην υπάρχουσα βλάστηση μόνο.
Καλό είναι να διατηρείται το έδαφος γύρω από τα δένδρα καθαρό ζιζανίων τα οποία ανταγωνίζονται για την εδαφική υγρασία. Η απομάκρυνση των ζιζανίωνπρέπει να γίνεται προσεκτικά για να μην δημιουργούνται πληγές στον κορμό, από τις οποίες μπορούν να εισέλθουν διάφορα παθογόνα.
ΔΕΝ πρέπει όμως να υπάρχει υπερβολική άρδευση, σε σημείο που να λιμνάζει το νερό γύρω από τις ρίζες, γιατί προκαλείται ασφυξία στο ριζικό σύστημα και επίσης σε τέτοια περίπτωση μπορεί να εκδηλωθεί και τροφοπενία σιδήρου. Οι λιπάνσεις είναι επίσης σημαντικές για την σωστή ανάπτυξη των πυρηνόκαρπων.
Η ροδακινιά λόγω της υπερβολικής συχνά καρπόδεσης αλλά και η αμυγδαλιάεξαιτίας του μεγαλύτερου σπέρματος που αποτελεί και εδώδιμο τμήμα, απαιτούν μεγαλύτερες ποσότητες αζώτου από τα υπόλοιπα. Συχνά στις αρχές της άνοιξης, εμφανίζεται έλλειψη σιδήρου που εκδηλώνεται με μεσονεύριες χλωρώσεις στα κορυφαία φύλλα. Η προσθήκη χειλικού σιδήρου μπορεί να αποκαταστήσει το πρόβλημα γρήγορα.
Τέλος μια ιδιαίτερη συχνή τροφοπενία στα πυρηνόκαρπα είναι αυτή του βορίου. Εκδηλώνεται σε όλα με μικροφυλλία, νεκρώσεις βλαστών και κλαδίσκων και κυρίως με παραμορφώσεις καρπών λόγω των νεκρωτικών κηλίδων που δημιουργούνται. Ενδείκνυται η έγκαιρη προσθήκη βόρακα στο έδαφος.
Ασθένειες & εχθροί των πυρηνοκάρπων
Ασθένειες των πυρηνοκάρπων
Στις αρχές της άνοιξης μετά την πλήρη άνθηση, κυρίως στη ροδακινιά και τη αμυγδαλιά εμφανίζεται μια ασθένεια που είναι γνωστή ως «εξώασκος ή καρούλιασμα». Το μεγαλύτερο μέρος του φυλλώματος παρουσιάζει ανώμαλη πάχυνση, παραμόρφωση και ελαφρά ρόδινο χρώμα το οποίο λίγο πριν πέσουν τα φύλλα γίνεται γκρίζο. Η φυλλόπτωση ακολουθείτε μεν από ταχεία δημιουργία νέου φυλλώματος, αλλά αυτό είναι σε βάθος της καρπόδεσης. Στη δαμασκηνιά τα ίδια συμπτώματα παρατηρούνται στους καρπούς, οι οποίοι παραμένουν πράσινοι και τελικά μαραίνονται και πέφτουν. Ο μύκητας που προκαλεί τα συμπτώματα, διαχειμάζει στο δένδρο, στο φλοιό ή στα λέπια των οφθαλμών και την άνοιξη, παρουσία υγρού και βροχερού καιρού, κάνει τις νέες μολύνσεις. Οι σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες της άνοιξης ευνοούν την εξέλιξη της ασθένειας, η οποία είναι από τις πλέον συχνές των πυρηνοκάρπων.
Το «κορύνεο» είναι μια ασθένεια σοβαρή και πολύ διαδεδομένη σε όλα τα πυρηνόκαρπα και στις περισσότερες περιοχές καλλιέργειας τους. Προσβάλλει τους βλαστούς, τα άνθη, τα φύλλα, τους οφθαλμούς και τους καρπούς κάνοντας μολύνσεις τόσο την άνοιξη όσο και το φθινόπωρο. Στα φύλλα οι αρχικές νεκρωτικές κηλίδες εξελίσσονται σε οπές, αφού το εσωτερικό νεκρό τμήμα πέφτει. Αντίθετα στους καρπούς, οι ιστοί στις κηλίδες είναι βυθισμένοι και σκεπασμένοι με κόμμι, ενώ στους βλαστούς οι κηλίδες εξελίσσονται σε έλκη και σε αυτά διαχειμάζει ο μύκητας.
Ο βροχερός καιρός την άνοιξη και το φθινόπωρο είναι απαραίτητος για την διασπορά του μύκητα και τις νέες μολύνσεις. Το «ωίδιο» με τη χαρακτηριστική αλευρώδη επικάλυψη στα φύλλα, στους οφθαλμούς και τους καρπούς, προκαλεί παραμορφώσεις, κακή έκπτυξη των οφθαλμών και σχίσιμο της επιφάνειας των καρπών. Διαχειμάζει στους οφθαλμούς και δεν είναι αναγκαία η παρουσία βροχής ή υγρασίας για την έναρξη των μολύνσεων.
Επίσης στα φύλλα και στους καρπούς πορτοκαλοκίτρινες κηλίδες προκαλεί και «σκωρίαση». Σταδιακά οι κηλίδες, εξαιτίας των σπορίων του μύκητα που δημιουργούνται, γίνονται μαύρες και οι ιστοί είναι πολύ σκληροί. Από τα υπολείμματα των φύλλων και τα έλκη των βλαστών όπου διαχειμάζει ο μύκητας ξεκινούν οι νέες μολύνσεις την άνοιξη παρουσία βροχής αλλά αφού πρώτα η θερμοκρασία έχει ανέβει.
Ιδιαίτερα καταστρεπτική για την κερασιά, κυρίως όταν επικρατεί βροχερός καιρός, είναι η προσβολή από «μονίλια». Προσβάλλονται τα άνθη, τα οποία μαραίνονται, ξηραίνονται και παραμένουν συνήθως πάνω στο δένδρο. Επίσης από την εμφάνιση τους μέχρι και τη συγκομιδή, οι καρποί μπορεί να προσβληθούν. Αρχικά εμφανίζεται μια καστανή κηλίδα στη σάρκα, στην οποία πάνω αναπτύσσονται τα σπόρια του μύκητα και σταδιακά ο καρπός αφυδατώνεται και παραμένει στο δένδρο (μουμιοποιημένοι καρποί).
Στις αρχές του καλοκαιριού, με την άνοδο της θερμοκρασίας είναι πιθανόν να παρατηρηθούν μαράνσεις ολόκληρων κλάδων στα πυρηνόκαρπα, καθώς και φυλλόπτωση αλλά συχνά μόνο από τη μια πλευρά του δένδρου. Εάν κάνουμε κάποια τομή στο ξύλο των ξερών τμημάτων θα παρατηρήσουμε ότι τα αγγεία στο εσωτερικό τους έχουν έναν έντονο καστανό μεταχρωματισμό, ενώ θα έπρεπε να είναι λευκά. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα από τον μύκητα «Verticillium» ο οποίος διατηρείτε στο έδαφος για πολλά χρόνια, μεταφέρεται με το νερό της άρδευσης και με την κατεργασία του εδάφους και μολύνει τα δένδρα από τις ρίζες. Την προσβολή εμείς όμως δεν μπορούμε να την προσέξουμε ώστε να κάνουμε κάτι εγκαίρως.
Τα περισσότερα πυρηνόκαρπα προσβάλλονται επίσης και από το βακτήριοPseudomonas syringae, το οποίο στις αρχές της άνοιξης, κυρίως όταν επικρατεί βροχερός και υγρός καιρός, προκαλεί αρχικά μικρές κηλίδες στους κλάδους που εξελίσσονται τελικά σε έλκη με σχισμένη επιφάνεια, καλυμμένη με κόμμι. Οι οφθαλμοί και οι βλαστοί του προσβεβλημένου κλάδου τελικά ξεραίνονται. Το φθινόπωρο με την πτώση της θερμοκρασίας και την παρουσία του ανέμου και της βροχής γίνονται και νέες μολύνσεις. Ο μύκητας παραμένει στα έλκη που δημιουργεί στον φλοιό.
Οι «ευλογιά ή σάρκα» είναι η πλέον σημαντική ιολογική ασθένεια που προσβάλει τα πυρηνόκαρπα. Οι καρποί προσβεβλημένων δένδρων βερικοκιάς παρουσιάζουν έντονη παραμόρφωση και ανομοιόμορφη ωρίμανση και χαρακτηριστικά κίτρινα σημεία επάνω στον καστανόχρωμο πυρήνα. Στα ροδάκινα μόνο κατά την περίοδο ωρίμανσης των καρπών εμφανίζονται κιτρινέρυθρες κηλίδες στην επιδερμίδα. Η ίωση η οποία εξασθενεί σταθερά τα δένδρα μεταδίδεται με μολυσμένο πολλαπλασιαστικό υλικό και επίσης με τις αφίδες από μολυσμένα δένδρα. Ουσιαστική αντιμετώπιση της δεν υπάρχει και για αυτό πρέπει να σιγουρευθούμε ότι τα δενδρύλλια που αγοράζουμε είναι υγιή.
Εντομολογικοί εχθροί
Οι αφίδες είναι από τους σημαντικότερους εχθρούς της ροδακινιάς. Προσβάλλουν την άνοιξη τις κορυφές των τρυφερών βλαστών και τα νεαρά φύλλα και αναπτύσσουν ταχύτατα μεγάλους πληθυσμούς. Είναι χαρακτηριστική η συστροφή των φύλλων την οποία προκαλούν καθώς και τα μελιτώματα που αφήνουν επάνω στο φύλλωμα και τους καρπούς.
Τα πυρηνόκαρπα γενικά προσβάλλονται από δύο γένη κοκκοειδών, τα οποία διαχειμάζουν στα δένδρα και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού με τις έρπουσες προνύμφες που έχουν εκκολαφθεί προσβάλλουν τον κορμό και τα μεγαλύτερα κλαδιά. Δημιουργούν πυκνές αποικίες εξασθενώντας έτσι τα δένδρα και ευνοούν την δευτερογενή ανάπτυξη μυκήτων.
Ο καπνώδης είναι ένα ιδιαίτερα καταστρεπτικό έντομο για όλα αυτά τα δένδρα. Το ενήλικα τρέφεται την άνοιξη στο φύλλωμα των πυρηνοκάρπων προκαλώντας αποφύλλωση και καταστροφή μέρους των οφθαλμών. Ωοτοκεί το καλοκαίρι στη βάση του κορμού, κοντά στο έδαφος και οι νεαρές προνύμφες κατευθύνονται στον κορμό ή στη βάση της ρίζας, όπου δημιουργούν στοές στο φλοιό και στο ξύλο. Η ζημιά που προκαλούν μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα το θάνατο νεαρών δενδρυλλίων.
Ο πλέον γνωστός εχθρός των καρπών της κερασιάς είναι ένα μικρό δίπτερο που ωοτοκεί στους ώριμους καρπούς. Η νεαρή προνύμφη που εκκολάπτεται, δημιουργεί στοά στον καρπό προκειμένου να βγει έξω και τον καταστρέφει εντελώς. Η ζημιά μπορεί να είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη ορισμένες χρονιές.
Σημαντικό πρόβλημα προκαλεί τέλος και ένα μικρό λεπιδόπτερο που ονομάζεταιβλαστορρίκτης της ροδακινιάς. Τα ενήλικα ωοτοκούν την άνοιξη στο φύλλωμα και στους νεαρούς βλαστούς. Οι νεαρές προνύμφες δημιουργούν στοές στο κέντρο των τρυφερών βλαστών και τους οδηγούν στην ξήρανση. Αργότερα δημιουργούν στοές και στο εδώδιμο τμήμα του καρπού.
Αντιμετώπιση των ασθενειών και εχθρών στα πυρηνόκαρπα
Η βασικότερη εργασία, η οποία θα μειώσει τις πηγές μόλυνσης για τα δένδρα και άρα και τον κίνδυνο της προσβολής είναι η απομάκρυνση των υπολειμμάτωναπό τον κήπο ή το χωράφι που έχουμε, καθώς σε αυτά διαχειμάζει η πλειονότητα των εντομολογικών εχθρών και μυκητολογικών ασθενειών. Καλό είναι να αφαιρούνται και οι βλαστοί και οι κλάδοι που έχουν ξεραθεί από οποιοδήποτε αίτιο και μαζί με τα φύλλα που πέφτουν από τα δένδρα να καίγονται.
Επίσης η τα τακτική απομάκρυνση των ζιζανίων θα μειώσει τις πηγές μόλυνσης για τα δένδρα. Για τις περισσότερες από τις μυκητολογικές ασθένειες που αναφέρθηκαν, απαιτούνται σε ορισμένα χρονικά διαστήματα εφαρμογές με χαλκούχα ή βορδιγάλειο πολτό ή οξυχλωριούχο χαλκό. Τόσο για αυτές τις επεμβάσεις όσο και για τους ψεκασμούς για τους εντομολογικούς εχθρούς, καλό είναι να συμβουλευόμαστε κάποιο γεωπόνο, ώστε με τις λιγότερες δυνατές επεμβάσεις και το καταλληλότερο φυτοφάρμακο να έχουμε το ταχύτερο και καλύτερο αποτέλεσμα.
Ενδείκνυται επίσης σε υγρές περιοχές, όταν γίνονται τομές κλαδέματος, να επαλείφονται με κάποιο κατάλληλο μυκητοκτόνο ώστε να αποτραπεί η είσοδος παθογόνων από αυτές. Τέλος, η έγκαιρη καταπολέμηση των αφίδων είναι απαραίτητη διότι μεταφέρουν ιούς οι οποίοι δεν μπορούν να καταπολεμηθούν αργότερα.
Πηγή: Φυτά & Σπίτι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου