.

................Η αυξημένη κατανάλωση λαχανικών είναι μιά ισχυρότατη ασπίδα κατά του κορωνοιού..................Κοτέτσι:10 τετραγωνικά,σταύλο: 20 τετραγωνικά,κήπο: 100 τετραγωνικά,15 ρίζες ελιές κι ένα πηγαδάκι.Αυτά είναι που χρειάζονται για να αποκτήσουμε τη βάση για αυτάρκεια ...........Τουτη η γής θα προκόψει μόνο όταν ο άνθρωπος αποστασιοποιηθεί απο τη χρήση του χρήματος.Φαντάσου φίλε μου να έχεις λεφτά αλλά να έχουν χαθεί απο τη γή όλα τα ζώα,όλα τα ψάρια ,όλα τα πουλιά και όλα τα δέντρα και τα φυτά.Τότε τί θα μπορείς να αγοράσεις με τα λεφτά σου??.... . ............................ ........ ........ .. ......................... ........... ......

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Η καλλιέργεια της πιπεριάς

Η πιπεριά είναι μονοετές φυλλώδες φυτό, με περιορισμένη ανάπτυξη. Το ύψος και το μέγεθός της εξαρτώνται από τις συνθήκες καλλιέργειας και φυτωρίου. Ο κύριος μίσχος διακλαδίζεται διχοτομημένος μεταξύ 10 και 40 εκ., σε δύο ή τρία κλαδιά. Οι δευτερεύοντες μίσχοι αναπτύσσονται από μπουμπούκια, και πάνω σ’ αυτούς αναπτύσσεται  ο καρπός.
Οι μίσχοι και τα κλαδιά είναι σημαντικά στοιχεία υποστήριξης των φύλλων, ανθέων και καρπών. Το έργο τους επιτελείται με τη μεταφορά του οπού, τη σύνθεση των φυτορυθμιστών, και άλλες μεταβολικές λειτουργίες. Η πιπεριά έχει βαθύ ρίζωμα με πολλές δέσμες ριζιδίων που αναπτύσσονται οριζοντίως σε ακτίνα 30-50 εκ. γύρω. Τα φύλλα φύονται εναλλάξ, είναι άτριχα, λογχοειδή, και λαμπερά πράσινα με μυτερές άκρες. Τα άνθη είναι λευκά, μικρά, ένα ένα στους κόμπους (κάποτε και σε δέσμες) με τους μίσχους προς τα κάτω. Η στεφάνη είναι κατάλευκη. Ο κάλυκας σχηματίζεται από κολλημένα μεταξύ τους σέπαλα. Τα σέπαλα σκληραίνουν μέχρι να ωριμάσει ο καρπός. Τα άνθη είναι κυρίως αυτογονιμοποιούμενα. Μικρό ποσοστό είναι ετερογονιμοποιούμενα.
Ο καρπός είναι κοίλος με λαμπερή και λεία επιφάνεια. Οι πιπεριές διαιρούνται από 2 ή 4 ατελείς τοίχους, οι οποίοι ενώνονται στη βάση, πάνω από τον πλακούντα. Οι ποικιλίες που χρησιμοποιούνται για κατανάλωση νωπές, έχουν διάφορα σχήματα και χρώματα (κόκκινο ή κίτρινο όταν ωριμάζουν). Κάποιες ποικιλίες έχουν γεύση καυτερή γιατί περιέχουν καψαϊσίνη.
Η πιπεριά έχει πολυάριθμούς, στρογγυλούς, επίπεδους, κιτρινωπούς σπόρους, που συνδέονται σε ένα μίσχο στην εσωτερική πλευρά του καρπού. Οι σπόροι βλασταίνουν ύστερα από 3-4 ημέρες. Υπάρχουν περίπου 150-180 σπόροι/ gram.
Ανάπτυξη
Η ανάπτυξη του φυτού της πιπεριάς επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, εκ των οποίων οι πέντε σημαντικότεροι είναι οι εξής:
Θερμοκρασία:
Η καλλιέργεια αυτή έχει ανάγκη από αυξανόμενη θερμοκρασία από το πρώτο στάδιο μέχρι την ωρίμανση, ενώ δεν επιτρέπονται οι απότομες αλλαγές θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας.
Για να επιτευχθεί σωστή βλάστηση και καλή συγκομιδή, απαιτείται για ένα μήνα τουλάχιστον μέση θερμοκρασία μεταξύ 18 και 22 °C. Η ιδανική θερμοκρασία κυμαίνεται στους 20 – 25º C στη διάρκεια της ημέρας, και 16 –18 °C τη νύχτα. Οι βλαστικές διαταραχές όπως η σκλήρυνση του φυτού και η πτώση των ανθέων προκύπτουν όταν υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ ημερήσιας και νυχτερινής θερμοκρασίας.
Η ιδανική θερμοκρασία για τη βλάστηση του σπόρου είναι μεταξύ 20 και 30º C. Οι σπόροι δε βλασταίνουν σε θερμοκρασία κάτω των  13 °C ή πάνω από  37 °C. Στη διάρκεια της βλάστησης και της ανάπτυξης του φυτού, η θερμοκρασία δεν πρέπει να είναι κάτω από 18 °C, γιατί αυτό θα επηρέαζε σοβαρά την παραγωγή (το πρώτο στάδιο του καρπού εμφανίζεται στη διάρκεια του σταδίου φυτωρίου).
Η ανάπτυξη επιβραδύνεται όταν η θερμοκρασία είναι κάτω από τους 15 °C. Στους 10º C η ανάπτυξη διακόπτεται, ενώ θερμοκρασίες κάτω του 0º C προκαλούν ζημιές από πάγο. Από την άλλη πλευρά, θερμοκρασίες άνω των 35º C και ξηρό κλίμα, προκαλούν ανεπαρκή λίπανση. Αν η υγρασία στο περιβάλλον είναι υψηλή, η πιπεριά αντέχει πάνω από 40ºC, αν όχι όμως, θα σταματήσει η βλάστηση, τα άνθη θα πέσουν, το ίδιο και οι μικροί καρποί και τα φύλλα. Οι πιπεριές ποικιλιών με παχύ φλοιό είναι πιο ευαίσθητες απ’ ό,τι εκείνες με το λεπτό φλοιό.
Υγρασία:
Η σχετική υγρασία και η θερμοκρασία συμπεριφέρονται αντίστροφα, όταν η σχετική υγρασία είναι μέγιστη η θερμοκρασία είναι ελάχιστη και το αντίστροφο.
Η ιδανική σχετική υγρασία είναι περίπου 50 και 70 %, σε κανονική θερμοκρασία. Αν η σχετική υγρασία υπερβεί το 70%, ενδέχεται να προκληθούν κρυπτογαμικές ασθένειες. Όταν αυτές οι ασθένειες καταστούν συστηματικές, πρέπει να εφαρμοσθούν χημικές θεραπείες.
Στα πρώτα αναπτυξιακά στάδια, τα φυτά της πιπεριάς χρειάζονται μεγαλύτερη σχετική υγρασία απ’ ό,τι στα μεταγενέστερα στάδια. Απαιτείται ο επαρκής αερισμός στη διάρκεια της ανθοφορίας και του δεσίματος του καρπού, για να μεγιστοποιηθεί η βλαστική ανάπτυξη και ν’ αυξηθεί η παραγωγή.
Λαμπρότητα (φωτεινότητα):
Η καλλιέργεια αυτή έχει ανάγκη το φως σ’ όλο το βλαστικό κύκλο, ειδικά την εποχή της άνθισης. Τα άνθη είναι αδύναμα όταν το φως είναι ανεπαρκές στην άνθίση. Η έλλειψη φωτισμού προκαλεί ατελή ανάπτυξη του φυτού, με επιμήκυνση ενδιάμεσων κόμβων και μίσχου, με αποτέλεσμα τα φυτά να μην αποδίδουν στην παραγωγή.
Η συμπύκνωση νερού στο πλαστικό, περιορίζει τη φωτεινότητα μέσα στο θερμοκήπιο, βλάπτοντας την άνθιση.
Φωτοπερίοδος:
Η καρποφορία της πιπεριάς έχει περισσότερα προβλήματα το φθινόπωρο που η μέρα είναι μικρή, παρά την άνοιξη που η μερα είναι μεγαλύτερη, λόγω του μήκους της φωτοπεριόδου, που επηρεάζει τη βλάστηση και την καρποφορία της πιπεριάς.
Η υγρασία και η θερμοκρασία εδάφους και αέρα επηρεάζουν τα προβλήματα αυτής της καλλιέργειας στη διάρκεια του φθινοπώρου. Το φθινοπωρο οι συνθήκες αυτές αντιστρέφονται, όταν δηλ. μειώνεται η θερμοκρασία, η υγρασία αυξάνεται.
Η άνθιση φαίνεται να εξαρτάται περισσότερο από τη θερμοκρασία και το φως, παρά από τη διάρκεια της φωτοπεριόδου. Το φθινοπωρο όμως, όταν η θερμοκρασία και το φως είναι ευνοϊκά, φαίνεται να πέφτουν περισσότερα άνθη απ’ ό,τι την άνοιξη.
Απαιτήσεις εδάφους:
Tο ιδανικότερο έδαφος για την καλλιέργεια της πιπεριάς είναι αμμώδες, βαθύ, πλούσιο σε οργανικές ύλες (γύρω στο 3-4%) και καλά στεγνωμένο.
 Οι ιδανικές τιμές pH κυμαίνονται μεταξύ 6,5 και 7, αν και αυτή η καλλιέργεια ανέχεται όξινες συνθήκες, ακόμα και 5,5 pH. Σε αμμώδη εδάφη, οι τιμές του  pH μπρεί να φτάσουν το 8. Στο νερό του ποτίσματος το pH κυμαίνεται από 5,5 έως 7.
Τα αρμυρά εδάφη δεν είναι κατάλληλα γι’ αυτή την καλλιέργεια γιατί η ανάπτυξη του φυτού επιβραδύνεται. Αυτή η επιβράδυνση επηρεάζει το μέγεθος του καρπού και την ποσότητα της παραγωγής.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ
Κλάδεμα:
 Tο κλάδεμα χρησιμοποιείται για να επιλεγεί ο αριθμός  των μίσχων των φυτών (συνήθως 2-3). Αν είναι απαραίτητο, το φυτό καθαρίζεται και από φύλλα ή βλαστούς κάτω απ’ τους μίσχους που απομακρύνονται.
Στήριξη φυτού:
Αυτή η εργασία είναι σημαντική στην καλλιέργεια σε θερμοκήπιο, για να διατηρήσει την αυξητική πορεία του φυτού και να το εμποδίσει να σπάσει, καθώς και να διευκολύνει τις θεραπείες, τον αερισμό αλλά και τη συγκομιδή. Υπάρχουν δυο τρόποι στήριξης των φυτών, το παραδοσιακό σύστημα και το Ολλανδικό σύστημα.
Το παραδοσιακό σύστημα συνίσταται στην τοποθέτηση στην κεφαλή και άκρη κάθε γραμμής καλλιέργειας, σχοινιού. Το σχοινί τοποθετείται σε δύο ή τρεις γραμμές, σε ύψος από 10 έως 30 εκ. από το έδαφος. Μακρόστενες δοκοί ενώνονται εγκάρσια στο ίδιο σχοινί.
Στο Ολλανδικό σύστημα, αφήνουμε δύο ή τρία κύρια κλαδιά ανά φυτό, όλα πλάγια. Κάθε κύριο κλαδί τυλίγεται σ’ ένα κάθετο σχοινί που το υποστηρίζει. Αυτό το σχοινί κρέμεται από ένα σύρμα, δεμένο στη στέγη ή το πλάι του θερμοκηπίου.
Απομάκρυνση μίσχων:
Απομακρύνονται οι μικρότεροι μίσχοι για να  ενισχυθεί ο αερισμός των φυτών και η διείσδυση του φωτός. Αυτό το κλάδεμα πρέπει να είναι προσεκτικό για να αποφευχθεί η διακοπή της βλάστησης.
Αποφύλλωση:
Αυτή η εργασία συνιστάται για τα παλαιά φύλλα, ώστε να βελτιωθεί ο αερισμός και ο χρωματισμός των καρπών, καθώς και για τα ασθενή φύλλα, ώστε να απομακρυνθεί η πηγή ενδεχόμενης διάδοσης ασθενειών μέσα στο θερμοκήπιο.
Ξεκαθάρισμα καρπών:
Ο καρπός που δημιουργείται στην πρώτη διακλάδωση αποκόβεται ώστε να αποκτήσουν οι υπόλοιποι μεγαλύτερη διάμετρο, ομοιομορφία και πρωιμότητα.
Σώρευση:
Η διαδικασία είναι απαραίτητη για να καλυφθεί ο αυχένας του φυτού με πλαστικό, αλλά δε χρησιμοποιείται σε ανεπτυγμένη φυτεία. Έτσι ελέγχεται καλύτερα η καλλιέργεια, επιτυγχάνεται η απομάκρυνση των τυχαίων ριζών καθώς και η άμεση επαφή μεταξύ μίσχων και νερού ποτίσματος. Έτσι μειώνεται και η πιθανότητα μόλυνσης από Phytophthora capsici.

Ημιταχέα συστήματα
Καλλιέργεια σε θερμοκήπιο:
Η προπαρασκευή γίνεται για να υγρανθεί αρκετά το έδαφος και να διασπαστούν τα επιφανειακά στρώματα. Ύστερα απ’ αυτή την προπαρασκευή, γίνεται η λίπανση με φρέζα. Το λίπασμα αποτελείται απο κοπριά με μεγάλο όγκο οργανικής ύλης, που θα αναμιχθεί με το χώμα πριν τη φύτευση. Στη διάρκεια του καλλιεργητικού κύκλου και ανάλογα με το στάδιο εξέλιξης, το λίπασμα που προστίθεται μπορεί να είναι νιτρική αμμωνία, φωσφορικά άλατα ή νιτρικό κάλιο, που θα προστεθεί στο νερό του ποτίσματος.
Για την προστασία από φυτοπαθολογικά προβλήματα στη διάρκεια της καλλιέργειας, το έδαφος πρέπει να απολυμαίνεται με την εφαρμογή προϊόντων χημικών και μη. Μια εναλλακτική επιλογή για να αποφευχθούν μεταγενέστερα προβλήματα μεσούσης της καλλιέργιειας, είναι οι εμπορικές ποικιλίες εμβολίων που αντιμετωπίζουν τα επίμονα φυτοπαθολογικά προβλήματα. Μετά την περίοδο της απολύμανσης, το έδαφος πρέπει να καλλιεργηθεί πάλι ώστε να αεριστεί. Τα μεταφυτευόμενα φυτά πρέπει να προέρχονται από φυτώρια και να είναι πιστοποιημένα και σε καλές συνθήκες υγιεινής. Μετά τη φύτευση, ακολουθεί το πότισμα ώστε να παγιωθεί το ρίζωμα, ενώ αργότερα το πότισμα διακόπτεται για να ενισχυθεί το φυτό.
Η υπαίθρια καλλιέργεια:
Το έδαφος πρέπει να εξασφαλίζει την ομοιόμορφη κατανομή του νερού του ποτίσματος. Ένα μήνα πριν τη μεταφύτευση, το έδαφος προπαρασκευάζεται με σβάρνισμα, ίσιωμα και ξεβοτάνισμα. Απομακρύνονται τα ζιζάνια, προστίθενται τα λιπάσματα. Ύστερα σκάβονται αυλάκια για τη διοχέτευση του νερού. Χρειάζεται αρκετή εργασία για να καταστεί ευχερής η άρδευση και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο πλημμύρας. Έπειτα, τα επιφανειακά στρώματα διασπώνται με εργαλεία για να καταστεί το έδαφος απορροφητικό.
Ημιταχέα συστήματα:
Η ανάπτυξη αυτών των τεχνικών άρχισε με τη χρήση του πλαστικού στη γεωργία. Σήμερα τα συστήματα έχουν βελτιωθεί πολύ στα θερμοκήπια.
Plastic padded:
Το σύστημα αυτό βασίζεται στην τοποθέτηση διαφανούς πλαστικής ταινίας πάνω στο έδαφος της καλλιέργειας. Αυτό επιτυγχάνεται με τρόπο μηχανικό, και καλύπτονται μόνο οι φυτεμένες γραμμές. Τα πλέον χρησιμοποιούμενα πλαστικά είναι το πολυαιθυλένιο και το PVC. H χρήση αυτής της τεχνικής εξασφαλίζει θερμότητα στο έδαφος και καλύτερη τροφοδοσία σε νερό. Το κύριο πρόβλημα είναι ο πολλαπλασιασμός των ζιζανίων κάτω από το πλαστικό.
Σήραγγες  (ή πολλαπλές σήραγγες):
Αυτό το είδος προστασίας χρησιμοποιείται στα πρώτα στάδια της καλλιέργειας, για να αυξηθεί η θερμοκρασία και να συντομευθεί ο κύκλος της καλλιέργειας. Η καλλιέργεια καλύπτεται με μια ημικυκλική κατασκευή από τόξα σε διαφορα υλικά, π.χ. σύρμα, σίδερο, καλάμι, ψάθα κλπ.. Τα πλέον χρησιμοποιούμενα πλαστικά είναι το χαμηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο, θερμομονωτικό πολυαιθυλένιο, PVC, αιθύλιο, και πολυμερή οξικού βινυλίου.
Αυτές οι σήραγγες εγκαθίστανται μηχανικά ή με το χέρι.
Ο εξαερισμός είναι πολύ σημαντικός σ’ αυτή την κατασκευή, για να αποφευχθούν οι μυκητησιακές ασθένειες που ενισχύονται από την υψηλή θερμοκρασία και την υγρασία.
Κινητά καλύμματα:
Αυτά τα καλύμματα χρησιμοποιούνται για να προστατέψουν την καλλιέργεια από τους φορείς ιών και να εξασφαλίσουν παραγωγικότητα, ποιότητα και πρώιμη συγκομιδή. Τα κινητά καλύμματα αποτελούνται από μια ταινία που τοποθετείται πάνω από τη φυτεία μετά τη μεταφύτευση. Τα φυτά της πιπεριάς στηρίζουν και ανασηκώνουν την ταινία.
Υπάρχουν δυο κύριες ομάδες κινητών καλυμμάτων: η πλαστική ταινία πολυαιθυλενίου που κατασκευάζεται από συμπολυμερή EVA ή PVC με επιφάνεια διάτρητη, και το υφασμάτινο κάλυμμα από πολυπροπυλαίνιο, πολυεστέρα ή πολυαμίδιο, υλικά ημιδιαπερατά και πορώδη. Αυτά τα τελευταία καλύμματα είναι καλύτερα από τις πλαστικές ταινίες, γιατί βελτιώνουν τον εξαερισμό. Δεν συνιστάται η χρήση τους σε περιοχές που μαστίζονται από ανέμους γιατί είναι πολύ δύσκολη η σταθεροποίησή τους.
Η καλλιέργεια σε περλίτη:
Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί πολύ σε έκταση η καλλιέργεια πιπεριάς. Η εμπορική χρήση του περλίτη στο πολυαιθυλένιο γίνεται με λευκά και μαύρα τετράγωνα με πάχος 800. Η συνιστώμενη αναλογία είναι 6 φυτά /τετράγωνο και μάξιμουμ 3.334 φυτά /εκτάριο. Σ’ αυτό το σύστημα είναι σημαντική η σωστή θρέψη λόγω της χαμηλής του ικανότητας ανταλλαγής κατιόντων και της χαμηλής ικανότητας απορρόφησης.
Η καλλιέργεια σε ίνες καρύδας
Αυτή η καλλιέργεια γίνεται κυρίως σε κιβώτια, το υπόστρωμα είναι σε συμπιεσμένα και αφυδατωμένα τετράγωνα καθώς και σε δέματα και σάκους καλλιέργειας. Πριν τη χρήση υποστρώματος είναι απαραίτητη η ανάλυση για την προσαρμογή του διαλύματος θρεπτικών συστατικών.
Κύρια πλεονεκτήματα είναι η επίδραση στην αυξητική διέγερση του φυτού, η ευχερής αφομοίωση του νερού και γενικά η εύκολη διαχείριση της καλλιέργειας. Κύρια μειονεκτήματα είναι η απουσία ομοιογένειας, και το υψηλό ποσοστό αλμύρας σε κάποιες ομάδες.
Η καλλιέργεια σε νερό
Το πιο γνωστό σύστημα είναι το NFT (Τεχνική θρεπτικής ταινίας). Είναι ένα θρεπτικό διάλυμα που εισχωρεί στις ρίζες για να τους παράσχει νερό, θρεπτικά συστατικά και οξυγόνο.
Αυτό το διάλυμα προχωρεί μες από ισόπεδους διαύλους με ένα θάλαμο αέρα και κλείνεται με πλαστικό, ώστε να παρεμποδίζεται η εισχώρηση φωτός.
Άλλο χρησιμοποιούμενο σύστημα είναι το NGS (Νέο αναπτυξιακό σύστημα). Πρόκειται για ένα κανάλι διασύνδεσης σάκων πολυαιθυλενίου, που συγκεντρώνει και διανέμει την άρδευση.
Η καλλιέργεια στην άμμο
Αυτό το είδος καλλιέργειας είναι το πλέον υδροπονικό σύστημα που χρησιμοποιείται σε περιοχές με αφθονία άμμου. Σήμερα η ανακύκλωση των θρεπτικών διαλυμάτων έχει αντικατασταθεί από το αυτόματο σύστημα ελέγχου θρέψης στις αμμώδεις καλλιέργειες. Το σύστημα στηρίζεται σε στην παράθεση διαφορετικών υποστρωμάτων όπως άμμου (10-12 εκ.), κοπριά (1-2 εκ. ) και αδιάβροχο στρώμα αργίλου (30-40 εκ.).
Η άμμος που χρησιμοποιείται γι’ αυτή την καλλιέργεια πρέπει να είναι είτε καθαρή και αφαλατωμένη θαλασσινή άμμος είτε καθαρή παραποτάμια. Πρέπει να στραγγίζεται εύκολα. Κύρια χαρακτηριστικά είναι η αύξηση της εξάτμισης, η παρεμπόδιση της ανάπτυξης ζιζανίων, η βελτίωση του αερισμού των ριζών και η αύξηση της θερμοκρασίας στο υπόστρωμα.
Δύο μέθοδοι χρησιμοποιούνται: παρτέρια άμμου καλυμμένα με πλαστικό, και άπλωμα άμμου σ’ όλο το θερμοκήπιο.
Το πότισμα πρέπει να γίνεται με το σύστημα σταγόνας , χωρίς την εκτεταμένη χρήση διαλύματος θρεπτικών συστατικών.

Προτεινόμενη τεχνολογία φυτοπροστασίας και στάδια ανάπτυξης της κόκκινης πιπεριάς
ΜήνεςΙαν.Φεβ.ΜαρτΑπρ.Μαϊ.Ιούν.Ιούλ.Αύγ.Σεπτ.Οκτ.Νοέμ.Δεκ.
Δεκαήμερα1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.1.2.3.
Στάδια ανάπτυξης:
Ανάπτυξη φυτού----
* * *
* * *
------
Ανθός     -------* *
* * *
* * *
* * *
* * *
  
Πλήρη ανάπτυξη------
* * *
-----* *----
Αρχή της ωρίμανσης--------------* *
* * *
* * *
* * *
--
Σοδειά-------
* * *
* * *
* * *
--
Προτεινόμενες επεμβάσεις
Αριθμός επεμβάσεων--- ---------2
3
4
5
----
Οι πιο σημαντικές ασθένειες
Βακτηριακή κηλίδωση φύλλων-----
* * *
* * *
----------*
* * *
------*--
Κονιώδης μούχλα--------------*
* * *
* * *
* * *
----
Βακτηριακό κάψιμο-------
* * *
* * *
* * *
--
Λευκή μούχλα-------* *--------------*
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
--
Γκρίζα μούχλα--
* * *
---* *----
* * *
* * *
--
Ριζοκτόνια---
* * *
-----* *-------
Οι πιο σημαντικοί εχθροί
Θρίπες-----
* * *
* * *
* * *
----
Σκουλίκια----
* * *
* * *
--- *-----
Πράσινο σκουλήκι-----
* * *
* * *
* * *
* * *
----*--
Αφίδες----
* * *
* * *
* * *
-----
Ζιζάνια
Γκαλινσόγκα---------- * *
* * *
* * *
* * *
---*--
Αγριοπιπεριά----
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
--
Βλήτο τραχύ-----------------*
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
-
Λουβουδιά-----------------*
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
* * *
-
Η πιπεριά είναι γενικά μια καλλιέργεια που πολλαπλασιάζεται σαν ζιζάνιο. Είναι μια καλλιέργεια, η οποία καλλιεργείται σε ευρείες σειρές (δηλαδή η απόσταση μεταξύ των σειρών είναι μεγάλη), έτσι το έδαφος μεταξύ των σειρών δεν καλύπτεται από την καλλιέργεια. Η πιπεριά  προτιμά τα υγρά εδάφη και τις υψηλές θερμοκρασίες. Αυτές οι συνθήκες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια συνεχώς ευνοϊκή κατάσταση για το φύτρωμα των σπόρων ζιζανίω
Η καλλιέργεια αρδεύεται συχνά. Η άρδευση και το συνεχώς υγρό έδαφος, η υψηλή υγρασία του αέρα και η σχετικά χαμηλότερη θερμοκρασία του αέρα μπορεί να αποτελέσουν εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες για το φύτρωμα των ζιζανίων. Έτσι μερικά είδη ζιζανίων μπορούν να εμφανιστούν εκτός εποχής τους, ή εκτός εποχής του βιολογικού τους κύκλου. Στα αρχικά στάδια της βλαστικής περιόδου οι αγροί της πιπεριάς δεν καλύπτονται από την καλλιέργεια, ιδιαίτερα στην περίπτωση της απευθείας σποράς. Σε αυτή την περίοδο δίνεται μια καλή ευκαιρία για μηχανικό έλεγχο. Η προσεκτική εφαρμογή αυτής της μεθόδου είναι πολύ σημαντική, γιατί τα εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν μπορούν να διασπείρουν ιογενείς ασθένειες μηχανικά σε όλο τον αγρό!
Μην καλλιεργείτε την πιπεριά σε αγρούς που έχουν μεγάλο πρόβλημα ζιζανίων! Οι αγροί, που είναι μολυσμένοι με μερικά πολυετή ζιζάνια, όπως αυτά της οικογένειας Convolvulus, είναι ασύμφοροι για αυτή την καλλιέργεια. Ο έλεγχος είναι πολύ δύσκολος και μερικές φορές οικονομικά ασύμφορος. Ο έλεγχος των προβληματικών πολυετών ζιζανίων είναι πολύ αποτελεσματικός στις καλλιέργειες δημητριακών (με πολύ φτηνότερα ζιζανιοκτόνα), ή σε αγρό χωρίς καλλιέργεια με τη χρήση καθολικών ζιζανιοκτόνων.

Παθολογία – Ιοί
Κηλιδωτός ιός μαρασμού τομάτας
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Κηλιδωτός ιός μαρασμού τομάτας. TSWV
Ξενιστές:
Ο ιός έχει καταγραφεί και στις πέντε ηπείρους, προσβάλλει την πιπεριά και ευρύ φάσμα άλλων καλλιεργειών. Οι ξενιστές του είναι πάνω από 550 είδη φυτών που προέρχονται από άνω των 70 οικογενειών  (De Avila, 1992), γι’ αυτό και υπάρχει μεγάλος αριθμός ευαίσθητων καλλιεργειών.
Σπουδαιότητα:
Ο TSWV είναι ένας από τους πλέον καταστροφικούς οικονομικά ιούς, λόγω της ευρείας γεωγραφικής του διασποράς, του υψηλού αριθμού ξενιστών του και των ολέθριων αποτελεσμάτων του στα μολυσμένα φυτά. Στην Ευρώπη το πρόβλημα που προκαλεί οFrankliniella occidentalis / TSWV θεωρείται το σημαντικότερο στις φυτοκομικές καλλιέργειες. Μπορεί να καταστρέψει εντελώς τις καλλιέργειες πιπεριάς, τομάτας, χρυσάνθεμου, λάχανου και φασολιού. Στη νότια Ευρώπη η μόλυνση κυκλοφορεί στις υπαίθριες καλλιέργειες καθώς και στα θερμοκήπια. Στη βόρεια Ευρώπη η μόλυνση επηρεάζει κυρίως τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες. (Berling κ.α. 1992).
Συμπτώματα:
Τα τυπικά συμπτώματα που προκαλεί ο  TSWV είναι (Roselló κ.ά.., 1994):
Νεκρωτικός δακτύλιος στα φύλλα και έντονες ελικοειδείς γραμμές σα γεωμετρικά σχέδια, γραμμές με ανοιχτό χρώμα ή κίτρινο στο πράσινο φύλλο. Μερικές φορές εμφανίζεται χλωρωτική νέκρωση στο βλαστό ή τις κορυφές.


Στον ώριμο καρπό των προσβεβλημένων φυτών εμφανίζονται χλωρωτικές ή νεκρωτικές κηλίδες σε σχήμα δακτυλίου ή μωσαϊκού.  Μερικές φορές οι κηλίδες σχηματίζουν ομόκεντρους κύκλους  με παραμόρφωση του φύλλου
Η εμφάνιση και η σοβαρότητα των συμπτωμάτων στην πιπεριά ποικίλουν, ανάλογα με:
· το φυτώριο
· τις περιβαλλοντικές συνθήκες όπως: φωτεινότητα, υγρασία και θερμοκρασία
· το στάδιο ανάπτυξης του φυτού κατά την εποχή της μόλυνσης
· την απομόνωση του ιού



Μετάδοση:
Οι συνθήκες μετάδοσης του ΤSWV είναι κατ’ αρχή δια του ιού TSWV ο οποίος μεταδίδεται μηχανικά στο εργαστήριο με μηχανική έγχυση οπού (Lacasa κ.α.., 1994) αλλά στον αγρό δεν υπάρχει μηχανική μετάδοση.
Υπάρχουν αρκετά είδη θυσανόπτερων που μεταδίδουν τον TSWV. Στις ευρωπαϊκές καλλιέργειες, μόνος υπεύθυνος φορέας μετάδοσης είναι ο Frankliniella occidentalis (Reddy και Wightman, 1988).

Η μετάδοση είναι τύπου κυκλικού και συνεχούς, με αντιγραφή του ιού στα ημίπτερα. Οι κάμπιες των θυσανοπτέρων κολλούν τον TSWV όταν τρέφονται από μολυσμένους φυτικούς ιστούς. Σωμάτια του ιού πηγαίνουν από το έντερο στη γενική κοιλότητα του εντόμου. Απ’ εκεί μετά από λίγο τα σωμάτια μεταφέρονται στους σιελογόνους αδένες όπου αντιγράφεται ο ιός (Ullman κ. α., 1993; Wijkamp κ. α. , 1993). Όταν τα έντομα τρώνε πάλι, τα σωμάτια του ιού εισέρχονται στο νέο φυτικό ιστό. Στη μετάδοση σε αγρό η ικανότητα είναι μεγαλύτερη στα ενήλικα έντομα γιατί περνά χρόνος μεταξύ της πρώτης επαφής με τα σωμάτια του ιού και της άφιξής του στους σιελογόνους αδένες (Sakimura, 1962)
Το μολυσμένο ενήλικο θηλυκό δε μεταδίδει τον TSWV στους απογόνους του. Τα ενήλικα που έχουν μολυνθεί από μολυσμένους ιστούς μέσω διατροφής, δεν μπορούν να μεταδώσουν τον ιό, γιατί έχουν ένα φράγμα στο μέσο του εντέρου που εμποδίζει τα σωμάτια του ιού να φθάσουν στους σιελογόνους αδένες τους. (Ullman κ. α., 1992)
Διάγνωση και Ταυτοποίηση
Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση του TSWV είναι:
· η μηχανική μετάδοση για την επιλογή των φυτών ελέγχου
· το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο
· ορός: ELISA test
Αντιμετώπιση
Έλεγχος των φυτικών ανταλλαγών υλικού, για να εμποδιστεί η διασπορά της μόλυνσης και η εισαγωγή μολυσμένων φυτών σε καθαρές καλλιέργειες.
Φυσικός έλεγχος, χημικές θεραπείες και βιολογικός έλεγχος κατά των φορέων.
Καλλιεργητικές φροντίδες που μειώνουν την επέκταση κι εξέλιξη της ασθένειας.
Χρήση μοσχευμάτων καθαρών από ιούς, προερχόμενων από φυτώριο.
Εξουδετέρωση των μολυσμένων ζιζανίων.
Έλεγχος της προστατευμένης καλλιέργειας και απομάκρυνση των προσβεβλημένων φυτών, επειδή αυτά είναι υπεύθυνα για τη μετακίνηση των ημιπτέρων και της ασθένειας.
Χρήση δικτύου για την προστασία από έντομα στο μηχανισμό εξαερισμού των θερμοκηπίων.
Χρήση χρωμοτροπικών μπλε παγίδων για την ανίχνευση ημιπτέρων στο θερμοκήπιο.

Ιός πατάτας Y.PVY
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Ιός πατάτας Y. PVY
Ξενιστές:
Το φάσμα των ξενιστών του PVY περιορίζεται κυρίως στην οικογένεια Solanaceaeενδέχεται όμως να μολύνει (με μηχανικό τρόπο) μέλη άλλων οικογενειών (Amaranthaceae, Chenopodiaceae, Leguminosae και Compositae) σε περισσότερα από 100 είδη  (Smith κ.α.,1992).
Τα ζιζάνια που λειτουργούν ως δεξαμενές αποθήκευσης του PVY στην περιοχή της Μεσογείου, συμπεριλαμβάνουν τα SolanumnigrumS. DulcamaraPortulaca oleracea και Senecio vulgaris (Gebre-Selassie κ.ά., 1985).
Σπουδαιότητα:
Πρόκειται για έναν από τους καταστροφικότερους οικονομικά ιούς, που προκαλεί σημαντικές ζημιές στην καλλιέργεια της πιπεριάς. Στην Ισπανία εμφανίζεται συνήθως σε υπαίθριες καλλιέργειες (Gil Ortega και Luis, 1992a)
Συμπτώματα:
Τα συνηθέστερα συμπτώματα της μόλυνσης από PVY στην πιπεριά είναι το σχήμα μωσαϊκού με κηλίδες, η συρρίκνωση των φύλλων στην κορυφή, και η σκουροπράσινη σύνδεση των νεύρων στα φύλλα (Smith κ.ά., 1992).
Tα συμπτώματα αρχίζουν συνήθως με αποδυνάμωση των νεύρων των πάνω φύλλων, που προχωρεί σε νέκρωση. Σε κάποιες περιπτώσεις ύστερα από τη νέκρωση νεύρων και μίσχων, τα φύλλα πέφτουν και τα συμπτώματα αυτά ακολουθούνται από νέκρωση μίσχου, φυλλόρροια, νέκρωση μπουμπουκιών, ακόμα και πλήρη νέκρωση του φυτού.

Εμφάνιση νέκρωσης στα φύλλα.
Νεκρωτικά στίγματα και σχηματισμός μωσαϊκού στον καρπό, παραμόρφωση του καρπού. Τα συμπτώματα στον καρπό δεν εμφανίζονται πάντα σε όλα τα μολυσμένα από PVY φυτά. Ενδέχεται να εμφανιστεί μόνο ο αποχρωματισμός των νεύρων και η παραμόρφωση των φύλλων.
Άλλα αναφερθέντα συμπτώματα είναι: υπανάπτυξη, μωσαϊκό, παραμόρφωση φύλλων και καρπών (οι καρποί ζαρώνουν και αποκτούν χλωρωτικές και νεκρωτικές κηλίδες), μείωση του μεγέθους του καρπού, απόρριψη των ανθέων.

Μετάδοση:
Ο PVY μεταδίδεται από τουλάχιστον 25 είδη αφίδας, με μη επίμονο τρόπο μετάδοσης. Η Myzus persicare, που δημιουργεί αποικίες στις πιπεριές, είναι ο αποτελεσματικότερος φορέας μετάδοσης. Η μετάδοση εξαρτάται από το ενισχυτικό συστατικό στις εκκρίσεις του φυτού, μια πρωτεϊνη του ιού. Ο ιδανικός χρόνος για να μεταδοθεί ο ισός είναι 15-60 δευτερόλεπτα. Ύστερα από μια ώρα, η μετάδοση παύει να είναι δυνατή. Αναφέρονται όμως κάποιες περιπτώσεις συντήρησής του για περισσότερες από 24 ώρες. (Pasko, 1993).
Η ταχεία επιδημική διασπορά εξηγείται γιατί η M. Persicae διατηρεί τον ιό για πάνω από έξι ημέρες.
Η μετάδοση του ιού γίνεται με τρόπο παρόμοιο μ’ εκείνο των άλλων ιών. Αφού τα έντομα διατρυπήσουν ιστούς του ξενιστή, ο ιός επεκτείνεται από κύτταρο σε κύτταρο και έτσι κινείται μέσα στο φυτό δια του αγγειακού συστήματος.
Ο ιός μεταδίδεται πειραματικά με εμβολιασμό οπού.
Ταυτοποίηση και διάγνωση:
Ο PVY έχει υψηλή ανοσογενική ανταπόκριση που επιτρέπει μικρή συγκέντρωση για την ανάιχνευσή του με το τεστ ELISA.
Αντιμετώπιση:
Έμμεσα μέτρα αντιμετώπισης για τη μείωση του μολυσματικού παράγοντα και /ή τον έλεγχο του πληθυσμού των εντόμων-φορέων.
Αυτά τα μέτρα δεν επαρκούν για τον PVY, ως εκ τούτου αποτελεσματικότερη μέθοδος είναι η χρήση ανθεκτικών ποικιλιών.
  
Ιός μωσαϊκού αγγουριάς CMV
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Ιός μωσαϊκού αγγουριάς CMV
Ξενιστές:
Ο CMV έχει φάσμα ξενιστών αποτελούμενο από περίπου 1902 είδη φυτών σε  464 γένη 100 οικογενειών (Edwardson και Christie, 1986)
Σπουδαιότητα:
Η ασθένεια αυτή προκαλεί σημαντικές ζημιές στην άνθιση και την παραγωγή, ενώ η επίδραση του ιου συναρτάται με τη γεωγραφική περιοχή. Ο CMV είναι διαδεδομένος σ’ όλο τον κόσμο, επιδρά όμως εντονότερα στις θερμές περιοχές.
Συμπτώματα:
Στα νεαρά φύλλα το σύμπτωμα που συνήθως εντοπίζεται είναι μωσαϊκό σε χρώμα κιτρινοπράσινο, που μπορεί να εξελιχθεί σε χλωρωτικά εκζέματα και να παραμορφώσει το φύλλο. Στα παλαιότερα φύλλα εμφανίζονται χλωρωτικοί και/ή νεκρωτικοί ομόκεντροι κύκλοι και ακανόνιστα στίγματα.


Τα συμπτώματα στον καρπό περιλαμβάνουν την ελάττωση του μεγέθους του καρπού, σκουροπράσινα στίγματα, ακανόνιστη ωρίμανση και/ή εκζέματα με νεκρωτικό κέντρο (Conti και Masenga, 1977, Sáez, 1993)
Η έκταση και η σοβαρότητα της μόλυνσης της πιπεριάς από CMV έχουν άμεση σχέση με την ηλικία του φυτού τη στιγμή της μόλυνσης. Τα νεαρά φυτά αναπτύσσουν με τη μόλυνση σοβαρά συμπτώματα, όπως μωσαϊκό, μικρά-παραμορφωμένα φύλλα και μείωση του μεγέθους του καρπού. Σε κάποιες περιπτώσιες ενδέχεται ν’ απωλεσθεί ολόκληρη η σοδειά.  (Sáez, 1993)
Η γενετική ποικιλία του ιού μπορεί να εξηγήσει την ποικιλία των παρατηρούμενων συμπτωμάτων.
Μετάδοση:
Ο CMV μεταδίδεται με μη επίμονο τρόπο από άνω των 86 ειδών αφίδων (Edwardson και Christie, 1986). Οι Myzus persicae καιAphis gossypii είναι δύο από τους πιο επικίνδυνους φορείς του CMV.
Η αποτελεσματικότητα της μετάδοσης εξαρτάται από το είδος της αφίδας και το είδος του ξενιστή φυτού. Οι φορείς κολλούν τον ιό σε 5-10 δευτερόλεπτα, ενώ η δυνατότητα μετάδοσης μειώνεται ύστερα από δύο λεπτά και ύστερα από δύο ώρες ο φορέας δε μεταδίδει πλέον τον ιό (Smith κ.ά., 1992)
Δεν υπάρχουν αναφορές για μετάδοση του CMV μέσω των σπόρων της πιπεριάς. Ο CMV μεταδίδεται πειραματικά με μηχανική έγχυση.
Ταυτοποίηση και διάγνωση:
Η αναγνώριση του CMV από τα συμπτώματα στις προσβεβλημένες καλλιέργειες είναι πολύ δύσκολη. Γι’ αυτό, αποσπούμε έκκριμα από το ασθενές φυτό για να επιτύχουμε γρήγορη διάγνωση με διαχωρισμό των αντισωμάτων με ηθμό. Η τεχνική του συσχετισμού διπλών αντισωμάτων στη χημική ανάλυση ενζύμων (ELISA), δύναται να ανιχνεύσει 10 ng του ιού και να δώσει συγκεκριμένο αντίδοτο (Smith κ.ά., 1992).
Αντιμετώπιση:
· Μείωση της μολυσματικής ικανότητας του ιού:
-         εξουδετέρωση των ζιζανίων κοντά στην καλλιέργεια
-         εξουδετέρωση των μολυσμένων φυτών γιατί μπορούν να μολύνουν τα υγιή.
-         Έλεγχος των εντόμων-φορέων για να ελαχιστοποιηθεί η επίδραση της μετάδοσης
-         προστασία φυτωρίου με δίχτυα για να προληφθεί πρώιμη μόλυνση
-         χρήση χρωμοτροπικών παγίδων για την ανίχνευση παρουσίας φορέων.
-         έλεγχος του πληθυσμού των φορέων: χημικός, βιολογικός και/ή ολοκληρωμένος έλεγχος.
  
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Alfalfa Mosaic Virus (AMV)
Ξενιστές:
Ο AMV μολύνει μεγάλο φάσμα ξενιστών, γύρω στα 600 είδη καλλιέργειών και ζιζανίων. Κανονικά εμφανίζεται σε φυλλώδη φυτά, μερικές φορές και σε ξυλώδη.
Σπουδαιότητα:
Ο ιός έχει παγκόσμια διασπορά. Η ασθένεια συνήθως δεν προκαλεί μεγάλη οικονομική απώλεια, σε λίγες μόνο περιοχές μπορεί να σημειωθούν εξαιτίας της σημαντικές ζημιές στην παραγωγή.
Συμπτώματα:
Στα νεαρά φύλλα, τα συμπτώματα είναι λαμπερό κίτρινο μωσαϊκό και αυξανόμενη παραμόρφωση –συμπτώματα κοινά με τα προκαλούμενα και από άλλους ιούς.  Όταν τα φύλλα αναπτυχθούν πλήρως, τα συμπτώματα είναι χαρακτηριστικά της μόλυνσης από AMV. Αυτά τα συμπτώματα είναι μεγάλες λευκές κηλίδες σε σχήμα μωσαϊκού στα φύλλα. Το καλοκαίρι τα συμπτώματα είναι λιγότερο σοβαρά (Conti και Masenga, 1977)
Οι καρποί μπορεί να παραμορφωθούν και να παρουσιάσουν μείωση μεγέθους και νέκρωση. Αυτά τα συμπτώματα παρατηρούνται κυρίως στους όψιμους καρπούς  (Conti και Marte, 1983).

Μετάδοση:
Ο AMV μεταδίδεται με μη επίμονο τρόπο από 22 είδη αφίδων (Edwardson και Christie, 1986), όπως οι Myzus persicae καιAulacorthum solani.
Στις ποικιλίες κόκκινης πιπεριάς, έχει καταγραφεί και μετάδοση μέσω σπόρων (Jaspars και Bos, 1980).
Εύκολα μεταδίδεται ο ιός πειραματικά, με έγχυση οπού.
Ταυτοποίηση και διάγνωση:
Ο ιός ανιχνεύεται με μηχανική μόλυνση σε επιλεγμένους ξενιστές. Τα   Chenopodium amaranticolorC. QuinoaNicotiana tabacumκαι Phaseolus vulgarisOcinum basilicumPisum sativum και Vigna ungiculata επίσης συνιστούν ενδεικτικά είδη. Ανιχνεύεται με ορολογία, όπως και με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο (Smith κ.ά., 1992).
Αντιμετώπιση:
· Μείωση της μολυσματικής εξάπλωσης του ιού.
              · Εξουδετέρωση των ζιζανίων στην καλλιέργεια και γύρω της.
· Απομάκρυνση των μολυσμένων φυτών γιατί μπορεί να μολύνουν τα υγιή.
· Αντιμετώπιση του εντόμου –φορέα για να ελαχιστοποιηθεί η επίδραση της μετάδοσης
· Προστασία φυτωρίου με δίκτυα που θα εμποδίζουν τις πρώιμες μολύνσεις.
· Χρήση χρωμοτροπικών παγίδων για την ανίχνευση της παρουσίας του φορέα.
· Έλεγχος του πληθυσμού των φορέων: χημικός, βιολογικός και/ή ολοκληρωμένος έλεγχος.
· Καθαρή από ιούς σποροπαραγωγή.

BBWV
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Broad Bean Wilt Fabavirus. BBWV
Ξενιστές:
Ο ιός έχει παγκόσμια διασπορά, ενώ αναφέρονται 324 είδη ξενιστών (Edwardson και Christie, 1986). Μπορεί να μολύνει ευρύ φάσμα καλλιεργειών.
Σπουδαιότητα:
Η ασθένεια δε φαίνεται σημαντική για την πιπεριά. Συνήθως εμφανίζεται σε μολύνσεις με CMV, γι’ αυτό είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ότι οι ζημιές προήλθαν μόνο από τον BBWV.
Συμπτώματα:
Στα νεαρά φύλλα προκαλείται σκουροπράσινο μωσαϊκό. Στους νεαρούς καρπούς τα συμπτώματα είναι κίτρινα στίγματα, ακανόνιστα σχήματα και χλωρωτικοί ομόκεντροι δακτύλιοι. Οι ώριμοι καρποί παρουσιάζουν χαρακτηριστικά κίτρινα ή κόκκινα ακανόνιστα στίγματα (Lovisolo και Conti, 1976; Sáez, 1993).
Τα μολυσμένα από BBWV φυτά δεν παρουσιάζουν σημαντική μείωση ανάπτυξης. Τα συμπτώματα στο φύλλωμα είναι λιγότερο σημαντικά στις θερμές περιοχές.
Μετάδοση:
Ο ιός μεταδίδεται με μη επίμονο τρόπο από 21 είδη αφίδων, σημαντικότερο των οποίων είναι το Myzus persicae.
Πειραματικά μεταδίδεται με μηχανική έγχυση.
Ταυτοποίηση και διάγνωση:
Ο BBWV αναγνωρίζεται με μηχανική έγχυση, προκαλεί συστημικά προβλήματα στα νεύρα, που ακολουθούνται από νέκρωση των φύλλων. Στα είδη του Chenopodium ο BBWV προκαλεί χλωρωτικές πληγές που ακολουθούνται από συστημική κηλιδωτή νέκρωση.
Η ορολογία και η μικροσκοπία είναι επίσης σε θέση να αναγνωρίσουν τον  BBWV. Στα κύτταρα της επιδερμίδας, έχει αναφερθεί πολλαπλασιασμός του ιού (Smith κ.ά., 1992)
Αντιμετώπιση:
· Περιορισμός της μολυνσης από τον ιο:
              · Εξουδετέρωση των ζιζανίων στην καλλιέργεια και γύρω της.
· Απομάκρυνση των μολυσμένων φυτών γιατί μπορεί να μολύνουν τα υγιή.
· Αντιμετώπιση του εντόμου –φορέα για να ελαχιστοποιηθεί η επίδραση της μετάδοσης
· Προστασία φυτωρίου με δίκτυα που θα εμποδίζουν τις πρώιμες μολύνσεις.
· Χρήση χρωμοτροπικών παγίδων για την ανίχνευση της παρουσίας του φορέα.
· Έλεγχος του πληθυσμού των φορέων: χημικός, βιολογικός και/ή ολοκληρωμένος έλεγχος.
· Δεν έχει αναφερθεί γενετική αντίσταση.
  
ToMV
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Tomato Mosaic Virus. ToMV
Ξενιστές:
Ο ToMV έχει μεγάλο φάσμα ξενιστών, παρεμφερές μ’ εκείνο του TMV.
Σπουδαιότητα:
Ο ToMV παρουσιάζεται σε χώρες όπου καλλιεργείται καπνός, τομάτα ή πιπεριά. Προκαλεί μεγαλύτερες οικονομικές απώλειες απ’ ό,τι ο TMV, και σημαντικές ζημιές σε καλλιέργειες εντός θερμοκηπίων.
Συμπτώματα:
Τα συμπτώματα του ToMV είναι παρόμοια με εκείνα του TMV, αλλά πιο έντονα. Τα συμπτώματα αυτά είναι μίσχοι και φύλλα με ραβδώσεις, που ακολουθούνται από νέκρωση φύλλων και φυλλόρροια (Smith κ.ά., 1992)
Μετάδοση:
Η μετάδοση πραγματοποιείται μηχανικά με επαφή μεταξύ υγιών και μολυσμένων φυτών ή μολυσμένων αντικειμένων, όπως και η μετάδοση του TMV.
Ο ΤοMV μεταδίδεται μέσω σπόρων σε κάποια σολανοειδή, όχι όμως με το σπόρο της πιπεριάς.
Ο ιός είναι επίμονος στα φυτικά υπολείμματα ή τα μολυσμένα αντικείμενα.
Ταυτοποίηση και διάγνωση:
Εύκολα μπορεί να διακριθεί ο ToMV από τον  TMV. Υπάρχουν ακόμα και ορολογικές και μοριακές διαφορές ανάμεσά τους (Holling και Huttinga, 1976).
Αντιμετώπιση:
Τα παρακάτω προληπτικά μέτρα εμποδίζουν τη μετάδοση του ιού και την αύξηση των επιπέδων μόλυνσης.
· Χρήση απολυμασμένου σπόρου.
· Αποστειρωμένο έδαφος φυτωρίου
· Παρεμπόδιση μετάδοσης δι’ επαφής με πρόσωπα που προέρχονται από μολυσμένες φυτείες.
· Μέτρα υγιεινής στη διάρκεια της καλλιεργητικής εργασίας.
· Εξουδετέρωση των μολυσμένων φυτών.
· Χρήση φυτών ανθεκτικών στον TοMV.
  
PMMV
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Pepper Mild Mottle Virus. PMMV
Ξενιστές:
Πειραματικά εμφανίζεται να μολύνει τους ίδιους ξενιστές με τον  TMV.
Σπουδαιότητα:
Ο ιός δύναται να προκαλέσει σημαντικές ζημιές, ενώ μπορούν να προσβληθούν όλα τα φυτά μιάς καλλιέργειας. Μειώνει δραστικά την παραγωγή εμπορεύσιμων καρπών με τη συνακόλουθη οικονομική σημασία.
Συμπτώματα:
Τα συμπτώματα που προκαλεί ο PMMV στην πιπεριά είναι ανοιχτοπράσινο μωσαϊκό στα νεότερα φύλλα καθώς και παραμόρφωση και οιδήματα στα φύλλα και ελάττωση του μεγέθους του φυτού.
Τα συμπτώματα στον καρπό περιλαμβάνουν ελάττωση μεγέθους, κηλίδες, οιδήματα και νεκρωτικές περιοχές (Gil Ortega και Luis, 1992b).

Μετάδοση:
Η μετάδοση του PMMV γίνεται δια της επαφής, με τρόπο παρόμοιο όπως ο  TMV και ο ToMV, αλλά ο PMMV μεταδίδεται και με το σπόρο της πιπεριάς.
Αυτός ο τρόπος μετάδοσης καθιστά τη μόλυνση εύκολη, είτε άμεσα στην ανάπτυξη κάθε φυτού είτε έμμεσα με την επαφή μεταξύ υγιών και μη φυτών.  Ταυτοποίηση και διάγνωση.
Η τεχνική του μικροσκοπίου ανιχνεύει την ομάδα TMV, αλλά δεν ανιχνεύει το είδος του TMV, γιατί η εξωκυτταρική φόρμα των ιών είναι παρόμοια. Οι τύποι ορού μπορούν να αναγνωριστούν εύκολα με το διαχωρισμό αντισωμάτων με ηθμό και  συσχετισμο διπλών αντισωμάτων στη χημική ανάλυση ενζύμων (ELISA). Η αναγνώριση τύπων παθογένειας χρειάζεται ταξινόμηση των γενότυπων της πιπεριάς, και αυτό είναι το πλέον χρησιμοποίούμενο σύστημα.
Αντιμετώπιση:
Τα παρακάτω προληπτικά μέτρα εμποδίζουν τη μετάδοση του ιού και την αύξηση των επιπέδων μόλυνσης.
· Χρήση απολυμασμένου σπόρου.
· Αποστειρωμένο έδαφος φυτωρίου
· Παρεμπόδιση μετάδοσης δι’ επαφής με πρόσωπα που προέρχονται από μολυσμένες φυτείες.
· Μέτρα υγιεινής στη διάρκεια της καλλιεργητικής εργασίας.
· Εξουδετέρωση των μολυσμένων φυτών.
- Χρήση καθαρών από μολύνσεις σπόρων πιπεριάς. Για την απόκτηση αυτών των σπόρων συνιστάται η εμβάπτισή τους σε απολυμαντικό διάλυμμα.
· Χρήση ποικιλιών ανθεκτικών στον TοMV.
  
Βακτηριακός μαρασμός
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Βακτηριακός μαρασμός (Pseudomonas solanacerum)
Ξενιστές:
Πολλά είδη της οικογένειας  Solanacea.
Σπουδαιότητα:
Ο βακτηριακός μαρασμός είναι ασθένεια αγγειακή, που προκαλείται από το  Pseudomonas solanacerum, ένα ραβδόμορφο βακτήριο, που πολλαπλασιάζεται και μετακινείται εύκολα μέσα από τους ξυληματικά αγγεία. Έτσι εμποδίζεται η μεταφορά νερού και θρεπτικών συστατικών και προκαλείται ο μαρασμός.
Η ασθένεια είναι σοβαρή στην τομάτα, τον καπνό, την πατατα και την aubergine, όχι όμως και στην πιπεριά.
Συμπτώματα:
Το πρώτο σύμπτωμα είναι ελαφρός μαρασμός λίγων φύλλων. Απότομα όμως ο μαρασμός επηρεάζει ολόκληρο το φυτό. Σύνηθες είναι να εντοπίζονται πολλά γειτονικά φυτά σε μια σειρά με συμπτώματα μαρασμού.
Οι αγγειακοί ιστοί στο κάτω μέρος του μίσχου των μαραμένων φυτών εμφανίζουν αποχρωματισμό σε σκούρο καφέ. Αυτά τα συμπτώματα μοιάζουν πολύ μ’ εκείνα κάποιων μυκητησιακών μολύνσεων. Η διατομή του μίσχου όμως εν προκειμένω, θα μας δώσει έκκριση λευκού γαλακτώδους υγρού.
Επιδημιολογία:
Τα βακτήρια επιβιώνουν σε φυτά ή υπολείμματα ασθενών φυτών. Το βακτήριο επιβιώνει και στο έδαφος για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τα βακτήρια διεισδύουν στα φυτά μες από τις δευτερεύουσες ρίζες, φτάνουν στα ξυληματικά αγγεία και εκτείνονται σε όλο το φυτό. Η βακτηριακή μόλυνση ευνοείται από δαγκώματα νηματοειδών και εντόμων, καθώς και από μηχανικά τραύματα που προκαλούνται από εργασίες στις ρίζες. Η μετάδοση με σπόρους έχει καταγραφεί μόνο σε πιπεριές.
Η υψηλή θερμοκρασία του εδάφους (25-35ºC) και η υγρασία του αέρα (τροπικά και υποτροπικά κλίματα) ευνοούν το βακτηριακό μαρασμό.
Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα:
Συνιστάται η χρήση προϊόντων χαλκού όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες ευνοούν τη βακτηριακή ανάπτυξη.
b) Καλλιεργητικά μέτρα:
Προληπτικά μέτρα:
· Ανακύκλωση καλλιεργειών, χωρίς  solanaceae.
· Διαχείριση σπόρων και νερού ποτίσματος με προϊόντα χαλκού.
· Απολύμανση εργαλείων
· Όταν εμφανίζεται η ασθένεια, συνιστάται να απομακρύνουμε τα μολυσμένα φυτά και τα διπλανά τους, ακόμα κι αν αυτά δε δείχνουν συμπτώματα.
  
Bακτηριακή ελαφρά σήψη
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Bακτηριακή ελαφρά σήψη  (Erwinia carotovora pv. carotovora)
Ξενιστές:Πολλά λαχανικά.
Σπουδαιότητα:
Η βακτηριακή ελαφρά σήψη προκαλείται από το Erwinia carotovora pv. carotovoraφυτοπαθογενικό βακτήριο ισχυρά αναερόβιο και ευκίνητο δια των πολυάριθμων μαστιγίων.
Συμπτώματα:

Η βλάβη εμφανίζεται αρχικά σαν περιοχές μουσκεμένες (Coplin, 1980). Στην αρχή προκαλούνται στο μίσχο του άνθους ή τον κάλυκα κι έπειτα επεκτείνονται στον καρπό. Τα εκζέματα αυτά αναπτύσσονται κατά μήκος των τραυμάτων ή γύρω τους –πάντα στον καρπό. Σε ιδανικές για την ανάπτυξη του βακτηρίου συνθήκες, το σύνολο του καρπού μπορεί να εμφανίζεται σαν μουσκεμένος σε 3-6 μέρες μετά τη μόλυνση. Οι προσβεβλημένοι ιστοί γρήγορα χάνουν τη συνοχή τους. Η επιδερμίδα δεν επηρεάζεται και παραμένει συρρικνωμένη στο μουσκεμένο καρπό. Μπορεί να εμφανιστούν πάνω της ρωγμές. Στους μίσχους εμφανίζονται σκούρες κηλίδες ελαφράς σήψης. Στην πιπεριά η βακτηριακή αυτή ασθένεια δεν προκαλεί δυσοσμία.


Επιδημιολογία:
Αυτό το βακτήριο επιβιώνει στα υπολείμματα φυτών στους αγρούς και τους αποθηκευτικούς χώρους. Μεταδίδεται με έντομα, εργαλεία, προσωπικό, και ποτιστικό νερό. Ο κύριος τρόπος πρόσβασής του στον καρπό είναι τα τραύματα. Τα βακτήρια πολλαπλασιάζονται σε διακυτταρικό χώρο, διαλύουν τα τοιχώματα των κυττάρων  και εισβάλλουν στο κύτταρο.  
Η ελαφρά σήψη επηρεάζει κυρίως τον καρπό και εμφανίζεται σε περιόδους βροχών. Η Erwinia carotovora αναπτύσσεται σε ευρύ φάσμα θερμοκρασιών (5-37ºC). Η ιδανική θερμοκρασία για την ανάπτυξή της πάντως είναι  22-27ºC
Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα:
Συνιστάται η χρήση προϊόντων χαλκού όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες ευνοούν την ανάπτυηξη των βακτηρίων.
b) Καλλιεργητικά μέτρα:
Προληπτικά μέτρα:
· Ανακύκλωση καλλιεργειών, χωρίς  ευπαθείς ξενιστές.
· αποφυγή υψηλής υγρασίας. 
· Αποφυγή τραυματισμών του καρπού.
· Περιορισμός αζώτου και οργανικών υλών για να ευνοηθεί η σκήρυνση των ιστών του καρπού.

  
Βακτηριακή κηλίδωση φύλλων
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Bacterial leaf spot (Xanthomonas campestris pv. vesicatoria)
Ξενιστές:
Το βακτήριο αυτό επιβιώνει σε σπόρους, φυτικά υπολείμματα και άλλους καλλιεργημένους ξενιστές.
Σπουδαιότητα:
Η ασθένεια προκαλείται από την Xanthomonas campestris και συνιστά την κύρια ασθένεια της πιπεριάς σε ζεστά και υγρά κλίματα. Η  Xanthomonas campestris είναι ραβδοειδές βακτήριο με πολική μάστιγα.
Συμπτώματα:
Τα συμπτώματα εμφανίζονται κυρίως στα φύλλα όπου διεισδύουν τα βακτήρια μες από τα στόματα (Tegegn, 1985). Κηλίδες σαν κρούστα (διαμέτρου 2 χιλ. περίπου) εμφανίζονται στο κάτω μέρος του φύλλου. Στο πάνω μέρος του φύλλου, οι κηλίδες γίνονται χλωρωτικές, σαν λαδιές, κι ύστερα νεκρωτικές με κιτρινωπό πλαίσιο. Τα φύλλα πέφτουν και στους καρπούς προκαλούνται εγκαύματα. Επίσης εντοπίζονται στους μίσχους μακρόστενα εκζέματα. Νεκρωτικά εκζέματα εμφανίζονται στους καρπούς αν το βακτήριο εισχωρήσει μες από δαγκώματα εντόμων ή μηχανικά τραύματα. Ύστερα, οι καρποί παρουσιάζουν νεκρωτικές κηλίδες διαμέτρου 3-6 χιλ. και χάνουν την εμπορική τους αξία.
Συμπτώματα της Xanthomonas campestris στους καρπούς.




Επιδημιολογία.
Το βακτήριο αυτό μεταδίδεται κυρίως με το νερό και εισχωρεί μέσω τραυμάτων και στομάτων. Iδανική θερμοκρασία για τον πολλαπλασιασμό του είναι οι  27ºC. Όταν το περιβάλλον είναι ζεστό και υγρό, το βακτήριο διαδίδεται ταχύτατα.
Αντιμετώπιση
a) Χημικά μέτρα:
Εφαρμογή προϊόντων χαλκού όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες ευνοούν τη βακτηριακή ανάπτυξη.
b) Μέτρα στην καλλιέργεια:
Απολύμανση σπόρων και ανακύκλωση καλλιεργειών χωρίς solanacea. Η πλεόν αποτελεσματική μέθοδος είναι η χρήση ανθεκτικών ποικιλιών.

ΕΧΘΡΟΙ
Νηματώδης ρίζας -κόμπων
ΑΣΘΕΝΕΙΑ: Νηματώδης ρίζας -κόμπων  (Meloidogyne spp.)
Ξενιστές:
Οι φλύκταινες της ρίζας της πιπεριάς προκαλούνται από διάφορα είδη  Meloidogyne, αν και συνήθως προκαλούνται από  Meloidogyne incognita.
Αυτός ο νηματώδης είναι πολυφάγος, και παρασιτίζει τις ρίζες πολλών καλλιεργειών και ζιζανίων.
Σπουδαιότητα:
Τα εδάφη όπου έχουν στο παρελθόν ανιχνευθεί νηματώδεις, μπορεί να καταστούν προβληματικά για τις νέες καλλιέργειες.
Συμπτώματα:
Ο Meloidogyne spp. προκαλεί κιτρίνισμα, αναστολή ανάπτυξης, και ελαφρή μείωση παραγωγής.
Τα άνω φύλλα εμφανίζουν κιτρίνισμα. Όταν ο πληθυσμός των νηματωδών είναι μεγάλος, τα φύλλα φθάνουν σε χρώμα υπόλευκο.
Τα δήγματα των νηματωδών προκαλούν φλύκταινες και εξογκώματα. Οι ιστοί σκληραίνουν, νεκρώνονται και εποικίζονται από σαπροφυτικούς μύκητες που προκαλούν μούχλα.

 Επιδημιολογία:
Οι κάμπιες αναπτύσσονται στα αυγά και εισέρχονται στο έδαφος. Ύστερα, προσεγγίζουν τις ρίζες και τρέφονται απ’ αυτές. Τα επίπεδα του πληθυσμού αυξάνονται στο τέλος του χειμώνα λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας. Ο πληθυσμός φθάνει σε κορύφωση το καλοκαίρι.
Ιδεώδεις για τους νηματώδεις είναι οι θερμοκρασίες 15-30ºC. Στους άνω των  40ºC και κάτω των 10ºC οι νηματώδειςς πεθαίνουν. Η υγρασία του εδάφους κάτω του 7-8%, επηρεάζει την εξέλιξη και κινητικότητα των νηματωδών.
Το μήκος του βιολογικού κύκλου είναι περιπου 25 μέρες, αν και εκτείνεται με υψηλότερες ή χαμηλότερες θερμοκρασίες.
Όταν οι συνθήκες είναι μη ευνοϊκές (χαμηλή θερμοκρασία, απουσία καλλιέργειας, ξηρασία), οι νηματώδεις παραμένουν στο βαθύτερο στρώμα του εδάφους, σαν κάμπια τρίτου σταδίου. Όταν αυξηθεί η θερμοκρασία και η υγρασία, η κάμπια ανεβαίνει στην επιφάνεια του εδάφους ψάχνοντας για ρίζες.
Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα:
Αποστείρωση εδάφους πριν την καλλιέργεια. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεθυλικό βρομίδιο, αλλά πρέπει να ληφθούν υπόψη οι περιορισμοί στη χρήση του (δες ασθένεια Phytophthora capsici)
Τα νηματοκτόνα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο νερό του ποτίσματος.
b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια:
· Η αγρανάπαυση ή ανακύκλωση καλλιεργειών βοηθά στον περιορισμό του πληθυσμού των νηματωδών στο έδαφος.
· Χρήση ανθεκτικών ποικιλιών.
· Απομάκρυνση μολυσμένων φυτών.
c) Βιολογικός έλεγχος:
Υπάρχουν πολλοί ανταγωνιστές των νηματωδών, αλλά δεν έχουν χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά.
Οι οργανικές προσθήκες και η βιοαποστείρωση με τον ήλιο, βελτιώνουν τον πολλαπλασιασμό των ανταγωνιστών.  (Bello κ.ά., 1997; Lacasa κ.ά., 1999, 2000).

  
Θρίπες
ΕΝΤΟΜΟ: Θρίπες (Frankliniella occidentalis Pergκαιe; Thrips tabaci Lindeman)
Ξενιστές:
Οι θρίπες μολύνουν διάφορες καλλιέργειες και αυτοφυή φυτά όπως λαχανικά, οπωροφόρα, εσπεριδοειδή, ανθοκομικά, και καλλωπιστικά.
Σπουδαιότητα:
Λόγω της μεγάλης μόλυνσης που προκαλεί και της δυνατότηας πολλαπλασιασμού του με την εύκολη μετάδοση, ο ιός TSWV προκαλείται από το σημαντικότερο έντομο των περιοχών όπου παράγεται πιπεριά.
Συμπτώματα:
a)’Αμεσες ζημιές
· Τα δαγκώματα από ενήλικα έντομα και κάμπιες που σιτίζονται. Αδειάζουν το   παρεγχυματικό περιεχόμενο των κυττάρων, τα οποία αποχρωματίζονται. Στην αρχή ο προσβεβλημένος ιστός είναι λευκός ή ασημένιος και αργότερα γίνεται καφέ ή μαύρος
· Αποτελέσμτα εναπόθεσης αυγών. . Οι θηλυκές θρίπες εναποθέτουν αυγά με΄σα στο μαλακό ιστό προκαλώντας κοιλότητες ή αδενώδη εξογκώματα εσωτερικά, και εξωτερικά νεκρωτικές βλάβες.
· Το δάγκωμα από θρίπες στους καρπούς της πιπεριάς, τους κάνουν να μοιάζουν ασημένιοι. Το ίδιο χρώμα εμφανίζεται και στα φύλλα. Η μόλυνση προκαλεί επίσης
b) Έμμεσες ζημιές
Η Frankliniella occidentalis είναι ο κύριος και αποτελεσματικότερος φορέας του  TSWV (Tomato Spotted Wilt Virus) στην Ευρώπη. Η μετάδοση του ιού είναι τύπου κυκλικού και επίμονου (Sakimura, 1962). Η αναπαραγωγή και αποτύπωση του ιού διεξάγονται μέσα στις θρίπες.  (Ullman κ.ά., 1993). Το Thrips tabaci είναι επίσης φορέας του TSWV, αν και λιγοτερο σημαντικός απ’ ό,τι η F. occidentalis.
Περιγραφή εντόμου:
Τα εξελικτικά στάδια της  F. occidentalis είναι: αυγό, κάμπια I, κάμπια II, προνύμφη, νύμφη και ενήλικο.
Στην αρχή το αυγό είναι υαλώδες, στην άνθιση υπόλευκο. Τότε καθίστανται ορατά και τα μάτια του εντόμου, ως κόκκινα σημαδάκια.
Η κάμπια I είναι ασπρουλή και κιτρινίζει όσο αναπτύσσεται. Έχει μήκος 0,4 χιλ. Στο τέλος αυτού του σταδίου  αποκτά μακρύ τρίχωμα.
Η κάμπια II έχει σχηματισμένες κεραίες και μήκος  1-1,1 χιλ.
Η προνύμφη είναι λευκή, έχει μπροστά κοντές κεραίες και αρθρώσεις, καθώς και μικρά κόκκινα σημάδια που αντιπροσωπεύουν τα μάτια. Το περίγραμμα των φτερών δεν ξεπερνά την τρίτη υποδιαίρεση του υπογαστρίου. Ορατές στον προθώρακα είναι μακριές τρίχες, χαρακτηριστικές των ενηλίκων.
Η νύμφη είναι κιτρινόλευκη με ανεπτυγμένα σημεία ματιών. Το περίγραμμα των φτερών ξεπερνά την τέταρτη υποδιαίρεση του υπογαστρίου.
Τα δύο φύλλα ξεχωρίζουν και στα δύο στάδια νύμφης. Τα νεοσχηματισμένα ενήλικα έντομα είναι λαμπερά με σκούρες αρθρώσεις στα άκρα. Τα χειμερινά θηλυκά είναι σκουροκαφέ με προθώρακα πιο ανοιχτόχρωμο από το υπογάστριο, ανοιχτόχρωμο ή ελαφρά σκούρο κεφάλι. Τα θερινά θηλυκά είναι ανοιχτόχρωμα με καφέ στίγματα στο υπογάστριο Τα θηλυκά έχουν μήκος 1,2-1,6 χιλ. Τα αρσενικά έχουν μήκος 0,8-0,9 χιλ., είναι ανοιχτόχρωμα παντού εκτός των αρθρώσεων.
Τα αυγά του Thrips tabaci μοιάζουν σε σχήμα με φασόλια, είναι υαλώδη και λεία. Η νύμφη είναι λευκή και κιτρινίζει καθώς αναπτύσσεται. Τα ενήλικα θηλυκά είναι μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Οι χειμερινές γενιές είναι σκουροκαφέ και οι θερινές πιο ανοιχτόχρωμες. Τα ενήλικα αρσενικά είναι ανοιχτόχρωμα όλο το χρόνο. Τα ενήλικα έχουν 7 αρθρώσεις, τα μπροστινά φτερά έχουν 3-5 τρίχες
Βιολογικός κύκλος:
Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου εξαρτάται από τη θερμοκρασία και την ποσότητα της διαθέσιμης τροφής. Ιδεώδης θεωρείται η θερμοκρασία 25 έως 30ºC, ενώ η ελάχιστη για την εξέλιξη του εντόμου είναι γύρω στους  10ºC.
Στα θερμά κλίματα, η Frankliniella occidentalis πολλαπλασιάζεται όλο το χρόνο. Στις θερμές περιοχές η ανάπτυξη σταματα το χειμώνα, και το στάδιο ενηλίκου είναι η μορφή χειμέριας νάρκης.
Θερμοκρασία (ºC)Μήκος κύκλου  (Ημέρες)Longevity (ημέρες)Γονιμότητα (αυγά/θηλυκό)
15
39
46
50
20
26
75
126
25
13
31
135
27
10
34
229
30
9
12
40
35
10
10
5
Πίνακας 4. Bιολογικό δυναμικό της Frankliniella occidentalis με διαφορετικές θερμοκρασίες.
 Ο αριθμός των κατ’ έτος γενεών της T. tabaci εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες. Στις ψυχρές περιοχές μπορεί να εμφανιστούν 2-3 γενιές. Στις θερμές περιοχές ο αριθμός των ετήσιων γενεών είναι 15-16. Ο μεγάλος αριθμός γενεών προκαλεί σύμπτωση διαδοχικών γενεών.
Οι ιδανικές βιοτικές συνθήκες για το T. Tabaci είναι περίπου 30ºC και ολοκληρώνουν το βιολογικό τους κύκλο σε 11-12 ημέρες (Sakinura, 1937; en Lewis, 1973). Η περίοδος επώασης των αυγών στους 30ºC είναι περίπου 5 ημέρες, η εξέλιξη της κάμπιας διαρκεί 6 ημέρες και της νύμφης περίπου 4 ημέρες (Lall και Singh, 1968; en Lewis, 1973). Σχετική υγρασία κάτω του 30% και θερμοκρασία υψηλότερη των  35ºC, προκαλούν το θάνατο της νεαρής κάμπιας.

Αντιμετώπιση:
Οι θρίπες αντιμετωπίζονται τόσο σαν έντομα, λόγω των άμεσων ζημιών που προκαλούν, όσο και σαν φορείς του  TSWV. Αυτός ο ιός είναι ολέθριος για την πιπεριά.
a) Χημικά μέτρα:
· Χρήση εντομοκτόνου επαφής-διείσδυσης. Λόγω του τρόπου με τον οποίο τρέφεται το έντομο, η επάρκεια του συστημικού εντομοκτόνου είναι περιορισμένη.
· Συνιστώμενα ενεργά συστατικά: summer oil, acrinatrín, azadiractine, sulphure+cipermetrin, deltametrin, formetanato, lufenuron, malathion, metiocarb, spinosad, tau-fluvalinato.
· Η αποτελεσματικότητα των χημικών εφαρμογών εξαρτάται από την εναλλαγή δραστικών ουσιών (για την αποφυγή δημιουργίας ανθεκτικότητας), τη σωστή εφαρμογή και το χρόνο θεραπείας.
b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια:
· Χρήση φυτών χωρίς θρίπες, που θα προμηθευτούμε από υπεύθυνα φυτώρια.
· Χρηση δικτύου που προστατεύει από θρίπες, στα ανοίγματα εξαερισμού του θερμοκηπίου.
· Πλήρης απομάκρυνση/καταστροφή των υπολειμμάτων προηγούμενων καλλιεργειών
· Έλεγχος ζιζανίων, που λειτουργούν ως δεξαμενές για τους θρίπες.
· Χρήση χρωμοτροπικών μπλε παγίδων, στο ύψος της καλλιέργειας, για τον περιορισμό του πληθυσμού του εντόμου.
c) Βιολογικός έλεγχος:
Οι θρίπες έχουν φυσικούς εχθρούς, που βοηθούν πολύ στον περιορισμό του πληθυσμού τους. Κάποιοι εξ αυτών (Διώκτες, Παράσιτα και εντομοπαθογενικά) οδηγούνται σε τεχνητό πολλαπλασιασμό και πωλούνται, για να χρησιμοποιηθούν στα θερμοκήπια.
Διώκτες:
· Aelothrips intermediusA. fasciatus και A. tenuicornis.
· Orius laeviagatusO. Aldidipennis και O. Majusculus.
· Neoseiulus cucumerisNbarkeri.
Παράσιτα:
· Ceranisus menes και C. americensis.
Εντομοπαθογενικοί μύκητες:
· Verticilium lecaniiBeauweria bassianaPaecylomyces fumoroseus και Metarryzium anisopliae.
Αποτελέσματα πειραμάτων:
Στην θερμοκηπιακή καλλιέργεια της πιπεριάς στο  Campo της Καρθαγένης (Murcia), επιτεύχθηκε ολοκληρωμένη αντιμετώπιση εντόμων και ασθενειών σε άνω του 80% της καλλιεργούμενης περιοχής. Η F. occidentalis και ο TSWV περιορίζουν την καλλιέργεια της πιπεριάς, γι’ αυτό και είναι ουσιαστική η αντιμετώπιση των θριπών, προκειμένου να αποφευχθεί η επέκταση του ιού.
Για να αντιμετωπιστεί με φυσικό τρόπο ο πληθυσμός του F. occidentalisελευθερώνονται στα θερμοκήπια τα Neoseiulus cucumerisOrius laevigatus και Orius albidipennis. Τα Neoseiuluscucumeris είναι σε πακέτα, τοποθετημένα σε κάθε φυτό (1 πακέτο ανά 3-5 φυτά), σε διακλαδώσεις όταν ανοίγουν τα πρώτα άνθη. Η απελευθέρωση του Orius laevigatus γίνεται όταν η μέση θερμοκρασία είναι 18-20ºC. Όταν το O. laevigatus δεν ανταποκρίενται καλά, ελευθερώνεται το Oriusalbidipennis, είδος που αντέχει τις υψηλές θερμοκρασίες του τέλους της άνοιξης και του καλοκαιριού.



Αλευρώδης βαμβακιού
ΕΝΤΟΜΟ: Cotton αλευρώδης (Bemisia tabaci Gennadius)
Ξενιστές:
Ο αλευρώδης είναι εξαιρετικά πολυφάγο έντομο, που εντοπίζεται σε πολυάριθμα είδη, σε λαχανικά, ζιζάνια και ποικίλα καλλωπιστικά φυτά.
Σπουδαιότητα:
Η Bemisia tabaci προκαλεί μελίττωμα που λειτουργεί ως διάμεσο για την ανάπτυξη μυκήτων καπνιάς, οι οποίοι παρενοχλούν το καλλιεργητικό έργο, προκαλούν αναστολή της ανάπτυξης του φυτού και μειώνουν την εμπορική αξία του καρπού.
Συμπτώματα:
Η κάμπια και το ενήλικο έντομο τρέφονται απομυζώντας τον οπό από το φύλλο. Όταν ο πληθυσμός είναι πυκνός, η Bemisia tabaci προκαλεί αποδυνάμωση του φυτού, χλώρωση και ξήρανση των φύλλων.
Η παραγωγή μελιττώματος από την κάμπια προκαλεί ανάπτυξη μυκήτων καπνιάς στα φύλλα, τα άνθη και τους καρπούς, καθιστά δύσκολη τη φωτοσύνθεση και οδηγεί σε ποιοτική υποβάθμιση της καλλιέργειας.
Περιγραφή εντόμου:
Τα εξελικτικά στάδια του B.tabaci είναι: αυγό, κάμπια, χρυσαλλίδα και ενήλικο. Το στάδιο της κάμπιας έχει τρεις φάσεις, ΚI, ΚII και ΚIII.
Το αυγό είναι μακρουλό ωοειδές, ασύμμετρο, λευκό και καφέ στην άνθιση. Εναποτίθεται όρθιο κάτω από τα φύλλα.
Οι κάμπιες ΚI είναι ελλειψοειδείς, λείες και λευκές προς το κίτρινο ή δίάφανες και ευκίνητες. Έχουν κοντά πόδια και εντοπίζονται κοντά στον τόπο της εναπόθεσης αυγών. Όταν απωλέσουν τα πόδια και τις αρθρώσεις τους, εξελίσσονται σε ΚΙΙ. Το μήκος τους φτάνει τα 0,3 χιλ.
Οι κάμπιες ΚII και ΚIII είναι ακίνητες ενώ το μέγεθός τους αυξμάνεται και το χρώμα τους αλλάζει από ημιδιάφανο σε κρεμ-κίτρινο. Στο πρώτο στάδιο, η χρυσαλλίδα έχει απλά μάτια και είναι κιτρινωπή με κηρώδη τριχίδια. Στο δεύτερο στάδιο το έντομο δεν τρέφεται ενώ υφίσταται μορφολογικούς μετασχηματισμούς, όπως διαφοροποίηση σώματος στο κεφάλι, θώρακα και υπογάστριο. Τα σύνθετα μάτια εμφανίζονται στο κεφάλι, πόδια και αρθρώσεις διαφοροποιούνται ανάλογα με το φύλο.
Το ενήλικο προκύπτει από το άνοιγμα του κουκουλιού σε σχήμα  T. Έχει χρώμα κίτρινο και λευκή σκόνη. Τα σύνθετα μάτια του είναι βαθυκόκκινα έως μαύρα, το κεφάλι τριγωνικό, και το στόμα έχει προβοσκίδα για να δαγκώνει και ν’ απομυζά. Έχει 3 ζεύγη ποδιών στο θώρακα, ενώ το υπογάστριο διαιρείται σε 8 τμήματα. Τα φτερά είναι μεμβρανώδη. Τα ενήλικα του  B. tabaci έχουν μήκος περίπου 1 χιλ.
Ενήλικα Bemisia tabaci



Βιολογικός κύκλος:

Ο βιος του ενήλιου θηλυκού κυμαίνεται από 15,4 ημέρες στους 28º έως 30,1 ημέρες στους 16ºC, με πρότερη περίοδο εναπόθεσης μεταξύ 2 και 4 ημερών. riod between 2 και 4 ημέρες (Enkegaard, 1990). Ο μέσος όρος γονιμότητας είναι μεταξύ 2,5 και 7,1 αυγών / θηλυκό και ημέρα (Enkegaard, 1990) και η συνολική γονιμότητα είναι  300 αυγά / θηλυκό (Hendi κ.ά., 1987)
Ο αριθμός των γενεών κατ’ έτος εξαρτάται από τη θερμοκρασία, στο θερμοκήπιο ενδέχεται να υπάρχει επικάλυψη γενεών, να εμφανιστούν μέχρι και 10 γενιές σ’ ένα χρόνο.

Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα:
· Εφαρμογή εντομοκτόνων επαφής με προϊόντα που βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα του εντομοκτόνου, στο κάτω μέρος των φύλλων.
· Συνιστώμενα δραστικά συστατικά: summer oil, alfa-cipermetrin, azadiractina, bifentrin, buprofezin, imidacloprid, lambda-cihalotrin, methyl-pirimifos+buprofezin, oxamilo, pimetrocina, piridaben, piriproxifen, tau-fluvalinato, teflubenzuron, tiacloprid, tiamethoxam, zeta-cipemetrin.
· Η αποτελεσματικότητα των χημικών μέτρων εξαρτάται από την εναλλαγή των δραστικών συστατικών για ν’ αποφευχθεί η ανάπτυξη αντιστάσεων, καθώς και την εφαρμογή τους στην αρχή, όταν το έντομο πρωτοεμφανίζεται στην καλλιέργεια.
 b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια:
· Χρήση φυτών χωρίς αλευρώδη έντομα, από επίσημα φυτώρια.
· Χρήση δικτύου προστασίας από τα έντομα στα ανοίγματα εξαερισμού των θερμοκηπίων.
· Πλήρης εξουδετέρωση των υπολειμμάτων προηγουμένων καλλιεργειών.
· Έλεγχος ζιζανίων που λειτουργούν ως δεξαμενές αποθήκευσης των εντόμων
· Χρήση χρωμοτροπικών μπλε παγίδων στο ίδιο ύψος της καλλιέργειας.
· Σωστή χρήση αζωτούχων λιπασμάτων.
 c) Βιολογικός έλεγχος:
 Η Bemisia tabaci έχει φυσικούς εχθρούς, που βοηθούν στην αντιμετώπιση του πληθυσμού της.   
Διώκτες:
 · Macrolophus caliginosusDicyphus tamaniniiCyrtopeltis tenuis.
· Orius laevigatusO. MajusculusO. Niger.
Παράσιτα:
· Encarsia formosaEncarsia transvenaEncarsia luteaEncarsia tricolorEretmocerus eremicusEretmocerus mundus.

Εντομοπαθογενικοί μύκητες:
· Aschersonia aleyrodisPaecilomyces fumosoroseusVerticillium lecanii και Beauveria bassia.
Αποτελέσματα πειραμάτων:
Τα πειράματα πραγματοποιήθηκαν θερμοκήπια του Campo Καρθαγένης (Murcia) για να ερευνηθεί το δυναμικό του πληθυλσμού του εντόμου και οι ιδανικές συνθήκες εξέλιξής του πάνω στο φυτό  (Fernández κ.ά., 2002a; Miguel κ.ά., 2003).
Η εξέλιξη των ενηλίκων σε θερμοκήπιο έδειξε τρια διαφορετικά στάδια. Το πρώτο στάδιο, χωρίς το έντομο, ήταν ο έλεγχος από την αρχή μέχρι τα μέσα του Μάη. Το δεύτερο στάδιο αρχίζει με αργή ανάπτυξη μέχρι μέσα Ιουνίου. Στο τελευταίο στάδιο με μέση θερμοκρασία περίπου 27ºC (ιδανική θέρμοκρασία για τον πολλαπλασιασμό του εντόμου) παρουσιάζεται δημογραφική έκρηξη τουB. tabaci.
Τα ενήλικα τοποθετούνται κυρίως στις άνω ζώνες του φυτού, ενώ στα υπόλοιπα μέρη του φυτού ο πληθυσμός είναι μικρότερος και οι αλλαγές λιγότερο σημαντικές. Ο μέγιστος πληθυσμός ανέρχεται σε 20 ενήλικα έντομα/φύλλο.
Οι κάμπιες τοποθετούνται στα μέσον του φυτού όταν είναι στο πρώτο στάδιο, και στο κάτω μέρος του φυτού στο τελευταίο στάδιο. Σ’ αυτή την περιοχή εντοπίζεται μεγάλος αριθμός εντόμων. Αυτή η κατανομή οφείλεται στις συνήθειες εναπόθεσης από τα θηλυκά, στην μειωμένη κινητικότητα της κάμπιας, και στην ανάπτυξη του ξενιστή.
Η σύγκριση αποτελεσματικότητας μεταξύ Eretmocerus eremicus και Eretmocerus mundus έγινε στο Campo της Καρθαγένης (Murcia), στα θερμοκήπια πιπεριάς. Αυτές οι μελέτες αποτελεσματικότητας είχαν σκοπό να υπολογίσουν την αποτελεσματικότητα τόσο των παρασίτων όσο και τον ανταγωνισμό μεταξύ των ειδών. (Fernández κ.ά., 2002b; Fernández κ.ά., 2003).
Τα αποτελέσματα δείχνουν πως το Eretmocerus mundus (εγγενές παράσιτο) είναι το κύριο είδος. Αυτό το παράσιτο εδειξε τα καλύτερα αποτελέσματα στο στάδιο κάμπιας του B. tabaci. Το Eretmocerus eremicus δεν έδειξε ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Το κρατούν επίπεδο παρασιτισμού ήταν υψηλό σε όλη την περίοδο, με μέγιστο ποσοστό το 100%. Οι κάμπιες του B. tabaciπαρασιτίζονταν από το Eretmocerus mundus.
Οι παρασιτικές χρυσαλλίδες εμφανίζονταν στην πρώτη δειγματοληψία με ποσοστά μεγαλύτερα του 30%. Σε όλη την περίοδο, το επίπεδο παρασιτισμού ήταν μεγάλο (μέσος όρος 80%) (Πίνακας 4), ενώ παρόμοια αποτελέσματα είχαν και οι έρευνες των Rodríguez κ.ά.,1994; González κ.ά., 1996 στην Almeria και Fernández κ.ά., 2003b στη Μούρθια.
Κάμπιες
ΕΝΤΟΜΟ: Κάμπιες (Spodoptera exigua Hübner; Pyrausta nubilalisHelicoverpa armigera Linnaeus, Spodoptera littoralisBoisduval). Κάμπιες εδάφους (Agrotis sp.)
Ξενιστές:
Πρόκειται για είδος πολυφάγο, με παγκόσμια διασπορά, που επιτίθεται σε διάφορα φυλλώδη και καλλωπιστικά φυτά και ζιζάνια.
Σπουδαιότητα:
Οι κάμπιες είναι πολύ σημαντικά έντομα για την καλλιέργεια της πιπεριάς. Χρειάζονται πολλές θεραπείες φυτοϋγείας για να αποφευχθούν οι οικονομικές απώλειες. Τα είδη S. Exigua και P. nubilalis είναι τα πιο επιβλαβή για τις εντατικές καλλιέργειες της Ισπανίας.
Συμπτώματα:
 
Τα Spodoptera exiguaSpodoptera littoralis και Helicoverpa armigera προκαλούν βλάβες όταν βρίσκονται σε στάδιο χρυσαλλίδας, επειδή όταν μασούν αφήνουν παρέγχυμα. Όταν οι κάμπιες φτάνουν στο τελευταίο επίπεδο χρυσαλλίδας, έχουν φάει όλες τις άκρες του φύλλου. Μπορούν ακόμα να διατρυπήσουν τους καρπούς στο άνω μέρος του φυτού.




Η Pyrausta nubilalis είναι από τα πρώτα ακόμα στάδια εξέλιξης, έντομο που διατρυπά. Στο στάδιο χρυσαλλίδας επιτίθεται στο κοτσάνι και τους καρπούς, ειδικά τους πιο ανεπτυγμένους. Εισχωρεί στον καρπό, κοντά στο μίσχο και τον διατρυπά, προκαλώντας τη σήψη του.


Οι ζημιές που προκαλούνται από το Agrotis sp. είναι σοβαρές στα νεαρά φυτά, αφού οι κάμπιες διατρυπούν το μίσχο τους που σπάει και προκαλεί νέκρωση του φυτού. Η κάμπια καταστρέφει τις ρίζες των ενήλικων φυτών, επειδή τις γεμίζουν τρύπες.
Οι επιθέσεις μπορεί να εντοπιστούν είτε σε μερικά φυτά είτε σε όλη την καλλιέργεια.
Περιγραφή εντόμου:
Τα αυγά των Spodoptera sp. είναι σφαιρικά και σχηματίζουν μικρές άσπρες ομάδες συνήθως στο κάτω μέρος των νεαρών φύλλων.
Οι κάμπιες φτάνουν σε μήκος τα 3,5-4 εκ. στο τελευταίο στάδιο της ανάπτυξής τους. Έχουν μικρό, μυτερό, καφεπράσινο κεφάλι. Μερικές φορές το κεφάλι έχει στο πλάι μια μαύρη γραμμή.
Το σώμα είναι μυτερό και το πίσω μέρος μεγαλύτερο. Οι χρυσαλλίδες έχουν τρία ζεύγη πράσινων θωρακικών ποδιών και τρία ζεύγη ψευδοποδών στο υπογάστριο. Το σώμα είναι πολύ έντονο πράσινο. Είναι μοναχικές και δραστηριοποιούνται τη νύχτα.
Tο κουκούλι είναι πράσινο στην αρχή κι αργότερα μετατρέπεται σε καφέ. Αναπτύσσεται μέσα στο χώμα. Τα ενήλικα του S. littoralis είναι γκριζοπράσινα, με ροζ ζώνες στα μπροστινά φτερά και το θώρακα. Τα πίσω φτερά είναι λευκά. Στα μπροστινά φτερά υπάρχουν τέσσερα στίγματα, χαρακτηριστικά του είδους.
Τα ενήλικα του S. exigua έχουν φτερά με μήκος 4-4,5 εκ. Τα πίσω φτερά είναι ανοιχτοκάστανα και στις άκριες σκουρότερα. Τα μπροστινά φτερά είναι πορτοκαλοκόκκινα ή καφέ με κάποιες σκουρότερες ζώνες.
Το H. armigera μπορεί να έχει ανοιχτοκάστανο, κίτρινο, γκριζοπράσινο ή κοκκινωπό σώμα και μπροστινά φτερά. Σ’΄αυτά τα φτερά εμφανίζονται μαύρα στρογγυλα στίγματα. Τα πίσω φτερά είναι κυρίως λευκά.
Τα ενήλικα P. nubilalis έχουν ανοιχτό χρώμα ώχρας με κάποιες ακανόνιστες σκούρες γραμμές. Τα αυγά είναι λευκά και επίπεδα, ενώ εναποτίθενται συνήθως στα φύλλα. Η κάμπια΄εχει μήκος 2,5 εκ. και χρώμα γκρι-ροζ με μια σκούρα γραμμή στο πίσω μέρος. η χρυσαλλίδα είναι μικρή  (15 εκ. σε μήκος), καφεκίτρινη ή κοκκινωπή.

Τα αυγά της Agrotis sp. είναι σφαιρικά, ελαφρώς επίπεδα, λευκά και αυλακωτά. Τα θηλυκά τοποθετούν τα αυγά τους στο κάτω μέρος των φύλλων ή κοντά στη βάση του φυτού, πάνω στο έδαφος.
Το έντομο έχει 6-7 στάδια κάμπιας. Οι κάμπιες είναι κυλινδρικές, παχιές, γκριζωπές με μακριές ανοιχτότερες γραμμές. Η επιφάνεια του σώματος είναι ίσια με μαύρα στίγματα παντού. Η κάμπια΄εχει 5 ζεύγη ποδιών ή μικρά ψευδοπόδια.
Η χρυσαλλίδα είναι σκουροκόκκινη ή κιτρινωπή, με μήκος 2 εκ. Τα ενήλικα έχουν πίσω λευκά φτερά με γκρίζες άκρες. Τα μπροστινά φτερά είναι γκρίζα ή καφέ, τριγωνικά με δυο χαρακτηριστικά σημάδια.
Βιολογικός κύκλος:
Η κάμπια έχει τα εξής εξελικτικά στάδια: αυγό, κάμπια, χρυσαλλίδα και ενήλικο.
Η S. littoralis διαχειμάζει ως χρυσαλλίδα και τα ενήλικα προβάλλουν την άνοιξη. Η κάμπια εμφανίζεται 3-5 ημέρες μετά την εναπόθεση των αυγών. Στα πρώτα στάδια τα έντομα ζουν σε σμήνος αλλά αργότερα γίνονται μοναχικά. Δραστηριοποιούνται τη νύχτα, κι όχι την ημέρα. Όταν η κάμπια ενοχλείται, περιτυλίγεται και πέφτει στο χώμα. η χρυσαλλίδα παραμένει θαμένη στο χώμα. Τα ενήλικα εμφανίζονται 15 μέρες μετά τη δημιουργία του κουκουλιού και επίσης δραστηριοποιούνται τη νύχτα. Συνήθως υπάρχουν δυο γενιές κατ’ έτος. Όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες είναι ιδανικές, φθάνουν τις 6 γενιές κατ’ έτος.
Η S. exigua διαχειμάζει σε στάδιο κάμπιας.  Στην αρχή ζει σε σμήνη και αργότερα κατά μόνας. Η κάμπια είναι δραστήρια κυρίως τη νύχτα, όπως το ενήλικο έντομο. Ο αριθμός των κατ’ έτος γενεών ποικίλει μεταξύ 2 και 8, ανάλογα με το κλίμα. Σε υποτροπικές ζώνες, ο κύκλος ζωής είναι διαρκής στη διάρκεια του έτους. Τα ενήλικα ζουν ακόμα και το χειμώνα.
Το H. armigera διαχειμάζει ως χρυσαλλίδα στο έδαφος. Τα ενήλικα εμφανίζονται την άνοιξη ενώ ο αριθμός γενεών κατ’ έτος και ο βιολογικός κύκλος εξαρτώνται από τη θερμοκρασία.
 Το P. nubilalis περνά το χειμώνα ως κάμπια. Εναποθέτει αυγά στο κάτω μέρος των φύλλων.
Το Agrostis sp. έχει μόνο μια γενιά κατ’ έτος στα ήπια κλίματα, ενίοτε και δύο γενιές. Η διάρκεια της επώασης εξαρτάται από τη θερμοκρασία και μπορεί να εκτείνεται από δύο ημέρες μέχρι δύο εβδομάδες. Η εξέλιξη των διαφορετικών σταδίων κάμπιας διαρκεί 25-30 ημέρες. Η χρυσαλλίδα σχηματίζεται στο χώμα και εξελίσσεται, ανάλογα με τη θερμοκρασία, σε χρονικό διάστημα 1-8 εβδομάδες. Τα ενήλικα εναποθέτουν τα αυγά τους στα φύλλα ή το χώμα κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα:
Η επιλογή εντομοκτόνου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως η τοποθεσία, η καλλιέργεια, οι συνθήκες βλάστησης, το στάδιο εξέλιξης του εντόμου και το είδος του εντόμου που προκαλεί τη ζημιά.
Τα χημικά προϊόντα πρέπει να εφαρμόζονται στο κάτω μέρος των φύλλων, δεδομένων των συνηθειών σίτισης της κάμπιας. Τα εντομοκτόνα που αναστέλλουν την ανάπτυξη, αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις αποφυλλωτικές κάμπιες και δεν επιδρούν στην ευνοϊκή πανίδα.
Το Bacillus thuringiensis θεωρείται βιολογικό εντομοκτόνο. Έχει τα μεγαλύτερα επίπεδα αποτελεσματικότητας όταν εφαρμόζεται στα πρώτα στάδια εξέλιξης της κάμπιας.
Συνιστώμενες δραστικές ουσίες: azdiractin, betaciflutrin, ciflutrin, deltametrin, esphenvalerate, flufenoxuron, hexaflumuron, idoxacarb, lambda cyhalotrin, lufenuron, spinosad, tebufenocide, teflubenzuron, trichlorphon (feed).
b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια:
· Τοποθέτηση δικτύου στα ανοίγματα εξαερισμού του θερμοκηπίου για να παρεμποδιστεί η πρόσβαση στα ενήλικα έντομα.
· Εξουδετέρωση ζιζανίων και υπολειμμάτων καλλιεργειών.
· Παρακολούθηση πρώτων σταδίων εξέλιξης γιατί αργότερα οι βλάβες μπορεί να είναι μη αναστρέψιμες.
· Χρήση παγίδων φερομόνης για τη σύλληψη των εντόμων και μελέτη του πετάγματος των ενηλίκων.
c) Βιολογικός έλεγχος.
Παράσιτα
· Trichogramma spp., Apantelles plutellaHyposoter dydimatorCotesia marginiventris.
Διώκτες
· Chysoperla carneaCoccinella septempunctataOrius sp.
Βιολογικά προϊόντα
· Bacillus thuringiensis.
Εντομοπαθογενικοί ιοί
· Nuclear polihedrosis Baculovirus
  
Λυριόμυζα
ΕΝΤΟΜΟ: Miner fly ( Liriomyza bryoniane Kalt., Liriomyza huidobrensis Blanchard, Liriomyza trifolii Burgess)
Ξενιστές:
Είδος πολυφάγο που αναπτύσσεται σε καλλιέργειες λαχανικών (φασόλι, τομάτα, αγγούρι, πιπεριά, μελιτζάνα, πεπόνι, καρπούζι και σέλινο) και καλλωπιστικά φυτά (ζέρμπερα και χρυσάνθεμο).
Σπουδαιότητα:
Είναι έντομο μεσαίας σπουδαιότητα και δεν περιορίζει τη βιωσιμότητα της καλλιέργειας εκτός κι αν πρόκειται για εξαιρετικά εκτεταμένη μόλυνση.
Συμπτώματα:
Ζημιές προκαλούν τα ενήλικα έντομα και οι κάμπιες. Τα ενήλικα δαγκώνουν τα φύλλα για να τραφούν και εναποθέτουν πάνω τους αυγά. Οι κάμπιες τρέφονται με το παρέγχυμα του φύλλου και σκάβουν στοές που γίνονται νεκρωτικές περιοχές και παίρνουν χρώμα καφέ. Αυτές οι στοές προκαλούν απώλεια της ικανότητα φωτοσύνθεσης των φύλλων. Όταν η μόλυνση είναι εκτεταμένη, τα φύλλα ξεραίνονται.
Περιγραφή εντόμου:
Τα έντομα περνούν από στάδιο αυγού, τρία στάδια κάμπιας, στάδιο χρυσαλλίδας και ενηλίκου. Το αυγό έχει μήκος 0,28 χιλ. είναι διάφανο στα πρώτα στάδια και κρεμώδες στο τέλος. Τα αυγά τοποθετούνται στο κάτω μέρος των φύλλων.
Οι κάμπιες έχουν μήκος 3-3,5 χιλ. και χρώμα κιτρινωπό (L. trifolii) ή λευκό του γάλακτος (τα υπόλοιπα είδη).
Η χρυσαλλίδα είναι κίτρινη (L. trifolii) έως καφεκόκκινη (τα άλλα είδη) κι έχει μήκος 2 χιλ.
Το ενήλικο έχει μήκος 1,5 -2,3 χιλ., είναι κιτρινωπό με μαύρα στίγματα και τα φτερά είναι ανοιχτόχρωμα στο L. trifolii και σκούρα στο L. huidobrensis. Το θηλυκό είναι μεγαλύτερο από το αρσενικό και το όργανο εναπόθεσης αυγών είναι σχεδόν κωνικό και μαύρο
Βιολογικός κύκλος:
Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου ποικίλει ανάλογα με τη θερμοκρασία, την υγρασία και το φως. Διαφορές σημειώνονται και μεταξύ ειδών.
Οι γενιές επικαλύπτονται όλο το χρόνο. Με ιδανικές συνθήκες, εμφανίζονται 9-10 γενιές το χρόνο. Η πυκνότητα του πληθυσμού εξαρτάται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες και τη διατροφή.


Control:
a) Χημικά μέτρα:
Χρήση εγγυημένων εντομοκτόνων και προσπάθεια εναλλαγής τους, για να αποφευχθεί η ανάπτυξη αντιστάσεων.
Συνιστάται η εφαρμογή εντομοκτόνων που υγραίνουν τις δύο πλευρές του φύλλου. Συνιστώμενα δραστικά συστατικά: Acefate, pirazofos, abamectin, quinalfos, cyromacin.
b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια
· Πρόληψη στα πρώτα στάδια της καλλιέργειας
· Απομάκρυνση ζιζανίων και υπολειμμάτων καλλιεργειών γιατί τα έντομα επιζουν σ’ αυτά.
· Τοποθέτηση κίτρινων παγίδων στο θερμοκήπιο, για την ανίχνευση ενηλίκων.
· Χρήση δικτύου στα ανοίγματα εξαερισμού του θερμοκηπίου
c) Βιολογικός έλεγχος.
Τα ενήλικα Diglyphus isaea έχουν χρησιμοποιηθεί με επιτυχία στα θερμοκήπια της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης και στα Κανάρια Νησιά. Το D. isaea είναι παράσιτο και διώκτης της κάμπιας. Το Dacnusa sibirica είναι το συνηθέστερο είδος στη Ν.Α.Ισπανία.
A:Dacnusa sibirica; B: Diglyphus isaea
  
Αφίδες
ΕΝΤΟΜΟ: Αφίδες (Myzus persicae Sulzer, Aphis gossypii Glover, Aulacorthum solani Kaltenbach, Macrosyphum euphorbiaeTomas).
Ξενιστές:
Οι αφίδες είναι πολυφάγα έντομα που παρασιτίζουν πολλές καλλιέργειες (οπωροφόρα, λαχανικά, εσπεριδοειδή, φυλλώδη κλπ.) καθώς και ζιζάνια.
Σπουδαιότητα:
Οι αφίδες προκαλούν σημαντικές ζημιές στις πιπεριές και μειώνουν την εμπορική αξία του καρπού. Οι αφίδες μεταφέρουν διάφορους ιούς προκαλώντας προβλήματα σε κάποιες περιοχές καλλιέργειας.



Συμπτώματα:
Οι αφίδες τρέφονται με τα όργανα των νεαρών φυτών Η απορρόφηση οπού στην οποία προβαίνουν προκαλεί γενική αποδυνάμωση του φυτού και κιτρίνισμα. Κάποια είδη εισάγουν τοξικά συστατικά στο φυτό καθώς τρέφονται και προκαλούν παραμόρφωση των φύλλων.
Το Aulacorthum solani δαγκώνοντας προκαλεί χλωρωτικές κηλίδες, φυλλόρροια, αδυναμία και αναστολή ανάπτυξης. Οι αφίδες εκκρίνουν άφθονο μελίττωμα που λειτουργεί ως μέσο για την ανάπτυξη μυκήτων καπνιάς. Αυτή η καπνιά καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας του φύλλου και δυσκολεύει την ανταλλαγή αερίων και τη φωτοσύνθεση. Αυτός ο μύκητας όταν εμφανιστεί στους καρπούς, τους υποβαθμίζει ποιοτικά κι εμπορικά.  
Κάποια είδη μεταβιβάζουν στην πιπεριά ασθένειες: τον ιό της πατάτας Y (PVY), τον Ιό μωσαϊκού αγγουριάς (CMV).
Περιγραφή εντόμου:
aMyzus persicae:
Τα ενήλικα παρθενογενετικά άπτερα έχουν χρώμα κιτρινοπράσινο ή καφέ και μήκος 1,2 - 2,5 χιλ. Οι κεραίες τους συγκλίνουν. Οι κεραίες είναι πιο ανοιχτόχρωμες από το σώμα και σχεδόν στο ίδιο μήκος. Έχει ανοιχτόχρωμα πόδια και τριγωνική ουρά με 58 τριχίδια. Το ενήλικο παρθενογενετικό με φτερά, έχει χρώμα παρόμοιο μ’ εκείνο των απτέρων, αλλά το κεφάλι και ο θώρακας είναι πιο σκούρα. Το μέγεθος είναι σχεδόν σαν του άπτερου αλλά οι κεραίες είναι πιο σκούρες και μακριές απ’ ό,τι το σώμα. Η ουρά έχει έξι τριχίδια.

b)Aphis gossypii:
Τα ενήλικα παρθενογενετικά άπτερα έχουν σώμα σε πολλούς τόνους του πράσινου και μήκος 1,4-2 χιλ. Οι κεραίες είναι μακρύτερες από το σώμα.
Τα ενήλικα παρθενογενετικά με φτερά έχουν μήκος 1,1 - 2,1 χιλ. Το κεφάλι και ο θώρακάς τους είναι σκούρα, ενώ το υπογάστριο σκουροπράσινο. Τα πόδια, οι κεραίες, τα φτερά και η ουρά είναι πιο ανοιχτόχρωμα από το υπόλοιπο σώμα.


cMacrosiphum euphorbiae:
Οι νεογέννητες νύμφες είναι πράσινες με σκούρα μάτια και άκρα. Η άπτερη νύμφη έχει τέσσερα στάδια και είναι ανοιχτοπράσινη η ανοιχτορόδινη.
Τα ενήλικα άπτερα είναι ανοιχτοπράσινα και μερικές φορές ροζ, είναι μακρόστενα με μήκος 2-4 χιλ. Οι κεραίες τους μερικές φορές υπερβαίνουν σε μήκος το σώμα. Τα πόδια και η ουρά είναι μακριά. Το πρώτο ζεύγος ποδιών εκτείνεται προς τα μπρος, ενώ το τρίτο προς τα πίσω.
Οι νύμφες είναι παρόμοιες με τα άπτερα. Έχουν καφεκίτρινες κεραίες και πόδια. Τα ενήλικα με φτερά είναι πράσινα ή ροζ και ο θώρακάς τους έχει χρώμα καραμέλας. Οι κεραίες είναι μακρύτερες από το σώμα, τα πόδια με σκούρες αρθρώσεις. Υπάρχουν δέκα τριχίδια στην ουρά.
d) Aulacorthum solani:
Ωοειδές-στρογγυλό, με μήκος 1,8-3 χιλ., πράσινο, κιτρινωπό ή ανοιχτοκάστανο. Δεν έχει μαύρα στίγματα στην πλάτη. Οι κεραίες είναι μακριές με μαύρες λωρίδες. Η ουρά έχει μέσο μήκος. Είναι πάντα ζωοτόκο (δεν έχει σεξουαλικό στάδιο).



Βιολογικός κύκλος:
a) Myzus persicae:
Παγκόσμια διασπορά, πολυφάγο είδος. Κύριοι ξενιστές του είναι τα είδη της δαμασκηνιάς. Τα αυγά του Myzus persicaeεναποτίθενται στο τέλος του χειμώνα. Ύστερα τα έντομα πηγαίνουν σε δευτερεύοντες ξενιστές όταν η θερμοκρασία ανεβαίνει (άνοιξη). Πολλές γενιές αναπτύσσονται στους δευτερεύοντες ξενιστές. Τα νέα αυγά τοποθετούνται στους πρώτους ξενιστές πάλι το φθινόπωρο.
Ιδεώδης θερμοκρασία, αυτή των 26ºC. Σε θερμοκρασία 24ºC, ο κύκλος διαρκεί 7 ημέρες. Όταν υπερβεί τους 30ºC, το έντομο δεν αναπαράγεται (Belda, 1991).
bAphis gossypii:
Συμπεριφέρεται ως μη ολοκυκλικό σε ήπια ή κρύα κλίματα. Το Aphis gossypii αντέχει τις υψηλές θερμοκρασίες και αναπαράγεται εύκολα στα θερμοκήπια. Ο βιολογικός του κύκλος διαρκεί περίπου 7 ημέρες στους 21ºC (Belda, 1991).
cMacrosiphum euphorbiae:
Ολοκυκλικό σε ήπια ή κρύα κλίματα. Συνεχόμενες μη ολοκυκλικές γενεές έχουν παρατηρηθεί σε δευτερεύοντες ξενιστές σε θερμά κλίματα. Οι αφίδες διαχειμάζουν σε προστατευμένους τόπους. Ιδανική ανάπτυξη στους 25ºC. Όταν η θερμοκρασία ξεπεράσει τους 35ºC, η αναπαραγωγή διακόπτεται.
Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα:
Για να ελεγχθεί η μόλυνση πρέπει να αποστειρώνονται οι πρώτες αποικίες αφίδων. Οι δραστικές ουσίες εξαρτώνται από το είδος της αφίδας που ανιχνεύεται στην καλλιέργεια γιατί συγκεκριμένα είδη έχουν αντιστάσεις σε συγκεκριμε΄να φάρμακα.
Δραστικές ουσίες: summer oil, azadiractin, deltametrin, esphenvalerate, fosalon, imidacloprid, lambda-cihalotrin, oxamyl, pimetrocim, pirimicarb, tricloprid, tiametoxam.
b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια:
· Τοποθέτηση ινώδους δικτύου στα ανοίγματα εξαερισμού του θερμοκηπίου.
· Απομάκρυνση ζιζανίων και υπολειμμάτων καλλιεργειών.
· Κίτρινες χρωμοτροπικές παγίδες για την ανίχνευση της πρώτης μόλυνσης.
c) Βιολογικός έλεγχος:
· Παράσιτα
Τα περισσότερα παράσιτα είναι braconida υμενόπτερα που περιλαμβάνονται στην υπο-οικογένεια Αphidiinae: Aphidius matricariaeAphidius erviAphidius smithiAphidius colemaniLysiphlebus testaceipesPraon volucre, κλπ.
Διώκτες:
Συνήθως είναι τα Chrysopa: Chrysoperla carneaChrysopa formosa; κάποια coccinelida: Coccinella septempunctata και κάποια είδη διπτέρων που ανίκουν στις οικογένειες sirfidae και cecidomida όπως το Aphidoletes aphidimyza.
· Εντομοπαθογενικοί μύκητες: Verticillium lecaniiBeauveria bassiana.

  

Βρωμούσα
ΕΝΤΟΜΟNezara viridula Linneo.
Ξενιστές:Πολυφάγο είδος με παγκόσμια διασπορά. Αναπτύσσεται σε πολλές καλλιέργειες και ζιζάνια.
Σπουδαιότητα:
Συνήθως δε θεωρείται έντομο της πιπεριάς, αλλά η προσβολή από Nezara viridula μπορεί να προκαλέσει ζημιές στην εμπορική αξία των καρπών.
Συμπτώματα:
Τα ενήλικα έντομα και οι κάμπιες απομυζούν το κυτταρικό περιεχόμενο, προκαλώντας αποχρωματισμό και παραμόρφωση των αναπτυσσομένων οργάνων. Οι σημαντικότερες ζημιές προκαλούνται στη διάρκεια της ανάπτυξης στους καρπούς, γιατί γύρω από τα δήγματα των εντόμων δημιουργούνται λευκές ή κιτρινωπές κηλίδες.
Οι κάμπιες δημιουργούν αποικίες σε νεαρά φύλλα και βλαστάρια. Ο μεγαλύτερος αριθμός τους εντοπίζεται το καλοκαίρι ή στην αρχή του φθινοπώρου, όταν ολοκληρώνεται η δεύτερη γενιά (Lacasa, 1990).
Περιγραφή εντόμου:
Τα αυγά είναι κοκκινωπά και κυλινδρικά. Τα θηλυκά εναποθέτουν τα αυγά κάτω από τα φύλλα. Η κάμπια περνά από 5 στάδια. Στα πρώτα στάδια η κάμπια είναι κίτρινη με μαύρα στίγματα. Στα τελευταία στάδια γίνεται σκουρότερη και πρασινωπή (όπως το ενήλικο έντομο, αλλά χωρίς φτερά).Τα ενήλικα είναι πράσινα με κιτρινωπά στίγματα. Το κεφάλι τους είναι μικρό και τριγωνικό, το σώμα σαν ασπίδα και τα πόδια πράσινα. Τα ενήλικα έντομα έχουν προβοσκίδα και το σώμα τους προστατεύεται από ένα κάλυμμα σαν δερμάτινο, ενώ διαθέτουν και φτερά. Το δεύτερο ζεύγος φτερών είναι διάφανο.

Βιολογικός κύκλος:
Στα τροπικά κλίματα, οι γενιές ακολουθούν η μια την άλλη. Σε ήπια ή Μεσογειακά κλίματα, έχουμε κατ’ έτος 2-3 γενιές. Περνούν το χειμώνα σε στάδιο ενηλίκου. Ο πλήρης κύκλος διαρκεί 5-10 εβδομάδες σε ιδανική θερμοκρασία (25ºC). Κάτω των 12ºC, το έντομο δεν αναπτύσσεται.
Αντιμετώπιση
a) Χημικά μέτρα:
Πλέον αποτελεσματική μέθοδος είναι η χημική αντιμετώπιση του Nezara viridula. Η απολύμανση πρέπει να γίνεται όταν το έντομο βρίσκεται σε στάδιο κάμπιας, οπότε πρέπει να υγραίνονται πολύ τα αναπτυσσόμενα όργανα του φυτού.
Δραστικές ουσίες: malation, fenitrotion, diazinon, dimetoate, phosphamidon
b) Βιολογικός έλεγχος:
Το Himenoptera Teleonemus basalis (Woll) είναι μια μικρή μέλισσα που εναποθέτει τα αυγά της μέσα στα αυγά του Nezaraviridula. Αυτή η τεχνική βιολογιμής αντιμετώπισης δεν δείχνει ωστόσο επαρκής για τη μείωση του πληθυσμού του εντόμου.

  
Ψευδόκκοκος
ΕΝΤΟΜΟ: Woodlouse (Pseudococcus affinis Maskell)
Ξενιστές:
Είδος πολυφάγο, που υπάρχει σε πολλές καλλιέργειες: οπωροφόρα (μηλιά, δαμασκηνιά και αμπέλι), λαχανικά (τομάτα, πιπεριά) και καλλωπιστικά. Έχει ανιχνευθεί στην Ευρώπη σε υπαίθριες καλλιέργειες (Μέσογειος και νότιες περιοχές) αλλά και στα θερμοκήπια (ήπια κλίματα) (Bielza κ.ά., 2000)
Σπουδαιότητα:
Θεωρείται εν δυνάμει έντομο που διαταράσσει τις ισορροπίες μεταξύ των άλλων εντόμων.
Συμπτώματα:
Άμεσες ζημιές:
Τα δήγματα του Woodlice προκαλούν παραμόρφωση των αναπτυσσόμενων οργάνων, αναστέλλουν την ανάπτυξη του φυτού, κιτρινίζουν τις κορυφές και προκαλούν μαρασμό, φυλλόρροια και πτώση ανθέων και καρπών. Τα δήγματα από κάμπιες και θηλυκά προκαλούν παραμόρφωση των φύλλων όπως περιστροφή και ανώμαλη εμφάνιση.
Έμμεσες ζημιές:
Το μελίττωμα που προκαλούν οι κάμπιες και τα θηλυκά, λειτουργεί ως μέσο για την ανάπτυξη σαπροφυτικών μυκήτων που μειώνουν την ικανότητα φωτοσύνθεσης.
Περιγραφή εντόμου:
Τα κίτρινα, ελλειψοειδή αυγά εναποτίθενται από τα θηλυκά κάτω από μια λευκή σχάρα. Οι νεογέννητες κάμπιες έχουν κίτρινο σώμα με δύο τρίχες στο πίσω μέρος. Στα μεταγενέστερα στάδια οι κάμπιες αποκτούν χαρακτηριστικό γκρίζο χρώμα. Οι χρυσαλλίδες είναι κοκκινωπές και προστατεύονται από ένα κουκούλι που παράγει η κάμπια. Το ενήλικο αρσενικά έχει σώμα κόκκινο με πιο ανοιχτόχρωμο υπογάστριο και δύο γκρίζα φτερά, μακρύτερα από το σώμα.

Βιολογικός κύκλος:
Ο μέγιστος πληθυσμός εντοπίζεται το καλοκαίρι. Στον Ισπανικό νότο ανιχνεύονται πολλές υπερκαλύψεις γενεών στα θερμοκήπια.
Το Woodlouse αναπτύσσεται σε θερμοκρασία 18-33ºC (Islam κ.ά., 1995). Οι χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα επιβραδύνουν την ανάπτυξή του, αν και τις αντέχει  (Hoy και Whiting, 1997). Tο έντομο αυτό είναι λιγότερο ανθεκτικό σε υψηλές θερμοκρασίες. Τα ενήλικα θηλυκά θεωρούνται το ανθεκτικότερο στάδιο (Whiting και Hoy, 1997). Ιδεώδεις συνθήκες για τον πολλαπλασιασμό και την εξέλιξή του διαμορφώνονται σε θερμοκρασία 25-30ºC και υψηλή σχετική υγρασία ( Bielza κ.ά., 2000)
Αντιμετώπιση
a)      Χημικά μέτρα.
Η θέση του Woodlouse στα φύλλα (κάτω μέρος φύλλων, καρποί, κάλυκες κλπ.) και η προστασία θηλυκών και αυγών (ινώδες κουκούλι), καθιστά δύσκολη την επαφή μεταξύ εντομοκτόνου και εντόμου.
b)      Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια.
Απομάκρυνση ζιζανίων από το θερμοκήπιο
Καθαρισμός της περιοχής καλλιέργειας
c)      Βιολογικός έλεγχος.
Συγκεκριμένοι διώκτες (Cryptolaemus montrouzieri) και παράσιτα (Leptomastix dactylopii) χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του Planococcus citri Mc Gregor χωρίς ικανοποιητικά αποτελέσματα.

  
Κόκκινο άκαρι
ΕΝΤΟΜΟ: Κόκκινο άκαρι (Tetranychus urticae Koch).
Ξενιστές:
Πολυφάγο, είδος με μεγάλη διασπορά, ιδιαίτερα σε θερμά ή εύκρατα κλίματα.
Συμπτώματα:

Οι ζημιές προέρχονται από τα δήγματα του εντόμου και την απομύζηση κυτταρικών χυμών. Οι προσβεβλημενοι ιστοί κιτρινίζουν κι ύστερα γίνονται καστανοί.  Το άκαρι αυτό εποικίζει το κάτω μέρος των φύλλων. Στα φύλλα αναπτύσσονται περιοχές κιτρινωπές ή κοκκινωπές. Στη σοβαρή μόλυνση,  επηρεάζεται ολόκληρο το φυτό. Η ανάπτυξη διακόπτεται και το φυτό καλύπτεται από συμπαγές ιστό αράχνης.

Περιγραφή εντόμου:
Τα αυγά είναι σφαιρικά, με μήκος 0.12-0.14 χιλ., διάφανα στα πρώτα στάδια, και στη συνέχεια αδιαφανή και υαλώδη. Τα αυγά εναποτίθενται κάτω από τα φύλλα.
Οι κάμπιες είναι σφαιρικές, με μήκος 0.15 χιλ. Στα πρώτα στάδια είναι διάφανες με σκουροκόκκινα μάτια. Το χρώμα διαφέρει από το ένα στο άλλο εξελικτικό στάδιο, από ανοιχτοπράσινο, κίτρινο, καστανό ή σκούρο πράσινο. Η κάμπια παραμένει ακίνητη με τα πόδια βυθισμένα στην επιφάνεια του φυτού όταν επίκειται η νύμφωση.
Η νύμφωση διαιρείται σε στάδιο πρωτονύμφης και δευτερονύμφης. Σαν πρωτονύμφη, το έντομο είναι μεγαλύτερο από την κάμπια και έχει τέσσερα ζεύγη ποδιών (ενήλικο στάδιο). Το χρώμα ποικίλει από ανοιχτοπράσινο έως λαμπερό πράσινο.
Ως δευτερονύμφη το έντομο είναι μεγαλύτερο από την πρωτονύμφη κι έχει παρόμοιο χρώμα και τον ίδιο αριθμό ποδιών. Σ’ αυτό το στάδιο, διακρίνουμε το αρσενικό από το θηλυκό.
Τα ενήλικα θηλυκά έχουν μήκος 0.5 χιλ. και πλάτος 0.3 χιλ. Το χρώμα τους ποικίλει (κιτρινωπό, πράσινο, κοκκινο-πορτοκαλί, κόκκινο) πάντα όμως έχουν δύο παράλληλα σκούρα σημάδια στην πλάτη. Το θηλυκό είναι ωοειδές.
Το αρσενικό έχει σώμα στενό με μυτερό υπογάστριο. Το χρώμα του είναι ανοιχτότερο απ’ εκείνο του θηλυκού. Έχει μήκος 0,3 χιλ. και πόδια αναλογικά μακρύτερα από του θηλυκού.
Bioλογικός κύκλος:
Ό κύκλος έχει 5 εξελικτικά στάδια: αυγό, κάμπια, πρωτονύμφη, δευτερονύμφη και ενήλικο έντομο. Η εξέλιξη του βιολογικού κύκλου είναι ταχύτατη. Από αυγό σε ενήλικα, περνούν μόνο 10-15 ημέρες στους 25ºC και 80 % σχετική υγρασία. Ο κύκλος του αρσενικού είναι 1-2 ημέρες συντομότερος από του θηλυκού.   
Οι γενιές διαδέχονται γρήγορα η μια την αλλη σε ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Η ανάπτυξή τους περιορίζεται σε θερμοκρασία άνω των  40ºC και διακόπτεται κάτω από τους 12ºC.

Αντιμετώπιση:
a)      Χημικά μέτρα:
 Το κόκκινο άκαρι αναπτύσσει αντίσταση σε διάφορα είδη εντομοκτόνων. Αφού εφαρμόσουμε κάποια εντομοκτόνα (πιρετροειδή και φωσφορικά), ενδέχεται ο πληθυσμός της να παρουσιάσει θεαματική αύξηση.  
Ειδικά ακαρεοκτόνα με δράση κατά των αυγών και των ενηλίκων είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν για την αποφυγή επικάλυψης γενεών. Δραστικές ουσίες: abamectin, summer oil, acrinatrin, azadiractin, θείο, phenbutestan, fluphenoxuron, hexitiazox, piridaben, tetradiphon.
b)      Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια:
Απολύμανση θερμοκηπίου και ειδικά του πατώματος, όταν γνωρίζουμε πως έχει προϋπάρξει μόλυνση.
Απομάκρυνση υπολειμμάτων φυτών και ζιζανίων.
Κατάλληλη ποσότητα αζωτούχου λιπάσματος.
Παρακολούθηση πρώτων βλαστικών σταδίων.
c)      Βιολογικός έλεγχος:
Διώκτες: Neoseiulus californicus, Euseuis stipulatus, Phytoseiulus persimilis.

Λευκή αράχνη
ΕΝΤΟΜΟ: Λευκή αράχνη (Polyphagotarsonemus latus Banks)
 Ξενιστές:
Πολυφάγο είδος. Διεθνώς διεσπαρμένο σε ήπιο κλίμα, ειδικά σε καλυμμένες καλλιέργειες. Προκαλεί σημαντικές ζημιές σε βαμβάκι, πατάτα, τομάτα, πιπεριά, καπνό, φασόλι, καλλωπιστικά και εσπεριδοειδή.
Σπουδαιότητα:
Συνήθως είναι δευτερεύον έντομο στην καλλιέργεια πιπεριάς. Υπό ιδανικές συνθήκες ανάπτυξης, προκαλεί μόλυνση στην πιπεριά.
Συμπτώματα:
Τα πρώτα συμπτώματα είναι η περιέλιξη του φύλλου στα πάνω φύλλα και τους βλαστούς. Όταν η μόλυνση προχωρήσει, εμφανίζεται υπανάπτυξη και ανοιχτοπράσινο χρώμα. Αργότερα αποχρωματίζονται οι προσβεβλημένες επιφάνειες. Τα κλαδιά των άκρων χάνουν τα περισσότερα φύλλα τους. Τα άνθη είτε πέφτουν, είτε παράγουν παραμορφωμένους καρπούς.


Περιγραφή εντόμου:
Τα αυγά είναι λευκά, ωοειδή με επτά μακρόστενα γραμμοειδή εξογκώματα. Το μήκος τους είναι 1 χιλ. Η κάμπια είναι λευκή με μήκος 0,15 χιλ. Έχει τρία ζεύγη ποδιών και περιορισμένη κινητικότητα. Οι νύμφες δεν κινούνται. Η ανάπτυξη του ενηλίκου διεξάγεται στο νυμφικό κάλυμμα. Το ενήλικο  έντομο έχει μήκος 0,2 χιλ. και κινείται αργά. Τα θηλυκά είναι μεγαλύτερα από τα αρσενικά ενώ και τα δύο φύλα είναι λευκά ή κιτρινωπά. Τα ενήλικα θηλυκά έχουν τέσσερα ζεύγη ποδιών με μικρή ανάπτυξη, και στην άκρη δυο μακριές κεραίες. Τα αρσενικά έχουν τέσσερα ζεύγη ποδιών που είναι μετασχηματισμένα σε σκληρά νύχια.
Βιολογικός κύκλος:
Στάδια εξέλιξης: αυγό, κάμπια, νύμφη και ενήλικο.
Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου εξαρτάται από τη θερμοκρασία. Όταν η θερμοκρασία είναι υψηλή, ο κύκλος ζωής διαρκεί 4-5 ημέρες. Αν όμως είναι χαμηλή, ο κύκλος μπορεί να διαρκέσει 10 ημέρες. (Ciampolini κ.ά., 1989)
Το έντομο αναπτύσσεται σε νεαρά φύλλα και μάλιστα στο κάτω μέρος τους, όπου υπάρχουν ιδανικές συνθήκες υγρασίας, σκιάς και δυνατότητα διατροφής τους.
Σε ένα χρόνο υπάρχουν πολλές γενιές. Όταν η θερμοκρασία είναι υψηλή, μπορεί να υπάρξει και επικάλυψη γενεών.
Αντιμετώπιση:
a) Χημικά μέτρα.
Πρέπει να χρησιμοποιούνται επιλεγμένα προϊόντα στις μολυσμένες περιοχές. Συνιστώνται τα :abamectin, summer oil, azadiractine, θείο, endosulfan, tetradiphon.
b) Αντιμετώπιση στην καλλιέργεια
· Απομάκρυνση μολυσμένων φυτών.
· Απομάκρυνση φυτικών υπολειμμάτων και ζιζανίων εντός και εκτός του θερμοκηπίου.
· Τοποθέτηση ινώδους πλέγματος στις εισόδους εξαερισμού του θερμοκηπίου.
· Για να προληφθούν οι επιθέσεις, πρέπει να ληφθούν μέτρα εξυγίανσης στο φυτώριο και τη ζώνη της καλλιέργειας.

  
plantprotection.hu

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου